Αρχική σελίδα Αναζήτηση Sakkoulas-Online.gr
Αναζήτηση  |  Online Συνδρομές  |  Επικαιρότητα  |  Με μια ματιά  |  Σχετικά  |  Βοήθεια  |  Συχνές ερωτήσεις  |  Επικοινωνία  |  Sakkoulas.gr
Top

Νομολογία - Πλήρη κείμενα


ΜΕφΑθ 664/2023 - Πλήρες κείμενο

   Εκτύπωση   

ΜΕφΑθ 664/2023 - Πλήρες κείμενο

Σύνθεση: Νικόλαος Μήλιος, Εφέτης
Δικηγόροι: Ελένη Φρουδάκη

Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα· μη ζητηθείσα τηλεφωνική επικοινωνία· ειδικό μητρώο εναντίωσης (opt-out)· αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης· η διάταξη του άρθρου 14 του ν. 3471/2006 που θέτει ως ελάχιστο όριο της «εύλογης» χρηματικής ικανοποίησης το ποσό των 10.000 ευρώ δεν είναι αντισυνταγματική, αλλά σύμφωνη με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 9Α του Συντάγματος.

Νομικές διατάξεις: άρθρα 11, 14 ν. 3471/2006, 2, Συντ.

Αριθμός 664/2Ο23

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (ΕΡΓΑΤΙΚΑ ΤΜΗΜΑ 5°)

Αποτελούμενο από το Δικαστή Νικόλαο Μήλιο, Εφέτη, τον οποίο όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Εφετείου Αθηνών και από τη Γραμματέα Θεώνη Αναγνωστοπούλου.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στην Αθήνα, την 11η Οκτωβρίου 2022, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: Της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «... ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΜΠΟΡΙΚΗ & ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ», που έχει την έδρα της στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία στο Δικαστήριο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο της Ελένη Φρουδάκη, βάσει δηλώσεως.

ΤΟΥ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ: … του …, κάτοικου Αθηνών, ο οποίος στο Δικαστήριο παραστάθηκε αυτοπροσώπως με την ιδιότητά του ως δικηγόρου, βάσει δηλώσεως.

Ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, την από 15.9.2021 (με αριθμό κατάθεσης …/18.05.2021) αγωγή και ζήτησε να γίνει δεκτή. Το Δικαστήριο εκείνο, δικάζοντας αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, με την υπ’ αριθ. 211/2022 οριστική απόφασή του δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Ήδη η εκκαλούσα, με την από 12.4.2022 (με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2022) έφεσή της, που κατέθεσε στη γραμματεία του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, προσέβαλε την απόφαση αυτή και η οποία προσδιορίστηκε να συζητηθεί για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και γράφτηκε στο πινάκιο.

Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, κατά την οποία εκφωνήθηκε νόμιμα με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο η πληρεξούσια δικηγόρος της εκκαλούσας και ο αυτοπροσώπως παραστάς εφεσίβλητος, ύστερα από μονομερείς δηλώσεις τους, που έγιναν σύμφωνα με το άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 3 του Ν. 1649/1986, δεν παραστάθηκαν κατά την εκφώνηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, αλλά προκατέθεσαν εμπρόθεσμα προτάσεις.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

I. Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθ. 211/2022 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που δίκασε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών την από 15.9.2021 (με αριθμό κατάθεσης …/2021) αγωγή του εφεσίβλητου εναντίον της εκκαλούσας έχει ασκηθεί νομοτύπως και εμπροθέσμως (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1 β, 516, 518 παρ.1, 2 Κ.Πολ.Δ.) στις 13.4.2022 ήτοι εντός της τριακονθήμερης προθεσμίας του άρθρου 518 παρ. 1 του Κ.Πολ.Δ. από την επίδοση της εκκαλουμένης στην εκκαλούσα - η οποία (επίδοση) έγινε στις 18.3.2022 (βλ. σχετικά την υπ’ αριθ. …/18.3.2022 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών …, που προσκομίζει και επικαλείται ο εφεσίβλητος)- και έχει κατατεθεί κατά την άσκησή της το απαιτούμενο κατ’ άρθρο 495 παρ. 3 εδ. A περ. β' του Κ.Πολ.Δ. παράβολο (βλ. το αναφερόμενο στην έκθεση κατάθεσης της έφεσης παράβολο με αριθμό …).Είναι συνεπώς τυπικά δεκτή και πρέπει να εξεταστεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των κατ’ ιδίαν λόγων της κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών κατά την οποία εκδόθηκε και η εκκαλουμένη απόφαση.

II. Με την από 15.9.2021 αγωγή ο ενάγων ιστορούσε ότι τόσο ο τηλεφωνικός αριθμός του δικηγορικού του γραφείου του όσο και ο αριθμός του κινητού του τηλεφώνου είναι καταχωρημένος στο ειδικό μητρώο εναντίωσης (opt-out) του άρθρου 11 του ν. 3471/2006. Ότι η εναγόμενη, αρχικά, τον ενόχλησε, δια της αναφερόμενης στην αγωγή υπαλλήλου της, στις 13.6.2016, τηλεφωνικά στο σταθερό τηλέφωνο του γραφείου του, με σκοπό τη διαφημιστική προώθηση των προϊόντων της. Ότι, την ημέρα εκείνη, ο ενάγων ενημέρωσε την εναγόμενη ότι ο τηλεφωνικός αριθμός, προς τον οποίο έγινε η κλήση είναι καταχωρημένος στο ειδικό μητρώο εναντίωσης (opt-out) του άρθρου 11 του ν. 3471/2006, όπου έχει ρητά δηλώσει ότι δεν επιθυμεί να δέχεται τηλεφωνικές διαφημιστικές κλήσεις που αφορούν προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών και της ζήτησε ρητά να μην τον ξανακαλέσει, διαμαρτυρόμενος έντονα. Ότι παρά ταύτα, η εναγόμενη συνέχισε, επανειλημμένως, να τον ενοχλεί, τηλεφωνικά, πραγματοποιώντας συνολικά, κατά το χρονικό διάστημα από 13.6.2016 έως 24.11.2017, δώδεκα κλήσεις τόσο στο σταθερό τηλέφωνο του δικηγορικού του γραφείου όσο και στο κινητό του τηλέφωνο, από τους αναφερόμενους στην αγωγή αριθμούς, τις λεπτομερώς αναφερόμενες στην αγωγή του ημερομηνίες. Ότι, για όλες τις ανωτέρω, παράνομες μη ζητηθείσες τηλεφωνικές κλήσεις, που έγιναν με αποκλειστικό σκοπό την εμπορική προώθηση των υπηρεσιών της εναγόμενης, ο ενάγων υπέβαλε σε βάρος της, έγγραφη καταγγελία στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, η οποία, μετά από έλεγχο διαπίστωσε ότι η εναγόμενη είχε προβεί σε συνεχιζόμενες παραβιάσεις του νόμου τόσο σε βάρος του ενάγοντος όσο και σε βάρος άλλων πολιτών και για το λόγο αυτό της επέβαλε διοικητικό χρηματικό πρόστιμο. Ότι από την ανωτέρω παράνομη συμπεριφορά της εναγόμενης έχει υποστεί ηθική βλάβη που συνίσταται στην παράνομη επεξεργασία των προσωπικών του δεδομένων, στην απόσπασή του από τα επαγγελματικά του καθήκοντα και στην συνακόλουθη πρόκληση εκνευρισμού και ανησυχίας, στην παραβίαση της πληροφοριακής του αυτοδιάθεσης και της οικονομικής ελευθερίας με την έννοια του δικαιώματός του να επιλέγει ελεύθερα την κατάρτιση οποιασδήποτε σύμβασης χωρίς διαρκείς ενοχλήσεις και του δικαιώματος του στην ιδιωτικότητα. Ζήτησε, λοιπόν, όπως περιορίστηκαν τα αιτήματα της αγωγής στην πρωτοβάθμια δίκη, να υποχρεωθεί η εναγόμενη να του καταβάλει το ποσό των 10.000 ευρώ και να αναγνωριστεί η υποχρέωσή της να του καταβάλει το ποσό των 12.000 ευρώ, για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που υπέστη, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο το οποίο δίκασε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, με την εκκαλουμένη απόφαση δέχθηκε εν μέρει την αγωγή. Κατά της παραπάνω απόφασης παραπονείται με την ένδικη έφεσή της η εκκαλούσα-εναγόμενη για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, προκειμένου να απορριφθεί στο σύνολό της η ως άνω αγωγή.

III. Το ζήτημα των τηλεφωνικών κλήσεων, για σκοπούς απευθείας προώθησης προϊόντων ή υπηρεσιών και για κάθε είδους διαφημιστικούς σκοπούς, ρυθμίζεται στο άρθρο 11 Ν. 3471/2006, όπου ορίζονται τα σχετικά με τις μη ζητηθείσες επικοινωνίες. Ειδικότερα, στη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 11 Ν. 3471/2006, όπως αυτό τροποποιήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 1 και 2 Ν. 3917/2011, ορίζεται ότι: «1. Η χρησιμοποίηση αυτόματων συστημάτων κλήσης συσκευών, ιδίως με χρήση τηλεομοιοτυπίας (φαξ) ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, και γενικότερα η πραγματοποίηση μη ζητηθεισών επικοινωνιών με οποιοδήποτε μέσο ηλεκτρονικής επικοινωνίας, χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης προϊόντων ή υπηρεσιών και για κάθε είδους διαφημιστικούς σκοπούς επιτρέπεται μόνο, αν ο συνδρομητής συγκατατεθεί εκ των προτέρων ρητώς. 2. Δεν επιτρέπεται η πραγματοποίηση μη ζητηθεισών επικοινωνιών με κλήσεων για τους ανωτέρω σκοπούς, εφόσον ο συνδρομητής έχει δηλώσει προς τον φορέα παροχής της διαθέσιμης στο κοινό υπηρεσίας, ότι δεν επιθυμεί γενικώς να δέχεται τέτοιες κλήσεις. Ο φορέας υποχρεούται να καταχωρίζει δωρεάν τις δηλώσεις αυτές σε ειδικό κατάλογο συνδρομητών ο οποίος είναι στη διάθεση κάθε ενδιαφερομένου». Η ανωτέρω διάταξη είναι σύμφωνη με όσα ορίζονται στο άρθρο 13 της Οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία των Δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όπως αυτή έχει τροποποιηθεί με την Οδηγία 2009/136/ΕΚ, η οποία στην παρ. 3 του ανωτέρω 14 άρθρου αφήνει στη διακριτική ευχέρεια του εθνικού νομοθέτη να ρυθμίσει τις προϋποθέσεις πραγματοποίηση τηλεφωνικών κλήσεων με ανθρώπινη παρέμβαση είτε μετά από προηγούμενη συγκατάθεση (σύστημα «opt in») είτε με δήλωση αντίρρησης (σύστημα «opt out»). Το σύστημα «opt out» έχει ως συνέπεια ότι τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα μπορούν να απευθύνουν τις αντιρρήσεις τους, όσον αφορά την επεξεργασία των δεδομένων τους, είτε ειδικά, απευθείας στον υπεύθυνο επεξεργασίας (δηλαδή στον διαφημιζόμενο), ασκώντας το δικαίωμα αντίρρησης ως προς την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων βάσει του άρθρου 13 Ν. 2472/1997 είτε γενικά, μέσω της εγγραφής τους στον ειδικό κατάλογο συνδρομητών του παρόχου που προβλέπει το άρθρο 11 παρ. 2 Ν. 3471/2006. Ο Νόμος προβλέπει τη δημιουργία Μητρώων («opt out») σε κάθε πάροχο υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ότι δεν επιθυμεί να λαμβάνει τηλεφωνικές κλήσεις για απευθείας εμπορική προώθηση. Ο κάθε πάροχος φέρει, με την προαναφερόμενη διάταξη, την υποχρέωση να τηρεί, με αυτές τις δηλώσεις, Δημόσιο Μητρώο που επιτελεί έναν δημόσιο σκοπό και στο οποίο έχει πρόσβαση όποιος ενδιαφέρεται να το χρησιμοποιήσει για απευθείας εμπορική προώθηση. Βάσει των ανωτέρω, οι πάροχοι έχουν την υποχρέωση: α) να τηρούν το Δημόσιο Μητρώο, που, όπως προαναφέρθηκε, τους ανατέθηκε με την ανωτέρω διάταξη, και β) όταν οι ίδιοι ενεργούν με σκοπό να διαφημίζουν τις υπηρεσίες τους να λαμβάνουν υπόψη το Μητρώο που τηρούν όχι μόνο οι ίδιοι αλλά και κάθε άλλος πάροχος. Έτσι, οι πάροχοι προκειμένου να προβούν νόμιμα σε προωθητικές ενέργειες (για διαφημιστικούς σκοπούς των ιδίων), όπως κάθε διαφημιζόμενος, οφείλουν να ελέγχουν προηγουμένως και τις δύο κατηγορίες αρχείων δηλώσεων, δηλαδή αυτήν που αφορά στους συνδρομητές όλων των παροχών (και του ιδίου) που έχουν δηλώσει ότι δεν επιθυμούν να λαμβάνουν διαφημιστικές κλήσεις γενικά και αποτελεί το σύνολο των επί μέρους Μητρώων του άρθρου 11 παρ. 2 Ν. 3471/2006 που θα πρέπει να λαμβάνουν ανά τακτά χρονικά διαστήματα (μηνιαία) από κάθε πάροχο και αυτήν που αναφέρεται στον ίδιο τον πάροχο ειδικά. Οι διαφημιζόμενοι οφείλουν να λαμβάνουν από όλους τους παρόχους επικαιροποιημένα αντίγραφα των Μητρώων του άρθρου 11 Ν. 3471/2006 και να εξασφαλίζουν ότι έχουν διαθέσιμες τις δηλώσεις των συνδρομητών που έχουν πραγματοποιηθεί έως τριάντα ημέρες πριν από την πραγματοποίηση της τηλεφωνικής κλήσης. Περαιτέρω, «μόνη η παράβαση» διάταξης του νόμου «ενεργοποιεί» και τις συνέπειες για τους παραβάτες, εξ ου η ευθύνη είναι «νόθος αντικειμενική και τεκμαιρόμενη». Ως συνέπεια, το δικόγραφο της αγωγής του θιγόμενου από την «παράβαση», που επιδιώκει αποζημίωση για «ηθική βλάβη», που ορίζεται ανεξάρτητα από την περιουσιακή, αρκεί να αναφέρει την παράβαση, που οδηγεί, ως αποτέλεσμα, στην «ηθική του βλάβη», ως απλή «τυπική διαδικασία απόδειξης της παράβασης», ώστε να μην υπάρχει ανάγκη αναφοράς των επί μέρους στοιχείων της ηθικής βλάβης (κατά αντίθεση των άρθρων του ΑΚ, αλλά και της περιουσιακής βλάβης, που απαιτεί πλήρη αιτιολόγηση), που υπέστη στην προσωπικότητά του, που εμφαίνεται και είναι δεδομένη. Γεγονός που προκύπτει από τον ίδιο το νόμο, ο οποίος δεν παρέχει και ευχέρεια στο δικαστήριο να μη λάβει υπόψη του το αποκλειστικό «κατώτατο όριο» αποζημίωσης για ηθική βλάβη, ύψους 10.000 ευρώ, εκτός μόνο αν ο ενάγων αιτείται χαμηλότερο ποσό. Η μόνη περίπτωση να μην υπέχει ευθύνη ο επεξεργαστής/διαφημιζόμενος είναι, εφόσον δεν παρέβη τους όρους του νόμου (βλ. ΑΠ 2244/2013 δημ. ΝΟΜΟΣ). Με τις διατάξεις του Ν. 3471/2006 (με τις οποίες συμπληρώνεται το προϋπάρχον αυτού νομικό πλαίσιο: άρθρο 2 παρ. 1, 5 παρ. 1, 9 παρ. 1 εδ. 2 και 19 Συντάγματος, 57 ΑΚ κ.λπ) οριοθετείται η έκταση προστασίας των αντιτιθέμενων αγαθών της προσωπικότητας (ως προς την έκφανση της πληροφοριακής αυτοδιάθεσης και ιδιωτικότητας του ατόμου) και της πληροφοριακής ελευθερίας (του δικαιώματος του προσώπου να πληροφορεί και να πληροφορείται), θέτοντας στην άσκηση της τελευταίας συγκεκριμένους προορισμούς, ώστε να διασφαλίζεται τόσο η προστασία της πληροφοριακής αυτοδιάθεσης και ιδιωτικότητας του φυσικού προσώπου όσο και η ελεύθερη κυκλοφορία (συλλογή - μετάδοση - χρήση) των προσωπικών πληροφοριών που αφορούν το φυσικό πρόσωπο, για την ασφάλεια των συναλλαγών και για την εγκαθίδρυση και λειτουργία της εσωτερικής αγοράς (ΕφΑΘ 3833/2003 ΕλλΔνη 45, 1022, μελέτη Μ. Σταθόπουλου, ΝοΒ 48, 1 επ.). Φορέας της σχετικής αξίωσης για χρηματική ικανοποίηση είναι αυτός που υπέστη άμεσα την ηθική βλάβη, δηλαδή το κατά τις διατάξεις του Ν. 3471/2006 υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων (AΠ 1257/2005 ΝΟΜΟΣ), η αξίωση όμως αποζημίωσης λόγω ηθικής βλάβης αυτού με βάση την ανωτέρω διάταξη διαφοροποιείται από τις αντίστοιχες διατάξεις των άρθρων ΑΚ, που εφαρμόζονται μόνο συμπληρωματικά κατά το μέτρο που δεν αντιτίθενται στο Νόμο. Τα θεμελιώδη δικαιώματα των υποκειμένων, δηλαδή, που μπορεί να θίγονται ή περιορίζονται, όχι μόνο διασφαλίζονται συνταγματικά, αλλά τίθενται, υποτίθεται, υπό την «εγγύηση του Κράτους» και περιορίζονται μόνον χάριν λόγων δημοσίου συμφέροντος και υπό προϋποθέσεις. Ο λόγος της έκδοσης της Οδηγίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όμως, στην οποία προσχώρησε και ο εθνικός νομοθέτης, έγινε χάριν «οικονομικής εκμετάλλευσής» τους από διεθνείς Οικονομικούς Οργανισμούς. Υπό το βάρος αυτό, υπό την έννοια εξισορρόπησης δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, ο Νόμος 3471/2006 θέσπισε το «ελάχιστο» της διασφάλισης των υποκειμένων και των συνταγματικά κατοχυρωμένων θεμελιωδών δικαιωμάτων τους, των οποίων η επεξεργασία για λόγους εμπορικούς, ήτοι διαφημιστικούς, τα προσωπικά δεδομένα, επειδή έχουν και οικονομικό αντικείμενο, συλλέγονται, καταγράφονται, διατηρούνται, όχι. μόνο για τον σκοπό που συλλέγονται (π.χ. πώληση πελατολογίου εταιρείας, συμβληθείσας με τα υποκείμενα δεδομένων, σε άλλη εταιρεία, για άλλους σκοπούς) και γίνονται αντικείμενο εξυπηρέτησης οικονομικών σκοπών, που χωρίς την άνω πρόβλεψη θα ήταν «παράνομο» και απόλυτα απαγορευμένο. Ενώ, δεν υπάρχει αναλογία μεταξύ του σκοπού, που υπηρετείται, και των θεμελιωδών δικαιωμάτων των υποκειμένων. Υπό αυτή την έννοια και σκοπιά ενήργησε και ο εθνικός νομοθέτης, που διαφορετικά θα ήταν «αναξιόπιστος». Κατά συνέπεια, από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ο ίδιος ο νομοθέτης έθεσε ως ελάχιστο όριο της «εύλογης» χρηματικής ικανοποίησης το ποσό των 10.000 ευρώ, με σκοπό να διασφαλίσει την ελάχιστη προστασία των πολιτών από επεμβάσεις στα προσωπικά τους δεδομένα και δεν είναι αντισυνταγματική η εν λόγω διάταξη, αλλά σύμφωνη με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 9Α του Συντάγματος, ενώ δεν υφίσταται αναλογία μεταξύ των οικονομικών σκοπών που εξυπηρετούνται με τις «αζήτητες» τηλεφωνικές διαφημιστικές κλήσεις και των συνταγματικά προστατευόμενων προσωπικών δεδομένων των πολιτών (βλ. σχετικά με όλα τα παραπάνω ΜονΕφΑΘ 484/2019 Α' ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΝΟΜΟΣ).

IV. Στην προκειμένη περίπτωση, με το ως άνω (υπό στοιχ. II) περιεχόμενο και αιτήματα η αγωγή κρίνεται ως επαρκώς ορισμένη, σύμφωνα και με τα προεκτεθέντα στην οικεία θέση της νομικής σκέψης της παρούσας, παρά τα περί του αντιθέτου υποστηριζόμενα από την εκκαλούσα - εναγόμενη.

Από την επανεκτίμηση όλων των εγγράφων (μάρτυρες δεν εξετάστηκαν) που επικαλούνται και προσκομίζουν οι διάδικοι, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα περιστατικά: Ο ενάγων είναι δικηγόρος Αθηνών και διατηρεί δικηγορικό γραφείο στην Αθήνα, επί της οδού … αριθ. …. Για την εξυπηρέτηση των τηλεπικοινωνιακών αναγκών (τηλεφωνία, φαξ, διαδίκτυο) του δικηγορικού του γραφείου είναι συνδρομητής σταθερής τηλεφωνίας του ... και στο γραφείο του λειτουργεί στο όνομα του σταθερή τηλεφωνική σύνδεση ISDN (ψηφιακό δίκτυο ενοποιημένων υπηρεσιών) του .... Ο κεντρικός - κεφαλικός αριθμός τηλεφώνου του είναι …, ενώ παράλληλα λειτουργούν στην ίδια ανωτέρω σύνδεση και άλλοι τηλεφωνικοί αριθμοί, ως πολλαπλοί συνδρομητικοί αριθμοί (MSNs) (MSN:Multiple Subscribe Numbers) και συγκεκριμένα οι αριθμοί … και …. Και οι τρεις ανωτέρω αριθμοί χρησιμοποιούνται από αυτόν για την πραγματοποίηση και λήψη τηλεφωνικών κλήσεων που σχετίζονται με την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας. Επίσης, στο πλαίσιο της άσκησης του επαγγέλματος του είναι συνδρομητής κινητής τηλεφωνίας της …. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο κεφαλικός τηλεφωνικός αριθμός του γραφείου του … είναι καταχωρημένος από τις 24.3.2014 (συνεχώς μέχρι και σήμερα) στο ειδικό μητρώο εναντίωσης/opt-out του άρθρου 11 του ν. 3471/2006 του τηλεπικοινωνιακού του παρόχου ..., όπου έχει δηλώσει ρητά την επιθυμία του να μη δέχεται από οποιονδήποτε στο τηλέφωνο του γραφείου του (…) τηλεφωνικές κλήσεις που αφορούν εμπορική και διαφημιστική προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών. Ομοίως, και οι έτεροι τηλεφωνικοί αριθμοί του γραφείου του … και … είναι ενταγμένοι από τις 9.2.2015 (συνεχώς μέχρι και σήμερα) στο μητρώο εναντίωσης/opt-out του ... του άρθρου 11 του ν. 3471/2006 του τηλεπικοινωνιακού του παρόχου ..., όπου έχει δηλώσει ρητά την επιθυμία του να μη δέχεται από οποιονδήποτε στους τηλεφωνικούς αριθμούς του γραφείου του (…, …) τηλεφωνικές κλήσεις που αφορούν εμπορική και διαφημιστική προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών. Τέλος και ο αριθμός του κινητού του τηλεφώνου … είναι καταχωρημένος από τις 04.06.2014 (συνεχώς μέχρι και σήμερα) στο ειδικό μητρώο εναντίωσης/opt-out του άρθρου 11 του ν. 3471/2006 του τηλεπικοινωνιακού του παρόχου …, όπου έχει δηλώσει ρητά την επιθυμία του να μη δέχεται από οποιονδήποτε στο κινητό του τηλέφωνο, τηλεφωνικές κλήσεις που αφορούν εμπορική και διαφημιστική προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών. Η εναγόμενη δραστηριοποιείται στον τομέα της παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και διαθέτει ευρύ δίκτυο καταστημάτων. Μάλιστα, πέραν των δικών της προστηθέντων υπαλλήλων έχει συνάψει και με εξωτερικούς συνεργάτες συμβάσεις με αντικείμενο τη διαφημιστική και εμπορική προώθηση των υπηρεσιών αυτών μέσω της πραγματοποίησης τηλεφωνικών κλήσεων σε υποψήφιους πελάτες της εναγόμενης και της ενημέρωσης αυτών για οικονομικώς δελεαστικά προγράμματα κινητής και σταθερής τηλεφωνίας που αυτή διαθέτει. Στο πλαίσιο αυτό, στις 13.6.2016 και ώρα 14:44', ο ενάγων δέχθηκε στο τηλέφωνο του γραφείου του, στον αριθμό …, τηλεφωνική κλήση από τον αριθμό …. Όταν ο ενάγων απάντησε στην κλήση, άκουσε υπάλληλο προστηθείσα στην υπηρεσία της εναγομένης, η οποία του είπε:

«Καλημέρα σας. Ονομάζομαι … και καλώ από την εταιρεία ... για να σας ενημερώσω για ένα πρόγραμμα με ειδική έκπτωση για κινητό και σταθερό τηλέφωνο». Ο ενάγων της διαμήνυσε ότι είναι πελάτης ..., ότι δεν επιθυμεί να αλλάξει πάροχο και ότι δεν τον ενδιαφέρουν οι υπηρεσίες και οι προσφορές της εναγόμενης.

Επιπλέον, την πληροφόρησε ότι έχει δεχθεί παρόμοιες διαφημιστικές κλήσεις και στο παρελθόν από την εναγόμενη, πάλι για διαφήμιση υπηρεσιών παροχής τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών και ότι ο τηλεφωνικός αριθμός του γραφείου του (…) προς τον οποίο έγινε η κλήση είναι καταχωρημένος στο ειδικό μητρώο εναντίωσης του άρθρου 11 του ν. 3471/2006 του τηλεπικοινωνιακού του παρόχου ... όπου έχει δηλώσει ρητά και κατηγορηματικά την επιθυμία του να μη δέχεται από οποιονδήποτε στο τηλέφωνο του γραφείου του (…) τηλεφωνικές διαφημιστικές κλήσεις που αφορούν εμπορική/διαφημιστική προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών. Στη συνέχεια, η τηλεφωνική επικοινωνία τερματίστηκε. Μάλιστα επειδή, όπως προαναφέρθηκε, στο παρελθόν, ο ενάγων είχε δεχθεί παρόμοιες διαφημιστικές τηλεφωνικές κλήσεις από την εναγόμενη και από προστηθέντα όργανα στην υπηρεσία της και επειδή δεν επιθυμούσε να ξαναενοχληθεί από αυτήν, είχε καταθέσει την από 17.6.2015 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, ιστορώντας ότι είναι καταχωρημένος στο ειδικό μητρώο εναντίωσης του άρθρου 11 του ν. 3471/2006 και ζητώντας να απαγορευτεί σ’ αυτήν, με την απειλή χρηματικής ποινής, να πραγματοποιεί τηλεφωνικές κλήσεις με σκοπό την προώθηση των προϊόντων της προς την σταθερή τηλεφωνική σύνδεση της οικίας του με αριθμό …. Επί της ανωτέρω αίτησης είχε εκδοθεί η με αριθμό 7594/2015 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου η οποία έκανε δεκτή την αίτηση του ενάγοντος και επιδόθηκε στην εναγόμενη. Ωστόσο, η εναγόμενη συνέχισε, επανειλημμένως, να ενοχλεί, τηλεφωνικά τον ενάγοντα, πραγματοποιώντας συνολικά, κατά το χρονικό διάστημα από 13.6.2016 έως 24.11.2017, δώδεκα κλήσεις τόσο στο σταθερό τηλέφωνο του δικηγορικού του γραφείου όσο και στο κινητό του τηλέφωνο. Πιο συγκεκριμένα στις 8.7.2016 και ώρα 11.13΄(κλήση από την εταιρεία …, εμπορική συνεργάτρια της εναγόμενης), στις 8.9.2016 και ώρα 14.51' (όνομα καλούσας … εκ μέρους της εναγόμενης), στις 14.9.2016 και ώρα 19.52' (κλήση από την εταιρεία …, εμπορική συνεργάτρια της εναγόμενης), στις 19.9.2016 και ώρα 11.49' (όνομα καλούσας … εκ μέρους της εναγόμενης), στις 26.9.2016 και ώρα 12.44' (όνομα καλούσας εταιρείας …, εμπορική συνεργάτρια της εναγόμενης), στις 29.9.2016 και ώρα 13.53' (όνομα καλούσας … εκ μέρους της εναγόμενης), στις 20.10.2016 και ώρα 12.55' (όνομα καλούσας … εκ μέρους της εναγόμενης), στις 24.10.2016 και ώρα 10.36' (όνομα καλούσας … εκ μέρους της εναγόμενης), στις 3.4.2017 (την ημέρα εκείνη πραγματοποιήθηκαν 2 κλήσεις, η μία την 13.55' ώρα, όνομα καλούσας … εκ μέρους της εναγόμενης και η δεύτερη την 19.56' ώρα, η οποία δεν απαντήθηκε από τον ενάγοντα) και στις 24.11.2017 και ώρα 16.50' (η καλούσα δεν ανέφερε το όνομά της αλλά μόνο ότι καλούσε εκ μέρους της εναγόμενης) πραγματοποιήθηκαν κλήσεις από τους αριθμούς …, …, …, …, …, …, …, … και από άγνωστους αριθμούς. Εκ των ανωτέρω κλήσεων αυτές που πραγματοποιήθηκαν στις 29.9.2016 και στις 20.10.2016 έγιναν από άγνωστους αριθμούς (με απόκρυψη). Ακολούθως, ο ενάγων υπέβαλε κατά της εναγόμενης, τις υπ’ αριθ. πρωτ. …/9.9.2016, …/15.9.2016, …/19.9.2016, …/12.9.2016, …/26.9.2016, …/22.9.2016, …/5.10.2016, …/21.10.2016, …/9.5.2017, …/11.5.2017, …/25.5.2017 καταγγελίες που αφορούσαν τις επίδικες κλήσεις στην Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ). Στις 26.11.2018 η ΑΠΔΠΧ ενημέρωσε τον ενάγοντα, με σχετική επιστολή που του απέστειλε, ότι, έχοντας λάβει υπόψη τόσο τις παραπάνω καταγγελίες του, τις οποίες έκρινε βάσιμες, μετά από έλεγχο που διενήργησε, όσο και τις καταγγελίες άλλων καταναλωτών, επέβαλε, δυνάμει της με αριθμό 60/2018 απόφασης, σε βάρος στης εναγόμενης, για τις παραβάσεις του άρθρου 11 του ν. 3471/2006, το μέγιστο δυνατό διοικητικό χρηματικό πρόστιμο του νόμου, ήτοι 150.000 ευρώ. Με βάση τα ανωτέρω, οι ένδικες τηλεφωνικές κλήσεις, είναι κλήσεις, που συνιστούν κατ’ εξακολούθηση παράνομη μη ζητηθείσα τηλεφωνική επικοινωνία, με αποκλειστικό σκοπό την εμπορική προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών και παράνομη επεξεργασία προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος, ήτοι των τηλεφωνικών του αριθμών δια της συνεχούς χρήσεως και κλήσεώς τους για μη νόμιμο σκοπό, καθώς είχαν εκφραστεί τόσο ρητές προφορικές αντιρρήσεις σε όλους τους καλούντες όσο και έκφραση αντίρρησης δια της εγγραφής των αριθμών του ενάγοντος στο μητρώο εναντίωσης του παρόχου του, όπως ορίζει ο νόμος. Επιπλέον, η διενέργειά τους έγινε, κατά παράβαση των άρθρων 11 και 14 του ν. 3471/2006, των άρθρων 11, 13 του ν. 2472/1997 και των άρθρων 57, 59, 914, 932 ΑΚ, καθώς και των άρθρων 6 και 21 του Ευρωπαϊκού Γενικού Κανονισμού για την προστασία των προσωπικών δεδομένων ΕΕ 2016/679, λαμβανομένων υπόψη ιδίως α) ότι ο ενάγων είχε καταχωρίσει, πριν τη διενέργεια των ένδικων κλήσεων, τους τηλεφωνικούς αριθμούς του δικηγορικού του γραφείου (…, …, …), αλλά και του κινητού του τηλεφώνου (…), προς τους οποίους έγιναν οι ανωτέρω αναφερόμενες κλήσεις, στο ειδικό μητρώο εναντίωσης/opt-out του παρόχου του, όπου είχε δηλώσει ρητά την επιθυμία του να μη δέχεται από οποιονδήποτε τηλεφωνικές διαφημιστικές κλήσεις που αφορούν εμπορική/διαφημιστική προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών, γεγονός το οποίο δημιουργεί στην εναγόμενη και στα προστηθέντα από αυτήν όργανα/εκτελούντες την επεξεργασία, ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, να συμβουλεύονται το ειδικό μητρώο εναντίωσης/opt-out, πριν πραγματοποιήσουν οποιαδήποτε μη ζητηθείσα τηλεφωνική διαφημιστική κλήση προκειμένου να διαπιστώσουν αν ο συνδρομητής έχει δηλώσει εκ των προτέρων την εναντίωση/αντίθεσή του στη λήψη διαφημιστικών κλήσεων, σύμφωνα με τα οριζόμενα στην εθνική και ευρωπαϊκή νομοθεσία, β) ότι υπήρχε σε βάρος της εναγόμενης η υπ’ αριθ. 7594/2015 δικαστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών βάσει της οποίας απαγορευόταν σ’ αυτήν, με την απειλή χρηματικής ποινής, να πραγματοποιεί τηλεφωνικές κλήσεις με σκοπό την προώθηση των προϊόντων της προς την σταθερή τηλεφωνική σύνδεση της οικίας του ενάγοντος με αριθμό …, ωστόσο η εναγόμενη και τα προστηθέντα της όργανα επέκτειναν τις κλήσεις τους με σκοπό την προώθηση των υπηρεσιών της εναγόμενης προς τους ανωτέρω τηλεφωνικούς αριθμούς του γραφείου του ενάγοντος αλλά και προς τον πιο πάνω αριθμό του κινητού του τηλεφώνου κατά τις παραπάνω ημερομηνίες, γ)ότι επιβλήθηκε διοικητικό χρηματικό πρόστιμο στην εναγόμενη με την υπ’ αριθ. 60/2018 απόφαση της ΑΠΔΠΧ για τις παραβιάσεις του νόμου σχετικά με τις πιο πάνω τηλεφωνικές κλήσεις, δ)ότι η εναγόμενη παρέλειψε, παρά την ιδιαίτερη νομική της υποχρέωση προς τούτο, να ενημερώσει τα προστηθέντα όργανά της για τους ορισμούς του ν. 3471/2006 σχετικά με το μητρώο εναντίωσης και τη μη ζητηθείσα τηλεφωνική επικοινωνία για σκοπούς διαφήμισης και εμπορικής προώθησης προϊόντων και υπηρεσιών, ε) την κατ’ εξακολούθηση υπαίτια παράλειψη των προστηθέντων οργάνων της εναγόμενης να μην καταχωρούν τις συνεχείς και ρητές αντιρρήσεις του ενάγοντος στη μη ζητηθείσα τηλεφωνική διαφημιστική επικοινωνία και να μην λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να αποφευχθεί η διενέργεια διαφημιστικών κλήσεων δεδομένου ότι όλοι οι προστηθέντες στην υπηρεσία της εναγόμενης υπάλληλοι που καλούσαν τον ενάγοντα, είχαν νομική υποχρέωση να καταχωρούν την άρνηση και εναντίωσή του (που συνεχώς προέβαλλε) στη μη ζητηθείσα τηλεφωνική διαφημιστική επικοινωνία και να ενημερώνουν άμεσα και ειδικά την εναγόμενη, πράγμα που υπαίτια δεν έπραξαν, με αποτέλεσμα ο ενάγων να δέχεται συνεχώς παράνομες τηλεφωνικές κλήσεις. Περαιτέρω και σύμφωνα και με τα προεκτεθέντα στην οικεία θέση της νομικής σκέψης της παρούσας, η υπαιτιότητα της εναγόμενης τεκμαίρεται και η μόνη περίπτωση να μην υπέχει ευθύνη είναι εφόσον αποδείξει ότι δεν παρέβη τους όρους του νόμου. Ισχυρίζεται δε η εναγόμενη ότι: α)οι τηλεφωνικοί αριθμοί …, …, …, …, …, …, …, … δεν ανήκουν σε αυτή ή σε συνεργαζόμενες με αυτή εταιρείες, στις οποίες είχε αναθέσει κατά τους ανωτέρω χρόνους την προώθηση των υπηρεσιών της μέσω τηλεφωνικών κλήσεων, β) ότι οι τρεις κλήσεις που πραγματοποιήθηκαν στις 8.7.2016, στις 8.9.2016 και στις 14.9.2016 ουδέποτε απαντήθηκαν από τον ενάγοντα, γ) οι δυο κλήσεις που έγιναν με απόκρυψη (από άγνωστο αριθμό) δεν μπορούν να συνδεθούν με την εναγόμενη, δ) ότι δεν βαρύνεται με πταίσμα διότι τηρεί το Μητρώο εναντίωσης, αναζητά περιοδικά και αναλαμβάνει τα μητρώα από τους άλλους παρόχους ενημερώνοντάς τα τακτικά, ενημερώνει τους εμπορικούς συνεργάτες της, οι οποίοι συχνά χρησιμοποιούν λίστες που δεν είναι ενημερωμένες με τους καταναλωτές που είναι ενταγμένοι στο Μητρώο του άρθρου 11 του ν. 3471/2006. Οι ισχυρισμοί αυτοί είναι απορριπτέοι ως ουσιαστικά αβάσιμοι. Ειδικότερα, αναφορικά με τους υπό στοιχείο α και γ ισχυρισμούς, ο ενάγων επικαλείται πλήρη στοιχεία των κλήσεων όπως ημέρα και ώρα κλήσης, διαφημιζόμενος, πρόσωπο με το οποίο διεξήχθη η συνομιλία, περιεχόμενο της συνομιλίας. Ενόψει μάλιστα του γεγονότος ότι όλα τα πραγματικά γεγονότα εμπίπτουν αποκλειστικά στη σφαίρα επιρροής της εναγόμενης και η υπαιτιότητά της τεκμαίρεται, λόγω αντιστροφής του βάρους απόδειξης στην παρούσα υπόθεση, η εναγόμενη είχε το βάρος να αποδείξει ότι δεν πραγματοποίησε τις ιστορούμενες στην κρινόμενη αγωγή αζήτητες τηλεφωνικές κλήσεις, που επικαλείται ο ενάγων, ήτοι ότι δεν παραβίασε τις διατάξεις των ν. 2472/1997 και 3471/2006. Ωστόσο, εκείνη δεν προσκόμισε κανένα αποδεικτικό μέσο (π.χ. μάρτυρες, έγγραφα), από το οποίο να προκύπτει ότι οι αριθμοί από τους οποίους έγιναν όλες οι ιστορούμενες αζήτητες κλήσεις δεν ανήκουν σε αυτήν, ώστε να ανατρέψει το τεκμήριο αυτό, όπως έπρεπε, για να απαλλαγεί από την ευθύνη της. Αντίθετα η ουσιαστική βασιμότητα των αγωγικών ισχυρισμών αποδεικνύεται από το γεγονός ότι μετά την προσφυγή του ενάγοντος στην ΑΠΔΠΧ, οι καταγγελίες του για τις ένδικες κλήσεις κρίθηκαν ως ουσιαστικά βάσιμες, αφού προηγήθηκε η διενέργεια διεξοδικού διοικητικού ελέγχου με επίσκεψη ελεγκτών της ΑΠΔΠΧ αφενός στις εγκαταστάσεις της εναγόμενης στην έδρα της επί της … αριθ. … και αφετέρου στις εγκαταστάσεις του εξωτερικού συνεργάτη της εναγόμενης «… ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΧΡΗΜΑΤΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ-ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ CALL CENTER-ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ-ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ», με τη συλλογή σειράς ψηφιακών και εντύπων πειστηρίων, τη συλλογή πλήρους αρχείου συνδρομητών της εναγόμενης που είχαν συγκατατεθεί στη λήψη διαφημιστικών κλήσεων και των συνδρομητών που είχαν ζητήσει να εξαιρεθούν (opt out), την εξέταση τηλεφωνικών κλήσεων που είχαν πραγματοποιηθεί την επίδικη περίοδο 2016-2017 για προωθητικούς σκοπούς εκ μέρους της εναγόμενης κλπ. (βλ. την υπ’ αριθ. 60/2018 απόφαση της ΑΠΔΠΧ). Περαιτέρω, ως προς τον υπό στοιχείο β ισχυρισμό, το γεγονός ότι οι τρεις κλήσεις που πραγματοποιήθηκαν στις 8.7.2016, στις 8.9.2016, στις 14.9.2016 παρέμειναν αναπάντητες δεν μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι δεν προσέβαλαν την προσωπικότητα του ενάγοντος, αφού είτε ο καλούμενος βρίσκεται στο γραφείο του και επιλέγει ή δεν μπορεί να απαντήσει, είτε δεν βρίσκεται συμπτωματικά, διαπιστώνοντας από την αναγνώριση των κλήσεων ότι δεν έγινε σεβαστή η επιθυμία του να μην ενοχλείται, εξ αντικειμένου υφίσταται παραβίαση της ιδιωτικότητάς του και εξ αυτού του λόγου προκαλείται ψυχική αναστάτωση σε αυτόν. Τέλος απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος τυγχάνει και ο υπό στοιχείο δ ισχυρισμός περί μη συνδρομής πταίσματος της εναγόμενης, αφού πέραν πάσης αμφιβολίας από τα πορίσματα του ελέγχου που διενεργήθηκε από την ΑΔΠΧ για τις επίδικες κλήσεις (βλ. σελ. 5-6 της υπ’ αριθ. 60/2018 απόφασης της ΑΔΠΧ) αποδείχθηκε ότι η εναγόμενη πραγματοποίησε πολυάριθμες κλήσεις σε τηλεφωνικούς αριθμούς καταχωρημένους στα μητρώα «opt-out» για τις οποίες δεν υπήρχε ειδική συγκατάθεση, μεταξύ των οποίων και τις ένδικες, ενημέρωνε πλημμελώς τους εξωτερικούς συνεργάτες της για τις δηλώσεις ένταξης στο μητρώο «opt-out», δεν τηρούσε το επίδικο χρονικό διάστημα την ορθή διαδικασία για τη λήψη από τους συνεργάτες της των ειδικών αιτημάτων αντίρρησης που απευθύνονταν προς αυτούς από τους καλούμενους συνδρομητές της, δεν διαπιστώθηκε η ύπαρξη διαδικασίας τήρησης αποστολής του μητρώου συγκαταθέσεων προς τις συνεργαζόμενες εταιρείες για την κατάρτιση καταλόγου των προς κλήση αριθμών και διαπιστώθηκε ότι η εναγόμενη δεν ελάμβανε επαρκή μέτρα ελέγχου των συνεργαζόμενών με αυτή εταιρειών. Σε κάθε περίπτωση, η εναγόμενη δεν μπορεί να μεταθέτει στις συνεργαζόμενες με αυτή εταιρείες τις πλημμέλειες στη διενέργεια των ένδικων τηλεφωνικών διαφημιστικών κλήσεων, αλλά και στην ενημέρωση του αρχείου των συνεργαζόμενων με αυτήν εταιρειών, διότι ευθύνεται εκ του νόμου αντικειμενικά ως υπεύθυνος επεξεργασίας, για τις ενέργειες τους, που γίνονται στο όνομα και κατ’ εντολή της, προς εξυπηρέτηση των επιχειρηματικών και οικονομικών της συμφερόντων. Συνακόλουθα, από την ανωτέρω περιγραφόμενη παράνομη και αδικοπρακτική συμπεριφορά της εναγόμενης και των προστηθέντων οργάνων/εκτελούντων την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του ενάγοντος, ο ενάγων υπέστη ηθική βλάβη, κατ’ επανάληψη και με περισσότερες πράξεις, οι οποίες ενόψει των περιστάσεων εμφανίζουν ενότητα και παρίστανται ως ενιαία βλάβη, ώστε να οφείλεται μία χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης. Πιο συγκεκριμένα, οι ανωτέρω συνεχείς μη ζητηθείσες τηλεφωνικές ενοχλήσεις από την εναγόμενη προς τον ενάγοντα δικηγόρο, έλαβαν χώρα, παρά τη ρητή του εναντίωση και την εγγραφή του στο ειδικό μητρώο, στο τηλέφωνο του δικηγορικού του γραφείου, αλλά και στο κινητό του τηλέφωνο, κατά τη διάρκεια της επαγγελματικής του δραστηριότητας και κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, του δημιούργησαν εκνευρισμό και ψυχική αναστάτωση, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα ανωτέρω παραβιάζοντας την ιδιωτικότητά του και το δικαίωμά του σε ησυχία, το δικαίωμα που έχει κάθε άνθρωπος σε ηρεμία και σε απομόνωση, προκειμένου να είναι ελεύθερος και να αφήνεται απερίσπαστος στην επαγγελματική του δραστηριότητα. Η ανωτέρω παράνομη συμπεριφορά της εναγόμενης παραβιάζει την πληροφοριακή αυτοδιάθεση του ενάγοντος και την οικονομική του ελευθερία, υπό την έννοια του δικαιώματός του να επιλέγει ελεύθερα και αβίαστα τυχόν κατάρτιση σύμβασης, χωρίς να δέχεται συνεχείς οχλήσεις. Για τις ανωτέρω παραβάσεις, η εναγόμενη ευθύνεται εκ του νόμου αντικειμενικά ως υπεύθυνος επεξεργασίας, καθώς οι καλούντες είτε είναι υπάλληλοί της είτε έχουν την ιδιότητα του εκτελούντος την επεξεργασία (κατ’ άρθρο 2 περ. η' του ν. 2472/1997, άρθρο 4 περ. 8 ΓΚΠΔ ΕΕ 2016/679) καθώς διενήργησαν τις αναφερόμενες τηλεφωνικές διαφημιστικές κλήσεις, στο όνομα και κατ’ εντολή της εναγόμενης (η οποία αποτελεί τον υπεύθυνο επεξεργασίας), προς εξυπηρέτηση των επιχειρηματικών και οικονομικών της συμφερόντων. Επομένως, η εναγόμενη υπέχει γνήσια αντικειμενική ευθύνη κατ’ άρθρο 922 ΑΚ, αφού όλες οι παράνομες κλήσεις που πραγματοποιήθηκαν προς τον ενάγοντα με σκοπό την εμπορική προώθηση των υπηρεσιών της έγιναν από όργανα/πρόσωπα που βρίσκονται στην υπηρεσία της εναγόμενης και ενεργούν κατ’ εντολή της και για λογαριασμό της, υφισταμένης σχέσης πρόστησης μεταξύ της εναγόμενης και των προσώπων/οργάνων που προέβησαν στις παράνομες πράξεις. Περαιτέρω, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην οικεία θέση της νομικής σκέψης της παρούσας, η ευθύνη του προκαλούντος ηθική βλάβη στο υποκείμενο των προσωπικών δεδομένων για χρηματική ικανοποίηση του τελευταίου είναι νόθος αντικειμενική και προϋποθέτει: α) συμπεριφορά (πράξη ή παράλειψη) που παραβιάζει τις διατάξεις του ν. 2472/1997 ή (και) των κατ’ εξουσιοδότηση αυτού κανονιστικών πράξεων της Αρχής, β) ηθική βλάβη, γ) αιτιώδη συνάφεια μεταξύ της συμπεριφοράς και της ηθικής βλάβης, και δ) υπαιτιότητα, ήτοι γνώση ή υπαίτια άγνοια, αφενός των περιστατικών που συνιστούν την παράβαση και αφετέρου της πιθανότητας να επέλθει η ηθική βλάβη. Συνεπώς, ο ενάγων από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια προσβολή των προσωπικών του δεδομένων δικαιούται χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη, ενόψει του ότι συντρέχει στην προκειμένη περίπτωση και το στοιχείο του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης και υπαίτιας ενέργειας και της επελθούσας ηθικής βλάβης. Άλλωστε, για την επιδίκαση της ηθικής βλάβης κατά τη διάταξη του άρθρου 14 του ν. 3471/2006, δεν απαιτείται πέραν της απόδειξης της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς που αντιβαίνει στις διατάξεις του ανωτέρω νόμου να γίνει επίκληση και να αποδεχθεί και περαιτέρω επίπτωση της παράνομης επεξεργασίας των δεδομένων και σε άλλα επί μέρους στοιχεία είτε στην περιουσία του ενάγοντος είτε και σε άλλες προστατευόμενες εκδηλώσεις της προσωπικότητας, όπως η τιμή και η υπόληψη, κλπ., ενόψει του ότι με την απόδειξη της παράνομης και υπαίτιας συμπεριφοράς ουσιαστικά αποδεικνύεται και η ηθική βλάβη, καθώς η παράνομη συμπεριφορά που αντιβαίνει στις διατάξεις του ανωτέρω νόμου συνιστά προσβολή της προσωπικότητας, αφού προσβάλλεται το υποκείμενο ως προς την έκφανση της πληροφοριακής αυτοδιάθεσης και του απορρήτου της ιδιωτικής ζωής του. Το ποσό που πρέπει να επιδικασθεί στον ενάγοντα ως χρηματική του ικανοποίηση για την ηθική βλάβη που υπέστη από την ανωτέρω παράνομη και υπαίτια προσβολή των προσωπικών του δεδομένων, είναι αυτό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, όπως ορίζεται στο άρθρο 14 του ν. 3471/2006, διάταξη η οποία σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην οικεία θέση της νομικής σκέψης της παρούσας δεν είναι αντισυνταγματική. Το ως άνω επιδικασθέν ποσό, που είναι και το ελάχιστο που προβλέπει ο νόμος, κρίνεται από το Δικαστήριο, εύλογο στη συγκεκριμένη περίπτωση, ενόψει μάλιστα του εξακολουθητικού και έντονου χαρακτήρα της παράνομης συμπεριφοράς της εναγόμενης, που αφορά διαδοχικά τελεσθείσες σε διαφορετικό χρόνο άδικες πράξεις (δώδεκα αζήτητες κλήσεις), οι οποίες αποτελούν χωριστές παραβιάσεις του νόμου με ξεχωριστή αυτοτελή απαξία και γεννούν νέα ζημία και νέα αξίωση προς αποζημίωση, ως αυτοτελή αδικοπραξία έναντι της προηγούμενης. Ο ισχυρισμός της εναγόμενης περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας είναι απορριπτέος προεχόντως ως αόριστος αφού η εναγόμενη δεν εξηγεί για ποιο λόγο η επιδίκαση του ελάχιστου ορίου του νόμου στη συγκεκριμένη περίπτωση, θα της επιφέρει βλάβη ή οικονομική εξουθένωση ή θα την εμποδίσει να ασκεί την επιχειρηματική της δραστηριότητα, παραθέτοντας συγκεκριμένα οικονομικά στοιχεία. Σε κάθε περίπτωση πρέπει να σημειωθεί ότι ο ισχυρισμός αυτός είναι απορριπτέος ως ουσιαστικά αβάσιμος αφού στη συγκεκριμένη περίπτωση η επιδίκαση του ελάχιστου ορίου αποζημίωσης του νόμου εναρμονίζεται με τον επιδιωκόμενο από το νομοθέτη σκοπό για συμμόρφωση των οικονομικά ισχυρών υπεύθυνων επεξεργασίας, όπως είναι εδώ η εναγόμενη, που παραβιάζει συνεχώς το νόμο (πέραν της συγκεκριμένης υπόθεσης διαπιστώθηκαν την ίδια χρονική περίοδο από την ΑΠΔΠΧ εκατοντάδες χιλιάδες παραβάσεις σε άλλους καταναλωτές), τις δικαστικές αποφάσεις και τα πρόστιμα που της επιβάλλονται από την ΑΠΔΠΧ. Το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε τα ίδια, ορθά το νόμο ερμήνευσε και εφάρμοσε και ορθά τις αποδείξεις εκτίμησε. Πρέπει επομένως, να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι οι περί του αντιθέτου λόγοι της υπό κρίση έφεσης όπως πρέπει να απορριφθεί και η υπό κρίση έφεση στο σύνολό της. Τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος του (άρθρο 191 παρ. 2 του Κ.Πολ.Δ.), πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της εκκαλούσας λόγω της ήττας της (άρθρα 176, 183 του Κ.Πολ.Δ.), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό. Τέλος, πρέπει να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος παραβόλου στο δημόσιο ταμείο (άρθρο 495 παρ. 3 του Κ.Πολ.Δ.), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Δέχεται τυπικά την έφεση και την απορρίπτει κατ’ ουσία.

Επιβάλλει σε βάρος της εκκαλούσας τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει στο ποσό των εξακοσίων (600) ευρώ.

Διατάσσει την εισαγωγή του υπ’ αριθ. … παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ