ΜΠρΑθ 651/2023 - Πλήρες κείμενο
Σύνθεση: Χρήστος Κοκκορός, Πρωτοδίκης
Δικηγόροι: Γεώργιος Νικολακόπουλος, Σπυρίδωνας Ζερβόπουλος
Αξίωση συμμετοχής στα αποκτήματα· η εφαρμογή της διάταξης 1400 ΑΚ προϋποθέτει τέλεση γάμου· αναλογική εφαρμογή της ρύθμισης στην ελεύθερη (εκτός γάμου) ένωση δύο ετερόφυλων προσώπων δεν είναι δυνατή καθώς δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αναλογίας· είναι όμως δυνατή η ευθεία εφαρμογή των διατάξεων για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους.
Νομικές διατάξεις: άρθρα 904, 1400 ΑΚ, 2, 6 ν. 3719/2008, 6 ν. 4356/2015
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΕΝΟΧΙΚΟ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ
651/2023
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τον Δικαστή Χρήστο Κοκκορό, Πρωτοδίκη, ορισθέντα από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου, και από τον Γραμματέα Πέτρο Ρέλλο.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 02 Δεκεμβρίου 2021, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ: … … του …, κατοίκου Άγιου Ελευθέριου- Πατησίων- Αθηνών (οδός … αριθμ. …), με ΑΦΜ …, που κατέθεσε προτάσεις, υπογεγραμμένες από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Γεώργιο Νικολακόπουλο (ΑΜ/ΔΣΑ ...), νομίμως διορισθέντα [με το από 30.09.2019 δικαστικό πληρεξούσιο (ιδιωτικό έγγραφο, φέρον την από 30.09.2019 θεώρηση του γνησίου της υπογραφής από το ΚΕΠ Δήμου Αθηναίων)], και δεν παραστάθηκε στο ακροατήριο.
ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) … …, θυγατέρας ... …, κατοίκου Άνω Πατησίων Αθηνών (οδός … αριθμ. …), με ΑΦΜ …, και 2) … ..., θυγατέρας … …, κατοίκου Άνω Πατησίων Αθηνών (οδός … αριθμ. …), με ΑΦΜ …, αμφότερες οι οποίες κατέθεσαν προτάσεις, υπογεγραμμένες από τον πληρεξούσιο δικηγόρο Σπυρίδωνα Ζερβόπουλο (ΑΜ/ΔΣΑ …), νομίμως διορισθέντα [με τα από 24.10.2019 δικαστικά πληρεξούσια (ιδιωτικά έγγραφα, φέροντα τις από 30.10.2019 θεωρήσεις του γνησίου των υπογραφών από το ΚΕΠ Δήμου Γαλατσίου)], και δεν παραστάθηκαν στο ακροατήριο.
Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από 25.06.2019 αγωγή της, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου με αριθμό κατάθεσης …/…/02.07.2019, προσδιορίσθηκε δε προς συζήτηση, με την από 05.03.2020 πράξη του Δικαστή του Δικαστηρίου τούτου, στην -αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας- δικάσιμο, γενομένης της σχετικής εγγραφής στο πινάκιο.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ
I. Στο πλαίσιο της δικαστικής διάγνωσης μιας διαφοράς, η χρησιμοποίηση της μεθόδου της αναλογίας νόμου προϋποθέτει αφενός μεν την ύπαρξη ακούσιου κενού ως προς τη νομοθετική ρύθμιση μίας συγκεκριμένης βιοτικής σχέσης, δηλαδή την κατάλειψη αυτής αρρύθμιστης, αφετέρου δε την ομοιότητα της εν λόγω βιοτικής σχέσης, κατά τα ουσιώδη σημεία της, με άλλη νομοθετικώς ρυθμισμένη. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει κενό, που να απαιτεί συμπλήρωση με αναλογία, δηλαδή με προσφυγή σε έναν άλλο κανόνα δικαίου, όταν ο νομοθέτης άφησε μία περίπτωση αρρύθμιστη, είτε διότι δεν τον ενδιέφερε η ρύθμισή της είτε, κατά μείζονα λόγο, διότι δεν επιθυμούσε να τη ρυθμίσει. Εξάλλου, το άρθρο 1400 § 1 ΑΚ, το οποίο έχει ενταχθεί στο -αναφερόμενο στις σχέσεις των συζύγων από το γάμο- τέταρτο κεφάλαιο του ΑΚ, ορίζει ότι «αν ο γάμος λυθεί και η περιουσία του ενός συζύγου έχει, αφότου τελέσθηκε ο γάμος, αυξηθεί, ο άλλος σύζυγος, εφόσον συνέβαλε με οποιονδήποτε τρόπο στην αύξηση αυτή, δικαιούται να απαιτήσει την απόδοση του μέρους της αύξησης το οποίο προέρχεται από τη δική του συμβολή». Από τη διάταξη αυτή, αποσκοπούσα στην προστασία του συζύγου με τη μικρότερη αύξηση της περιουσίας, δηλαδή, κατά κανόνα του οικονομικώς ασθενεστέρου και, περιέχουσα, ως εκ τούτου, κανόνα αναγκαστικού δικαίου, συνάγεται ότι η εφαρμογή της προϋποθέτει τέλεση γάμου και, άρα, στο ρυθμιστικό της πεδίο εμπίπτει μόνο η αξίωση του ενός συζύγου για συμμετοχή στα αποκτήματα του άλλου (συζύγου). Αναλογική εφαρμογή αυτής της ρύθμισης στη λεγόμενη ελεύθερη (εκτός γάμου) ένωση δύο ετερόφυλων προσώπων δεν είναι δυνατή, καθόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της αναλογίας. Ειδικότερα, κατά τη θέσπιση της κρίσιμης ρύθμισης, ο νομοθέτης, επιθυμώντας την υπαγωγή σε αυτή μόνο της έγγαμης σχέσης, απέφυγε ηθελημένως όμοια ή ανάλογη ρύθμιση και της ελεύθερης ένωσης, μολονότι τη γνώριζε ως υπάρχουσα de facto κατάσταση. Μεταξύ των δύο περιπτώσεων άλλωστε υπάρχουν ουσιώδεις διαφορές, ως προς τη σύσταση, τη λειτουργία, τη λύση, τα δικαιώματα, τις υποχρεώσεις, τις δεσμεύσεις κλπ και, ως εκ τούτου, η ελεύθερη ένωση, μη υπαγόμενη στο νομικό καθεστώς του γάμου, δεν επιφέρει τις έννομες συνέπειές του, ενόψει μάλιστα και του ότι οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι, αρνούμενοι να τελέσουν γάμο, δεν θέλησαν να υπαχθούν γενικώς στις διατάξεις που ρυθμίζουν τον γάμο. Είναι όμως δυνατή η ευθεία εφαρμογή των διατάξεων για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, αν σε συγκεκριμένη περίπτωση ελεύθερης συμβίωσης συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των. Ο νομοθέτης για πρώτη φορά ρύθμισε τα θέματα των περιουσιακών σχέσεων ατόμων συμβιούντων σε ελεύθερη (εκτός γάμου) σχέση με το άρθρο 6 του ν. 3719/2008, με τις προϋποθέσεις του άρθρου 2 αυτού. Οι διατάξεις του νόμου αυτού δεν έχουν αναδρομική ισχύ (άρθρο 29 αυτού), ώστε δεν τίθεται ζήτημα «επιγενόμενου κενού» αλλά για ηθελημένη κατάληψη αρρύθμιστων των προηγουμένων σχέσεων (βλ. ΑΠ 2/2022 ΤΝΠ Νόμος). Εξάλλου, ήδη, κατ’ άρθρο 6 ν. 4356/2015, «στην περίπτωση ελεύθερης συμβίωσης χωρίς σύμφωνο, η τύχη των περιουσιακών στοιχείων που έχουν αποκτηθεί μετά την έναρξη της συμβίωσης (αποκτήματα) κρίνεται κατά τις γενικές διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και σε εκκρεμείς δίκες»· η ρύθμιση αυτή καταλαμβάνει και συμβιώσεις, που υπήρξαν και διακόπηκαν πριν από την ισχύ του προαναφερόμενου νόμου, ανεξαρτήτως του εάν ασκήθηκε αγωγή ή όχι (βλ. ΤριμΕφΑθ 3489/2021 ΤΝΠ Νόμος). Περαιτέρω, κατ’ άρθρο 904 § 1 ΑΚ, «Όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια. Η υποχρέωση αυτή υπάρχει ιδίως σε περίπτωση παροχής αχρεώστητης ή για αιτία μη επακολουθήσασα ή λήξασα ή παράνομη ή ανήθικη». Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, ο πλουτισμός απαιτείται να επήλθε «χωρίς νόμιμη αιτία», δηλαδή να είναι αδικαιολόγητος. Κρίσιμο δηλαδή στοιχείο είναι η νόμιμη αιτία του πλουτισμού. Αιτία ειδικότερα είναι ο σκοπός τον οποίο επιδιώκει με την παροχή του ο δότης, η αποτυχία δε του σκοπού αυτού επιφέρει την έλλειψη της αιτίας. Το άρθρο 904 ΑΚ δεν λύνει από μόνο του το ζήτημα πότε υπάρχει ή δεν υπάρχει νόμιμη αιτία. Απόκειται στον εφαρμοστή του δικαίου να το καθορίσει, λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές διατάξεις του νόμου στις οποίες σιωπηρά παραπέμπει το άρθρο 904 ΑΚ, σε συνδυασμό με τον σκοπό του δικαίου του αδικαιολογήτου πλουτισμού. Περαιτέρω, είναι δεδομένο της κοινής πείρας ότι, στο πλαίσιο της ελεύθερης συμβίωσης προσώπων, οι συνήθεις παροχές του καθ' ημέραν κοινού βίου εκ μέρους του ενός προς τον άλλον γίνονται από ελευθεριότητα και χωρίς πρόθεση λήψης ανταλλάγματος και, συνεπώς, δεν γεννάται αξίωση προς απόδοση του πλουτισμού του λήπτη, διότι στην περίπτωση αυτή ο πλουτισμός αυτού και η μείωση ή η μη επαύξηση της περιουσίας του δόντος δεν είναι αδικαιολόγητη, δηλαδή χωρίς νόμιμη αιτία, αφού υπάρχει τότε η νόμιμη αιτία της χωρίς αντάλλαγμα παροχής, αντικείμενο της οποίας μπορεί να είναι και υπηρεσίες πάσης φύσεως. Δεν ισχύει όμως το ίδιο, και μάλιστα ως γενικός κανόνας, όταν πρόκειται για παροχές περιουσιακών στοιχείων μεγάλης αξίας, οι οποίες ευλόγως προϋποθέτουν και έχουν ως βάση και «θεμέλιο» τη συμβιωτική σχέση των ατόμων (χωρίς φυσικά να αποκλείεται η ελευθεριότητα και στις παροχές αυτές σε συγκεκριμένες περιπτώσεις). Ειδικότερα, κύριο χαρακτηριστικό της συμβίωσης είναι ότι αυτή λύεται ελευθέρως οποτεδήποτε από εκάτερο των προσώπων, ενώ ο γάμος λύεται είτε με το θάνατο ενός των συζύγων, είτε με την έκδοση αμετάκλητης περί διαζυγίου απόφασης. Στην περίπτωση, εξάλλου, που κατά τη διάρκεια της ελεύθερης συμβίωσης υπήρξε βελτίωση της περιουσίας (πλουτισμός) του ενός των προσώπων, που συζούν, από την περιουσία του ετέρου εξ αυτών, η οποία βελτίωση (πλουτισμός) έλαβε χώρα είτε με την προοπτική κάποιου μελλοντικού γάμου, είτε στο πλαίσιο της «κοινωνίας βίου», και στη συνέχεια η ελεύθερη συμβίωση λύθηκε, τότε εκλείπει η θεμελιώδης αιτία, χάριν της οποίας έγινε η περιουσιακή μετακίνηση και, συνεπώς, μπορεί να αναζητηθεί ο πλουτισμός κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις. Δηλαδή, εάν εξ αφορμής της εξώγαμης συμβίωσης δημιουργήθηκε σύνδεσμος εμπιστοσύνης με ειδικότερο περιεχόμενο την προσφορά υπηρεσιών ή παροχών από τον ένα σύντροφο στον άλλο και υπό την προϋπόθεση κάποιου όχι ορισμένου αλλά οριστού περιουσιακού ανταλλάγματος (πχ οικονομικής εξασφάλισης για το μέλλον) ή μελλοντικού γάμου, και στον παρασχόντα τις υπηρεσίες ή τις παροχές στον άλλο σύντροφο δημιουργήθηκε η πεποίθηση ότι παρέχει τις υπηρεσίες αυτές ή την παροχή για μελλοντική του εξασφάλιση (δηλαδή με την προσδοκία γάμου ή μελλοντικής εξασφάλισης), η αθέτηση και γενικώς η λήξη του συνδέσμου εμπιστοσύνης, ως νόμιμης αιτίας, στηρίζει την αξίωση αδικαιολογήτου πλουτισμού, η οποία γεννάται τη χρονική στιγμή της διάρρηξης του συνδέσμου εμπιστοσύνης, οπότε ο δότης δικαιούται να αναζητήσει όσα κατέβαλε στον σύντροφό του. Συγκεκριμένα, στην εξώγαμη συμβίωση, για να γίνει δεκτή η αξίωση του αδικαιολογήτου πλουτισμού πρέπει να αναφέρεται και να αποδεικνύεται όχι μόνον η ύπαρξη κοινωνίας βίου, αλλά και η ανταποδοτική βάση των εκατέρωθεν συμβολών, ότι δηλαδή εξ αφορμής αυτής δημιουργήθηκε σύνδεσμος εμπιστοσύνης με ειδικότερο περιεχόμενο την προσφορά υπηρεσιών ή παροχών από τον ενάγοντα σύντροφο στον άλλο και υπό την προϋπόθεση συγκεκριμένου περιουσιακού ανταλλάγματος ή μελλοντικού γάμου και ότι λόγω περατώσεως του συνδέσμου εμπιστοσύνης (λύσης της συμβίωσης είτε αυθαίρετα εκ μέρους του εναγόμενου, είτε λόγω θανάτου), γεννήθηκε η αξίωση του αδικαιολογήτου πλουτισμού, είτε για αιτία λήξασα (όταν ο σύνδεσμος εμπιστοσύνης είχε στηριχθεί στη μονιμότητά της), είτε για αιτία μη επακολουθήσασα (όταν οι παροχές δίνονταν με την πεποίθηση μελλοντικού οικονομικού ανταλλάγματος). Εάν η λύση της ελεύθερης συμβίωσης οφείλεται στο θάνατο του πλουτίσαντος προσώπου, η ως άνω αξίωση εκ μέρους του επιζώντος συντρόφου απευθύνεται πλέον κατά των κληρονόμων του άλλου για περιουσιακά στοιχεία που αποκτήθηκαν από την περιουσία του θανόντος, καθόσον τόσο η απαίτηση όσο και η υποχρέωση από αδικαιολόγητο πλουτισμό είναι κληρονομητές (κατ’ άρθρο 1710 § 1 ΑΚ, βλ. ΑΠ 2/2022
όπ, ΑΠ 1751/2014
ΤΝΠ Νόμος).
II. Με την ένδικη αγωγή, κατά τη δέουσα εκτίμηση, εκτίθενται τα ακόλουθα: Ότι η ενάγουσα και ο … … του …, αδελφός των εναγομένων, τελούσαν σε μόνιμη ελεύθερη ένωση από το 1991, και συζούσαν από το 1995, μέχρι τις 21.09.2014, ότε ο … … απεβίωσε. Ότι η κοινή τους κατοικία ήταν σε ακίνητο στα Μέγαρα Αττικής, κυριότητας του … …, ενώ είχαν και εξοχική κατοικία στον Πευκενέα Αττικής, κυριότητας του … …, οικοδομηθείσα από το 1997 και εντεύθεν, ήτοι κατά τη διάρκεια της ως άνω σχέσης. Ότι, εξ αφορμής της εξώγαμης συμβίωσης, δημιουργήθηκε μεταξύ τους σύνδεσμος εμπιστοσύνης, με περιεχόμενο την προσφορά χρηματικών παροχών από την ενάγουσα στον σύντροφό της, με την προϋπόθεση της ύπαρξης, της διατήρησης και της μονιμότητας της σχέσης τους, στο πλαίσιο της οποίας μάλιστα έγιναν πολλές προσπάθειες για απόκτηση τέκνου. Ότι, κατά την πορεία της σχέσης, η ενάγουσα, ως δημόσια υπάλληλος, είχε μεγαλύτερα εισοδήματα από τον … …, που ήταν οικοδόμος και -λόγω της οικονομικής κρίσης- δεν εσόδευε μεγάλα ποσά, βάσει δε αυτού, η συνεισφορά της ενάγουσας στον κοινό βίο της με τον … …, ήταν μεγαλύτερη, ενώ με τις δικές της οικονομικές δυνάμεις αποταμιεύθηκαν χρήματα, πληρώνονταν πάγια έξοδα, όπως λογαριασμοί κοινής ωφέλειας και τέλη κυκλοφορίας, διενεργήθηκαν εργασίες στα ως άνω ακίνητα και αγοράσθηκε εξοπλισμός για αυτά. Ότι, συνακολούθως, κατά τη διάρκεια της σχέσης της ενάγουσας με τον ... …, επαυξήθηκε η περιουσία αυτού, η δε επαύξηση αυτή συνίσταται, μη συνυπολογιζομένων των τραπεζικών καταθέσεων, α) στην αξία της εξοχικής οικίας στον Πευκενέα, εμβαδού 120 τετραγωνικών μέτρων, μη συνυπολογιζομένου του γεωτεμαχίου, ποσού [120 (αριθμός τετραγωνικών μέτρων) X 750,00 (αξία ανά τετραγωνικό μέτρο) =] 90.000,00 ευρώ, και β) στην αξία της οικοσυσκευής στο σπίτι στα Μέγαρα, αξίας 15.000,00 ευρώ. Ότι η συνεισφορά της ενάγουσας στην εν λόγω επαύξηση, δια καταβολής αντίστοιχων χρηματικών ποσών, ανέρχεται τουλάχιστον στο 1/3 αυτής, ήτοι α) σε ποσό [90.000,00 (αξία εξοχικής οικίας στον Πευκενέα) X 1/3 =] 30.000,00 ευρώ, και β) σε ποσό [15.000,00 (αξία οικοσυσκευής στα Μέγαρα) X 1/3 =] 5.000,00 ευρώ, συνολικώς δε, για τις προαναφερόμενες επαυξήσεις, στο ποσό των [α) 30.000,00 + β) 5.000,00 =] 35.000,00 ευρώ. Ότι η ενάγουσα συνεισέφερε, περαιτέρω, στη συντήρηση της οικίας στα Μέγαρα Αττικής, τουλάχιστον το ποσό των 3.000,00 ευρώ, ώστε, βάσει των ανωτέρω, να έχει συνεισφέρει το συνολικό ποσό των (35.000,00 + 3.000,00 =) 38.000,00 ευρώ, χωρίς να συνυπολογίζονται έτερα οικονομικά ποσά, που προσέφερε στον … …, μεταξύ των οποίων και μετρητά χρήματα, που εισήχθησαν σε τραπεζικούς λογαριασμούς του. Ότι ο … … απεβίωσε αδιάθετος, και η περιουσία του περιήλθε, εν τέλει, εξ ολοκλήρου, στις αδερφές του, ήτοι τις δύο εναγόμενες, στην περιουσία δε αυτήν περιλαμβανόταν και η επαύξησή της, ένεκα της συνεισφοράς της ενάγουσας, ποσού τουλάχιστον 140.000,00 ευρώ. Ότι, αρχικώς, οι εναγόμενες αποδέχθηκαν την ανωτέρω συνεισφορά της ενάγουσας στην επαύξηση της περιουσίας του αδερφού τους, υποσχόμενες σε αυτήν ότι θα μπορεί να χρησιμοποιεί τα ανωτέρω ακίνητα όπως επιθυμεί, και προσφέροντας σε αυτήν το 1/3 από το αντίτιμο της πώλησης του γεωργικού οχήματος του αδερφού τους. Ότι, ωστόσο, οι εναγόμενες μετέστρεψαν στάση, μη τηρώντας την ανωτέρω υπόσχεσή τους, και μην αποδίδοντας στην ενάγουσα την επαύξησή της στην περιουσία του θανόντος. Ότι, ειδικότερα, ενόσω η ενάγουσα απουσίαζε, άλλαξαν τις κλειδαριές στα ανωτέρω ακίνητα, αποβάλλοντάς την από αυτά· ότι, με την ενέργειά τους αυτή, οι εναγόμενες α) προσέβαλαν τη νομή της ενάγουσας στα ακίνητα, β) προσέβαλαν την προσωπικότητα της ενάγουσας, αφού αυτή δυσφημίσθηκε ενώπιον γειτόνων, γνωστών και φίλων, εκδιωχθείσα ως ξένη, γ) στέρησαν από την ενάγουσα τα προσωπικά της αντικείμενα και έγγραφα, μεταξύ των οποίων και το βιβλιάριο υγείας της, ενώ μάλιστα έπασχε από καρκίνο, για χρονικό διάστημα τεσσάρων εβδομάδων, και δ) παρανόμως επεξεργάσθηκαν προσωπικά δεδομένα της ενάγουσας, αφού κατείχαν προσωπικά της έγγραφα, συμπεριλαμβανομένου του βιβλιαρίου υγείας της, για χρονικό διάστημα τεσσάρων εβδομάδων, χωρίς τη συγκατάθεση της ενάγουσας. Ότι η ενάγουσα επεχείρησε συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς, ζητώντας από τις εναγόμενες να της μεταβιβασθεί το σπίτι στα Μέγαρα, παραχωρώντας τους το σπίτι στον Πευκενέα, και ζητώντας αναλυτική κατάσταση των τραπεζικών λογαριασμών, πλην όμως οι εναγόμενες αρνήθηκαν, ενώ, στα τέλη Δεκεμβρίου 2016, απηύθυναν δε σε αυτήν εξώδικη δήλωση, στην οποία εξέθεταν, εν γνώσει τους ψευδώς και προσβλητικώς, ότι η ενάγουσα ουδέν δικαίωμα έχει στο σπίτι στα Μέγαρα, δεν κατοικούσε εκεί αλλά για κάποια χρονικά διαστήματα ήταν φιλοξενούμενη. Ότι, βάσει των ανωτέρω, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1400 ΑΚ, άλλως κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, οι εναγόμενες οφείλουν το ανωτέρω ποσό των 38.000,00 ευρώ στην ενάγουσα, που επιφυλάσσεται προς άσκηση έτερων αξιώσεών της, από περαιτέρω αύξηση της περιουσίας του θανόντος με τη συμβολή της. Ότι, ακόμα, οι εναγόμενες έχουν αδικοπραγήσει σε βάρος της ενάγουσας Α) με την αλλαγή των κλειδαριών στα ως άνω ακίνητα, αφού έτσι Αα. προσέβαλαν τη νομή της στα ακίνητα, Αβ. απέβαλαν αυτή από τα ακίνητα με τρόπο τέτοιο, ώστε να επέλθει τρώση στην τιμή και στην υπόληψή της, καθώς ενώπιον των γειτόνων αποβλήθηκε ως «ξένη», Αγ. στέρησαν από αυτήν τα προσωπικά της έγγραφα, μεταξύ των οποίων και το βιβλιάριο υγείας της, ενώ μάλιστα η ενάγουσα αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα υγείας, και δη καρκίνο, Αδ. επεξεργάσθηκαν προσωπικά της δεδομένα παρανόμως, αφού για τέσσερις εβδομάδες κατείχαν έγγραφά της με ευαίσθητα προσωπικά της δεδομένα (συμπεριλαμβανομένου του βιβλιαρίου υγείας της), χωρίς τη συναίνεσή της, και Β) με την αποστολή του ως άνω εξωδίκου, αφού σε αυτό ψευδώς και προσβλητικώς της αναφέρουν ότι δεν έχει κανένα δικαίωμα στο σπίτι στα Μέγαρα, και δεν κατοίκησε ποτέ εκεί, παρά ενίοτε ήταν φιλοξενούμενη. Ότι, εκ της αδικοπραξίας αυτής, η ενάγουσα έχει υποστεί ηθική βλάβη, δικαιούμενη, για τον λόγο αυτό, χρηματικής ικανοποίησης, ποσού 30.000,00 ευρώ. Με βάση αυτό το ιστορικό, όπως αναπτύσσεται περαιτέρω στην αγωγή, η ενάγουσα ζητεί, με απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες, να της καταβάλουν, εις ολόκληρον εκάστη, Α) το ποσό των 38.000,00 ευρώ, Αα. προεχόντως ως συμβολή της στην ως άνω επαύξηση της περιουσίας του … …, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1400 ΑΚ, Αβ. άλλως ως ωφέλεια από τις ως άνω οικονομικές της παροχές προς τον … …, κατά τις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού διατάξεις, για αιτία λήξασα, νομιμοτόκως από την επομένη του θανάτου του … … (21.09.2014), άλλως από την επίδοση της αγωγής, και Β) το ποσό των 30.000,00 ευρώ, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, νομιμοτόκως από τον χρόνο τέλεσης της τελευταίας εκ των προαναφερόμενων αδικοπραξιών, ήτοι από το τέλος Δεκεμβρίου 2016, άλλως από την επομένη από την επίδοση της αγωγής, και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Ζητεί, τέλος, να καταδικασθούν οι εναγόμενες στα δικαστικά της έξοδα. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η αγωγή, που έχει επιδοθεί στις εναγόμενες νομίμως [κατ’ άρθρο 215 § 2 ΚΠολΔ, ημερομηνία κατάθεσης: 02.07.2019, ημερομηνία επίδοσης: 04.07.2019 (βλ. -αντιστοίχως- τις με αριθμούς …/04.07.2019 και …/04.07.2019 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών … …)], παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, που είναι αρμόδιο καθ’ ύλην και κατά τόπον (κατ’ άρθρα 14 § 2 και 22 ΚΠολΔ), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία, αφού η ένδικη αγωγή δεν αφορά σε περιουσιακές σχέσεις μεταξύ συζύγων ούτε συμβιούντων βάσει συμφώνου, αλλά εδράζεται επί διαφοράς, στο πλαίσιο ελεύθερης συμβίωσης άνευ συμφώνου. Ως προς το (με στοιχείο Α) αίτημα καταβολής ποσού 38.000,00 ευρώ, κατά τη (με στοιχείο Αα) θεμελίωσή του στην ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1400 ΑΚ, η αγωγή είναι απορριπτέα, ως μη νόμιμη, διότι, κατά τα αναλυτικώς εκτιθέμενα στην προηγηθείσα νομική σχέση, στην ελεύθερη συμβίωση προσώπων άνευ συμφώνου, δεν εφαρμόζεται αναλόγως η διάταξη του άρθρου 1400 ΑΚ. Ως προς το (με στοιχείο Α) αίτημα καταβολής ποσού 38.000,00 ευρώ, κατά τη (με στοιχείο Αβ) θεμελίωσή του στις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού διατάξεις, η αγωγή είναι εν μέρει απορριπτέα, ως μη νόμιμη, και δη i. καθ’ ο μέρος ζητείται να καταδικασθούν οι εναγόμενες εις ολόκληρον, διότι οι εναγόμενες ενάγονται ως κληρονόμοι του … …, ώστε, για χρέη της κληρονομίας, όπως το ένδικο, να ευθύνονται όχι εις ολόκληρον, αλλά διαιρετώς, και δη κατά τον λόγο της κληρονομικής μερίδας μίας εκάστης αυτών (κατ’ άρθρο 1885 ΑΚ), πλην όμως η αγωγή είναι νόμιμη για το εμπεριεχόμενο αίτημα καταδίκης των εναγομένων στο ως άνω ποσό, για την ως άνω αιτία, διαιρετώς και κατ’ ίσα μέρη (για το ότι στο αγωγικό αίτημα για καταδίκη σε χρηματική παροχή πλειόνων εναγομένων εις ολόκληρον, εμπεριέχεται αίτημα καταδίκης στη χρηματική παροχή των εναγομένων διαιρετώς και κατ’ ίσα μέρη, βλ. ΕφΑθ 1847/2010 ΕπισκΕΔ 2011.187), και ii. καθ’ ο μέρος διώκεται η επιδίκαση τόκων από τον θάνατο του … …, διότι η ενάγουσα δεν επικαλείται ότι οι εναγόμενες όφειλαν να προβλέψουν την αναζήτηση των άνευ αιτίας καταβληθέντων ποσών (βλ. ΑΠ 286/2005
ΕλλΔνη 2006.1436
), αλλά, αντιθέτως, εκθέτει ότι έγινε προσπάθεια συμβιβαστικής επίλυσης της διαφοράς. Σχετικώς με το (με στοιχείο Β) αίτημα καταβολής χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, ως προς την προβολή αδικοπραξίας εκ μέρους των εναγομένων, i. καθ’ ο μέρος προβάλλεται προσβολή της νομής της ενάγουσας στα ακίνητα, η αγωγή είναι απορριπτέα, ως μη νόμιμη, διότι, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, κύριος και νομέας των ακινήτων ήταν ο … …, με αποτέλεσμα, μετά τον θάνατό του, η νομή των ακινήτων να περιέλθει, ως στοιχείο της κληρονομιαίας περιουσίας, στις εναγόμενες, ως κληρονόμους του (κατ’ άρθρο 983 ΑΚ), και με περαιτέρω επακόλουθο, αληθών υποτιθέμενων των αγωγικών ισχυρισμών, να μη θεμελιώνεται νομή της ενάγουσας επί των ακινήτων, ώστε, βάσει αυτού, να μην μπορεί να στοιχειοθετηθεί προσβολή τέτοιας νομής, ii. καθ’ ο μέρος προβάλλεται προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας, ένεκα της αποβολής της από τα ακίνητα και δυσφήμησής της ενώπιον των γειτόνων, γνωστών και φίλων, η αγωγή είναι απορριπτέα, ως μη νόμιμη, διότι, κατά τα ανωτέρω εκτιθέμενα, αληθών υποτιθέμενων των αγωγικών ισχυρισμών, δεν στοιχειοθετούνται εμπράγματα δικαιώματα ούτε νομή της ενάγουσας στα ακίνητα, με αποτέλεσμα η αποβολή της από αυτά να μην μπορεί να θεμελιώσει αδικοπραξία, ούτε προσβολή της προσωπικότητάς της, iii. καθ’ ο μέρος προβάλλεται παράνομη επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων της ενάγουσας, ένεκα κατοχής προσωπικών της εγγράφων από τις εναγόμενες, η αγωγή είναι απορριπτέα, ως μη νόμιμη, διότι, κατά τα αγωγικώς εκτιθέμενα, οι εναγόμενες απέβαλαν την ενάγουσα από τα ακίνητα, πλην όμως δεν προέβησαν σε εν όλω ή εν μέρει αυτοματοποιημένη επεξεργασία, ούτε σε μη αυτοματοποιημένη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, που περιλαμβάνονται ή πρόκειται να περιληφθούν σε αρχείο, σε σχέση με τα προσωπικά έγγραφα, ώστε, βάσει αυτού, να μην στοιχειοθετείται προσβολή προσωπικών δεδομένων της ενάγουσας, και iv. καθ’ ο μέρος προβάλλεται η αποστολή εξωδίκου περί τα τέλη Δεκεμβρίου 2016, και η -μέσω αυτού- προσβολή της ενάγουσας, η αγωγή είναι απορριπτέα, ως μη νόμιμη, διότι, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, στο εν λόγω εξώδικο οι εναγόμενες αμφισβητούν δικαίωμα της ενάγουσας επί των στοιχείων της κληρονομιαίας περιουσίας του … …, πλην όμως αυτό, από μόνο του, έστω και αν γίνεται με έντονο ύφος, δεν συνιστά δυσφήμηση, ούτε έτερη προσβολή προσωπικότητας. Ακόμα, κατά το (με στοιχείο Β) αίτημα επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, ένεκα του ότι οι εναγόμενες υπαιτίως αποστέρησαν την ενάγουσα από τη χρήση προσωπικών της εγγράφων, η αγωγή είναι εν μέρει απορριπτέα, ως μη νόμιμη, και δη καθ’ ο μέρος διώκεται η επιδίκαση τόκων από τον Δεκέμβριο του 2016, διότι, κατά τα εκτιθέμενα στην αγωγή, οι εναγόμενες δεν οχλήθηκαν σε χρονικό σημείο προγενέστερο της άσκησης της αγωγής, ώστε να οφείλουν έκτοτε τόκους (βλ. ΑΠ 47/2006
ΤΝΠ Νόμος). Κατά τα λοιπά [ήτοι καθ’ ο μέρος διώκεται, με απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, να υποχρεωθούν οι εναγόμενες να καταβάλουν στην ενάγουσα Α) το ποσό των 38.000,00 ευρώ, διαιρετώς και κατ’ ίσα μέρη, ως ωφέλεια από τις οικονομικές παροχές της ενάγουσας προς τον … …, νομιμοτόκως από την επομένη από την επίδοση της αγωγής, και Β) το ποσό των 30.000,00 ευρώ, εις ολόκληρον, ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, ένεκα αδικοπραξίας, συνιστάμενης στην υπαίτια αποστέρηση των προσωπικών της εγγράφων, νομιμοτόκως από την επομένη από την επίδοση της αγωγής], η αγωγή είναι ορισμένη, απορριπτομένων των περί του αντιθέτου ισχυρισμών των εναγομένων, και νόμιμη, κατ’ άρθρα 904, 1710, 1814, 1885, 480, 1099, 57, 59, 914, 926, 481, 299, 932 και 346 ΑΚ, καθώς και 176, 907 και 908 ΑΚ, καταβληθέντος δε του προσήκοντος τέλους δικαστικού ενσήμου, με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το με αριθμό … ηλεκτρονικό παράβολο), πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν. Η ενάγουσα, ιδίως με τις προτάσεις της, επικαλούμενη ότι οι εναγόμενες, όταν άλλαξαν τις κλειδαριές στα ως άνω ακίνητα, έλαβαν έγγραφα αυτής και του … …, πρόσφορα προς απόδειξη της συμβολής της στην επαύξηση της περιουσίας του … …, ζητεί οι εναγόμενες να προσκομίσουν τα εν λόγω έγγραφα· το εν λόγω αίτημα επίδειξης εγγράφων, υποβαλλόμενο κατ’ άρθρα 450- 452 ΚΠολΔ, είναι απορριπτέο, ως απαράδεκτο, λόγω αοριστίας, ελλείψει εξειδίκευσης των προς επίδειξη εγγράφων.
III. Από τις ένορκες βεβαιώσεις, και δη Α) τις με αριθμούς …/18.07.2019 και …/18.07.2019 ένορκες βεβαιώσεις-αντιστοίχως- των … … του … και … … του …, αμφότερες ληφθείσες ενώπιον της Ειρηνοδίκη Αθηνών, επιμελεία της ενάγουσας και κατόπιν νόμιμης κλήσης των εναγομένων (βλ. -αντιστοίχως- τις με αριθμούς …/04.07.2019 και …/04.07.2019 εκθέσεις επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών … …), και Β) τις με αριθμούς …/01.11.2019, …/01.11.2019, …/01.11.2019, και …/01.11.2019 ένορκες βεβαιώσεις αντιστοίχως των … … του …, …, συζύγου … …, το γένος … και … …, … … του …, και .. … του …, άπασες ληφθείσες επιμελεία των εναγομένων και κατόπιν νόμιμης κλήσης της ενάγουσας (βλ. την από 29.10.2019 εξώδικη δήλωση- κλήση των εναγομένων προς την ενάγουσα, καθώς και τη με αριθμό …/29.10.2019 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών … …), καθώς και από τα μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενα έγγραφα, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Ο … … είχε εμπράγματα δικαιώματα επί ακινήτων, και δη, μεταξύ άλλων, α) ψιλή κυριότητα επί κάθετης ιδιοκτησίας στα Μέγαρα Αττικής, επί της οποίας την επικαρπία είχε η μητέρα του, … …, και η οποία είχε οικοδομηθεί δυνάμει της με αριθμό .../1973 οικοδομικής άδειας της Νομαρχίας Δυτικής Αττικής (εφεξής: ακίνητο στα Μέγαρα), και β) πλήρη κυριότητα επί αγρού στη θέση Πευκενέα Αττικής, επί του οποίου έχει οικοδομηθεί οικία, εμβαδού 38 τετραγωνικών μέτρων, δυνάμει της με αριθμό …/1996 οικοδομικής άδειας του πολεοδομικού γραφείου Μεγάρων (εφεξής: ακίνητο στον Πευκενέα)· χρησιμοποιούσε, ως κατοικία του, το ακίνητο στα Μέγαρα, ανεξαρτήτως του ότι την επικαρπία αυτού είχε η μητέρα του. Η ενάγουσα και ο … … τελούσαν σε ελεύθερη, εκτός συμφώνου συμβίωση, από τα μέσα της δεκαετίας 1990- 2000, μέχρι τον θάνατο του … … στις 21.09.2014. Στο πλαίσιο της πολυετούς συμβίωσής τους, δεν συνήψαν γάμο, πλην όμως συζούσαν, ενώ είχαν κάνει προσπάθειες προς απόκτηση τέκνου. Το Δικαστήριο πείθεται ως προς αυτά ιδίως από τις ως άνω ένορκες βεβαιώσεις των … … και … …, που είναι συγγενείς της ενάγουσας, και καταθέτουν εξ ιδίας γνώσης, υπό την έννοια ότι επισκέπτονταν την ενάγουσα, που συμβίωνε με τον … ... Η κρίση του Δικαστηρίου περί συμβίωσης του … … με την ενάγουσα δεν αναιρείται ως από τις ως άνω ένορκες βεβαιώσεις των … …, … …, … … και … …, διότι οι εν λόγω ενόρκως βεβαιούντες καταθέτουν περί προβλημάτων στη σχέση τους, περί προστριβών και εντάσεων, πλην όμως αυτά δεν αναιρούν την ύπαρξη σχέσης/ συμβίωσης, αλλά, αντιθέτως, την υποστηρίζουν. Στο ακίνητο στα Μέγαρα, όπου κατοικούσε ο … …, διέμενε και η σύντροφός του, ενάγουσα, ενώ αυτοί, στο πλαίσιο της σχέσης τους, χρησιμοποιούσαν και το ακίνητο στον Πευκενέα Αττικής, βάσει δε αυτού, η ενάγουσα είχε προσωπικά της πράγματα σε αμφότερα τα ακίνητα. Η κρίση αυτή του Δικαστηρίου δεν αναιρείται εκ του ότι, κατά τους ισχυρισμούς των εναγομένων, και κατά τα κατατιθέμενα από τον … …, η ενάγουσα είχε μεταφέρει έπιπλά της στο ακίνητο στα Μέγαρα, χωρίς τη συναίνεση του … …, διότι α) η ενάγουσα είχε και έτερα αντικείμενα στα ακίνητα, όπως εμμέσως συνομολογείται, και β) ανεξαρτήτως του εάν ο … ... δεν επιθυμούσε τη μεταφορά των επίπλων, εν τέλει αυτά μεταφέρθηκαν στο ακίνητο στα Μέγαρα, με την ανοχή του … ... Στο πλαίσιο της συμβίωσής τους, οι ενάγουσα και … … δεν είχαν δημιουργήσει κοινή περιουσία, με την έννοια της κτήσης περιουσιακών στοιχείων στο όνομα αμφοτέρων, με την εξαίρεση ενός αυτοκινήτου, που ήταν στο όνομα και των δύο, και το οποίο, μετά τον θάνατο του … …, πωλήθηκε, με διαμοιρασμό του τιμήματος μεταξύ των κληρονόμων του και της ενάγουσας, όπως συνομολογείται. Η ενάγουσα εργαζόταν ως δημόσια υπάλληλος, εσοδεύοντας εκ της εργασίας της σταθερά ποσά, ενώ, στο πλαίσιο της συμβίωσης, κάλυπτε δαπάνες, όπως τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων και φορολογικές οφειλές προς το δημόσιο. Ο … … εργαζόταν ως τεχνίτης, εσοδεύοντας ποσά ήσσονα σε σχέση με την ενάγουσα, στο πλαίσιο δε της δραστηριοποίησής του αυτής, είχε συμμετάσχει στην ανοικοδόμηση της κατοικίας στο γεωτεμάχιο στον Πευκενέα, παρέχοντας την προσωπική του εργασία. Δεν αποδεικνύεται ο ακριβής συσχετισμός των οικονομικών δυνάμεων του ... … και της ενάγουσας, ούτε η ακριβής ρύθμιση των μεταξύ τους οικονομικών σχέσεων, ούτε η εκταμίευση συγκεκριμένων ποσών από την ενάγουσα προς τον … …, προς συντήρηση και εξοπλισμό του ακινήτου στα Μέγαρα, και προς κατασκευή του ακινήτου στον Πευκενέα. Αυτό δεν αναιρείται από τις ένορκες βεβαιώσεις των … … και … …, οι οποίοι καταθέτουν γενικώς περί ανώτερων οικονομικών δυνάμεων της ενάγουσας, σε σχέση με τον … …, και περί συμβολής της στα κοινά τους έξοδα, στη συντήρηση και τον εξοπλισμό των ως άνω ακινήτων, καθώς δεν προκύπτουν συγκεκριμένες χρηματικές καταβολές, όπως απαιτείται στο πλαίσιο της ένδικης αγωγής, η οποία, σε σχέση με την αξίωση καταβολής της συνεισφοράς της ενάγουσας στην επαύξηση της περιουσίας του … …, κρίθηκε νόμιμη μόνον κατά τη θεμελίωσή της στις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού διατάξεις. Ο … … απεβίωσε στις 21.09.2014 αδιάθετος, καταλείποντας, ως μοναδικούς εξ αδιαθέτου κληρονόμους του, αφενός τη μητέρα του, …, χήρα … …, αφετέρου τις δύο αδερφές του, ήτοι της εναγόμενες, οι οποίες κληρονόμησαν κατ’ ίσα μέρη, ήτοι κατά 1/3 έκαστη (κατ’ άρθρα 1710 και 1814 ΑΚ), δεν αποποιήθηκαν δε την επαχθείσα σε αυτές κληρονομία, τοιουτοτρόπως αποδεχόμενες αυτήν πλασματικώς (κατ’ άρθρο 1847 ΑΚ). Η μητέρα του … … απεβίωσε στις 16.12.2014 αδιάθετη, καταλείποντας, ως μοναδικές εξ αδιαθέτου κληρονόμους της, τις δύο θυγατέρες της, ήτοι τις εναγόμενες, οι οποίες κληρονόμησαν κατ’ ίσα μέρη, ήτοι κατά ½ εκάστη (κατ’ άρθρα 1710 και 1813 ΑΚ), δεν αποποιήθηκαν δε την επαχθείσα σε αυτές κληρονομία, τοιουτοτρόπως αποδεχόμενες αυτήν πλασματικώς (κατ’ άρθρο 1847 ΑΚ). Βάσει των ανωτέρω, η περιουσία του … … περιήλθε εξ ολοκλήρου, κατ’ ίσα μέρη, στις δύο εναγόμενες (είτε αμέσως από τον … …, είτε εμμέσως, με την παρεμβολή της μητέρας τους), ενώ με τη με αριθμό ../01.12.2017 πράξη αποδοχής κληρονομίας της συμβολαιογράφου Μεγάρων … …, αποδέχθηκαν και ρητώς α) ατομικώς, την επαχθείσα σε αυτές κληρονομία του θανόντος αδερφού τους, β) ατομικώς, την επαχθείσα σε αυτές κληρονομία της θανούσας μητρός τους, και γ) για λογαριασμό της θανούσας μητρός τους, την επαχθείσα σε αυτήν κληρονομία του θανόντος αδερφού τους και υιού της. Συνακολούθως, οι εναγόμενες έχουν καταστεί αποκλειστικές και κατ’ ίσα μέρη συννομείς των ακινήτων στα Μέγαρα και στον Πευκενέα. Στις 04.08.2016, η ενάγουσα απηύθυνε προς τις εναγόμενες την από 01.08.2016 εξώδικη δήλωση, με την οποία, επικαλούμενη την ως άνω σχέση της με τον … ..., και τη συνεισφορά της στην οικονομική πορεία του τελευταίου, καλούσε αυτές όπως συμπράξουν, προκειμένου να «κατοχυρωθεί η ιδιοκτησία της» στο σπίτι στα Μέγαρα Αττικής, και όπως της γνωστοποιήσουν αναλυτικό λογαριασμό με τις καταθέσεις και τις επενδύσεις του … …, ώστε, εξ αυτού, να προσδιορισθεί το ποσό που δικαιούται, δηλώνοντας, παραλλήλως, ότι τους παραχωρεί την εξοχική οικία στον Πευκενέα Αττικής. Σε απάντηση στην προεκτιθέμενη εξώδικη δήλωση, στις 14.09.2016, οι εναγόμενες απηύθυναν προς την ενάγουσα την από 05.09.2016 εξώδικη δήλωσή τους, στην οποία Α. εξέθεταν ότι Αα. η ενάγουσα, από τον θάνατο του … …, κατοικεί στο Άργος, και όχι στα Μέγαρα, ώστε να μην έχει κάποια σχέση με το αντίστοιχο ακίνητο, Αβ. το ακίνητο στα Μέγαρα είναι το πατρικό τους σπίτι, επί του οποίου η ενάγουσα ουδέν δικαίωμα έχει, Αγ. το ακίνητο στον Πευκενέα ανήκε αποκλειστικώς στον … …, που οικοδόμησε αυτό αποκλειστικά με δικές του δαπάνες, χωρίς οιαδήποτε συμμετοχή της ενάγουσας, που αντιστοίχως ουδενός δικαιώματος κέκτηται, και Αδ. οι καταθέσεις και οι επενδύσεις του … ... διαμορφώθηκαν με δικά του αποκλειστικώς χρήματα, χωρίς ουδεμία συμμετοχή της ενάγουσας, που ουδενός δικαιώματος κέκτηται, Β. δήλωσαν στην ενάγουσα ότι δεν είναι διατεθειμένες να προβούν σε κάποια ενέργεια προς «κατανομή» της κληρονομιαίας περιουσίας του θανόντος αδερφού της, και Γ. καλούσαν την ενάγουσα όπως απέχει από τη χρήση των κληρονομιαίων ακινήτων, και όπως απομακρύνει από αυτά προσωπικά της αντικείμενα το συντομότερο δυνατό, και πάντως εντός μηνός από τη λήψη της δήλωσης, καθότι μετά θα προβούν σε αλλαγή των κλειδαριών. Εν τέλει, όπως εμμέσως συνομολογείται, οι εναγόμενες άλλαξαν τις κλειδαριές στα ακίνητα στα Μέγαρα και στον Πευκενέα, αποκλειομένης έτσι της πρόσβασης σε αυτά της ενάγουσας, που είχε κλειδιά για τις προηγούμενες κλειδαριές. Βάσει των ανωτέρω, συνάγονται τα ακόλουθα: Στο πλαίσιο της συμβίωσης του … ... με την ενάγουσα, υπήρχαν εκατέρωθεν οικονομικές παροχές, όπως είναι αναμενόμενο κατά την κοινή πείρα στο πλαίσιο σχέσης μεταξύ δύο ανθρώπων. Ωστόσο, στο πλαίσιο της παρούσας δίκης, δεν αποδεικνύεται η ακριβής έκταση των περιουσιακών παροχών της ενάγουσας προς τον … ..., ούτε η εκταμίευση συγκεκριμένων ποσών (σε συγκεκριμένες ημερομηνίες), προς ανοικοδόμηση και εξοπλισμό της οικίας στον Πευκενέα, καθώς και προς εξοπλισμό και συντήρηση της οικίας στα Μέγαρα, ούτε ο ακριβής εξοπλισμός των δύο ακινήτων (με προσδιορισμό συγκεκριμένων αντικειμένων και αξίας αυτών), απορριπτομένης, για τον λόγο αυτόν, της αγωγής, κατά το (με στοιχείο Α) αίτημα να καταδικασθούν οι εναγόμενες να καταβάλουν διαιρετώς και κατ’ ίσα μέρη στην ενάγουσα, το ποσό των 38.000,00 ευρώ, κατά τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού (ως άνω, με στοιχείο Αβ θεμελίωση). Περαιτέρω, ναι μεν αποδεικνύεται ότι η ενάγουσα είχε προσωπικά τις αντικείμενα στα ως άνω ακίνητα, αλλά δεν αποδεικνύεται ποια συγκεκριμένα προσωπικά της αντικείμενα είχε, ούτε αν μεταξύ αυτών ήταν προσωπικά έγγραφα, συμπεριλαμβανομένου του βιβλιαρίου υγείας της, ειδικώς λαμβανομένου υπόψη ότι η ενάγουσα διέθετε και έτερα ακίνητα προς κατοικία της στην Αθήνα και στο Άργος· εξάλλου, οι εναγόμενες, πριν αλλάξουν τις κλειδαριές στα ως άνω ακίνητα, κάλεσαν την ενάγουσα όπως παραλάβει τα προσωπικά της αντικείμενα από εκεί, σχετικώς παρέχοντας την εύλογη προθεσμία του ενός μήνα. Συνακολούθως, δεν αποδεικνύεται ότι η ενάγουσα αποστερήθηκε τη χρήση προσωπικών της εγγράφων, συμπεριλαμβανομένου του βιβλιαρίου υγείας της, ενώ, σε κάθε περίπτωση, η όποια αποστέρηση έγινε, δεν οφείλεται σε υπαιτιότητα των εναγομένων, που παρέσχον επαρκή χρόνο προς παραλαβή των προσωπικών αντικειμένων της ενάγουσας, ενώ δεν αποδεικνύεται ότι, και μετά την αλλαγή κλειδαριών, αρνήθηκαν την απόδοση των όποιων αντικειμένων, με αποτέλεσμα η αγωγή, κατά το (με στοιχείο Β) αίτημα επιδίκασης χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης (καθ’ ο μέρος κρίθηκε νόμιμη), να αποβαίνει απορριπτέα ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη.
IV. Κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, η ένδικη αγωγή πρέπει να απορριφθεί καθ’ ολοκληρίαν. Τέλος, λόγω της ήττας της, η ενάγουσα πρέπει να καταδικασθεί στα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, λόγω της νίκης των τελευταίων και κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος εκ μέρους τους (κατ’ άρθρα 176 και 191 § 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΟΝΤΑΣ αντιμωλία των διαδίκων.
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την αγωγή.
ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την ενάγουσα στα δικαστικά έξοδα των εναγομένων, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων τετρακοσίων (1.400,00) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, ΑΠΟΦΑΣΙΣΘΗΚΕ και ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του στην Αθήνα, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, στις 23 Ιανουάριου 2023.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
Η Sakkoulas-Online.gr χρησιμοποιεί cookies για την παροχή των υπηρεσιών της, την ανάλυση της επισκεψιμότητας και τη βελτιστοποίηση της εμπειρίας του χρήστη. Με τη χρήση της Sakkoulas-Online.gr αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Περισσότερα