ΣτΕ 772/2022 Τμ.Β - Πλήρες κείμενο
Πρόεδρος: Σπ. Μαρκάτης, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων
Εισηγήτρια: Β. Μόσχου, Πάρεδρος
Δικηγόροι: Ευαγγελία Μάντζου, Ευστάθιος Μπακάλης, Αναστασία Βασιλείου (Πάρεδρος ΝΣΚ)
Με την υπό κρίση αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 212/2020 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Τριπόλεως, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή του αναρεσείοντος κατά της .../19.5.2014 αποφάσεως του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών. Με την απόφαση αυτή είχε απορριφθεί ενδικοφανής προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά: 1) του .../23.1.2014 οριστικού φύλλου ελέγχου προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου, με την οποία είχε καταλογιστεί σε βάρος του κύριος φόρος, ύψους 641.521,18 ευρώ και πρόσθετος φόρος, ύψους 551.708,21 ευρώ, για τη διαχειριστική περίοδο 1.1. έως 31.12.2009 και 2) της .../23.1.2014 πράξεως προσδιορισμού έκτακτης εισφοράς φυσικών προσώπων (άρθρο 5 του ν. 3833/2010 Α΄40) του ίδιου ως άνω Προϊσταμένου, με την οποία είχε καταλογιστεί σε βάρος του έκτακτη εισφορά, ύψους 17.037,22 ευρώ και προσαύξηση, λόγω ανακρίβειας, ύψους 13.970,52 ευρώ (ποσοστό 82% επί της κύριας εισφοράς). Με την 172/2018 απόφαση της επταμελούς συνθέσεως του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας το Δικαστήριο εξετάζοντας τη νομιμότητα συμπληρωματικής πράξεως φορολογίας εισοδήματος, η οποία είχε μεν εκδοθεί εντός της κατ’ άρθρο 84 παρ. 1 του ν. 2238/1994 προθεσμίας πενταετούς παραγραφής, πλην, όμως, αφορούσε χρήση, της οποίας οι υποθέσεις είχαν υπαχθεί σε περαίωση, αντιμετώπισε το ενώπιον του τεθέν νομικό ζήτημα εάν “το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών συνιστά συμπληρωματικό στοιχείο κατ' άρθρο 68 παρ. 2 του Κ.Φ.Ε., το οποίο νομιμοποιεί τον επανέλεγχο περαιωθείσας χρήσεως, ή αποτελεί ελεγκτική ενέργεια, που προϋποθέτει την ύπαρξη συμπληρωματικού στοιχείου”. Επί του ζητήματος αυτού κρίθηκε με την ως άνω απόφαση ότι δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία ούτε το σύνολο των πρωτογενών καταθέσεων του φορολογουμένου, οι οποίες εμφανίζονταν σε πληροφοριακή έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Σ.Δ.Ο.Ε. και στους οικείους πίνακες, ούτε η σχετική πληροφοριακή έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Σ.Δ.Ο.Ε., με την οποία γίνεται η επεξεργασία των στοιχείων που προκύπτουν από τις τραπεζικές καταθέσεις με αντιπαραβολικό έλεγχο με τα βιβλία και στοιχεία, καθώς και με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος (σκέψη 21), με την αιτιολογία ότι η έρευνα των πρωτογενών καταθέσεων αποτελούσε βασικό και τακτικό μέσο του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, το οποίο είχε στη διάθεσή του ο έλεγχος κατά τον κρίσιμο χρόνο της περαιώσεως και όφειλε να είχε εφαρμόσει ορθολογικά και επίκαιρα (σκέψη 18). Ενόψει των ανωτέρω, η κρίση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως έρχεται σε αντίθεση με την 172/2018 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με συνέπεια, ο προς θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου αναιρέσεως, ενόψει της διατάξεως του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989, διατυπωθείς ισχυρισμός είναι βάσιμος. Περαιτέρω, και ο λόγος αναιρέσεως προβάλλεται βασίμως, δοθέντος ότι, κατά τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογουμένου δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία επί τη βάσει των οποίων είναι επιτρεπτός ο επανέλεγχος εκ μέρους της φορολογικής αρχής και η έκδοση καταλογιστικής πράξεως (φόρου εισοδήματος, έκτακτης εισφοράς κλπ), εντός της κατ’ άρθρο 84 παρ. 1 του ν. 2238/1994 πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, επί υποθέσεων χρήσεως που έχουν υπαχθεί σε περαίωση.
Νομικές διατάξεις: Άρθρα 53 §§ 3, 4 Π.Δ. 18/1989, 9 § 4 Ν. 3888/2010, 68 § 2, 84 § 1 Ν. 2238/1994
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 9 Μαρτίου 2022, με την εξής σύνθεση: Σπ. Μαρκάτης, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Αγ. Σδράκα, Φρ. Γιαννακού, Σύμβουλοι, Μ. Σταματοπούλου, Β. Μόσχου, Πάρεδροι. Γραμματέας η Κ. Ανδρέου.
Για να δικάσει την από 20 Οκτωβρίου 2020 αίτηση:
του ... ... του ..., κατοίκου Πορτο – Χελίου Αργολίδος, ο οποίος παρέστη με τους δικηγόρους: 1. Ευαγγελία Μάντζου (Α.Μ. ...) και 2. Ευστάθιο Μπακάλη (Α.Μ. ...), που τους διόρισε στο ακροατήριο,
κατά της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε), η οποία παρέστη με την Αναστασία Βασιλείου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθμ. 212/2020 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Τριπόλεως.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Β. Μόσχου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τους πληρεξούσιους του αναιρεσείοντος, οι οποίοι ανέπτυξαν και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησαν να γίνει δεκτή η αίτηση και την εκπρόσωπο της αναιρεσίβλητης Αρχής, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (.../2020 έντυπο ηλεκτρονικού παραβόλου) ζητείται η αναίρεση της 212/2020 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Τριπόλεως, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή του αναρεσείοντος κατά της .../19.5.2014 αποφάσεως του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών. Με την απόφαση αυτή είχε απορριφθεί ενδικοφανής προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά: 1) του .../23.1.2014 οριστικού φύλλου ελέγχου προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου, με την οποία είχε καταλογιστεί σε βάρος του κύριος φόρος, ύψους 641.521,18 ευρώ και πρόσθετος φόρος, ύψους 551.708,21 ευρώ, για τη διαχειριστική περίοδο 1.1. έως 31.12.2009 και 2) της .../23.1.2014 πράξεως προσδιορισμού έκτακτης εισφοράς φυσικών προσώπων (άρθρο 5 του ν. 3833/2010 Α΄40) του ίδιου ως άνω Προϊσταμένου, με την οποία είχε καταλογιστεί σε βάρος του έκτακτη εισφορά, ύψους 17.037,22 ευρώ και προσαύξηση, λόγω ανακρίβειας, ύψους 13.970,52 ευρώ (ποσοστό 82% επί της κύριας εισφοράς).
2. Επειδή, κατά την έννοια των διατάξεων των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως αντικαταστάθηκαν με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213) και, περαιτέρω, η παράγραφος 3 με το άρθρο 15 παρ. 2 του ν. 4446/2016 (Α΄ 240), προκειμένου να κριθεί παραδεκτή αίτηση αναίρεσης, απαιτείται η συνδρομή των προϋποθέσεων αμφοτέρων των εν λόγω παραγράφων 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (ΣτΕ 1873/2012 7μ., 435/2017 κ.ά.). Ειδικότερα, κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, προκειμένου περί διαφορών με χρηματικό αντικείμενο τουλάχιστον 40.000 ευρώ, ο αναιρεσείων βαρύνεται, επί ποινή ολικού ή μερικού απαραδέκτου της αίτησής του, να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιλαμβάνει στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι με καθέναν από τους προβαλλόμενους λόγους τίθεται συγκεκριμένο, κρίσιμο για την επίλυση της διαφοράς, νομικό ζήτημα, ήτοι ζήτημα ερμηνείας διάταξης νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, που κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση και επί του οποίου είτε δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας είτε οι σχετικές κρίσεις και παραδοχές της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως έρχονται σε αντίθεση με μη ανατραπείσα νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανώτατου δικαστηρίου ή, ελλείψει αυτών, προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου, ως τέτοια δε νομολογία νοείται η διαμορφωθείσα επί αυτού τούτου του κρίσιμου νομικού ζητήματος και όχι επί ανάλογου ή παρόμοιου (ΣτΕ 4163/2012 7μ., 1365/2017 7μ.).
3. Επειδή, το ποσό της διαφοράς που άγεται με την κρινόμενη αίτηση ενώπιον του Δικαστηρίου σε σχέση με το φόρο εισοδήματος υπερβαίνει, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη σκέψη 1, το χρηματικό όριο της παρ. 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 και η κρινόμενη αίτηση παραδεκτώς ασκείται από της απόψεως της διατάξεως αυτής. Εξάλλου, λόγω του παρεπόμενου - παρακολουθηματικού χαρακτήρα της έκτακτης εισφοράς σε σχέση με το φόρο εισοδήματος (ΣτΕ 2594/2021 7μ., 1705/2014, 2930/1995), η κρινόμενη αίτηση ασκείται παραδεκτώς και σε σχέση με την έκτακτη εισφορά, παρά το γεγονός ότι το αντικείμενο της διαφοράς σε σχέση με αυτήν υπολείπεται του χρηματικού ορίου της ως άνω διατάξεως (πρβλ. ΣτΕ 4183/2015).
4. Επειδή, εν προκειμένω, όπως δέχεται η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, από το .../21.10.2013 δελτίο πληροφοριών του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (Σ.Δ.Ο.Ε.) της Περιφερειακής Διεύθυνσης Πελοποννήσου, την από 16.1.2014 έκθεση επανελέγχου φορολογίας εισοδήματος ν. 2238/1994 και την από 16.1.2014 έκθεση ελέγχου έκτακτης εφάπαξ εισφοράς του άρθρου 5 του ν. 3833/2010, προκύπτουν τα εξής: Από έλεγχο που διενεργήθηκε, ύστερα από την 1246/2011 εντολή του Προϊσταμένου Σ.Δ.Ο.Ε. της Περιφερειακής Διεύθυνσης Πελοποννήσου, από τους υπαλλήλους της Υπηρεσίας αυτής στους τραπεζικούς λογαριασμούς της εταιρείας «... Ο.Ε.» στην τράπεζα EUROBANK προέκυψε ότι κατά το χρονικό διάστημα από 20.8.2009 έως 30.10.2009 διενεργήθηκαν αναλήψεις συνολικού ποσού 4.850.000 ευρώ και καταθέσεις 6.710.000 ευρώ σε διάφορους λογαριασμούς της Τράπεζας στους οποίους συνδικαιούχος ήταν ο αναιρεσείων μαζί με τη σύζυγό του Α.Σ., τον Ά.Γ. και τον Π. (χωρίς άλλο προσδιορισμό), όπως προκύπτει, ειδικότερα, από πίνακα που παρατίθεται στο .../21.10.2013 δελτίο πληροφοριών του Σ.Δ.Ο.Ε., το περιεχόμενο του οποίου λεπτομερώς εκτίθεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση. Με την .../28.3.2012 πρόσκληση του Σ.Δ.Ο.Ε. Πελοποννήσου ζητήθηκε από τον αναιρεσείοντα να προσκομίσει οποιοδήποτε στοιχείο για τις πιο πάνω τραπεζικές συναλλαγές και να παράσχει διευκρινήσεις σχετικά με τα πλήρη στοιχεία των προσώπων που κατέθεσαν και τον σκοπό για τον οποίο έγιναν οι καταθέσεις αυτές, καθώς και πλήρη στοιχεία των προσώπων στα οποία παραδόθηκαν οι τραπεζικές επιταγές και το σκοπό για τον οποίο δόθηκαν αυτές, επιπλέον δε του ζητήθηκε να προσκομίσει τα αποδεικτικά έγγραφα που αφορούν τη μεταβίβαση αγροτεμαχίου προς την εταιρεία «... Α.Ε.» με το .../2.11.2009 συμβόλαιο του συμβολαιογράφου Αθηνών Ι.Μ.. Ο αναιρεσείων, ανταποκριθείς στην ως άνω πρόσκληση, με το από 17.4.2012 έγγραφό του ανέφερε ότι τα ποσά των ως άνω καταθέσεων από τις εταιρείες «... S.A.» και «... Α.Ε.», καθώς και τα ποσά ανάληψης δια τραπεζικών επιταγών στο όνομα του Α.Β. και της Σ.Β., αφορούν μέρος του τιμήματος από την πώληση με το ως άνω συμβόλαιο ενός αγροτεμαχίου εκτάσεως 99.519 τ.μ., στο Πόρτο Χέλι Αργολίδας, με πωλητές τους Α.Β. και Σ.Β. και αγοράστρια την εταιρεία «... Α.Ε.», ανέφερε δε ότι το πραγματικό τίμημα της μεταβιβάσεως ήταν 6.500.000 ευρώ, έναντι του αναγραφομένου στο συμβόλαιο ποσού των 2.500.000 ευρώ και ότι ο ίδιος ενεργούσε ως ειδικός πληρεξούσιος, αντιπρόσωπος και αντίκλητος των πωλητών. Επίσης, ανέφερε ότι το πραγματικό τίμημα των 6.500.000 ευρώ κατέβαλε ο ίδιος στους ως άνω πωλητές με τραπεζικές επιταγές και τμηματικές καταβολές σε μετρητά πριν και μετά την ημερομηνία συντάξεως του συμβολαίου, επιφυλάχθηκε δε να ερευνήσει τις πρόχειρες σημειώσεις του και επίσημα έγγραφα σε σχέση με ημερομηνίες εισπράξεως, καταθέσεως, πληρωμής, αναλήψεως και εκκαθαρίσεως των δοσοληπτικών λογαριασμών δεσμευθείς δε ότι θα προσκομίσει στην υπηρεσία σχετικά στοιχεία. Περαιτέρω, με το από 27.7.2012 έγγραφό του προς την ίδια ως άνω υπηρεσία ο αναιρεσείων, απαντώντας στην από 17.7.2012 κλήση προς ακρόαση του Σ.Δ.Ο.Ε. Πελοποννήσου, παραδέχθηκε ότι διαμεσολάβησε στην ένδικη μεταβίβαση και παρέστη στο συμβόλαιο ως ειδικός πληρεξούσιος, αντιπρόσωπος και αντίκλητος των πωλητών, ανέφερε δε πάλι ότι το πραγματικό ποσό της ένδικης αγοραπωλησίας ήταν 6.500.000 ευρώ, το οποίο κατέβαλε στους πωλητές με τραπεζικές επιταγές και τμηματικές καταβολές σε μετρητά πριν και μετά την ημερομηνία συντάξεως (2.11.2009) του συμβολαίου. Προσέθεσε δε ότι για τη διαμεσολάβησή του αυτή δεν εισέπραξε καμία αμοιβή, εκτός του ποσού των 50.000 ευρώ για λογαριασμό της συζύγου του Α.Σ., η οποία παραστάθηκε στο συμβόλαιο με την ιδιότητα του μεσίτη ακινήτων, ποσό για το οποίο ο αναιρεσείων ισχυρίστηκε ότι αυτή εξέδωσε απόδειξη παροχής υπηρεσιών. Εξάλλου, η αγοράστρια εταιρεία «... Α.Ε.» στο από 1.6.2012 έγγραφό της προς το Σ.Δ.Ο.Ε. Πελοποννήσου, ανταποκριθείσα σε πρόσκληση για προσκόμιση των βιβλίων και στοιχείων της, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η ίδια ανέθεσε στον αναιρεσείοντα μέσω ιδιωτικού συμφωνητικού τη διεκπεραίωση της μεταβιβάσεως του αγροτεμαχίου από τους ιδιοκτήτες Α.Β. και Σ.Β., καθώς και ότι το πραγματικό τίμημα της ένδικης μεταβιβάσεως ήταν 6.500.000 ευρώ, έναντι του ποσού των 2.500.000 ευρώ που ανεγράφη στο συμβόλαιο, πλέον εξόδων μεταβιβάσεως ποσού 133.273,89 ευρώ. Η ως άνω αγοράστρια εταιρεία ισχυρίστηκε ότι από το τίμημα των 6.500.000 ευρώ ποσό 1.000.000 ευρώ καταβλήθηκε στον αναιρεσείοντα ως προκαταβολή για τη διεκπεραίωση της μεταβιβάσεως, ενώ ποσό 3.000.000 ευρώ απεστάλη με έμβασμα απευθείας στον αναιρεσείοντα στις 26.10.2009 από την εταιρεία «... S.A.» για λογαριασμό της εταιρείας «... S.A.», η οποία είναι και η μοναδική της μέτοχος. Επιπλέον, ανέφερε ότι μοναδική μέτοχος των εταιρειών «... S.A.» και «... S.A.» είναι η Φ.Κ.Λ.. Τέλος, ο αναιρεσείων στην από 27.11.2014 απολογία του ενώπιον του Ανακριτή Πλημμελειοδικών Ναυπλίου για την κατηγορία του αδικήματος της φοροδιαφυγής, ύψους 1.607.760,96 ευρώ, παραδέχθηκε ότι μεσολάβησε για την πώληση μετά από παράκληση του εκ των πωλητών Α.Β. επειδή γνώριζε προσωπικά την κυρία Λ. Ενόψει των ανωτέρω, η Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου διενήργησε επανέλεγχο στην ατομική επιχείρηση του αναιρεσείοντος (χωματουργικές εργασίες, εργολάβος εκσκαφών με μηχανικά μέσα) για το οικονομικό έτος 2010 (σχ. η από 16.1.2014 έκθεση επανελέγχου φορολογίας εισοδήματος), από τον οποίο προέκυψαν τα εξής: ι) Δεν διαπιστώθηκε καμία σχέση μεταξύ των εκπροσώπων της αγοράστριας εταιρείας και των πωλητών, διότι τη διαδικασία της μεταβιβάσεως την είχε αναλάβει προσωπικά ο αναιρεσείων, γι’ αυτό και η καταβολή του τιμήματος από την αγοράστρια εταιρεία έγινε μέσω των τραπεζικών του λογαριασμών. ιι) Μοναδικός μέτοχος της αγοράστριας εταιρείας και της εταιρείας «... S.A.» είναι η Φ.Κ.Λ., στην οποία η αγοράστρια εταιρεία μίσθωνε όλα τα ακίνητα που είχε αγοράσει στην ίδια περιοχή. Ιιι) Το σύνολο των καταθέσεων των δύο εταιρειών και της Φ.Κ.Λ. στους τραπεζικούς λογαριασμούς του αναιρεσείοντος για τη μεταβίβαση του ενδίκου ακινήτου ανήλθε στο ποσό των 6.710.000 ευρώ, ενώ οι καταβολές του αναιρεσείοντος ήταν 102.239,04 ευρώ για διάφορα έξοδα και 5.000.000 ευρώ στους ως άνω πωλητές. ιν) Ο αναιρεσείων συμφώνησε με την αγοράστρια εταιρεία ως τίμημα το ποσό των 6.500.000 ευρώ, το οποίο η τελευταία του κατέβαλε μέσω των τραπεζικών λογαριασμών που ο ίδιος διατηρούσε στην τράπεζα «EUROBANK», ενώ με τους πωλητές συμφώνησε ως τίμημα το ποσό των 5.000.000 ευρώ, το οποίο και τους κατέβαλε. ν) Στους ίδιους τραπεζικούς λογαριασμούς κατατέθηκε στον αναιρεσείοντα ποσό 210.000 ευρώ για την πληρωμή διαφόρων εξόδων που θα προέκυπταν κατά τη διαδικασία της μεταβιβάσεως του ακινήτου, από το οποίο (ποσό) αυτός κατέβαλε ως έξοδα ποσό 102.239,04 ευρώ. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι ο αναιρεσείων δεν ασχολείται με μεσιτείες ακινήτων, τα ελεγκτικά όργανα κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για ευκαιριακή περίπτωση αποκόμισης οικονομικού οφέλους από τη μεσολάβησή του, λόγω της γνωριμίας του με τα εμπλεκόμενα πρόσωπα της αγοραπωλησίας, το οποίο ανέρχεται στο ποσό των 1.607.760,96 ευρώ, ήτοι 6.710.000 ευρώ που εισέπραξε συνολικά για την πώληση μείον 5.102.239,04 ευρώ που κατέβαλε στους πωλητές ως τίμημα και ως έξοδα μεταβιβάσεως, επισημαίνοντας ότι ο αναιρεσείων δεν περιέλαβε το ποσό αυτό στη δήλωση φόρου εισοδήματος του οικονομικού έτους 2010, όπως είχε υποχρέωση με βάση τις διατάξεις του άρθρου 48 παρ. 3 του ν. 2238/1998, ενώ, εξάλλου, από το βιβλίο εσόδων-εξόδων χρήσεως 2009 που προσκομίστηκε από τον αναιρεσείοντα στη Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου δεν προέκυψε καταχώρηση του ποσού της προμήθειας για τη διαμεσολάβηση στην αγοραπωλησία του ακινήτου. Με την .../22.11.2013 πρόσκληση της Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου ο αναιρεσείων κλήθηκε να εκθέσει τις απόψεις του σχετικά με τις διαπιστώσεις του ελέγχου και, συγκεκριμένα, για το ότι λόγω της διαμεσολάβησής του στην ένδικη πώληση αποκόμισε όφελος (προσαύξηση περιουσίας που δεν προκύπτει από διαρκή και σταθερή πηγή) ποσού 1.607.760,96 ευρώ, το οποίο δεν περιέλαβε στη δήλωση φόρου εισοδήματος του οικονομικού έτους 2010. Με το από 10.1.2014 έγγραφό του ο αναιρεσείων εξέθεσε ότι δεν έχει υποβληθεί μήνυση εναντίον του από την αγοράστρια ή τους πωλητές για απάτη, ότι σε κανένα έγγραφό τους οι παραπάνω δεν τον αναφέρουν ως μεσίτη, καθώς και ότι έχει υποβάλει μήνυση εναντίον των πωλητών για τις αλληλοσυγκρουόμενες και ψευδείς καταθέσεις τους ενώπιον του Σ.Δ.Ο.Ε.. Με βάση τις παραπάνω διαπιστώσεις του ελέγχου εκδόθηκαν σε βάρος του αναιρεσείοντος οι αναφερθείσες στη σκέψη 1 καταλογιστικές πράξεις (Οριστικό Φύλλο Ελέγχου Προσδιορισμού του Φόρου Εισοδήματος Φυσικών Προσώπων οικ. έτους 2010 και Πράξη Προσδιορισμού Έκτακτης Εισφοράς Φυσικών Προσώπων (άρθρο 5 του ν. 3833/2010) οικ. έτους 2010, κατά των οποίων ο αναιρεσείων άσκησε ενώπιον της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών ενδικοφανή προσφυγή, η οποία απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι οι διαπιστώσεις του ελέγχου είναι βάσιμες και πλήρως αιτιολογημένες. Ακολούθως, με προσφυγή που άσκησε ο αναιρεσείων κατά της αποφάσεως της Δ.Ε.Δ., με την οποία απορρίφθηκε η ενδικοφανής προσφυγή που είχε αυτός ασκήσει κατά των ένδικων καταλογιστικών πράξεων, προέβαλε ότι για τη χρήση 2009 (οικονομικό έτος 2010) έχει υποβάλει τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος με βάση τις διατάξεις του αυτοελέγχου των άρθρων 13-17 του ν. 3296/2004, την οποία έχει περαιώσει με την αποδοχή, στις 22.10.2010, του 1907 εκκαθαριστικού σημειώματος περαιώσεως του ν. 3888/2010 και έχει εξοφλήσει το σύνολο του προσδιορισθέντος με το εκκαθαριστικό σημείωμα της περαιώσεως ποσού. Ενόψει αυτών ισχυρίστηκε ότι, εφόσον είχε περαιώσει μέχρι και το οικονομικό έτος 2010 τις ανέλεγκτες χρήσεις όλων των φορολογικών αντικειμένων και δεν εκκρεμούσε καμία υπόθεση στα Διοικητικά Δικαστήρια, «το δικαίωμα του δημοσίου έχει ήδη παραγραφεί για την έκδοση και κοινοποίηση των προσβαλλόμενων πράξεων με αποτέλεσμα να καθίσταται άκυρη όλη η προσβαλλόμενη διαδικασία του ελέγχου». Το δικάσαν διοικητικό εφετείο καθ’ ερμηνεία των διατάξεων του ν. 3888/2010, έκρινε ότι, σε περίπτωση κατά την οποία, μετά την αποδοχή εκδοθέντος, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 9 του ν. 3888/2010, σημειώματος περαιώσεως ανέλεγκτης υποθέσεως φορολογίας εισοδήματος ορισμένης χρήσεως, περιέλθουν σε γνώση του προϊστάμενου της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. συμπληρωματικά, κατ’ άρθρο 68 παρ. 2 του Κ.Φ.Ε., στοιχεία, τα οποία δικαιολογημένα δεν ήταν διαθέσιμα στη φορολογική αρχή κατά τον χρόνο αποδοχής του ως άνω εκκαθαριστικού σημειώματος και από τα οποία εξακριβώνεται ότι ο οφειλόμενος φόρος είναι μεγαλύτερος από αυτόν που προσδιορίσθηκε κατά την περαίωση ή ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ανακρίβειας της οικείας φορολογικής δηλώσεως, είναι δυνατή, εντός του χρονικού πλαισίου της παραγραφής, η επάνοδος της φορολογικής αρχής και η, κατόπιν σχετικού ελέγχου των βιβλίων και στοιχείων του επιτηδευματία, έκδοση οριστικής πράξεως διορθωτικού προσδιορισμού φόρου για την ίδια χρήση, εφόσον ο ελεγχόμενος δεν αποδεχθεί το προβλεπόμενο από την παράγραφο 4 του άρθρου 9 του ν. 3888/2010 συμπληρωματικό εκκαθαριστικό σημείωμα, που εκδίδεται σχετικώς. Ενόψει αυτών, κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι εν προκειμένω, εφόσον, εντός του χρονικού πλαισίου της πενταετούς παραγραφής, περιήλθαν σε γνώση της φορολογικής αρχής συμπληρωματικά στοιχεία, τα οποία δεν ήταν διαθέσιμα σε αυτήν κατά το χρόνο αποδοχής του εκκαθαριστικού σημειώματος της περαιώσεως, νομίμως λήφθηκαν υπόψη για τον προσδιορισμό της φορολογικής υποχρεώσεως του αναιρεσείοντος. Εξάλλου, ο αναιρεσείων με την προσφυγή του είχε ισχυριστεί ότι οι λογαριασμοί που ελέγχθηκαν δεν μπορούν να θεωρηθούν νέα στοιχεία, εφόσον ήταν στη διάθεση της φορολογικής αρχής κατά το χρόνο ελέγχου. Το δικάσαν διοικητικό εφετείο δέχθηκε ότι ζήτημα νέων στοιχείων ανακύπτει όταν γίνεται επίκληση των στοιχείων αυτών από τη φορολογική αρχή μετά την πάροδο του χρόνου της παραγραφής, στην προκειμένη δε περίπτωση, η προσβαλλόμενη πράξη καταλογισμού φόρου εκδόθηκε εντός του χρόνου της πενταετούς παραγραφής. Κατά τα διαλαμβανόμενα στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, με τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, στις οποίες ο αναιρεσείων επιχείρησε να θεμελιώσει το λόγο της προσφυγής του (ΣτΕ 172/2018 και 2934/2017
), κρίθηκε ότι οι τραπεζικοί λογαριασμοί δεν μπορούν να θεωρηθούν συμπληρωματικά στοιχεία για την επιμήκυνση της –πενταετούς– παραγραφής, και όχι ότι δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη ως συμπληρωματικά στοιχεία ικανά να επιτρέψουν τον επανέλεγχο και την έκδοση της σχετικής καταλογιστικής του φόρου πράξεως, εντός του χρόνου της πενταετούς παραγραφής.
5. Επειδή, με το εισαγωγικό δικόγραφο της κρινομένης αιτήσεως προβάλλεται ότι κατ’ εσφαλμένη ερμηνεία και πλημμελή εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 9 παρ. 4 του ν. 3888/2010 (Α΄ 175) σε συνδυασμό με το άρθρο 68 παρ. 2 του ν. 2238/1994 (Α΄ 151) κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση ότι οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του αναιρεσείοντος αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία τα οποία επιτρέπουν τον επανέλεγχο εντός της πενταετίας υποθέσεως χρήσεως υπαχθείσης σε περαίωση με βάση της διατάξεις του ν. 3888/2010. Προς θεμελίωση του παραδεκτού του προβαλλόμενου λόγου προβάλλεται αντίθεση της κρίσεως της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως στις 172-3-/2018 και 2934-5/2017 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
6. Επειδή, ειδικότερα, με την 172/2018 απόφαση της επταμελούς συνθέσεως του Β΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας το Δικαστήριο εξετάζοντας τη νομιμότητα συμπληρωματικής πράξεως φορολογίας εισοδήματος, η οποία είχε μεν εκδοθεί εντός της κατ’ άρθρο 84 παρ. 1 του ν. 2238/19994 προθεσμίας πενταετούς παραγραφής, πλην, όμως, αφορούσε χρήση, της οποίας οι υποθέσεις είχαν υπαχθεί σε περαίωση, αντιμετώπισε το ενώπιον του τεθέν νομικό ζήτημα εάν “το άνοιγμα τραπεζικών λογαριασμών συνιστά συμπληρωματικό στοιχείο κατ' άρθρο 68 παρ. 2 του Κ.Φ.Ε., το οποίο νομιμοποιεί τον επανέλεγχο περαιωθείσας χρήσεως, ή αποτελεί ελεγκτική ενέργεια, που προϋποθέτει την ύπαρξη συμπληρωματικού στοιχείου”. Επί του ζητήματος αυτού κρίθηκε με την ως άνω απόφαση ότι δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία ούτε το σύνολο των πρωτογενών καταθέσεων του φορολογουμένου, οι οποίες εμφανίζονταν σε πληροφοριακή έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Σ.Δ.Ο.Ε. και στους οικείους πίνακες, ούτε η σχετική πληροφοριακή έκθεση ελέγχου φορολογίας εισοδήματος του Σ.Δ.Ο.Ε., με την οποία γίνεται η επεξεργασία των στοιχείων που προκύπτουν από τις τραπεζικές καταθέσεις με αντιπαραβολικό έλεγχο με τα βιβλία και στοιχεία, καθώς και με τις δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος (σκέψη 21), με την αιτιολογία ότι η έρευνα των πρωτογενών καταθέσεων αποτελούσε βασικό και τακτικό μέσο του φορολογικού ελέγχου της ακρίβειας των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος, το οποίο είχε στη διάθεσή του ο έλεγχος κατά τον κρίσιμο χρόνο της περαιώσεως και όφειλε να είχε εφαρμόσει ορθολογικά και επίκαιρα (σκέψη 18).
7. Επειδή, ενόψει των γενομένων δεκτών στην προηγούμενη σκέψη, η αναφερθείσα στη σκέψη 4 κρίση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως έρχεται, πράγματι, σε αντίθεση με την 172/2018 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, με συνέπεια, ο προς θεμελίωση του παραδεκτού του λόγου αναιρέσεως, ενόψει της διατάξεως του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989, διατυπωθείς ισχυρισμός είναι βάσιμος. Περαιτέρω, και ο λόγος αναιρέσεως προβάλλεται βασίμως, δοθέντος ότι, κατά τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, οι κινήσεις των τραπεζικών λογαριασμών του φορολογουμένου δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία επί τη βάσει των οποίων είναι επιτρεπτός ο επανέλεγχος εκ μέρους της φορολογικής αρχής και η έκδοση καταλογιστικής πράξεως (φόρου εισοδήματος, έκτακτης εισφοράς κλπ), εντός της κατ’ άρθρο 84 παρ. 1 του ν. 2238/1994 πενταετούς προθεσμίας παραγραφής, επί υποθέσεων χρήσεως που έχουν υπαχθεί σε περαίωση. Κατά συνέπεια, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να γίνει δεκτή, καθισταμένης περιττής της εξετάσεως του παραδεκτού και βασίμου του δευτέρου λόγου αναιρέσεως. Περαιτέρω, λαμβανομένου υπόψη ότι η υπόθεση δεν χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό της μέρος, το Δικαστήριο, σύμφωνα με το άρθρο 57 παρ. 2 του π.δ. 18/1989, κρατεί και δικάζει την προσφυγή του αναιρεσείοντος, δέχεται αυτήν για τον ίδιο ως άνω λόγο και ακυρώνει: 1) το .../23.1.2014 οριστικό φύλλο ελέγχου προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου, διαχειριστικής περιόδου 1.1. έως 31.12.2009 και 2) την .../23.1.2014 πράξη προσδιορισμού έκτακτης εισφοράς φυσικών προσώπων (άρθρο 5 του ν. 3833/2010) του ίδιου ως άνω Προϊσταμένου, λόγω του παρεπόμενου χαρακτήρα αυτής σε σχέση με τη φορολογία εισοδήματος (ΣτΕ 2594/2021 7μ., 1705/2014, 2930/1991).
8. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, πρέπει να αποδοθεί στον αναιρεσείοντα το καταβληθέν για την προσφυγή παράβολο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 277 παρ. 9 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ., ν. 2717/1999, Α΄ 97).
Διά ταύτα
Δέχεται την αίτηση.
Αναιρεί την 212/2020 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Τριπόλεως, κατά τα εκτεθέντα στο σκεπτικό.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου.
Κρατεί την υπόθεση, δικάζει και δέχεται την προσφυγή του αναιρεσείοντος.
Ακυρώνει το .../23.1.2014 οριστικό φύλλο ελέγχου προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. Ναυπλίου, καθώς και την .../23.1.2014 πράξη προσδιορισμού έκτακτης εισφοράς φυσικών προσώπων (άρθρο 5 του ν. 3833/2010) του ίδιου Προϊσταμένου.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου για την επί της προσφυγής δίκη.
Επιβάλλει στο Δημόσιο τη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος για την κατ’ αναίρεση δίκη, η οποία ανέρχεται σε εννιακόσια είκοσι (920) ευρώ.
Συμψηφίζει τη δικαστική δαπάνη μεταξύ των διαδίκων για τη δίκη επί της προσφυγής.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 17 Μαρτίου 2022 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 6ης Απριλίου του ίδιου έτους.
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος
Σπ. Μαρκάτης
Η Γραμματέας
Κ. Ανδρέου
Η Sakkoulas-Online.gr χρησιμοποιεί cookies για την παροχή των υπηρεσιών της, την ανάλυση της επισκεψιμότητας και τη βελτιστοποίηση της εμπειρίας του χρήστη. Με τη χρήση της Sakkoulas-Online.gr αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Περισσότερα