Αρχική σελίδα Αναζήτηση Sakkoulas-Online.gr
Αναζήτηση  |  Online Συνδρομές  |  Επικαιρότητα  |  Με μια ματιά  |  Σχετικά  |  Βοήθεια  |  Συχνές ερωτήσεις  |  Επικοινωνία  |  Sakkoulas.gr
Top

Αναζήτηση


Περιοδικό
Αριθ. τεύχους
2
Έτος
2023
Περισσότερα

Παραπομπές


Επιθεώρηση Ακινήτων, 2 (2023)


ΜΠρΠατρ 201/2023 (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων) - σχόλιο: Γ. Διαμαντόπουλος

Πλοήγηση στα περιεχόμενα του τεύχους +

Προηγούμενο    

   Εκτύπωση   

ΜΠρΠατρ 201/2023 (διαδικασία ασφαλιστικών μέτρων)

Δικηγόρος: Ε. Κωστακιώτης, Πρόεδρος Πρωτοδικών
Δικηγόροι: Δ. Τσαούσογλου, Β. Τσουκαλά

Νομικές διατάξεις: άρθρα 933, 966 § 3, 972, 975 επ., 998 § 6, 1003 § 4 ΚΠολΔ

Ελεύθερη εκποίηση του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ. Εφικτή η «ελεύθερη» εκποίηση όχι μόνο μετά τη διενέργεια δύο άγονων πλειστηριασμών, αλλά και πριν το ακίνητο εκτεθεί σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό. Πιθανολογείται πως με το τίμημα της ελεύθερης εκποίησης των 93.000 ευρώ τόσο η καθ' ης όσο και οι λοιποί δανειστές, θα λάβουν ποσοστό των απαιτήσεών τους υψηλότερο από αυτό που θα λάβουν σε περίπτωση αναγκαστικού πλειστηριασμού.

Σύμφωνα με την § 6 του αρ. 998 ΚΠολΔ «Μετά από αίτηση του οφειλέτη, το δικαστήριο του άρθρου 933, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να επιτρέψει να πωληθεί ελεύθερα το ακίνητο με τίμημα το οποίο ορίζεται από το δικαστήριο. Η πώληση αυτή γίνεται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού το αργότερο δέκα (10) ημέρες πριν τον πλειστηριασμό με ταυτόχρονη εξόφληση του τιμήματος. Αν η πώληση δεν πραγματοποιηθεί κατά το προηγούμενο εδάφιο, ο πλειστηριασμός διεξάγεται κατά την ορισθείσα δικάσιμο». Με το άρθρο αυτό ο νομοθέτης σκοπεύει να μειώσει τον χρόνο που απαιτείται για να ικανοποιηθεί ο δανειστής που προσφεύγει σε αυτή τη διαδικασία, αφού στην εισηγητική έκθεση του ν. 4335/2015 αναφέρεται ότι ο ως άνω νόμος σκοπό έχει τη βελτίωση και απλοποίηση του συστήματος αναγκαστικής εκτέλεσης και την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης και ως εκ τούτου στην πληρέστερη ικανοποίηση της αξίωσης του δανειστή. Με τη συνολική αυτή ρύθμιση μέσα σε διάστημα ενός χρόνου το μέγιστο θα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης. Το άρθρο 998 § 6 αποτελεί συμπλήρωμα του άρθρου 966 § 3 και συγκεκριμένα το τελευταίο άρθρο προβλέπει την ως άνω δυνατότητα σε όποιον έχει έννομο συμφέρον να καταθέσει την σχετική αίτηση ενώ το άρθρο 998 § 6 ΚΠολΔ προβλέπει τη δυνατότητα αυτή μόνο στον οφειλέτη. Επιπλέον, το άρθρο 966 § 3 ΚΠολΔ προϋποθέτει άκαρπο πλειστηριασμό ενώ σύμφωνα με το άρθρο 998 § 6, δεν απαιτείται να έχει προηγηθεί άκαρπος πλειστηριασμός, η δε διαδικασία θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί 10 ημέρες πριν τη διενέργεια του πλειστηριασμού που έχει ορισθεί. Καθίσταται σαφές ότι σκοπός του νομοθέτη με την παρέμβαση αυτή είναι η ταχύτητα της διαδικασίας και η ολοκλήρωση της αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς να στερηθεί των δικαιωμάτων του κανένας από τους συμμετέχοντες. Μέσω της σχετικής δυνατότητας καθίσταται εφικτή η «ελεύθερη» εκποίηση όχι μόνο μετά τη διενέργεια 2 άγονων πλειστηριασμών (966 § 2, 1003 § 4 ΚΠολΔ) αλλά πριν το ακίνητο εκτεθεί σε δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό. Ωστόσο, δεν πρόκειται κατά νομική ακριβολογία για ελεύθερη εκποίηση με όρους πώλησης του Αστικού Κώδικα, ούτε ασφαλώς για εκούσιο πλειστηριασμό, ώστε να είναι ανεφάρμοστο το αρ. 1021 ΚΠολΔ. Αντίθετα, η ελεύθερη πώληση κατ' άρθρο 998 § 6 ΚΠολΔ τυγχάνει, κατά τη νομική της φύση, ρυθμιστικό μέτρο της εκτέλεσης, το οποίο εντάσσεται στην εκκρεμή εκτελεστική διαδικασία, αποτελώντας τμήμα της, και μάλιστα, εφόσον συντελεστεί, αποτελεί την τελευταία πράξη της εκτέλεσης, εξομοιούμενη με αναγκαστικό πλειστηριασμό, τον οποίο και διαδικαστικά υποκαθιστά. Υλοποιείται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, υπό την ιδιότητα του τελευταίου ως οργάνου της εκτέλεσης, που συντάσσει πράξη κατακύρωσης (και όχι συμβόλαιο αγοραπωλησίας ακινήτου). Μετά τη συντέλεση της κατά τα ανωτέρω αναγκαστικής εκποίησης από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού ακολουθεί στάδιο αναγγελίας εκ μέρους των δανειστών (αρ. 972 ΚΠολΔ) και διανομής του τιμήματος (επί της ουσίας πλειστηριάσματος) σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 975 επ. ΚΠολΔ. Τέλος, δεδομένου ότι η αίτηση του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ, εκδικάζεται με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, αρκεί η πιθανολόγηση ύπαρξης αγοραστικού ενδιαφέροντος αλλά και η αξία του κατασχεθέντος ακινήτου, προκειμένου να καθοριστεί στη συνέχεια το τίμημα της διατασσόμενης ελεύθερης πώλησης.

Συμπερασματικά, ενώ οι ρυθμίσεις των άρθρ. 966 § 2, 1003 § 4 ΚΠολΔ καθιερώνουν τη δυνατότητα ελεύθερης εκποίησης μετά όμως τη διενέργεια δύο άκαρπων πλειστηριασμών ακινήτου, η ελεύθερη πώληση του 998 § 6 ΚΠολΔ δεν εξαρτάται από τη διεξαγωγή άκαρπων πλειστηριασμών ελλείψει πλειοδοτικού ενδιαφέροντος, το δε τίμημα που μπορεί να επιτευχθεί προς όφελος τόσο του οφειλέτη όσο και του επισπεύδοντος, αλλά και των λοιπών δανειστών, μπορεί να είναι και μεγαλύτερο σε σχέση με την ορισθείσα τιμή πρώτης προσφοράς. Στα πλαίσια αυτά, η ελεύθερη πώληση του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ, δύναται να επιτελέσει ευχερέστερα το νομοθετικό της σκοπό καθώς, κινητοποιώντας τον καθ' ου η εκτέλεση-οφειλέτη να εξεύρει ο ίδιος αγοραστή για το υπό ρευστοποίηση αναγκαστικά κατασχεθέν ακίνητο του, μπορεί να οδηγήσει σε επίτευξη τιμήματος (πλειστηριάσματος) ακόμη και μεγαλύτερου σε σχέση με αυτό που θα μπορούσε δυνητικά να επιτευχθεί, αν το ακίνητο εκτίθετο σε αναγκαστικό πλειστηριασμό. Ο οφειλέτης είναι εξασφαλισμένος, διότι αυτός κινεί τη διαδικασία, καθόσον διατηρεί αποκλειστική ενεργητική νομιμοποίηση. Εξασφάλιση όμως διατηρεί και ο επισπεύδων, καθόσον η πώληση δεν γίνεται χωρίς τη συμμετοχή του στη διαγνωστική διαδικασία που ανοίγεται ενώπιον του Δικαστηρίου του άρθρ. 933 ΚΠολΔ, ενώ η συμμετοχή της δικαστικής εξουσίας στη διαδικασία βεβαιώνει την τήρηση της νομιμότητας κατά τον πιο συμφέροντα τρόπο προς όλους τους εμπλεκόμενους, χωρίς να γίνουν εκπτώσεις δικαιωμάτων ή υποχρεώσεων. Προϋπόθεση, για να μπορέσει να εκποιηθεί το ακίνητο, είναι να προκύψει ενδιαφέρον από μέρους των αγοραστών να συμμετάσχουν στη διαδικασία. Το αγοραστικό ενδιαφέρον θα συναρτάται με τη νομική και πραγματική κατάσταση του ακινήτου, ενώ ο όρος «ελεύθερα» δεν έχει την έννοια της πλήρους αποσύνδεσης της εκποίησης από τις διατάξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης, αλλά η εκποίηση γίνεται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού υπό την ιδιότητα του ως οργάνου της εκτέλεσης και επέχει θέση πλειστηριασμού και κατακύρωσης. Γι' αυτό οι από την εκποίηση σχέσεις και συνέπειες κρίνονται και ακολουθούν το δίκαιο της αναγκαστικής εκτέλεσης και αυτό σημαίνει πως ο οφειλέτης δεν δικαιούται να κρατήσει το ποσό του τιμήματος χωρίς να αποπληρωθούν οι οφειλές του, στην περίπτωση δε που αυτό δεν επαρκεί για την ικανοποίηση όλων των δανειστών, ακολουθείται η διαδικασία για την κατάταξη των δανειστών με τη σύνταξη, μετά την ολοκλήρωση της εκποίησης και την αποπληρωμή του τιμήματος, πίνακα κατάταξης των δανειστών από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, ώστε να ικανοποιηθούν οι δανειστές, αναλόγως κατά το προνόμιο τους έκαστος ή συμμέτρως. Εξάλλου, στην απόφαση, με την οποία το δικαστήριο επιτρέπει την ελεύθερη πώληση του πράγματος, δεν είναι αναγκαίο να μνημονεύεται το όνομα του αγοραστή, αλλά αρκεί η σε αυτή αναφορά για την εκποίηση του σε τρίτο, ενώ ο προσδιορισμός του τιμήματος γίνεται από το δικαστήριο σε ορισμένο ποσό, χωρίς δέσμευση από την εκτιμηθείσα αξία του πράγματος ή την ορισθείσα τιμή πρώτης προσφοράς, δυνατός δε είναι ο προσδιορισμός του τιμήματος κατά οριζόμενο κατώτατο όριο (Νίκας, Δίκαιο Αναγκ. Εκτέλεσης, ειδ. μέρος τ. II, σ. 385 επ.· Βαθρακοκοίλης, ΚΠολΔ και Μάζη, ελεύθερη εκποίηση κατασχεμένου πράγματος κατά το άρθρο 966 § 3 ΚΠολΔ, ΝοΒ 1980.607).

Στην προκείμενη περίπτωση, με την κρινόμενη αίτηση, ο αιτών, επικαλούμενος ότι η καθ' ης επισπεύδει πλειστηριασμό, που έχει οριστεί για την αναφερόμενη ημερομηνία, επί των αναφερόμενων αναλυτικά στην αίτηση ακινήτων ιδιοκτησίας του αιτούντος, που βρίσκεται στην Πάτρα, και ότι για την αγορά του ως άνω ακινήτου έχει επιδείξει ενδιαφέρον η αναφερόμενη εταιρεία, που προσφέρουν τίμημα 91.000 ευρώ, συνολικά, ήτοι υψηλότερη από την τιμή πρώτης προσφοράς, που αναφέρεται στην έκθεση κατάσχεσης, ζητεί να επιτραπεί η ελεύθερη πώληση του ως άνω ακινήτου και να διαταχθεί η υπάλληλος του πλειστηριασμού να προβεί στις αναφερόμενες ενέργειες. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα, η αίτηση αρμοδίως εισάγεται να συζητηθεί ενώπιον του παρόντος δικαστηρίου, που είναι καθ' ύλην και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρα 998 §1, 933 ΚΠολΔ), κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 998 §6 και 682 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη στηριζόμενη στη διάταξη του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.

Με δήλωση, ενώπιον του ακροατηρίου της πληρεξουσίου δικηγόρου της, Μ.Κ., και με το έγγραφο σημείωμα της παρεμβαίνει προσθέτως υπέρ του αιτούντος στη δίκη η οποία βεβαιώνει ότι πράγματι έχει επιδείξει ενδιαφέρον να αγοράσει το ως άνω ακίνητο, αντί του συνολικού τιμήματος των 91.000 ευρώ, όπως διόρθωσε το ποσό ενώπιον του ακροατηρίου. Η ως άνω παρέμβαση είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 80 και 686 § 6 ΚΠολΔ. Η εναγομένη εταιρεία ζήτησε την απόρριψη της αίτησης, για το λόγο ότι η ελεύθερη εκποίηση δεν είναι προς το συμφέρον της επισπεύδουσας, των αναγγελθέντων δανειστών αλλά και της ίδιας της καθ' ης η εκτέλεση, διότι το τίμημα που προσφέρει η προσθέτως παρεμβαίνουσα είναι οριακά ανώτερο από την τιμή πρώτης προσφοράς, είναι βέβαιο, δε, ότι αν γίνει ο πλειστηριασμός, το πλειστηριασμό που θα επιτευχθεί θα είναι πολύ μεγαλύτερο.

Από την εκτίμηση όλων των εγγράφων που προσκομίζουν οι διάδικοι, πιθανολογούνται τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Σε εκτέλεση του με αρ. .../2012 πρώτου απογράφου εκτελεστού της με αρ. …./2012 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πατρών, με τη με αριθμό …/20.10.2022 έκθεση αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Πατρών με έδρα το Πρωτοδικείο Πατρών ... κατασχέθηκαν αναγκαστικά, για ποσό 100.000 ευρώ, τα παρακάτω περιγραφόμενα ακίνητα και ημερομηνία ηλεκτρονικού πλειστηριασμού ορίστηκε η 7η.6.2023 ενώπιον της συμ/φου Πατρών ... Τα ακίνητα επί των οποίων επεβλήθη κατάσχεση, βρίσκονται σε πολυώροφη οικοδομή, που έχει ανεγερθεί επί οικοπέδου επιφανείας 666,00 τ.μ., κατά το Κτηματολόγιο και 666,71 τ.μ. κατά τον τίτλο κτήσης, το οποίο βρίσκεται στη θέση «…» στην Πάτρα, επί της οδού …. Τα ακίνητα αυτά είναι τα παρακάτω: 1) Η υπό στοιχείο I λατινικό υπόγεια αποθήκη του καταστήματος, η οποία φέρει ΚΑΕΚ ..., εμβαδού 80 τ.μ., 2) η υπό στοιχείο II λατινικό, υπόγεια του καταστήματος, η οποία φέρει ΚΑΕΚ …., εμβαδού 74,80τ.μ., 3) το υπό ένδειξη ισόγειο ... (ΙΣ-.) κατάστημα, επιφανείας 243 τ.μ., με ΚΑΕΚ... και 4) το υπό ένδειξη ΔΕΛΤΑ...(Δ-.) διαμέρισμα του τετάρτου υπέρ του ισογείου ορόφου, επιφανείας 93,90 τ.μ., που φέρει ΚΑΕΚ ... Οι ανωτέρω ιδιοκτησίες περιήλθαν στην κυριότητα του αιτούντος, με το …/1987 συμβόλαιο σύστασης οριζοντίων ιδιοκτησιών της συμβολαιογράφου Πατρών. .., που μεταγράφηκε νόμιμα στον τ....και αρ. .. Τιμή πρώτης προσφοράς ορίσθηκε για το υπό στοιχείο Δ-. διαμέρισμα, που ενδιαφέρει εν προκειμένω, το ποσό των 90.000 ευρώ. Όπως προκύπτει από το με αρ. πρωτ. ./20.10.2022 πιστοποιητικό του Κτηματολογικού Γραφείου Δυτικής Ελλάδος, η ανωτέρω ιδιοκτησία βαρύνεται με: 1) Προσημείωση υποθήκης από 16.11.1990, για 40.000.000 δρχ. τραπείσα σε υποθήκη για ολόκληρο το ποσό, υπέρ της ΕΤΕ και 2) υποθήκη από 18.8.2017 για 335.891,08 ευρώ, υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου (… ΔΟΥ Πατρών), 3) προσημείωση υποθήκης από 9.11.2011 για 900.000 ευρώ, υπέρ της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…», 4) προσημείωση υποθήκης από 24.10.2012, υπέρ της «…», 5) προσημείωση υποθήκης από 5.12.2012, για 350.000 ευρώ, τραπείσα σε υποθήκη για ολόκληρο το ποσό στις 4.10.2013, υπέρ της «…», 6) προσημείωση υποθήκης από 5.2.2013 για 28.853,73 ευρώ, υπέρ της Α.Ε. με την επωνυμία «..», 7) προσωρινή διαταγή από 13.12.2011 υπέρ της «…», περί απαγόρευσης μεταβολής νομικής και πραγματικής κατάστασης μέχρι τη συζήτηση σχετικής αίτησης το έτος 2012, 8) προσωρινή διαταγή από 14.12.2011 υπέρ της ίδιας ως άνω τράπεζας, περί απαγόρευσης μεταβολής νομικής και πραγματικής κατάστασης μέχρι τη συζήτηση σχετικής αίτησης το έτος 2012, 9) προσωρινή διαταγή υπέρ της ίδιας ως άνω τράπεζας, περί απαγόρευσης μεταβολής νομικής και πραγματικής κατάστασης μέχρι τη συζήτηση σχετικής αίτησης το έτος 2012 και 10) η ως άνω αναγκαστική κατάσχεση κατάσχεση για ποσό 100.000 ευρώ, υπέρ της επισπεύδουσας εταιρείας με την επωνυμία «…». Το με στοιχεία ΔΕΛΤΑ...(Δ-.) διαμέρισμα αποτελείται από διάδρομο, λουτροκαμπινέ, κουζίνα - καθιστικό, δεύτερο wc και δυο κύρια δωμάτια, με ιδιόκτητη βεράντα και εξώστες σε όλες τις πλευρές, έχει επιφάνεια 93,90 τ.μ., ποσοστό συνιδιοκτησίας στο οικόπεδο 86,60/1000 αδιαίρετα και συνορεύει ανατολικά με ακάλυπτο χώρο, δυτικά με ακάλυπτο χώρο και κατά ένα μέρος με κοινόχρηστα ορόφου, βόρεια με ανώνυμη οδό και κατά ένα μέρος με ακάλυπτο χώρο και νότια με ακάλυπτο χώρο, αποτελεί, δε, την πρώτη κατοικία του αιτούντος. Το ως άνω ακίνητο, ηλικίας 36 ετών, έχει πολλές φθορές (βλ. και προσκομιζόμενες φωτογραφίες), με αποτέλεσμα το ποσό των 1.000 ευρώ/τ.μ., στο οποίο εκτιμήθηκε να κρίνεται υψηλή τιμή και πιθανολογείται ότι θα αποβεί άγονος ο πλειστηριασμός, με αποτέλεσμα, στους επόμενους πλειστηριασμούς, να βγει προς εκποίηση σε σημαντικά χαμηλότερη τιμή. Σε κάθε περίπτωση ότι πιθανολογείται πως ακόμα κι αν επιτευχθεί πλειστηριασμός και κατακύρωση μέσω του ορισθέντος πλειστηριασμού, μέσω της ελεύθερης πώλησης στη τιμή των 93.000 ευρώ, από τον υποψήφιο αγοραστή, τόσο η καθ' ης όσο και οι λοιποί δανειστές, θα λάβουν ποσοστό ικανοποίησης των απαιτήσεων τους υψηλότερο από αυτό που θα λάβουν σε περίπτωση αναγκαστικού πλειστηριασμού. Επομένως, θα πρέπει να γίνει δεκτή η αίτηση κατά τα λεπτομερώς αναφερόμενα στο διατακτικό.

Παρατηρήσεις

Ι. Υπό το πρίσμα της γενικευμένης προσπάθειας του δικονομικού νομοθέτη να επιταχύνει την παροχή έννομης προστασίας στο πεδίο της αναγκαστικής εκτέλεσης[1], το πρώτον, με την όγδοη ρύθμιση του άρθρου 1 ν. 4335/2015, διατυπώθηκε η διάταξη της ΚΠολΔ 998 § 6, ώσπου αντικαταστάθηκε με το άρθρο 207 § 15 ν. 4512/2018 -όταν και καθιερώθηκε η υποχρεωτικά ηλεκτρονική διενέργεια πλειστηριασμούορίζοντας ότι: «[μ]ετά από αίτηση του οφειλέτη, το δικαστήριο του άρθρου 933, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., μπορεί να επιτρέψει να πωληθεί ελεύθερα το (κατασχεθέν) ακίνητο με τίμημα το οποίο ορίζεται από το δικαστήριο. Η πώληση αυτή γίνεται από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού το αργότερο δέκα (10) ημέρες πριν από τον πλειστηριασμό με ταυτόχρονη εξόφληση του τιμήματος. Αν η πώληση δεν πραγματοποιηθεί κατά το προηγούμενο εδάφιο, ο πλειστηριασμός διεξάγεται κατά την ορισθείσα ημερομηνία». Πιο συγκεκριμένα, ο έλληνας δικονομικός νομοθέτης, θέτοντας ως σκοπό -στο πλαίσιο του ν. 4335/2015την απλοποίηση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης και προκειμένου να συμβάλει στην ταχύτερη διεξαγωγή της και κατ’ αποτέλεσμα στοχεύοντας στην πραγμάτωση της εξοπλισμένης με εκτελεστό τίτλο αξίωσης του δανειστή, ανέσυρε από την εργαλειοθήκη του τη (δια της πρόσκαιρης και για συγκεκριμένο σκοπό άρσεως της επιβληθείσας με την κατάσχεση απαγόρευσης διάθεσης) δυνατότητα ελεύθερης εκποίησης του κατασχεθέντος ακινήτου, προσδίδοντας σ’ αυτήν το νομοθετικό μανδύα του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ[2].

Για την ακρίβεια, ο δικονομικός νομοθέτης έκρινε πως με την εμπέδωση του ηλεκτρονικού πλειστηριασμού ανοιχτού πλειοδοτικού τύπου εξασφαλίζεται με απόλυτη βεβαιότητα η προοπτική να προκύπτει: «το υψηλότερο δυνατό πλειστηρίασμα, γεγονός το οποίο σημαίνει ότι ο οφειλέτης αποπληρώνει τελικώς το μέγιστο δυνατό τμήμα της οφειλής του και απελευθερώνεται αναλόγως», παράλληλα, δε: «διασώζεται η πραγματική αξία των εκπλειστηριαζόμενων πραγμάτων»[3]. Η ανωτέρω νομοθετική προσδοκία θεμελιώνεται στην κατά την κοινή λογική παραδοχή πως στο πλαίσιο μιας διαδικασίας, κατά την οποία ο ένας συμμετέχων προσπαθεί να υπερκεράσει τη χρηματική προσφορά του άλλου, ευνοείται ο ελεύθερος και υγιής ανταγωνισμός με τέτοια δυναμική, ώστε η εκ πολλών υποκειμένων διεκδίκηση του ίδιου ακινήτου να πυροδοτεί τη σταδιακή αύξηση του προσδοκώμενου να επιτευχθεί πλειστηριάσματος και απολήγει στο «υψηλότερο δυνατό πλειστηρίασμα» προς μέγιστο όφελος του οφειλέτη, του επισπεύδοντος, καθώς και των αναγγελθέντων δανειστών.

Φαντάζει, μάλλον, πως η υπό κρίση ρύθμιση υπαγορεύτηκε[4] -δήθεναπό λόγους εύνοιας προς τον καθ' ου η εκτέλεση οφειλέτη, καθιερώνοντας τη δυνατότητα του τελευταίου να αιτηθεί από το αρμόδιο, κατ’ άρθρ. 933 ΚΠολΔ, δικαστήριο όπως το τελευταίο επιτρέψει την, από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού, ελεύθερη πώληση του νομικά δεσμευθέντος ακινήτου, με τίμημα που το ίδιο το δικαστήριο θα καθορίσει. Κατ’ αποτέλεσμα, εκ πρώτης όψεως, η συνεπής εφαρμογή της διάταξης εναρμονίζεται με την απαίτηση για απλοποίηση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης και ταχύτερης διεξαγωγής της, με τον περιορισμό του χρόνου που απαιτείται, ώστε να ολοκληρωθεί η πραγμάτωση της εξοπλισμένης με εκτελεστό τίτλο αξίωσης του δανειστή.

Μολαταύτα, ήδη εξαρχής, διαπιστώθηκαν τα κενά της ρύθμισης που αντιπαρέρχονται, πρώτιστα, την αρχή της διαφάνειας, η οποία εξασφαλίζεται μέσω του δημόσιου πλειστηριασμού, ώστε σε συνδυασμό με το ότι: «[η] μέχρι σήμερα πρακτική εφαρμογή της διάταξης ήταν περιορισμένη»[5], το οικείο άρθρο καταργήθηκε δυνάμει του άρθρου 119 περ. 2β ν. 4842/2021, χωρίς, πάντως, να θίγεται το κύρος εκκρεμών κατά την έναρξη ισχύος του ως άνω νόμου, διαδικασιών. Σχετική δείχνει και η διά του άρθρου 67 ν. 4842/2021 απαλοιφή της αναφοράς του άρθρου 966 § 3 ΚΠολΔ σε «ελεύθερη εκποίηση» που πλέον παραπέμπει στην § 2 Α του ιδίου άρθρου.

Αξιομνημόνευτη για τη μετέπειτα λειτουργία του θεσμού, η «Ανάλυση Συνεπειών» της ρύθμισης του καταργητικού της ΚΠολΔ 998 § 6 νόμου (ν. 4842/2021), όπου στο άρθρο 86 αυτού (ν. 4842/2021), μνημονεύονται τα εξής: «[ε]ιδικότερα για την § 6 του άρθρου 998, που προβλέπει τη δυνατότητα ελεύθερης εκποίησης του ακινήτου, ενώ έχει προσδιορισθεί η ημερομηνία διεξαγωγής του πλειστηριασμού, με απόφαση του δικαστηρίου, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, δημιουργεί σειρά δογματικών ζητημάτων (παθητική νομιμοποίηση, κλήτευση αναγγελμένων δανειστών) και αντιμάχεται την αρχή της διαφάνειας, που εξασφαλίζεται μέσω του δημόσιου πλειστηριασμού, η μέχρι σήμερα πρακτική εφαρμογή της ήταν περιορισμένη και γι’ αυτό προτείνεται η κατάργησή της»[6].

Και παρά τα ανωτέρω, επανήλθε, εντούτοις, σε ισχύ η ρύθμιση της ΚΠολΔ 998 § 6, με το άρθρο 20 § 3 ν. 4912/2022, αρχικώς έως την 30η.6.2022 και τελικώς -δυνάμει του άρθρου 46 ν. 4947/2022μέχρι την 31η.12.2022. Οι θεωρητικές και νομολογιακές ζυμώσεις, βέβαια, προς την ιχνηλάτηση της τελολογίας, την ερμηνευτική ευκρίνιση του νοήματος και την αποσαφήνιση της διαδικασίας εφαρμογής της ως άνω διάταξης, δεν πρόλαβαν να πληθύνουν και να αξιολογηθούν· εξ ού: α) τα νομολογιακά παραδείγματα είναι ευάριθμα, β) τα -επίσης, ευάριθμαδογματικά επινοήματα εγγίζουν άλληλα, και γ) δεν υπήρξε πάγια νομολογία ή κρατούσα θεωρητική γνώμη επί των συναφών με το άρθρ. 998 § 6 ΚΠολΔ θεμάτων.

ΙΙ. Ρύθμιση-μήτρα[7] της ΚΠολΔ 998 § 6 φαντάζει αναντίρρητα η αντίστοιχη -και κατά την εισαγωγή του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ, ισχύουσα διάταξητου άρθρου 966 ΚΠολΔ[8], που αναφερόταν στην εξέλιξη της εκτελεστικής διαδικασίας σε περίπτωση μη εμφάνισης πλειοδοτών ή μη υποβολής προσφορών σε δύο συνεχόμενους πλειστηριασμούς. Συγγενής και η ρύθμιση της § 77 ZVG, η οποία ορίζει ότι δικαστήριο μπορεί να τερματίσει έναν αναγκαστικό πλειστηριασμό που παρέμεινε χωρίς έγκυρες προσφορές, και εάν δεν υποβληθούν έγκυρες προσφορές σε δεύτερη ακρόαση, αυτές κινδυνεύουν να ακυρωθούν· συνθήκη που απεύχονται οι πιστωτές, προβαίνοντας σε αποτρεπτικές της ακύρωσης πρακτικές[9]. Άλλωστε, μέχρι πρότινος, και επί ελληνικού εδάφους, αν είχε διαταχθεί αντί της ελεύθερης εκποίησης νέος (τρίτος) πλειστηριασμός και αυτός απέβη άκαρπος, το δικαστήριο δεν μπορούσε να επανέλθει και να διατάξει την ελεύθερη εκποίηση του πράγματος, αλλά η εκτελεστική διαδικασία συνεχιζόταν και το δικαστήριο, κατόπιν αιτήσεως του έχοντος έννομο συμφέρον, είτε ήρε την κατάσχεση είτε διέτασσε τη διενέργεια νέου πλειστηριασμού σε απώτερο χρόνο[10].

Πλέον, με την § 2Α του άρθρου 966 ΚΠολΔ, προβλέπεται και πάλι, εφόσον και ο δεύτερος πλειστηριασμός αποβεί άγονος, επανάληψη του πλειστηριασμού από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού εντός προθεσμίας 30 ημερών και αντί υπολογιζόμενης πλέον απευθείας βάσει του νόμου νέας τιμής πρώτης προσφοράς, η οποία ανέρχεται στο 80% της αρχικώς ορισθείσας[11]. Εάν και αυτός ο (τρίτος) επαναληφθείς πλειστηριασμός αποβεί άγονος, ο πλειστηριασμός επαναλαμβάνεται, σύμφωνα με την § 2Β του ίδιου άρθρου, κατά την ίδια διαδικασία και εντός της ίδιας παραπάνω προθεσμίας (αρχόμενης από τη δήλωση συνέχισης) με τιμή πρώτης προσφοράς ίσης με το 65% της αρχικώς ορισθείσας. Αν και αυτός ο τέταρτος ορισθείς πλειστηριασμός αποβεί άγονος παρεμβαίνει πλέον το δικαστήριο του άρθρου 933 ΚΠολΔ, που, δικάζοντας κατά τη διαδικασία των άρθρ. 686 επ. ΚΠολΔ, μπορεί, κατόπιν αιτήσεως όποιου έχει έννομο συμφέρον, να άρει την κατάσχεση (εάν βεβαίως πιθανολογεί ότι η διά πλειστηριασμού αναγκαστική εκποίηση του κατασχεθέντος για συντρέχοντες στη συγκεκριμένη περίπτωση λόγους δεν είναι δυνατό να τελεσφορήσει) ή να διατάξει να γίνει αργότερα νέος πλειστηριασμός με την καθοριζόμενη στην § 2Β τιμή πρώτης προσφοράς (65% της αρχικής) ή και με ακόμη χαμηλότερη τιμή πρώτης προσφοράς, που πιθανολογείται ότι είναι δυνατό να προσελκύσει πλειοδότες.

Στο παρελθόν ωστόσο, είχε προλάβει να δοκιμασθεί ο θεσμός της ελεύθερης εκποίησης του άρθρου 966 § 2 ΚΠολΔ, όταν προβλεπόταν πως στην περίπτωση κατά την οποία εκκρεμεί ο εκπλειστηριασμός του πράγματος, παρότι έχουν προηγηθεί δύο -άκαρποιπλειστηριασμοί, στη θέση ενός τρίτου πλειστηριασμού ως επανάληψη της προσπάθειας για ρευστοποίηση του περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη ηδύνατο να υπεισέλθει κατά πρωτοβουλία ενός προσώπου έχοντος έννομου συμφέροντος και κατά διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου δικαστηρίου η ελεύθερη εκποίηση του ακινήτου, «με τίμημα που ορίζεται» από το τελευταίο. Η επιλογή αυτή του νομοθέτη ήταν σαφής: διείδε το ενδεχόμενο της φαυλοκυκλικής διαιώνισης της διαδικασίας του πλειστηριασμού ενός ακινήτου, το οποίο πιθανόν να μην κέντριζε για κάποιον λόγο (π.χ. τοποθεσία, εμβαδόν, παλαιότητα κ.ά.) το αγοραστικό ενδιαφέρον του κοινού ή για το οποίο να είχε ορισθεί ως τιμή πρώτης προσφοράς ένα ποσό που υπερακόντιζε τη συσχέτιση στο εκάστοτε περιβάλλον των κανόνων της προσφοράς και της ζήτησης, και θέλησε να εξεύρει μία εναλλακτική λύση, με την οποία θα εξυπηρετούνται, αφενός, η κατά το δυνατόν περαίωση της εκτελεστικής διαδικασίας, αφετέρου, η αποφυγή συνεχών πλειστηριασμών που αποβαίνουν άκαρποι λόγω μη εμφανίσεως πλειοδοτών και η αποφυγή επιβάρυνσης της διαδικασίας με αδικαιολόγητα συνεχή έξοδα[12].

Και δεν αμφισβητήθηκε[13] ότι η ελεύθερη εκποίηση του άρθρου 966 § 2 ΚΠολΔ, έφερε το χαρακτήρα αναγκαστικής εκποίησης και όχι εκούσιου πλειστηριασμού. Ως συνέπεια του χαρακτήρα της αυτού, η κατ’ άρθρο 966 § 2 ΚΠολΔ ελεύθερη εκποίηση επέφερε, εκτός των άλλων, και τα αποτελέσματα του άρθρου 1005 § 3 ΚΠολΔ, ήτοι απόσβεση των υποθηκών και των προσημειώσεων που ήσαν εγγεγραμμένες επί του ακινήτου[14] και συλλήβδην, τα δικαιώματα του υπερθεματιστή, όπως αυτά περιγράφονται στα άρθρα 1005, 1008, 1009 ΚΠολΔ κ.λπ.

ΙΙΙ. Υπό αυτό το πρίσμα, με το άρθρο 998 § 6 ΚΠολΔ ο σύγχρονος δικονομικός νομοθέτης θέσπισε μία παραπλήσια δυνατότητα ελεύθερης πώλησης, η οποία φέρει και αυτή ακραιφνώς τον χαρακτήρα της αναγκαστικής εκποίησης, και που τροφοδοτείται τελολογικά από το πνεύμα και τον προσανατολισμό του ν. 4335/2015. Μολαταύτα -το γράμμα τουλάχιστον του νόμουπλαισιώνεται από εντυπωσιακά ελάχιστες διαδικαστικές προϋποθέσεις, ανεπαρκείς να διασφαλίσουν την υπεροχή, αλλά και την προτεραιότητα της διαδικασίας του πλειστηριασμού έναντι της πώλησης του ακινήτου και από λιγοστές εγγυήσεις δημοσιότητας.

Συλλήβδην, ευθύς από την ανάγνωση της διάταξης του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ, θα μπορούσε κάποιος να καταλήξει στο συμπέρασμα πως με την ελεύθερη πώληση του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ ο οφειλέτης δύναται να παρακάμψει πλήρως τον (πρώτο) πλειοδοτικό διαγωνισμό, μολονότι η εκτελεστική διαδικασία in toto σε αυτόν κατατείνει, και να προβεί στη διάθεση του πράγματος με μια συμβολαιογραφική πράξη, απλώς κατ’ αίτησή του. Εκδοχή, που εκβαραθρώνει τα θεμέλια της αναγκαστικής εκτέλεσης, θέτοντας εν αμφιβόλω τη θεμελιώδη αρχή της απαγόρευσης διαθέσεως, της επελθούσας δυνάμει της επιβολής κατάσχεσης, καθιστώντας τους δανειστές έρμαια του οφειλέτη, και γιατί όχι παθητικά υποκείμενα συμπαιγνιών διά της διαπράξεως καταδολιευτικών δικαιοπραξιών, που θα διενεργούνται υπό το προκάλυμμα ενίσχυσης της θέσης του «αδύναμου» οφειλέτη[15]. Όταν, κατά την εύστοχη επισήμανση του Στέφανου Δεληκωστόπουλου, είναι απαγορευμένη η συμφωνία, καταρτισθείσα μετά την επιβολή της κατάσχεσης, ώστε η πώληση του πράγματος να συντελεστεί δι’ εκούσιου πλειστηριασμού: «διότι ναι μεν είναι δικαίωμα των μερών να μη καταφύγωσιν εις την διαδικασίαν της εκτελέσεως και την συνδρομή της κρατικής εξουσίας πραγμάτων των δικαίων των, αλλά άπαξ προτιμήσωσι τούτο η εκτέλεσις θα ακολουθηθεί άνευ μετατροπών την υπό του νόμου προδιαγεγραμμένην οδόν»[16].

Κατά μία εκδοχή[17], πάντως, ορθά προτιμάται η αναίμακτη και απλοϊκή ρευστοποίηση του ακινήτου με ελεύθερη πώληση, από την χρονοβόρα, κοστοβόρα, περισσότερο περίπλοκη και πολλαχόθεν βαλλόμενη με ακυρότητες διαδικασία του πλειστηριασμού. Ενόσω, η διάταξη του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ, αυτοδυνάμως, δήθεν εξοπλίζει την εν λόγω διαδικασία με αυξημένα εχέγγυα αξιοπιστίας και αμεροληψίας, καθόσον: α) απαιτείται για την υλοποίησή της, η προηγούμενη έκδοση σχετικής δικαστικής απόφασης, η οποία βεβαιώνει την τήρηση της νομιμότητας για όλους τους εμπλεκόμενους, β) λαμβάνει χώρα, με συγκεκριμενοποιημένο από το δικαστήριο τίμημα, από τον υπάλληλο του πλειστηριασμού υπό την ιδιότητά του ως οργάνου της εκτέλεσης και επέχει θέση πλειστηριασμού και κατακύρωσης, στην περίπτωση δε που αυτό δεν επαρκεί για την ικανοποίηση όλων των δανειστών ακολουθείται η διαδικασία για την κατάταξη των δανειστών με τη σύνταξη, μετά την ολοκλήρωση της εκποίησης και την αποπληρωμή του τιμήματος, πίνακα κατάταξης των δανειστών και γ) ορίζει, παράλληλα, ένα απώτατο, για την ολοκλήρωση της ελεύθερης εκποίησης, χρονικό σημείο (10 ημέρες πριν από τον πλειστηριασμό) καθιστώντας σαφές ότι σε περίπτωση που αποβεί ατελέσφορη, ο πλειστηριασμός διεξάγεται κατά την ορισθείσα ημερομηνία.

Πλην όμως, ορθά[18] η νέα διάταξη της ΚΠολΔ 998 § 6, έχει δεχθεί δριμεία κριτική -και από τον ίδιο το νομοθέτη[19], με αδιάψευστο μάρτυρα την από 1.1.2023 προβλεπόμενη κατάργησή τηςγια το λόγο ότι αντιπαρέρχεται την όλη δομή της διαδικασίας του πλειστηριασμού, της σημασίας που αποδίδει ο ίδιος ο νομοθέτης σ΄ αυτή[20], καθώς και του τελολογικώς διαρθρωμένου συστήματος της αναγκαστικής εκτέλεσης[21].

Ειδικότερα, με την εισαγωγή της δυνατότητας ελεύθερης εκποίησης του κατασχεθέντος, κατόπιν αιτήσεως αποκλειστικά του οφειλέτη, σε στάδιο πριν ακόμη καν διενεργηθεί ο πρώτος πλειστηριασμός και αποβεί αυτός άκαρπος, αφενός μεν απεμπολείται η διαφάνεια και η ασφάλεια δικαίου τις οποίες εξασφαλίζει ο αναγκαστικός πλειστηριασμός και παραβλέπεται η ίδια η ratio της, επικουρικής έναντι του αναγκαστικού πλειστηριασμού, διαδικασίας της ελεύθερης εκποιήσεως, ως ultimum refugium[22] για τη ρευστοποίηση του εκπλειστηριαζόμενου πράγματος· αφετέρου δημιουργούνται προβλήματα αναφορικά με την προστασία των συμφερόντων των προνομιούχων πιστωτών, αλλά και σε σχέση προς την ενημέρωση των ενδιαφερόμενων πλειοδοτών. Και αυτό διότι, η παράλειψη ρυθμίσεως των ζητημάτων δημοσιότητας και γνωστοποίησης της ελεύθερης εκποίησης στους ενδιαφερόμενους κοινωνούς, κατατείνει στην απόσβεση των δικαιωμάτων των εμπραγμάτως εξασφαλισμένων δανειστών, δίχως πρώτα να λάβουν γνώση της εκτελεστικής διαδικασίας, ενώ οι λοιποί δανειστές τελούν σε γνώση μόνον της ημέρας του αρχικώς ορισθέντος πλειστηριασμού και δεν θα πληροφορηθούν έγκαιρα τη νέα ημερομηνία της ελεύθερης εκποίησης, ώστε να αναγγείλουν τις απαιτήσεις τους[23]. Ως εκ τούτου, υφίσταται σοβαρός κίνδυνος να αποτραπούν ενδεχόμενοι πλειοδότες ένεκα της ελλείψεως δημοσιότητας, ενώ ουδόλως ρυθμίζεται σειρά ζητημάτων όπως το πώς θα αντιμετωπιστεί το ενδεχόμενο κάποιος ή κάποιοι από τους υποψήφιους αγοραστές να προσφέρουν τίμημα υψηλότερο εκείνου που όρισε το δικαστήριο με την απόφασή του και, εφόσον ολοκληρωθεί η πώληση, ενώ υφίσταται παράλληλα και αναγκαστική κατάσχεση, με ποιο τρόπο ικανοποιούνται οι πιστωτές και τι τύχη έχουν τα βάρη του πράγματος.

Οι παρενέργειες μιας άκριτης ελεύθερης εκποίησης ακτινοβολούν και στο νομοθετικά καθιερωμένο δικαίωμα του καθ' ου η εκτέλεση προς εξαγορά του πλειστηριαζόμενου πράγματος, ακόμη και την ύστατη ώρα της κατακύρωσης, υπό τους όρους των άρθρων 969 § 2 και 1002 § 2 ΚΠολΔ[24]. Και τούτο διότι η απροϋπόθετη εφαρμογή της ΚΠολΔ 998 § 6 βρίσκεται σε ευθεία εναντιοτροπή με τις ρυθμίσεις των άρθρων 969 § 2 και 1002 § 2 ΚΠολΔ και στην πραγματικότητα -αποκομμένη από το τελολογικά διαρθρωμένο σύστημα αναγκαστικής εκτέλεσηςθα καταργούσε υπό τη συνδρομή ολιγότερων προϋποθέσεων τους όρους υπό τους οποίους επιτρέπεται στον καθ' ου η εκτέλεση να ματαιώνει, κατ’ εξαίρεση την εκτελεστική διαδικασία.

Συλλήβδην, δεν έχει απαντηθεί ο τρόπος που θα επιτευχθεί η εναρμόνιση της «πρόωρης» ελεύθερης εκποίησης του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ, με τη δυνατότητα που παρέχουν τα άρθρα 969 § 2 και 1002 § 2 ΚΠολΔ, στον καθ' ου η εκτέλεση (οφειλέτη ή τρίτο κύριο ή νομέα) να ματαιώσει τον πλειστηριασμό κινητού ή ακινήτου πράγματος, καταβάλλοντας τα έως τη στιγμή εκείνη έξοδα της εκτελεστικής διαδικασίας, το τέλος χρήσης του ηλεκτρονικού συστήματος πλειστηριασμού, την απαίτηση του επισπεύδοντος και τις απαιτήσεις των δανειστών που αναγγέλθηκαν και έχουν εκτελεστό τίτλο, όπως και τους σχετικούς τόκους[25]. Όταν, κατά το χρονικό σημείο έκδοσης της δικαστικής απόφασης του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ, ουδείς γνωρίζει πόσοι και για ποιες απαιτήσεις θα αναγγελθούν· αλλά και δεν απαντάται νομοθετικά -στην υπό κρίση περίπτωσηεπί τη βάσει ποιων κριτηρίων θα καθοριστεί το ποσό, που υπό όρους θα δύναται επιτρεπτώς να ματαιώσει τον πλειστηριασμό. Ως εκ τούτου, η στενή και κατά γράμμα εφαρμογή της διάταξης του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ -αποκομμένη από το τελολογικά διαρθρωμένο σύστημα αναγκαστικής εκτέλεσηςθα έθετε εν αμφιβόλω τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες δύναται επιτρεπτώς -κατ’ εξαίρεσηο καθ' ου η εκτέλεση να ματαιώσει την εκτελεστική διαδικασία και να διασώσει το κατασχεθέν. Στο αποτέλεσμα αυτό -ήτοι στην παραγκώνιση της νομοθετικής πρόβλεψης προς ματαίωση της εκτελεστικής διαδικασίας μόνον υπό τους αυστηρούς όρους των άρθρων 969 § 2 και 1002 § 2 ΚΠολΔοδηγεί και η μη δημοσιοποίηση του καταλόγου των υποψηφίων πλειοδοτών που δικαιούνται να λάβουν μέρος στον πλειστηριασμό, κατ’ άρθρο 959 § 6 ΚΠολΔ.

Ο πλειστηριασμός που διενεργείται κατά παραβίαση των διατάξεων περί του δικαιώματος εξαγοράς είναι άκυρος και προσβάλλεται με ανακοπή του άρθρου 933 ΚΠολΔ, ανεξάρτητα από την επίκληση βλάβης[26]. Όπως, άλλωστε, ήδη καταφάνηκε, αν η διαδικασία της ελεύθερης εκποίησης εφαρμοστεί άκριτα, θα λειτουργήσει σε βάρος των λοιπών δανειστών, οδηγώντας σε φαλκίδευση των δικαιωμάτων των δυνάμενων να αναγγελθούν δανειστών.

IV. Σε κάθε περίπτωση και με δεδομένο ότι στο βωμό της απλοποίησης και της επιτάχυνσης της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης δεν πρέπει να διακυβεύεται η ίδια η αποτελεσματικότητά της ως διαύλου σύμμετρης ικανοποίησης περισσοτέρων δανειστών του οφειλέτη, ορθά γίνεται δεκτό[27] ότι η τιμή της ελεύθερης εκποίησης που ορίζει το δικαστήριο δεν πρέπει να υπολείπεται της τιμής πρώτης προσφοράς. Ειδάλλως, θα ήταν η διάταξη δεκτική καταστρατήγησης, προς το σκοπό της μείωσης της τιμής πρώτης προσφοράς, χωρίς να ακολουθηθεί η δέουσα διαδικασία του 954 § 4 ΚΠολΔ. Ειδικότερα, επί γερμανικού εδάφους[28], καθιερώθηκε η κατευθυντήρια αρχή, πως εάν ο νομοθέτης είχε σχεδιάσει τον νόμο περί αναγκαστικών πλειστηριασμών κατά τρόπο που ένας πλειστηριασμός θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλεια περιουσίας χωρίς «οικονομικά εύλογο αποτέλεσμα», θα προκαλούνταν ζητήματα συνταγματικότητας.

Γενικώς, μόνον ο τρίτος πλειστηριασμός (του παλαιού άρθρου 966 § 2 ΚΠολΔ) και η ελεύθερη εκποίηση τελούν σε σχέση διάζευξης, μη τιθέμενης κάποιας ρήτρας εξαιρετικότητας/επικουρικότητας, από το γράμμα του άρθρου 966 ΚΠολΔ. Άλλως, η ελεύθερη εκποίηση του άρθρου 966 ΚΠολΔ πρέπει να ιδωθεί ως υποκατάστατο της διαδικασίας του πλειστηριασμού[29], εφαρμοζομένων ειδικών διατάξεων που ωστόσο δεν διαρρηγνύουν τα θέσφατα περί του δικαίου της αναγκαστικής εκτέλεσης[30]. Αντίστοιχα, και η περίπτωση της ελεύθερης πώλησης του άρθρ. 998 § 6 ΚΠολΔ δεν συνιστά κατά νομική ακριβολογία ελεύθερη εκποίηση με όρους πώλησης του ΑΚ, ούτε, ασφαλώς, πρόκειται για εκούσιο πλειστηριασμό. Παρά, από τη συστηματική ερμηνεία της διάταξης, η δυνατότητα ελεύθερης πώλησης του κατασχεθέντος του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ συμπληρώνει, επί της ουσίας, τις ρυθμίσεις των άρθρων 966 και 1003 § 4 ΚΠολΔ· ώστε όσα επισημάνθηκαν για την «ελεύθερη πώληση»[31], την ισχύουσα κατ’ άρθρ. 966 § 2 και 1003 § 4 ΚΠολΔ, να ισχύουν και στο πλαίσιο του άρθρ. 998 § 6 ΚΠολΔ[32], πρώτιστα αναφορικά με τα δικαιώματα του υπερθεματιστή, όπως αυτά περιγράφονται στα άρθρα 1005, 1008, 1009 ΚΠολΔ κ.λπ.

Έχει, δε, τεθεί πολλάκις υπ’ όψη των ελληνικών δικαστηρίων στο πλαίσιο της αίτησης του 998 § 6 ΚΠολΔ ότι λόγος για την ευδοκίμησή της αποτελεί η πιθανολόγηση περί της αφορίας του επικείμενου πλειστηριασμού ενόψει της αυξημένης τιμής πρώτης προσφοράς. Ως προς το ζήτημα αυτό διατυπώθηκε η νομολογιακή θέση ότι: «η χρήση της δυνατότητας του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ εκ μέρους του καθ' ου η εκτέλεση/οφειλέτη με την υποβολή αιτήσεως, θεμελιωμένης στην αιτιολογία ότι ο επικείμενος πλειστηριασμός θα αποβεί άκαρπος λόγω αυξημένης τιμής πρώτης προσφοράς δεν ευσταθεί, καθώς το ίδιο αποτέλεσμα μπορεί να επιτευχθεί με απολύτως όμοιο αλλά ηπιότερο τρόπο, με την αίτηση διορθώσεως του άρθρου 954 § 4 ΚΠολΔ, χωρίς να καταστρατηγούνται οι προστατευτικές για τους δανειστές διατάξεις της προδικασίας του πλειστηριασμού»[33].

Χαρακτηριστικό παράδειγμα προσφέρει η υπ’ αριθ. 1364/2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών[34], όπου έγινε δεκτή η αίτηση του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ, υπό τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: α) αντικείμενο εκτέλεσης ήταν ένα συγκρότημα πολυκατοικιών με εκατόν οκτώ (108) οριζόντιες ιδιοκτησίες, το οποίο απαρτιζόταν από δύο κοινά υπόγεια και ισόγειο και δύο ανεξάρτητες ημιτελείς πολυκατοικίες αποτελούμενες από 6 ορόφους πάνω από το ισόγειο εκάστη με αυτοτελείς και ανεξάρτητες οριζόντιες ιδιοκτησίες, ιδιόχρηστους, κοινόχρηστους και κοινόκτητους χώρους, β) ως τιμή πρώτης προσφοράς είχε ορισθεί το ποσό των ενός εκατομμυρίου οκτακοσίων πενήντα οκτώ χιλιάδων ευρώ (1.858.000,00 €), γ) οι κατασχεθείσες οριζόντιες ιδιοκτησίες ήταν ημιτελείς, όπως και το ισόγειο, δ) οι οριζόντιες ιδιοκτησίες και το ισόγειο αποτελούσαν ένα λειτουργικό σύνολο, ώστε η μόνη δυνατότητα εκποίησης όλων ανεξαιρέτως των οριζόντιων ιδιοκτησιών ήταν η απόκτησή τους διά αγοράς ως συνόλου από πρόσωπο με επιχειρηματικό σχέδιο αποπεράτωσης και οικονομική εκμετάλλευσης ολόκληρου του οικοδομικού συγκροτήματος, ε) για την αγορά συνόλου του οικοδομικού συγκροτήματος είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον μία ανώνυμη εταιρεία, απευθύνοντας στον οφειλέτη/ καθ’ ου η εκτέλεση πρόταση αγοράς έναντι συνολικού τιμήματος ενός εκατομμυρίου εννιακοσίων ευρώ (1.900.00,00 €). Έκρινε, ως εκ τούτου, το ως άνω δικαστήριο ότι: «η διενέργεια του αναγκαστικού πλειστηριασμού δεν θα επιφέρει μετά βεβαιότητας την εκποίηση του συνόλου των ανωτέρω ιδιοκτησιών, σε κάθε, δε, περίπτωση θα αποθαρρύνει τυχόν ενδιαφερόμενο πλειοδότη, που διαθέτει επιχειρηματικό σχέδιο για ολόκληρο το συγκρότημα, δοθέντος ότι λόγω του πλήθους των ιδιοκτησιών παρίσταται ισχυρό το ενδεχόμενο να μην κατορθώσει να υπερθεματίσει για το σύνολο των οριζόντιων ιδιοκτησιών, ενόψει της πιθανότητας εμφάνισης πλειοδοτών για ορισμένες από αυτές».

Παρατηρείται, λοιπόν, ότι το ως άνω δικαστήριο προέκρινε την ελεύθερη εκποίηση ολόκληρου του οικοδομικού συγκροτήματος, ως έχοντος αυτοτελή οικονομική αξία ως συνόλου, αποτελούμενου από έναν τόσο μεγάλο αριθμό οριζόντιων ιδιοκτησιών (108), ώστε να καθίστατο βάσιμη η πιθανολόγηση ότι διά του αναγκαστικού πλειστηριασμού θα εκποιηθεί κατατμημένο, απομειωμένης έτσι της περιουσιακής του αξίας. Οπωσδήποτε, δε, ελήφθη σοβαρά υπόψη ότι υπήρξε ενδιαφερόμενος αγοραστής, ο οποίος προσέφερε τίμημα που υπερέβαινε την τιμή πρώτης προσφοράς, προδιαμορφώνοταν, λοιπόν, η διαδικασία της ελεύθερης εκποίησης ως ασφαλέστερη οδός ρευστοποίησης του περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη. Σε φανερή αντιδιαστολή, μάλιστα, ο αναγκαστικός πλειστηριασμός προδιαγραφόταν ως μη εξίσου συμφέρων, ενώ ο ανταγωνισμός που κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων θα αναπτύσσετο κατά τη διενέργεια του πλειοδοτικού διαγωνισμού δεν θα προήγαγε, τουναντίον θα υπέσκαπτε το οικονομικό όφελος του οφειλέτη, του επισπεύδοντος, καθώς και των λοιπών αναγγελθέντων δανειστών.

Κρίσεις, που συνυποδηλώνουν, αφενός τη στενότητα του γράμματος της ΚΠολΔ 998 § 6, αφετέρου την απαίτηση η διάταξη αυτή να αναγνωσθεί ως τμήμα ενός τελολογικά διαρθρωμένου συστήματος αναγκαστικής εκτέλεσης.

V. Προς την κατεύθυνση αυτή, φάνηκε να ομαλοποιείται η ένταξη του άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης και αποκρούστηκε ο κίνδυνος της χωρίς διάκριση εφαρμογής της: «[τ]ο δικαστήριο δέχεται την αίτηση, εάν πιθανολογεί ότι η ελεύθερη πώληση δεν καταστρατηγεί, τουλάχιστον σε σημαντικό βαθμό, τα συμφέροντα του επισπεύδοντος και των αναγγελθέντων δανειστών, συνεκτιμώντας το ύψος των απαιτήσεών τους και του πλειστηριάσματος που θα ήταν δυνατόν να επιτευχθεί κατόπιν διαδοχικών προσφορών. Με την απόφαση, που δέχεται την αίτηση, καθορίζεται το τίμημα, που εύλογα δεν μπορεί να υπολείπεται της τιμής πρώτης προσφοράς…»[35].

Με τον τρόπο αυτόν, πράγματι, η ελεύθερη εκποίηση του ακινήτου μόνον ως μέσο βελτίωσης των όρων του αναγκαστικού πλειστηριασμού, που πρόκειται να διενεργηθεί, μπορούσε να λειτουργήσει. Φαίνεται, λοιπόν, ότι και υπό την ισχύ των άρθρων 966 και 998 § 6 ΚΠολΔ διαδικαστικός προορισμός της αναγκαστικής ικανοποίησης χρηματικών απαιτήσεων παρέμεινε ο αναγκαστικός πλειστηριασμός της περιουσίας του οφειλέτη· ο θεσμός, δε, της ελεύθερης εκποίησης θεσπίστηκε προκειμένου να αντιμετωπιστούν εκείνες μόνον οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες ο πλειοδοτικός διαγωνισμός είτε προβλεπόταν ως μάταιος είτε ως μη αποδοτικός. Με άλλα λόγια, σε καμία περίπτωση ο αναγκαστικός πλειστηριασμός και η ελεύθερη εκποίηση δεν διαπλέκονταν υπό το σχήμα πλήρους εναλλαξιμότητας, επιτελούσαν, μεν, την ίδια λειτουργία (ρευστοποίηση πράγματος, ικανοποίηση δανειστών-αντίστοιχη εξόφληση οφειλέτη) αλλά με διαφορετική δυναμικότητα. Ο δε πλειστηριασμός δεν έπαυσε να αποτελεί τον πρότυπο τρόπο περαίωσης της αναγκαστικής εκτέλεσης, με την ελεύθερη εκποίηση του πράγματος να συνιστά, απλώς, την ultimum refugium, την έσχατη λύση που καλείται σε εφαρμογή μόνο στις εξαιρετικές εκείνες περιπτώσεις, όπου η διαδοχικότητα στις προσφορές θα υπέσκαπτε την ουσιαστική αποδοτικότητα της αναγκαστικής εκτέλεσης.

VΙ. Τις ανωτέρω αδυναμίες (καθ’ ό χρόνο ίσχυε η ρύθμιση της ΚΠολΔ 998 § 6) δεν κατάφερε να αναλογιστεί η δημοσιευόμενη απόφαση, η οποία εικάζοντας ότι το ενδεχόμενο πλειστηρίασμα του αναγκαστικού πλειστηριασμού θα υπολείπεται του επιτευχθέντος με την ελεύθερη εκποίηση τιμήματος αγοραπωλησίας (εικασία που, πάντως, δύσκολα δύναται να επαληθευθεί/πιθανολογηθεί) προκρίνει την ελεύθερη εκποίηση της ΚΠολΔ 998 § 6.

Γεώργιος Διαμαντόπουλος

Καθηγητής Πολιτικής Δικονομίας ΑΠΘ



[1] Και αυτό προκειμένου να αποφευχθεί το φαινόμενο διενέργειας διαδοχικών άκαρπων (λόγω μη εμφάνισης πλειοδοτών) πλειστηριασμών, οι οποίοι επιβαρύνουν με πρόσθετα έξοδα τον οφειλέτη, αλλά και να επιτευχθεί η ταχύτερη δυνατή περάτωση της εκτελεστικής διαδικασίας, βλ. σχετικώς ΜΠρΚερκ 361/2022, ΝοΒ 2022.859· ΜΠρΚερκ 362/2022, ΝοΒ 2022.863, με σημ. Τσαχιρίδη· ΜΠρΧίου 182/2020, Αρμ 2021.989· ΜΠρΙωαν 174/2017, σε www.prosyde.gr/archives/2307. -Βλ. πάντως και ΕιρΜαραθ 4/2022, ΤΝΠ Νόμος, ότι η εκδοχή ότι ο νομοθέτης παραιτήθηκε αυτοβούλως από την προοπτική είσπραξης ενός υψηλότερου τιμήματος/πλειστηριάσματος, προκειμένου να αποφευχθούν οι επιπλοκές, καθυστερήσεις και έξοδα που συνεπάγεται ο πλειστηριασμός, δεν ευρίσκει κάποιο έρεισμα στα πρόσφορα ερμηνευτικά βοηθήματα. Πρβλ. σχετικώς και Αρβανιτάκη, Περί του (καταργητέου) άρθρου 998 § 6 ΚΠολΔ, ΕΠολΔ 2019.500 επ.· Μπότσαρη, Ο θεσμός της ελεύθερης εκποίησης κατασχεμένων ακινήτων ύστερα από δικαστική απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 998 § 6 ΚΠολΔ, ΕφΑΔ 2021.241 επ.· Σταματόπουλο/Γιαννόπουλο, Ελεύθερη εκποίηση κατασχεθέντος ακινήτου κατ’ άρθρο 998 § 6 ΚΠολΔ· Προϋποθέσεις και διαδικασία της εκποίησης· Αταξίες της διαδικασίας και ενεργητική νομιμοποίηση προς άσκηση ανακοπής άρθρου 933 ΚΠολΔ, Αρμ 2021.1080 επ.· Ευθυμίου, Η «ελεύθερη πώληση»; αναγκαστικά κατασχεθέντος ακινήτου κατ’ άρθρο 998 § 6 ΚΠολΔ, ΕφΑΔ 2019.857. Πρβλ. τέλος Γέσιου-Φαλτσή, Δίκαιο Αναγκαστικής Εκτελέσεως, Ειδικό Μέρος ΙΙα³ (2018), σ. 527 επ.

[2] Χαρακτηριστική η ΜΠρΧίου 182/2020, Αρμ 2021.989.

[3] Βλ. την αιτιολογική έκθεση του ν. 4512/2018, για το άρθρο 207 του νέου νόμου.

[4] Νίκας, Δίκαιο αναγκαστικής εκτελέσεως, τ. ΙΙ2 (2018), σ. 510. Πρβλ. και Σταματόπουλο/Γιαννόπουλο, ό.π. σημ. 1, Αρμ 2021.1082.

[5] Κατά την αιτιολογική έκθεση του ν. 4842/2021.

[6] Βλ. σχετικώς και Σ. Πανταζόπουλο, Αναγκαστική Εκτέλεση² (2022) σ. 564/565.

[7] Ότι η ελεύθερη εκποίηση του κατασχεθέντος δεν διαφοροποιείται με οποιονδήποτε τρόπο σε σύγκριση με την ελεύθερη εκποίηση που διατάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 966 § 2 ΚΠολΔ, βλ. Σταματόπουλο/Γιαννόπουλο, ό.π. σημ. 36, Αρμ 2021.1083· ΜΠρΙωαν 174/2017, αδημ.· κατά δε τον Αρβανιτάκη, ό.π. σημ. 1, ΕΠολΔ 2019.504, η ελεύθερη εκποίηση κατ’ άρθρ. 998 § 6 ΚΠολΔ αποτελεί συμπλήρωμα της ελεύθερης πώλησης του άρθρου 966 § 2 ΚΠολΔ. -Πάντως, ως διαδικασία η ελεύθερη εκποίηση -με συνθήκες δηλαδή ελεύθερης αγοράς- συναντάται και στην περίπτωση των υπερχρεωμένων, κατ' άρθρ. 9 § 1 ν. 3869/2010 [ΜΠρΠατρ 105/2022, ΤΝΠ Ισοκράτης· ΕιρΑθ 948/2021, ΤΝΠ Ισοκράτης] των πλοίων [βλ. Κυμιωνή, Η ελεύθερη εκποίηση του πλοίου από τον προτιμώμενο ενυπόθηκο δανειστή ως εξουσία απορρέουσα από το ν.δ. 3899/1958-κριτική θεώρηση, ΕΝΔ 1992.48· Ρόκα/Θεοχαρίδη, Ναυτικό Δίκαιο4 (2021) σ. 100] των αεροσκαφών [βλ. Χατζηνικολάου-Αγγελίδου, Το αεροσκάφος ως αντικείμενο συναλλαγών³ (2001) σ. 115].

[8] Εν γένει, για το σκοπό του άρθρου 966 §§ 2-4 ΚΠολΔ, βλ. από τη μεν θεωρία ενδεικτικά Μπρίνια, Αναγκαστική εκτέλεσις, τ. Ι2 (ανατύπ. 1982), άρθρ. 966 και 1003 αντίστοιχα· Γέσιου-Φαλτσή, ό.π. σημ. 1, σ. 527 επ.· Στ. Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 6, σ. 560 επ.· Γιαννόπουλο, Διόρθωση της κατασχετήριας έκθεσης και της τιμής πρώτης προσφοράς στον πλειστηριασμό (2013) σ. 130. Πρβλ. και ΑΠ 531/1995, ΝοΒ 1996.988 επ.· ΠΠρΠειρ 3258/2013, ΤΝΠ Νόμος· ΜΠρΛαμ 53/2018, ΤΝΠ Νόμος· ΜΠρΠειρ 152/2016, ΕφΑΔ 2016.879· ΜΠρΘεσ 5653/2014, ΤΝΠ Νόμος· ΜΠρΒερ 442/2011, ΕΠολΔ 2011.632, με παρατηρήσεις Τσιάντου· ΜΠρΑλεξ 1019/2009, ΕφΑΔ 2010.114, με παρατηρήσεις Ηλιακόπουλου· ΜΠρΑμφ 116/2007, Δ 2007.598, με σημ. ΚΕΜ

[9] Βλ. σχετικώς BGH, 10.5.2007 - V ZB 83/06· BGH 24.11.2005 - V ZB 98/05- LG Frankenthal· OLG Koblenz, 15.1.1999 - 4 W 880/98, διαθέσιμες σε dejure.org. Πρβλ. από τη γερμανική νομολογία και OLG Celle, 30.11.2011 - 4 U 52/11· LG Düsseldorf, 12.12.2011 - 25 T 368/11· LG Konstanz, 26.03.2007 - 62 T 138/06· LG Stade, 27.12.2006 - 7 T 262/06, διαθέσιμες σε dejure.org.

[10] Βλ. ενδεικτικώς ΜΠρΕυρυτ 18/2021, ΤΝΠ Νόμος· ΜΠρΘεσ 5653/2014, ΤΝΠ Νόμος.

[11] Βλ. εκτενείς αναφορές σε Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη, Οι σημαντικότερες πρόσφατες τροποποιήσεις του Γενικού Μέρους του δικαίου της Αναγκαστικής Εκτέλεσης και των κεφαλαίων για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων διά κατασχέσεως κινητών και ακινήτων, ΕλλΔνη 2022.45.

[12]. Σ. Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 6, σ. 560/561· πρβλ. και Αρβανιτάκη, ό.π. σημ. 1, ΕΠολΔ 2019.500 επ.

[13] Μπρίνιας, ό.π. σημ. 8, άρθρο 966, σ. 935· Γέσιου-Φαλτσή, ό.π. σημ. 1, σ. 530· Μπότσαρης, ό.π. σημ. 1, ΕφΑΔ 2021.241 επ.· Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Νικολόπουλος) Ερμηνεία ΚΠολΔ¹ (2000) άρθρ. 966, αριθ. 8· Μάζης, «Ελεύθερη» εκποίηση κατασχημένου πράγματος κατά το άρθρο 966 § 3 ΚΠολΔ, ΝοΒ 1980.607 (608/609)· Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη), Ερμηνεία ΚΠολΔ² (2021) άρθρ. 966, αριθ. 8· Αρβανιτάκης, ό.π. σημ. 1, ΕΠολΔ 2019.501· Γιαννόπουλος, ό.π. σημ. 46, σ. 146 επ.· Ηλιακόπουλος, παρατηρήσεις υπό ΜΠρΑλεξ 1019/2009, ΕφΑΔ 2010.115· Ευθυμίου, ό.π. σημ. 1, ΕφΑΔ 2019.858· από τη νομολογία πρόσθ. και ΜΠρΚερκ 361/2022, ΝοΒ 2022.859· ΜΠρΚερκ 362/2022, ΝοΒ 2022.863, με σημ. Τσαχιρίδη· ΕφΠειρ 628/2019, www.efeteio-peir.gr· ΜΠρΧίου 182/2020, Αρμ 2021.989. Πρβλ. ακόμη ΑΠ 1343/2008, ΤΝΠ Νόμος για τον πλειστηριασμό με ελεύθερη πώληση.

[14] Σταματόπουλος/Γιαννόπουλος, ό.π. σημ. 1, Αρμ 2021.1083· Ευθυμίου, ό.π. σημ. 1, ΕφΑΔ 2019.861 επ.

[15] Βλ. τις σχετικές επιφυλάξεις σε Γέσιου-Φαλτσή, ό.π. σημ. 1, σ. 527 επ., και ιδίως 530 επ.· Αρβανιτάκη, ό.π. σημ. 1, ΕΠολΔ 2019.500 επ.· Ευθυμίου, ό.π. σημ. 1, ΕφΑΔ 2019.857 επ. Πρβλ. και Σ. Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 6, σ. 566.

[16] Στ. Δεληκωστόπουλος, Η αυτονομία της ιδιωτικής βουλήσεως εν τη Πολιτική Δικονομία (1965), σ. 328.

[17] Χαρακτηριστική η ΜΠρΧίου 182/2020, Αρμ 2021.989· πρόσθ. και ΜΠρΚερκ 361/2022, ΝοΒ 2022.859· ΜΠρΚερκ 362/2022, ΝοΒ 2022.863, με σημ. Τσαχιρίδη.

[18] Βλ. Αρβανιτάκη, ό.π. σημ. 1, ΕΠολΔ 2019.500 επ. Προβληματισμούς διατυπώνουν και οι Γέσιου-Φαλτσή, ό.π. σημ. 1, σ. 527 επ., και ιδίως 530 επ.· Σ. Πανταζόπουλος, ό.π. σημ. 6, σ. 566· Ευθυμίου, ό.π. σημ. 1, ΕφΑΔ 2019.857 επ.

[19] Βλ. ανωτέρω υπό 10, και την στο μεσοδιάστημα κατάργηση της διάταξης.

[20] Διαφωτιστική η πρόσφατη ΕιρΜαραθ 4/2022, ΤΝΠ Νόμος.

[21] Βλ. εγγύτερα Διαμαντόπουλο, Άμυνα μισθωτή ξενοδοχειακού συγκροτήματος το οποίο εκποιήθηκε ελεύθερα (κατ’ άρθρο 998 § 6 ΚΠολΔ) δίχως τη συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου, των ενταγμένων σε τελολογικώς διαρθρωμένο σύστημα αναγκαστικής εκτέλεσης, ΕΠολΔ 2022.378 επ.

[22] Νίκας, ό.π. σημ. 4, σ. 424· Αρβανιτάκης, ό.π. σημ. 1, ΕΠολΔ 2019.502· ΜΠρΕυρυτ 18/2021, ΤΝΠ Νόμος· ΕιρΡόδ 245/2014, ΤΝΠ Νόμος.

[23] Αντίστοιχες οι ανησυχίες του Αρβανιτάκη, ό.π. σημ. 1, ΕΠολΔ 2019.500 επ. (502)· πρβλ. και Γιαννούλη, Παρατηρήσεις γύρω από τις διατάξεις της αναγκαστικής εκτέλεσης μετά την ισχύ του ν. 4335/2015, Αρμ 2016.2039· καθώς και Σταματόπουλο/Γιαννόπουλο, ό.π. σημ. 1, Αρμ 2021.1080 επ.

[24] Βλ. ήδη από το προϊσχύον καθεστώς Οικονομίδη/Λιβαδά/Γιδόπουλο, Πολιτική δικονομία, τ. ΙΙΙ7 (1926· ανατυπ. 1988), σ. 332· έκτοτε Γέσιου-Φαλτσή, ό.π. σημ. 1, σ. 636 επ.· την ίδια, Ο πλειστηριασμός κατά το άρθρο 1018 ΚΠολΔ και οι προϋποθέσεις ματαιώσεώς του κατά το άρθρο 1002 § 2 ΚΠολΔ, γνμδ, ΧρΙΔ 2009.170 επ.· την ίδια, Μονομερής ματαίωση πλειστηριασμού από τον επισπεύδοντα και δικαιώματα των αναγγελμένων δανειστών, γνμδ, ΕφΑΔ 2008.1171-1178· Νίκα, Η ματαίωση και η αναστολή του πλειστηριασμού κατόπιν συμφωνίας επισπεύδοντος δανειστή και οφειλέτη μετά την αναγγελία δανειστών, ΕΠολΔ 2008.305 επ.· Νικολόπουλο, Συμβολή στην ερμηνεία των άρθρ. 1002 ΙΙ και 969 ΙΙ ΚΠολΔ, ΝοΒ 1987.148 επ.· Σ. Πανταζόπουλο, ό.π. σημ. 6, σ. 517 επ.

[25] Πρβλ. αναλυτικά Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη, ό.π. σημ. 13, άρθρ. 969, αριθ. 3.

[26] Βλ. Μπρίνια, ό.π. σημ. 8, άρθρ. 1002, σ. 1780· Νικολόπουλο, ό.π. σημ. 24, ΝοΒ 1987.156· Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη, ό.π. σημ. 13, άρθρ. 969, αριθ. 3· χαρακτηριστική και η ΑΠ 95/2006, ΧρΙΔ 2007.241.

[27] Εκτενείς αναφορές σε Μπέη, Πολιτική Δικονομία-Αναγκαστική εκτέλεση, Ειδικό μέρος, τ. 23 (2005) σ. 2282 επ., με παραπομπή σε BVerfG 42, 64 επ. (72 επ.), 46, 325 επ., και 49, 220 επ. Βλ. ακόμη ΜΠρΑθ 1364/2021, αδημ.· Αρβανιτάκη, ό.π. σημ. 1, ΕΠολΔ 2019.502· πρβλ. και ΕιρΜαραθ 4/2022, ΤΝΠ Νόμος.

[28] Beschluß des Zweiten Senats vom 24. März 1976-2 BvR 804/75, www.servat.unibe.ch· βλ. ακόμη BGH, 10.5.2007 - V ZB 83/06· BGH 24.11.2005 - V ZB 98/05- LG Frankenthal· OLG Koblenz, 15.1.1999 - 4 W 880/98, διαθέσιμες σε dejure.org. Πρόσθ. και προηγ. σημ.

[29] Βλ. ωστόσο Σταματόπουλο/Γιαννόπουλο, ό.π. σημ. 1, Αρμ 2021.1082, ότι η ελεύθερη εκποίηση δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο του πλειστηριασμού, αλλά παράλληλα με αυτόν.

[30] Βλ. πρώτιστα Μπρίνια, ό.π. σημ. 8, άρθρ. 1003, σ. 1793. Άλλωστε, καίτοι το άρθρο 966 § 3 ΚΠολΔ (τότε ισχύον) χρησιμοποιεί τους όρους «τίμημα» και «ελεύθερη εκποίηση», δεν έχουν εφαρμογή οι περί συμβάσεως αρχές και γενικώς το ιδιωτικό δίκαιο, ούτε το άρθρο 1021 ΚΠολΔ, βλ. ΜΠρΑθ 4414/1973, ΕπΝαυτΔ 1973.289· ότι οι όροι «ελεύθερη εκποίηση» και «τίμημα» του άρθρ. 966 ΚΠολΔ είναι μάλλον ατυχείς, βλ. Μάζη, ό.π. σημ. 13, ΝοΒ 1980, 607 επ.· πρβλ. και Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα (-Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη), ό.π. σημ. 13, άρθρ. 998, αριθ. 3· ΜΠρΑθ 1364/2021, αδημ.

[31] Βλ. ανωτέρω πλησίον εκθέτη 13.

[32] Βλ. προεχόντως Γέσιου-Φαλτσή, ό.π. σημ. 1, σ. 532· Ευθυμίου, ό.π. σημ. 1, ΕφΑΔ 2019.959. Χαρακτηριστική η ΕιρΘασ 59/2019, ΤΝΠ Νόμος. Βλ. πάντως Μπότσαρη, ό.π. σημ. 1, ΕφΑΔ 2021.241 επ., ο οποίος, καταλήγει σε ανάλογη διασφάλιση των «αγοραστών» όμοια με αυτήν των πλειοδοτούντων σε πλειστηριασμό. Προβληματική και η ΜΠρΧίου 182/2020, Αρμ 2021.989.

[33] ΕιρΜαραθ 4/2022, ΤΝΠ Νόμος· έτσι και ΜΠρΑθ 1364/2021, αδημ.· βλ. και Αρβανιτάκη, ό.π σημ. 1, ΕΠολΔ 2019.500 επ.

[34] Αδημ. Βλ. και ΕιρΜαραθ 4/2022, ΤΝΠ Νόμος.

[35] ΜΠρΑθ 1364/2021, αδημ.· πρόσθ. και ΕιρΜαραθ 4/2022, ΤΝΠ Νόμος. Βλ. πάντως ΜΠρΚερκ 361/2022, ΝοΒ 2022.859· ΜΠρΚερκ 362/2022, ΝοΒ 2022.863, με σημ. Τσαχιρίδη, ότι: «[ο]ι περί του αντιθέτου αιτιάσεις της καθ’ ης, η οποία θεωρεί ότι στον επικείμενο πλειστηριασμό μπορεί να επιτευχθεί υψηλότερο τίμημα, δεν στηρίζονται από κάποιο αποδεικτικό μέσο και ως εκ τούτου ελέγχονται ως αβάσιμες. Αντίθετα, πιθανολογείται βάσιμα ότι η ελεύθερη εκποίηση των κατασχεθέντων ακινήτων θα έχει ως αποτέλεσμα την ταχεία ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, τον περιορισμό των εξόδων αυτής και την αποφυγή μείωσης της αξίας της περιουσίας του καθ' ου η εκτέλεση».