Top

Αναζήτηση


Νομικά Χρονικά
Περιοδικό
Αριθ. τεύχους
103
Έτος
2020
 
Περισσότερα »

Παραπομπές


Νομικά Χρονικά, 103 (2020)


ΣτΕ 1407/2020 Τμ.Ε΄

Πλοήγηση στα περιεχόμενα του τεύχους +

« Προηγούμενο     Επόμενο »

A- A A+    Εκτύπωση   

ΣτΕ 1407/2020 Τμ.Ε΄

Πρόεδρος: Μ. Γκορτζολίδου, Σύμβουλος της Επικρατείας, Προεδρεύουσα, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος
Εισηγήτρια: Μ. Σωτηροπούλου, Σύμβουλος

Νομιμότητα απόρριψης αιτήματος απαλλοτρίωσης ακινήτου εντός αρχαιολογικού χώρου άλλως για καταβολή αποζημίωσης

Νομικές διατάξεις: Άρθρα 17 § 1, 24 §§ 1, 6 Συντ., 1 ΠΠΠ ΕΣΔΑ, 18, 19 N. 3028/2002.

Περίληψη:

5. Επειδή, όπως έχει γίνει δεκτό (βλ. ΣτΕ 1307/2018, 815/2016, 4326/2010 κ.ά.), κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων των άρθρων 18 και 19 του ν. 3028/2002, ερμηνευομένων ενόψει των ορισμών του άρθρου 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος, ο χαρακτηρισμός ιδιωτικής έκτασης ως αρχαιολογικού χώρου ή η ύπαρξη εντός ή πλησίον αυτής αρχαίων μνημείων, χωρίς να κινηθεί εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος η διαδικασία απαλλοτρίωσης της έκτασης, δεν γεννά, κατ’ αρχήν, υποχρέωση της Διοίκησης είτε να άρει τη δέσμευση της ιδιοκτησίας είτε να την απαλλοτριώσει είτε να προβεί σε απ’ ευθείας εξαγορά της, αλλά μόνον υποχρέωση καταβολής αποζημίωσης, σε περίπτωση ουσιώδους, κατά τις περιστάσεις, περιορισμού ή στέρησης της κατά προορισμό χρήσης της ιδιοκτησίας. Υποχρέωση απαλλοτρίωσης γεννάται, κατ’ εξαίρεση, στην περίπτωση που το ακίνητο ευρίσκεται εντός ζώνης απολύτου προστασίας και εντός αυτού υπάρχουν ορατά υπολείμματα αρχαίων μνημείων ή μνημεία που αποκαλύπτονται μετά από ανασκαφική έρευνα, όπως και όταν επέρχεται ουσιώδης περιορισμός ή αναιρείται η κατά προορισμόν χρήση ακινήτου που ευρίσκεται εντός των ορίων ζώνης απολύτου προστασίας κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου (βλ. άρθρα 13 παρ. 3 και 17 παρ. 2, σε συνδυασμό με άρθρο 19 παρ. 3 του ν. 3028/2002, ΣτΕ 1307/2018, 1691/2017, 815/2016, πρβλ. ΣτΕ 3225/2014 7μ.). Η ίδια υποχρέωση γεννάται και στην περίπτωση που εγκρίνεται καταβολή αποζημίωσης που προσεγγίζει την αξία του ακινήτου (άρθ. 19 παρ. 7 του ν. 3028/2002, βλ. ΣτΕ 1307/2018 κ.ά.). Από το συνδυασμό των ίδιων άρθρων 18 και 19 του ν. 3028/2002 συνάγεται, επιπλέον, ότι αποζημίωση με κάποιον από τους εναλλακτικούς τρόπους που προβλέπονται στις ανωτέρω διατάξεις (απαλλοτρίωση, εξαγορά, χρηματική αποζημίωση) δεν οφείλεται σε κάθε περίπτωση επιβολής μέτρων προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς που έχουν ως αποτέλεσμα να περιορίζεται η ιδιοκτησία, αλλά απαιτείται ο περιορισμός αυτός να είναι ουσιώδης σε σχέση με τις δυνατότητες εκμετάλλευσης του ακινήτου κατά τον προορισμό του, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις και το πολεοδομικό καθεστώς της περιοχής, και στην αίτηση του ιδιοκτήτη προς τη Διοίκηση να προσδιορίζεται, με συγκεκριμένα στοιχεία, η ζημία που, κατά την εκτίμησή του, αυτός υφίσταται λόγω του περιορισμού, ώστε να δύναται να κριθεί αν η ζημία αυτή είναι ουσιώδης, δηλαδή υπερβαίνει το εύλογο μέτρο, πέραν του οποίου ανακύπτει υποχρέωση αποζημίωσης με έναν από τους προαναφερθέντες τρόπους. Ο προσδιορισμός δε του ύψους της ζημίας με το υποβαλλόμενο αίτημα είναι απαραίτητος σε κάθε περίπτωση, δηλαδή όχι μόνο για να κριθεί στη συνέχεια αν οφείλεται χρηματική αποζημίωση και ποίου ύψους, αλλά και αν συντρέχει λόγος αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ή εξαγοράς του ακινήτου, αφού, όπως αναφέρθηκε αμέσως προηγουμένως, υποχρέωση απαλλοτρίωσης ακινήτου θιγομένου από μέτρα υπέρ του πολιτιστικού περιβάλλοντος ανακύπτει στις περιπτώσεις των άρθρων 13 παρ. 3, 17 παρ. 2 και 19 παρ. 7 του ν. 3028/2002. Υπό τα δεδομένα αυτά, η αίτηση ιδιοκτήτη ακινήτου που υποστηρίζει ότι έχει υποστεί ουσιώδη δέσμευση του ακινήτου του, λόγω περιορισμών της αρχαιολογικής νομοθεσίας, πρέπει κατ’ ελάχιστον να περιέχει τα εξής στοιχεία: α) την κατά προορισμό χρήση του ακινήτου, τη δυνατότητα εκμετάλλευσής του και τους περιορισμούς δόμησης που ισχύουν τόσο κατά τον χρόνο κτήσης του όσο και κατά τον χρόνο επιβολής των εν λόγω περιορισμών, όπως επίσης και τις επιτρεπόμενες, μετά την επιβολή των περιορισμών, χρήσεις του ακινήτου, β) την τυχόν προηγουμένως ρητώς εκφρασθείσα ή προκύπτουσα βούληση του ιδιοκτήτη για εκμετάλλευση του ακινήτου καθ’ ορισμένο τρόπο, δυναμένη, μάλιστα, να συναχθεί και από τη χρήση αυτού κατά το προγενέστερο της υποβολής της αίτησής του χρονικό διάστημα, γ) την εν γένει συμπεριφορά της Διοίκησης και, συγκεκριμένα, την κατόπιν ενεργειών της δημιουργία εύλογης προσδοκίας στον ιδιοκτήτη ότι μπορεί να εκμεταλλευθεί το βαρυνόμενο ακίνητο καθ’ ορισμένο τρόπο, καθώς και δ) εκτίμηση της αξίας του ακινήτου πριν και μετά την επιβολή του περιορισμού. Πρόσφορα, εξάλλου, στοιχεία για την απόδειξη των ισχυρισμών αυτών είναι οι τίτλοι ιδιοκτησίας του ακινήτου και η περιλαμβανόμενη σε αυτούς περιγραφή της μορφής και της φύσης του ακινήτου, σχετικά τοπογραφικά διαγράμματα, μέσω των οποίων προσδιορίζεται επαρκώς η θέση του ακινήτου, ιδίως, εν σχέσει με τα αρχαία μνημεία, τον αρχαιολογικό χώρο και με παρακείμενους οικισμούς ή άλλες περιοχές ανάπτυξης οικονομικών εν γένει δραστηριοτήτων και, τέλος, στοιχεία εκτίμησης της αντικειμενικής και της εμπορικής αξίας του δεσμευόμενου ακινήτου (ΣτΕ 1307/2018, 1691/2017, 815/2016 κ.ά.).

(Δέχεται την αίτηση).