Top

Αναζήτηση


Παραπομπές


Νομολογία - Πλήρη κείμενα


ΜΕφΑθ 1398/2022 - Πλήρες κείμενο

A- A A+    Εκτύπωση   

ΜΕφΑθ 1398/2022 - Πλήρες κείμενο

Σύνθεση: Αικατερίνη Ντελή, Εφέτης
Δικηγόροι: Μαρία Ανδριοπούλου, Κάρολος Αμοιράλης

Πώληση ακινήτου· πραγματικά και νομικά ελαττώματα· πραγματικό ελάττωμα συνιστά και το βάρος της ρυμοτομίας του ίδιου του πωλούμενου ακινήτου, αν από αυτό αναιρείται ή μειώνεται ουσιωδώς η αξία ή η χρησιμότητα του· σε περίπτωση αναγκαστικής απαλλοτρίωσης για την εφαρμογή σχεδίου πόλης, υπόχρεοι για την καταβολή της αποζημίωσης είναι από κοινού ο Δήμος ή η Κοινότητα και οι ωφελούμενοι παρόδιοι ιδιοκτήτες· εφόσον η αξία των ακινήτων αυτών αυξάνει, δεν αποτελεί πραγματικό ελάττωμα, που αναιρεί ή μειώνει την αξία τους, η οφειλόμενη για, τη ρυμοτομία άλλου ακινήτου αποζημίωση και οφείλει έτσι ο αγοραστής ακινήτου, που βαρύνεται με τέτοια αποζημίωση, η οποία ούτε νομικό ελάττωμα αποτελεί, αφού δεν εμποδίζει την μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου, ούτε περιορίζει τις εξουσίες του αγοραστή που απορρέουν από την κυριότητα, να την καταβάλει στους δικαιούχους, χωρίς δικαίωμα αναζήτησης (αποζημίωσης) στη συνέχεια από τον πωλητή, εκτός αν αυτός υποσχέθηκε την καταβολή της ή γενικότερα υποσχέθηκε το πωλούμενο ακίνητο ελεύθερο από το έκτακτο αυτό βάρος.

Νομικές διατάξεις: άρθρα 478, 534, 535, 540, 543 ΑΚ, 6 ν. 5269/1931

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Αριθμός Απόφασης 1398/2022

ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

(13° & 21° Τμήμα - Ενοχικού & Ενωσιακού Δικαίου)

Συγκροτήθηκε από την Δικαστή Αικατερίνη Ντελή, Εφέτη, που όρισε το Τριμελές Συμβούλιο Διοίκησης του Εφετείου Αθηνών και από το Γραμματέα Νικόλαο Χρονά.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 3 Φεβρουάριου 2022, για να δικάσει την υπόθεση στην οποία διάδικοι είναι:

ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΕΣ : 1) … … του … (Α.Φ.Μ. …), κάτοικος Δάφνης Αττικής επί της οδού … αριθ. … και 2) … … του … (Α.Φ.Μ …), κάτοικος Δάφνης Αττικής επί της οδού … αριθ. …, τους οποίους εκπροσώπησε στο Δικαστήριο η πληρεξούσια δικηγόρος τους Μαρία ΑΝΔΡΙΟΠΟΥΛΟΥ (Α.Μ.Δ.Σ. Αθηνών …), που κατέθεσε το υπ’ αριθ. … γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Αθηνών.

ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΣ : … … του … (Α.Φ.Μ. …), κάτοικος Γλυφάδας Αττικής επί της οδού … αριθ. … και …, τον οποίο εκπροσώπησε στο Δικαστήριο ο πληρεξούσιος δικηγόρος του Κάρολος ΑΜΟΙΡΑΛΗΣ (Α.Μ.Δ.Σ. Αθηνών ... που κατέθεσε το υπ' αριθ. ... γραμμάτιο προκαταβολής εισφορών και ενσήμων του Δ.Σ. Αθηνών.

Ο ενάγων άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 30.9.2012 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης .../.../2012 αγωγή του, ζητώντας τα αναφερόμενα σε αυτή.

Το παραπάνω Δικαστήριο εξέδωσε αντιμωλία των διαδίκων την υπ’ αριθ. 1617/2020 οριστική απόφασή του, που έκανε δεκτή την αγωγή.

Οι εναγόμενοι προσέβαλαν την ανωτέρω απόφαση με την από 17.3.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης .../.../2020 έφεσή τους (αριθμός κατάθεσης δικογράφου και προσδιορισμού δικασίμου στο Εφετείο Αθηνών .../.../2020), δικάσιμος για τη συζήτηση της οποίας ορίστηκε η αναγραφόμενη στην αρχή της παρούσας.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε προσηκόντως από τη σειρά της εκ του πινακίου και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος των εκκαλούντων, αφού έλαβε το λόγο από την Προεδρεύουσα Δικαστή, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε. 0 πληρεξούσιος δικηγόρος του εφεσίβλητου δεν εμφανίστηκε αλλά παραστάθηκε με δήλωση, κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ, και προκατέθεσε έγγραφες προτάσεις.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

I. Η φερόμενη προς κρίση από 17.3.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης .../.../2020 έφεση των πρωτοδίκως ηττημένων εναγόμενων κατά του πρωτοδίκως νικήσαντος ενάγοντος και της υπ’ αριθ. 1617/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων κατά την τακτική διαδικασία, αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου (άρθρο 19 ΚΠολΔ) και έχει ασκηθεί νομότυπα (άρθρο 495 παρ. 1 και 2 ΚΠολΔ) και εμπρόθεσμα εντός τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, μη συνυπολογιζόμενου του χρονικού διαστήματος από 13.3.2020 έως 31.5.2020, κατά το οποίο η προθεσμία ανεστάλη λόγω της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων ως μέτρο για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας του κορονοϊού Covid-19 (άρθρα 143, 145 παρ. 2, 147 παρ. 2, 518 παρ. 1 εδαφ. α' ΚΠολΔ και 74 παρ. 1 ν. 4690/2020). Επίσης, για το παραδεκτό της έφεσης, έχει καταβληθεί το εκ του άρθρου 495 παρ. 3 του ΚΠολΔ προβλεπόμενο παράβολο, ποσού εκατό (100) ευρώ (σχ. το υπ’ αριθ. .../2020 ε-παράβολο που αναγράφεται στην έκθεση της έφεσης). Πρέπει, επομένως, η έφεση να γίνει τυπικώς δεκτή και να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ), κατά την ίδια παραπάνω διαδικασία που εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.

II. Κατά τις διατάξεις των άρθρων 534, 535, 540 και 543 του ΑΚ, όπως ίσχυαν πριν από την αντικατάσταση τους με το άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 3043/2002 και αφορούν, κατά το αναλογικά εφαρμοζόμενο άρθρο 24 του ΕισΝΑΚ, πωλήσεις που καταρτίσθηκαν πριν από την 21.8.2002, οπότε κατά το άρθρο 14 του ως άνω νόμου άρχισε αυτός να ισχύει, ο πωλητής ευθύνεται, αν το πράγμα που πουλήθηκε έχει πραγματικά ελαττώματα που αναιρούν ή μειώνουν ουσιωδώς την αξία ή τη χρησιμότητα του ή δεν έχει τις συμφωνημένες ιδιότητες κατά το χρόνο που ο κίνδυνος μεταβαίνει στον αγοραστή, δηλαδή κατά τον οριζόμενο στο άρθρο 522 του ΑΚ χρόνο της παράδοσης του σ' αυτόν ή προκειμένου για ακίνητο, κατά το χρόνο της τυχόν προηγούμενης μεταγραφής του, οπότε παρέχεται στον αγοραστή το δικαίωμα να απαιτήσει είτε την αναστροφή της πώλησης είτε τη μείωση του τιμήματος είτε αποζημίωση για μη εκτέλεση της σύμβασης, αν κατά τη σύναψη της πώλησης λείπει η συμφωνημένη ιδιότητα του πράγματος ή ο πωλητής γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει το ελάττωμα του πράγματος. Σε κάθε περίπτωση οι σχετικές με την ευθύνη του πωλητή διατάξεις είναι ενδοτικού χαρακτήρα και μπορεί συνεπώς να συμφωνηθεί η επίταση της ευθύνης του, ώστε να ευθύνεται και για επουσιώδη πραγματικά ελαττώματα του πωλούμενου πράγματος. Πραγματικό ελάττωμα κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων συνιστά και το βάρος της ρυμοτομίας του ίδιου του πωλούμενου ακινήτου, αν από αυτό αναιρείται ή μειώνεται ουσιωδώς η αξία ή η χρησιμότητα του (ΑΠ 420/2001, δημοσιευμένη στην Η.Τ.Ν.Π «ΝΟΜΟΣ»), Εξάλλου κατά το άρθρο 6 παρ. 1, 2 και 3 του ν. 5269/1931 περί αδειών οικοδομής σε ρυμοτομούμενα ακίνητα, όπως η παράγραφος 3 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 3 του ν. 653/1977, σε περίπτωση αναγκαστικής απαλλοτρίωσης για την εφαρμογή σχεδίου πόλης, υπόχρεοι για την καταβολή της αποζημίωσης είναι από κοινού ο Δήμος ή η Κοινότητα και οι ωφελούμενοι παρόδιοι ιδιοκτήτες, δηλαδή οι ιδιοκτήτες των ακινήτων που έχουν ή αποκτούν πρόσωπο στον κοινόχρηστο χώρο, αφού η αξία των ακινήτων αυτών αυξάνει με την εφαρμογή του σχεδίου πόλης, νοούνται δε ως τέτοιοι ιδιοκτήτες όσοι είναι κύριοι των ωφελούμενων ακινήτων κατά το χρόνο του δικαστικού προσδιορισμού της αποζημίωσης και όχι όσοι ήταν κύριοι κατά το χρόνο έκδοσης του εγκριτικού διατάγματος του πολεοδομικού σχεδίου ή κατά το χρόνο έκδοσης της πράξης τακτοποίησης και αναλογισμού της οφειλόμενης αποζημίωσης, αφού κατά τους χρόνους εκείνους δεν υπήρχε ακόμη αντίστοιχη ωφέλεια για τους ιδιοκτήτες των ακινήτων (ΟλΑΠ 159/1969). Συνεπώς, εφόσον η αξία των ακινήτων αυτών αυξάνει, δεν αποτελεί πραγματικό ελάττωμα, που αναιρεί ή μειώνει την αξία τους, η οφειλόμενη για τη ρυμοτομία άλλου ακινήτου αποζημίωση (ΑΠ 166/2005 δημοσιευμένη στην Η.Τ.Ν.Π «ΝΟΜΟΣ») και οφείλει έτσι ο αγοραστής ακινήτου, που βαρύνεται με τέτοια αποζημίωση, η οποία ούτε νομικό ελάττωμα αποτελεί, αφού δεν εμποδίζει την μεταβίβαση της κυριότητας του ακινήτου, ούτε περιορίζει τις εξουσίες του αγοραστή που απορρέουν από την κυριότητα (ΑΠ 156/2011, δημοσιευμένη στην Η.Τ.Ν.Π «ΝΟΜΟΣ»), να την καταβάλει στους δικαιούχους, χωρίς δικαίωμα αναζήτησης (αποζημίωσης) στη συνέχεια από τον πωλητή, εκτός αν αυτός υποσχέθηκε την καταβολή της ή γενικότερα υποσχέθηκε το πωλούμενο ακίνητο ελεύθερο από το έκτακτο αυτό βάρος, ένδειξη δε προς αυτή την κατεύθυνση ενδέχεται να αποτελεί το γεγονός ότι η λόγω της ρυμοτομίας ωφέλεια του πωλούμενου ακινήτου συνυπολογίσθηκε στο συμφωνημένο τίμημα. Μπορεί, δηλαδή, να συμφωνηθεί, κατά τη σύναψη της πώλησης ή και μεταγενέστερα, ότι ο πωλητής θα ευθύνεται και για τα ρυμοτομικά βάρη του ακινήτου και μάλιστα ότι θα καταβάλει ο ίδιος την ως άνω αποζημίωση στους δικαιούχους, οπότε θα πρόκειται για υπόσχεση ελευθέρωσης κατά το άρθρο 478 του ΑΚ (ΑΠ 824/2004, δημοσιευμένη στην Η.Τ.Ν.Π «ΝΟΜΟΣ»), που ορίζει ότι αν τρίτος υποσχέθηκε στον οφειλέτη ότι θα καταβάλει το χρέος του, ο δανειστής δεν αποκτά σε περίπτωση αμφιβολίας δικαίωμα από τη σύμβαση αυτή. Πρόκειται για αιτιώδη σύμβαση από την οποία απορρέει αυτοτελής ενοχή (ΑΠ 1230/2010, δημοσιευμένη στην Η.Τ.Ν.Π «ΝΟΜΟΣ»), διακρινόμενη τόσο από την αναιτιώδη υπόσχεση ή αναγνώριση χρέους, που ρυθμίζουν τα άρθρα 873 - 875 του ΑΚ, όσο και από τη σύμβαση, με την οποία απλώς επιβεβαιώνεται υπάρχον χρέος από ορισμένη αιτία. Η τελευταία αυτή σύμβαση, που είναι επιτρεπτή με βάση τη θεσπιζόμενη από το άρθρο 361 του ΑΚ ελευθερία των συμβάσεων, καταρτίζεται ατύπως και δεν δημιουργεί νέα αυτοτελή ενοχή σε σχέση με την αρχική βασική ενοχή, αφού μ' αυτή τα μέρη αποσκοπούν είτε στη δημιουργία απλού αποδεικτικού μέσου με τη μορφή της εξώδικης ομολογίας (άρθρο 352 παρ. 2 ΚΠολΔ) είτε στη διακοπή της παραγραφής (άρθρο 260 ΑΚ) ή σε ανάλογα νομικά αποτελέσματα κατά τα άρθρα λ.χ. 156, 272 παρ. 2 του ΑΚ είτε γενικότερα στην αποσαφήνιση ή στη διασφάλιση της βασικής ενοχής από τυχόν ελαττώματα και ενστάσεις, από τις οποίες γίνεται έτσι ρητή ή σιωπηρή παραίτηση (ΑΠ 523/2001, ΑΠ 1666/2003, ΑΠ 1432/2005, ΑΠ 304/2010, δημοσιευμένες στην Η.Τ.Ν.Π «ΝΟΜΟΣ»). Κατά κανόνα, όμως, με την αιτιώδη αναγνώριση χρέους επιδιώκεται η δημιουργία νέας ενοχής, είτε παράλληλα με την παλαιά είτε σε αντικατάσταση της παλαιάς (άρθρα 421, 436 ΑΚ) και απαλλαγμένης συνεπώς από τις ενστάσεις που μπορούσαν να προταθούν στο πλαίσιο εκείνης, η οποία, νέα ενοχή, δεν υπόκειται επίσης σε τύπο, εκτός εάν με τη σύμβαση αναγνωρίζεται υποχρέωση, για την ανάληψη της οποίας ο νόμος απαιτεί την τήρηση τύπου, οπότε πρέπει να τηρηθεί ο τύπος αυτός και για τη σύμβαση αναγνώρισης (ΑΠ 843/2000, ΑΠ 779/2004, ΑΠ 232/2009, ΑΠ 237/2009, ΑΠ 962/2012). Ο τύπος στην περίπτωση αυτή απαιτείται τόσο για τη δήλωση αναγνώρισης χρέους όσο και για την αποδοχή της, η οποία διαφορετικά μπορεί να είναι και σιωπηρή, συναγόμενη συμπερασματικά από την όλη συμπεριφορά του αντισυμβαλλομένου. Γενικότερα αποτελεί αντικείμενο ερμηνείας της συγκεκριμένης σύμβασης, αν η επερχόμενη μ’ αυτή αιτιώδης αναγνώριση υπάρχοντος χρέους αντικαθιστά ή όχι την αρχική σχέση ή απλώς την αλλοιώνει και αν στην περίπτωση αυτή ενέχει πλήρη ή μερική παραίτηση από ενστάσεις που αφορούν την αρχική σχέση, η οποία πρέπει κατ' αρχήν να είναι έγκυρη (άρθρο 437 ΑΚ).

III. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος, με την από 30.9.2012 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης .../.../2012 αγωγή του, που άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, αιτήθηκε, κατ’ ορθή εκτίμηση του νοηματικού περιεχομένου της, να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι και ήδη εκκαλούντες να του καταβάλουν, νομιμοτόκως από την εξώδικη όχλησή τους, άλλως από την επίδοση της αγωγής, κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα σε αυτή, κυρίως μεν λόγω της αιτιώδους εκ μέρους τους αναγνώρισης, επικουρικά δε κατά τις διατάξεις περί αδικοπραξιών, το συνολικό ποσό των 84.474 ευρώ, ισχυριζόμενος αφενός μεν ότι τα, ευρισκόμενα στο Δήμο Αγίου Δημητρίου Αττικής, στη θέση «...» και στη διασταύρωση των οδών ... (πρώην ...) αριθ. ... και ... αριθ. ..., ακίνητα (οικόπεδα), που ισομερώς, με τα υπ’ αριθ. .../11.10.1996 και .../11.10.1996, νομίμως μεταγεγραμμένα, συμβόλαια του συμβολαιογράφου Αθηνών ... ..., αυτοί του πώλησαν, κατά το ½ εξ αδιαιρέτου ποσοστό της κυριότητάς τους έκαστος, βαρυνόνταν με υποχρέωση αποζημίωσης για τα ρυμοτομούμενα ακίνητα των ιδιοκτητών ... ... και ... ..., κατά τα ειδικότερα οριζόμενα στην υπ’ αριθ. 3/2000 πράξη προσκυρώσεως και αναλογισμού αποζημίωσης λόγω ρυμοτομίας του Τμήματος Εφαρμογής Πολεοδομικών Σχεδίων της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Τομέα Νότιας Αθήνας της Ν.Α Αθηνών - Πειραιώς, αφετέρου δε ότι, κατόπιν εξώδικης επίλυσης κατέβαλε στους κληρονόμους του ιδιοκτήτη ... ... το ποσό των 70.700 ευρώ, καθώς και ότι, μετά την έκδοση της υπ' αριθ. 5470/2011 οριστικής απόφασης του Εφετείου Αθηνών, με την οποία καθορίστηκε η οριστική τιμή μονάδας αποζημίωσης για το ρυμοτομούμενο ακίνητο του ... ..., κατέβαλε στους κληρονόμους αυτού, το συνολικό ποσό των 13.774 ευρώ. Επίσης, ο ενάγων εξέθετε στην αγωγή του ότι στα αγοραπωλητήρια συμβόλαια, με τα οποία οι εναγόμενοι του πώλησαν τα οικόπεδά τους, περιλήφθηκε έγγραφη δήλωσή τους ότι του τα πωλούν ελεύθερα κάθε βάρους, ρυμοτομίας, αποζημίωσης για δρόμους και παρόδιους γείτονες, μεσοτοιχίας, προσκύρωσης, τακτοποίησης, απαλλοτρίωσης και αποζημίωσης για τις αιτίες αυτές, ενώ αυτοί, πέραν της ανωτέρω δηλώσεώς τους, διά της από 11.10.1996 έγγραφης επιστολής τους, που συντάχθηκε σε συνέχεια των αγοραπωλητηρίων συμβολαίων, επανέλαβαν την ως άνω δήλωσή τους και περαιτέρω, αναγνώρισαν, ειδικότερα, ότι πωλούν τα οικόπεδα ελεύθερα αποζημιώσεως και λοιπών υποχρεώσεων από τη διάνοιξη των οδών, επί των οποίων αυτά βρίσκονται, δηλώνοντας ότι γι’ αυτές είναι εξ ολοκλήρου υπεύθυνοι και υπόχρεοι οι ίδιοι.

Επί της παραπάνω αγωγής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η υπ' αριθ. 1617/2020 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία, αφού το Δικαστήριο εκτίμησε ότι η αγωγή είναι, κατά την κύρια βάση της, ορισμένη και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 340, 346, 361, 516 επ. του ΑΚ και 176 ΚΠολΔ, απορρίπτοντας ως αόριστη την, κατ’ επίκληση των διατάξεων περί αδικοπραξιών του ΑΚ, επικουρική βάση αυτής, την έκανε δεκτή ως βάσιμη κατ' ουσίαν και υποχρέωσε τους εναγόμενους να καταβάλουν έκαστος στον ενάγοντα το ποσό των 42.237 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής έως την εξόφληση. Επίσης, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο καταδίκασε έκαστο των εναγόμενων στην καταβολή ποσού 1.000 ευρώ στον ενάγοντα για τη δικαστική δαπάνη αυτού.

Την απόφαση αυτή προσβάλουν οι εναγόμενοι με την φερόμενη προς κρίση έφεσή τους, για λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων, αιτούμενη την εξαφάνισή της, με σκοπό να απορριφθεί η σε βάρος τους ασκηθείσα αγωγή του αντιδίκου τους.

Εκ προοιμίου στο προκείμενο διαδικαστικό στάδιο, πρέπει να επισημανθεί ότι, κατά την αυτεπάγγελτη από το Δικαστήριο τούτο έρευνα του νόμω βάσιμου της αγωγής, εξουσία που του παρέχεται στα πλαίσια του μεταβιβαστικού αποτελέσματος της έφεσης κι ενόψει του ότι με αυτή προβάλλεται και η αιτίαση για κακή εκτίμηση των αποδείξεων, αυτή, όσον αφορά την κύρια βάση της, η οποία και μόνον επανακρίνεται προσβαλλόμενη με την υπό κρίση έφεση, που δεν προσβάλει και την πρωτόδικη απορριπτική της επικουρικής αγωγικής βάσης κρίση, δεν ερείζεται στις διατάξεις του ΑΚ περί νομικού ελαττώματος στην πώληση. Ειδικότερα, σύμφωνα με όσα παραπάνω εκτίθενται στην ένδικη αγωγή, οι εναγόμενοι, αφενός μεν, διά των αγοραπωλητηρίων συμβολαίων, υποσχέθηκαν τα πωλούμενα στον ενάγοντα ακίνητα τους ελεύθερα από κάθε βάρος ή χρέος, αφετέρου δε, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η εγγυητική ευθύνη τους για τέτοια βάρη ή χρέη, προέβησαν στην ανωτέρω, εκτός συμβολαίου, έγγραφη δήλωσή τους, με την οποία ανέλαβαν ρητά την ευθύνη για την ύπαρξη τέτοιων βαρών ή χρεών, την οποία ο ενάγων αποδέχθηκε εμπράκτως με την όλη εν συνεχεία συμπεριφορά του. Επομένως, σύμφωνα με την νομική σκέψη που διαλαμβάνεται στο υπό στοιχείο -II- κεφάλαιο της παρούσας, θεμελιώνεται, υπό τα ανωτέρω εκτιθέμενα περιστατικά, νόμιμη υποχρέωση των εναγόμενων να καταβάλουν στον ενάγοντα τα ποσά της αποζημίωσης, που κατέβαλε αυτός προηγουμένως στους κληρονόμους των ... ... και ... ... για τα ρυμοτομούμενα ακίνητα τους και μάλιστα, είτε εκτιμηθεί η ως άνω δήλωση των εναγόμενων ως απλώς επιβεβαιωτική της εγγυητικής ευθύνης τους από την επίδικη πώληση, είτε εκτιμηθεί αυτή ως αιτιώδης αναγνώριση χρέους, η οποία με την αποδοχή της από τον ενάγοντα δημιούργησε νέα αυτοτελή υποχρέωση των εναγόμενων όπως κατ’ αρχήν θεωρεί με την ένδικη αγωγή του ο ενάγων, κατά τη δέουσα εκτίμηση του νοηματικού περιεχομένου της. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με την προσβαλλόμενη απόφαση, έκρινε, εκτιμώντας τα επικαλούμενα στο αγωγικό δικόγραφο πραγματικά περιστατικά, ότι η ένδικη αγωγή θεμελιώνεται νομικά, κατά την κύρια βάση της, στις διατάξεις του ΑΚ περί των νομικών ελαττωμάτων του πράγματος στην πώληση, έσφαλε, πλην όμως, το σφάλμα αυτό δεν δικαιολογεί την εξαφάνιση της προσβαλλόμενης απόφασης από το παρόν στάδιο, αλλά μόνον την αντικατάσταση των αιτιολογιών αυτής (άρθρο 534 ΚΠολΔ) και την έρευνα της αγωγής στο πλαίσιο του ανωτέρω ορθού νομικού χαρακτηρισμού της, με βάση τις διατάξεις που διαλαμβάνονται παραπάνω στη νομική σκέψη της παρούσας, στις οποίες, όντως, στηρίζεται, αφού μόνος ο εσφαλμένος νομικός χαρακτηρισμός δεν οδηγεί απαραίτητα και σε εσφαλμένο διατακτικό {ΑΠ 1090/1983 ΕλλΔνη 1984. 559, Β. Βαθρακοκοίλης ΚΠολΔικ Τ/Γ, 534 αριθμ. 4, Κεραμεύς/Κονδύλης/Νίκας (-Μαργαρίτης) ΚΠολΔικ I, 534 αριθμ. 4}.

IV. Από την εκτίμηση της ένορκης κατάθεσης του μάρτυρα ανταπόδειξης, που περιέχεται στα προσκομιζόμενα ταυτάριθμα με την προσβαλλόμενη απόφαση πρακτικά συνεδρίασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου (ο ενάγων και ήδη εκκαλών δεν αιτήθηκε και δεν επιμελήθηκε την εξέταση μάρτυρα), καθώς και όλων των προσκομιζόμενων μετ’ επικλήσεως από τους διαδίκους εγγράφων που λαμβάνονται υπόψη, είτε προς άμεση απόδειξη, είτε προς συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, χωρίς, όμως, η ρητή αναφορά ορισμένων εγγράφων να προσδίδει σε αυτά αυξημένη αποδεικτική δύναμη σε σχέση με τα λοιπά επικαλούμενα και προσκομιζόμενα από αυτούς έγγραφα, για τα οποία δεν γίνεται ειδική για το καθένα μνεία, που είναι, όμως ισοδύναμα και όπως προεκτέθηκε, όλα ανεξαιρέτως συνεκτιμώνται προς σχηματισμό δικαστικής κρίσης, σε συνδυασμό με τα διδάγματα της κοινής πείρας και λογικής, που λαμβάνονται υπόψη αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρο 336 παρ. 4 ΚΠολΔ), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα περιστατικά: Δυνάμει των υπ’ αριθ. .../11.10.1996 και .../11.10.1996 συμβολαίων του συμβολαιογράφου Αθηνών ... ..., που μεταγράφηκαν νόμιμα, ο ενάγων και ήδη εφεσίβλητος απέκτησε κατά πλήρες δικαίωμα κυριότητας, νομής και κατοχής, λόγω πώλησης, από τους εναγόμενους και ήδη εκκαλούντες, δύο ακίνητα ιδιοκτησίας τους, κατά ½ ποσοστό εξ αδιαιρέτου κυριότητας έκαστος, και συγκεκριμένα (α) ένα οικόπεδο, ευρισκόμενο στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Αγίου Δημητρίου Αττικής, στη θέση «...», εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου στο Ο.Τ ... και επί της οδού ..., ήδη ..., εκτάσεως 2.407,665 τ.μ, έναντι αναγραφόμενου, στο πρώτο εκ των ανωτέρω συμβόλαιο, τιμήματος 132.628.634 δραχμών και ήδη 389.226 ευρώ και (β) ένα οικόπεδο, ευρισκόμενο στην κτηματική περιφέρεια του Δήμου Αγίου Δημητρίου Αττικής, στη θέση «...», εντός του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου στο Ο.Τ ... και επί των οδών ... και ..., εκτάσεως 620,195 τ.μ, έναντι αναγραφόμενου, στο δεύτερο εκ των ανωτέρω συμβόλαιο, τιμήματος 48.976.149 δραχμών και ήδη 143.730 ευρώ. Κατά την κατάρτιση των ανωτέρω συμβολαίων περιλήφθη σε αμφότερα ρητός όρος σύμφωνα με τον οποίο «Εδήλωσαν επίσης οι πωλητές, ότι το πωλούμενο ακίνητο είναι ελεύθερο κάθε βάρους, χρέους, υποθήκης, προσημείωσης, κατάσχεσης, δουλείας κάθε είδους, μίσθωσης ή οποιασδήποτε άλλης χρήσης, οφειλής φόρων και τελών δημοσίων και δημοτικών, κληρονομικού ή άλλου δικαιώματος, ρυμοτομίας, αποζημίωσης για δρόμους και σε παρόδιους γείτονες, μεσοτοιχίας, προσκύρωσης, τακτοποίησης, απαλλοτρίωσης και αποζημίωσης για τις αιτίες αυτές, διεκδίκησης, διένεξης και γενικά ελεύθερο κάθε νομικού ελαττώματος.». Πέραν της ανωτέρω, περιληφθείσας στα αγοραπωλητήρια συμβόλαια, δηλώσεως, οι εναγόμενοι (και ήδη εκκαλούντες) με το από 11.10.1996 έγγραφό τους, το οποίο υπέγραψαν ιδιοχείρως και απεύθυναν προς τον ενάγοντα (και ήδη εφεσίβλητο), δήλωσαν τα εξής: «Με τα υπ’ αριθ. .../11.10.1996 και .../11.10.1996 αγοραπωλητήρια συμβόλαια του Συμβ/φου Αθηνών ... ..., σας επωλήσαμε τα σ' αυτά αναφερόμενα και λεπτομερώς περιγραφόμενα δύο οικόπεδα, κείμενα στον Άγιο Δημήτριο Αττικής στη θέση "...", στο ΟΤ ... και επί των οδών ... και ..., ήδη ... Ήδη με την παρούσα επαναλαμβάνομε και διευκρινίζομε ότι τα εν λόγω οικόπεδα σας τα επωλήσαμε ελεύθερα κάθε βάρους, ρυμοτομίας, αποζημιώσεως για δρόμους και σε παρόδιους γείτονες, προσκυρώσεις, μεσοτοιχίας, απαλλοτριώσεως και αποζημιώσεως και λοιπών υποχρεώσεων από τις αιτίες αυτές και ειδικώτερα για τις παραπάνω υποχρεώσεις από την διάνοιξη των οδών ... ήδη ... και ..., για τις οποίες εξ ολοκλήρου υπεύθυνοι και υπόχρεοι είμεθα εμείς οι πωλητές.». Οι ανωτέρω δηλώσεις έγιναν αποδεκτές από τον ενάγοντα - εφεσίβλητο και συγκεκριμένα, οι μεν περιληφθείσες στα αγοραπωλητήρια συμβόλαια, διά της συνυπογραφής του σε αυτά, η δε εκτός των συμβολαίων, διά της όλης μετέπειτα συμπεριφοράς του, καθόσον αυτός εκμεταλλεύτηκε τα οικόπεδα που αγόρασε, συνενώνοντας τα ώστε να αποτελούν ένα ενιαίο οικόπεδο, εκτάσεως, κατά νεώτερη και ακριβέστερη καταμέτρηση 3.136,98 τμ και ανεγείροντας επ’ αυτού κτιριακό συγκρότημα αποτελούμενο από πέντε (5) λειτουργικά ανεξάρτητες πολυόροφες οικοδομές (σχ. το προσκομιζόμενο μετ’ επικλήσεως υπ’ αριθ. .../11.10.1997 συμβόλαιο σύστασης διαιρεμένων κάθετων και οριζόντιων ιδιοκτησιών, γενικού κανονισμού συνιδιοκτησίας και ειδικού κανονισμού εκάστης πολυκατοικίας του συμβολαιογράφου Αθηνών ... ..., νομίμως μεταγραφέντος). Ακολούθως, σε εφαρμογή των από 20.1.1972 και 13.9.1983 προεδρικών διαταγμάτων ρυμοτομίας των Δήμων Αγίου Δημητρίου και Αλίμου Αττικής, που δημοσιεύθηκαν νόμιμα στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ΦΕΚ Δ 31/10.2.1972 και ΦΕΚ Δ 502/7.10.1983) εκδόθηκε η υπ’ αριθ. 3/2000 Πράξη προσκυρώσεως και αναλογισμού αποζημιώσεως, λόγω ρυμοτομίας, της Διεύθυνσης Πολεοδομίας του Τομέα Νότιας Αθήνας της Νομαρχίας Αθηνών, η οποία κυρώθηκε με την υπ’ αριθ. 2472/159/2000 απόφαση της διευθύντριας της ΔΠΝΑ, ... ... και μεταγράφηκε νόμιμα στα βιβλία μεταγραφών του Υποθηκοφυλακείου Παλαιού Φαλήρου. Σύμφωνα με την ανωτέρω πράξη μετά του οικείου κτηματολογικού διαγράμματος και τον αντίστοιχο πίνακα, που την συνοδεύουν, απαλλοτριώθηκαν αναγκαστικά, λόγω ρυμοτομίας, οι υπ’ αριθ. (2) και (3) ιδιοκτησίες, των ... ... και ... ..., με υπόχρεο αποζημίωσης τον ενάγοντα (και ήδη εφεσίβλητο). Ειδικότερα, στην εν λόγω πράξη ορίστηκε ότι η ιδιοκτησία του ενάγοντος - εφεσίβλητου, πρέπει όπως λόγω ρυμοτομίας αποζημιώσει (I) την ιδιοκτησία -2- του ... ... για το ½ της υπό στοιχεία 4.5.6.4 έκτασης συνολικής επιφάνειας 2 τμ, ήτοι για 1 τμ και για το ½ της υπό στοιχεία 2.3.4.6.7.8.2 έκτασης, συνολικής επιφάνειας 200 τμ, ήτοι για 100 τμ και (II) την ιδιοκτησία -3- του ... ... για το ½ της υπό στοιχεία 2.8.9.10.2 συνολικής έκτασης 28,40 τμ, ήτοι για έκταση 14,20 τμ. Ο ενάγων - εφεσίβλητος, κατέβαλε στους κληρονόμους των ανωτέρω ιδιοκτητών, οι οποίοι εν τω μεταξύ υπεισήλθαν στην κυριότητα των ρυμοτομούμενων ακινήτων, τις αναλογισθείσες αποζημιώσεις λόγω ρυμοτομίας ως ακολούθως : (I) Με το από 3.7.2007 ιδιωτικό συμφωνητικό, που καταρτίστηκε στην Αθήνα, μεταξύ των κληρονόμων του ιδιοκτήτη του υπ’ αριθ. -2- ρυμοτομούμενου ακινήτου, ... και ... ... και του ενάγοντος, συμφωνήθηκε η εξωδικαστική διευθέτηση της αποζημιώσεως, με την καταβολή σε έκαστο αυτών του ποσού των 35.350 ευρώ, σε δόσεις, κατά τους ειδικότερους όρους του συμφωνητικού και με την πρόσθετη συμφωνία όπως το ως άνω συμφωνηθέν ποσό καταβληθεί, ανεξάρτητα από το ποσό που θα καθορισθεί από τη δικαστική απόφαση που θα εκδοθεί επί αιτήσεως των δικαιούχων για καθορισμό προσωρινής τιμής μονάδας αποζημιώσεως, την οποία οι συμβαλλόμενοι, ομοίως, συμφώνησαν όπως καταθέσουν. Πράγματι, οι δικαιούχοι κατέθεσαν αίτηση και επ’ αυτής εκδόθηκε, στις 13.8.2008, η υπ’ αριθ. 733/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία διατάχθηκε η επανάληψη της συζήτησης προκειμένου να προσκομισθούν τα διαλαμβανόμενα στο σκεπτικό της έγγραφα της απαλλοτρίωσης. Ωστόσο, σε προγενέστερο χρόνο και συγκεκριμένα, στις 27.3.2008, ο ενάγων - εφεσίβλητος κατέβαλε στους ανωτέρω δικαιούχους και την τελευταία συμφωνημένη δόση αποζημίωσης και προς βεβαίωση τούτου, οι ανωτέρω (δικαιούχοι και ενάγων - εφεσίβλητος) υπέγραψαν την από 27.3.2008 απόδειξη ολικής εξόφλησης. (II) Δυνάμει της υπ’ αριθ. 5470/2011 απόφασης του Εφετείου Αθηνών, που εκδόθηκε επί αιτήσεως των κληρονόμων του ιδιοκτήτη του υπ' αριθ. -3- ρυμοτομούμενου ακινήτου, ... και ... ..., καθορίστηκε οριστική τιμή μονάδος αποζημίωσης το ποσό των 970 ευρώ/τμ. Ακολούθως, ο ενάγων - εφεσίβλητος, συμμορφούμένος στην απόφαση αυτή, κατέβαλε στους ανωτέρω δικαιούχους το ποσό των (970 ευρώ X 14,20 τμ =) 13.774 ευρώ, σε πλήρη και ολοσχερή εξόφληση της προεκτεθείσας υποχρεώσεώς του και προς βεβαίωση τούτου, οι ανωτέρω συνέταξαν το από 14.3.2012 ιδιωτικό συμφωνητικό. Με βάση τα προαναφερόμενα, είναι σαφές ότι οι εναγόμενοι - εκκαλούντες υποσχέθηκαν τα πωλούμενα στον ενάγοντα - εφεσίβλητο ακίνητα, ελεύθερα από κάθε βάρος ή χρέος αναλαμβάνοντας ρητά την ευθύνη για την ύπαρξη τέτοιων χρεών, υφιστάμενων ή μελλοντικών. Την δε εν λόγω εγγυητική ευθύνη τους, ειδικά για το χρέος της αποζημίωσης λόγω διάνοιξης των οδών επί των οποίων βρίσκονται τα ακίνητα (ρυμοτόμηση), οι εναγόμενοι - εκκαλούντες επιβεβαίωσαν και αναγνώρισαν με την πρόσθετη, εκτός συμβολαίου, έγγραφη δήλωσή τους απευθυνόμενη προς τον ενάγοντα - εφεσίβλητο, την οποία υπέγραψαν ιδιοχείρως, χωρίς να αμφισβητούν τη γνησιότητα των υπογραφών τους και αρκούμενοι όλως ασαφώς και αορίστως να ισχυρίζονται ότι υπέγραψαν την εν λόγω δήλωση εν αγνοία τους διότι, κατά την κατάρτιση των αγοραπωλητηρίων συμβολαίων, οι ίδιοι δεν είχαν δικό τους δικηγόρο, αλλά παραστάθηκαν με δικηγόρο - συνεργάτη του, που τους υπέδειξε ο πληρεξούσιος δικηγόρος του ενάγοντος - εφεσίβλητου, Κάρολος Αμοιραλής. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός των εναγόμενων - εκκαλούντων, που εκτιμάται ορθά από το Δικαστήριο τούτο ως ισχυρισμός περί άγνοιας του περιεχομένου του ανωτέρω εγγράφου, κατ' αρχήν ουδεμία έννομη συνέπεια επάγεται, εφόσον δεν κατατείνει σε συγκεκριμένο αίτημα λ.χ. προσβολής του εγγράφου ως πλαστού, ή ακυρότητας/ακυρωσίας της δήλωσης λόγω απάτης, πλάνης, απειλής και σε κάθε περίπτωση, ουδόλως αποδείχθηκε από αξιόπιστο αποδεικτικό στοιχείο. Επίσης, οι εναγόμενοι - εκκαλούντες ισχυρίζονται ότι ουδεμία ευθύνη φέρουν διότι, κατά την κατάρτιση των αγοραπωλητηρίων συμβολαίων, ο ενάγων - εφεσίβλητος, λόγω του ότι διατηρούσε κατά τον χρόνο εκείνο κατασκευαστική εταιρεία και είχε προβεί στην αγορά και άλλων ακινήτων στην περιοχή, τελούσε σε γνώση του εν λόγω χρέους με το οποίο βαρύνονταν τα ακίνητά τους, ισχυρισμός. Ο ισχυρισμός αυτός, ο οποίος κατ’ ορθή εκτίμηση συνιστά την εκ του άρθρου 515 του ΑΚ ένσταση, ουδεμία έννομη συνέπεια επάγεται ενόψει του ότι, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα παραπάνω στη νομική σκέψη της παρούσας, εν προκειμένω αφενός μεν η αποζημίωση λόγω ρυμοτομίας δεν συνιστά νομικό ή πραγματικό ελάττωμα των πωληθέντων ακινήτων, αφετέρου δε οι εναγόμενοι- εκκαλούντες αναγνώρισαν αιτιωδώς το εν λόγω βάρος των ακινήτων τους. Τέλος, οι εναγόμενοι - εκκαλούντες ισχυρίζονται, κατ' εκτίμηση, ότι η αξίωση του αντιδίκου τους έχει παραγραφεί κατ' άρθρο 250 του ΑΚ, το οποίο εφαρμόζεται εν προκειμένω, λόγω της εμπορικής ιδιότητας αυτού (ενάγοντος - εφεσίβλητου), ο οποίος ασχολείται επαγγελματικά με την κατασκευή και πώληση διαμερισμάτων και λοιπών ακινήτων, με συνέπεια εν προκειμένω να πρόκειται για εμπορική δικαιοπραξία και ακολούθως, από το έτος 1996, που καταρτίστηκαν τα αγοραπωλητήρια συμβόλαια, έως το έτος 2012 που ασκήθηκε η ένδικη αγωγή, έχει παρέλθει χρόνος μεγαλύτερος της πενταετίας. Ο εν λόγω ισχυρισμός είναι απορριπτέος ως νόμω αβάσιμος και τούτο διότι, η ένδικη αξίωση, είτε ήθελε αυτή εκτιμηθεί ως πρωτογενής αξίωση για αποζημίωση επί απαλλοτριώσεως λόγω ρυμοτομίας, είτε ως αξίωση από αιτιώδη αναγνώριση χρέους, όπως πράγματι πρόκειται, υπόκειται στη γενική εικοσαετή παραγραφή του άρθρου 249 του ΑΚ, η οποία στην μεν πρώτη περίπτωση αρχίζει από τότε που κατέστη αμετάκλητη η απόφαση του Νομάρχη που κύρωσε την πράξη τακτοποίησης και αναλογισμού του πολεοδομικού γραφείου (ΑΠ 595/2018 δημοσιευμένη στην ιστοσελίδα του ΑΠ), στη δε δεύτερη περίπτωση από το χρόνο αναγνώρισης (ΑΠ 595/1999 ΕλλΔνη 41. 34). Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, όταν ο ενάγων - εφεσίβλητος, μετά την καταβολή των ανωτέρω ποσών, αιτήθηκε από τους εναγόμενους - εκκαλούντες, να του τα αποδώσουν, βάσει της συμφωνηθείσας υποχρέωσης που αυτοί είχαν αναλάβει, οι τελευταίοι αρνήθηκαν, παραβαίνοντας την αναληφθείσα υποχρέωσή τους, προς καταβολή των οφειλόμενων αποζημιώσεων λόγω ρυμοτομίας στους παρόδιους ιδιοκτήτες των ακινήτων που του μεταβίβασαν. Ακολούθως, οι εναγόμενοι - εκκαλούντες υποχρεούνται, κατά ποσοστό ½ έκαστος, να αποκαταστήσουν κάθε ποσό που ο ενάγων - εφεσίβλητος κατέβαλε ως αποζημίωση λόγω ρυμοτομίας στους δικαιούχους αυτής. Με βάση τα ανωτέρω, δεν έσφαλε το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που έκρινε όμοια, υποχρεώνοντας έκαστο των εναγόμενων να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 42.237 ευρώ, με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής μέχρι την εξόφληση και ορθά, κατ’ αποτέλεσμα εφάρμοσε το νόμο και εκτίμησε τις αποδείξεις, έστω και με λανθασμένη αιτιολογία, την οποία το Δικαστήριο τούτο αντικαθιστά με την διαλαμβανόμενη στο σκεπτικό της παρούσας απόφασής του, που στηρίζει το ίδιο διατακτικό (άρθρο 534 ΚΠολΔ), απορριπτομένων ως αβάσιμων των λόγων της κρινόμενης έφεσης, με τους οποίους οι εναγόμενοι - εκκαλούντες ισχυρίζονται τα αντίθετα και συγκεκριμένα, με τους πρώτο και δεύτερο λόγους, ταυτόσημους κατά το νοηματικό περιεχόμενό τους, υποστηρίζουν ότι ουδεμία ευθύνη φέρουν για το νομικό ελάττωμα των ακινήτων τους (βάρος αποζημίωσης λόγω ρυμοτομίας) επειδή ο αντίδικός τους το γνώριζε κατά την κατάρτιση των αγοραπωλητηρίων συμβολαίων και με τον τρίτο, ισχυρίζονται ότι η ένδικη αξίωση υπέπεσε στην κατ’ άρθρο 250 ΑΚ πενταετή παραγραφή.

V. Κατ’ ακολουθία των παραπάνω, μη υπάρχοντος άλλου λόγου έφεσης προς έρευνα, πρέπει να απορριφθεί η έφεση, στο σύνολό της ως αβάσιμη κατ’ ουσίαν και να διαταχθεί η εισαγωγή του παράβολου που οι εκκαλούντες κατέθεσαν κατά την άσκησή της στο Δημόσιο Ταμείο (άρθρο 494 παρ. 3.Γ εδάφιο προτελευταίο ΚΠολΔ), κατά τα ειδικότερα διαλαμβανόμενα στο διατακτικό. Τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, που νίκησε, πρέπει να επιβληθούν, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, σε βάρος των εκκαλούντων, που ηττήθηκαν, ενεχομένων αυτών κατ’ ίσα μέρη, όπως το ύψος τους ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό (άρθρα 176, 180 παρ. 2, 183, 189 191 παρ. 2 ΚΠολΔ, 63 παρ. 1.i.α, 68 παρ. 1 και 69 παρ. 1 εδαφ. α' του ν. 4194/2013).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΔΙΚΑΖΕΙ αντιμωλία των διαδίκων την από 17.3.2020 και με αριθμό έκθεσης κατάθεσης .../.../2020 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 1617/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

ΔΕΧΕΤΑΙ τυπικά την παραπάνω έφεση.

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ κατ' ουσίαν την παραπάνω έφεση.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή στο Δημόσιο Ταμείου του υπ’ αριθ. .../2020 e-παραβόλου ποσού εκατό (100) ευρώ, που οι εκκαλούντες κατέθεσαν κατά την άσκηση της έφεσης.

ΕΠΙΒΑΛΕΙ σε βάρος των εκκαλούντων τα δικαστικά έξοδα του εφεσίβλητου, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, το ύψος των οποίων ορίζει στο ποσό των χιλίων εξακοσίων ενενήντα (1.690) ευρώ, για έκαστο αυτών.

Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στην Αθήνα σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση, στις 17 Μαρτίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Η ΔΙΚΑΣΤΗΣ

Αικατερίνη Ντελή

Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ