Αρχική σελίδα Αναζήτηση Sakkoulas-Online.gr
Αναζήτηση  |  Online Συνδρομές  |  Επικαιρότητα  |  Με μια ματιά  |  Σχετικά  |  Βοήθεια  |  Συχνές ερωτήσεις  |  Επικοινωνία  |  Sakkoulas.gr
Top

Αναζήτηση


Περιοδικό
Αριθ. τεύχους
9
Έτος
2023
Περισσότερα

Αρμενόπουλος, 9 (2023)


ΔιαιτΔ 1/2023 (Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας) - σχόλιο: Δ. Γούλας

Πλοήγηση στα περιεχόμενα του τεύχους +

Προηγούμενο    

   Εκτύπωση   

ΔιαιτΔ 1/2023 (Τριμελούς Επιτροπής Διαιτησίας)

Διαιτητές: Δ. Κουκιάδης, Ουρ. Ζερβομπεάκου, Κ. Κρεμαλής

(21 ν. 1264/1982)

Απεργία. Επιχειρήσεις δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου (αστικές συγκοινωνίες). Καθορισμός του προσωπικό ασφαλείας και ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας. Λήψη υπ’όψιν της ιδιαιτερότητας των συγκοινωνιακών μέσων σταθερής τροχιάς και των ζητημάτων ασφάλειας για το επιβατικό κοινό. Προσδιορισμός του 1/3 της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίες ως επτά συνεχόμενες ώρες πλήρους λειτουργίας της επιχείρησης εντός του συνήθους ημερήσιου ωραρίου λειτουργίας.
Κρίση ότι είναι πρακτικά ανεφάρμοστο το ποσοτικό κριτήριο της εφαρμογής του 1/3 της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας στην περίπτωση των στάσεων εργασίας έως και τεσσάρων ωρών. Πρόβλεψη να μη συμπίπτει η στάση εργασίας αυτής της χρονικής διάρκειας με τις ώρες αιχμής του κυκλοφοριακού φόρτου.
Υποχρέωση της εργοδότριας να χορηγεί στη συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει την απεργία τα απαραίτητα στοιχεία για το προσωπικό που έχει προγραμματιστεί να απασχοληθεί στις βάρδιες της χρονικής περιόδου που αφορά η απεργία, προκειμένου η δεύτερη να ορίσει το προσωπικό ασφαλείας και ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας.

[…]

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β’

ΚΑΤΟΠΙΝ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ

ΚΑΙ επειδή δεν κατέστη δυνατό τα Μέρη να καταλήξουν σε συμφωνία, η Επιτροπή Διαιτησίας, για να εκδώσει Διαιτητική Απόφαση, έλαβε υπ’ όψιν τα ως άνω στοιχεία καθώς και τα ακόλουθα:

[…]

37. Τη φύση του συγκοινωνιακού έργου και υπηρεσιών που προσφέρει η εργοδότρια εταιρεία στο επιβατικό κοινό, τη φύση της παρεχόμενης εργασίας από τους εργαζόμενους της ως άνω εταιρείας, καθώς και την ιδιαίτερη μορφολογία των υποδομών και κτιριακών εγκαταστάσεων (υπόγειοι σταθμοί, ανοικτές αποβάθρες συνωστισμός σε κλειστούς χώρους υψηλές τάσεις ρεύματος, πυρασφάλεια, σήραγγες τροχαίο υλικό, ανελκυστήρες, σταθερές κλίμακες κυλιόμενες σκάλες, εν γένει εκτεταμένο και εξειδικευμένο δίκτυο ηλεκτρομηχανολογικών συστημάτων π.χ. συστήματος διακοπής ρεύματος έλξης, Αυτόματης Προστασίας Συρμού-ATP, Αυτόματης Επίβλεψης Συρμών-ATS, συστήματος CCTV, συστήματος ασύρματης επικοινωνίας ΤΕΤΡΑ, συστήματος αναγγελιών-ΡΑ, Πληροφόρησης Επιβατών-PIS και ειδικού εξοπλισμού αερισμού και απαγωγής καπνού, ψύξης-θέρμανσης αντλιοστασίων, πυροπροστασίας πολλαπλών φωτιστικών σωμάτων κ.λ.π.), στοιχεία, τα οποία διαφοροποιούν σημαντικώς το συγκεκριμένο συγκοινωνιακό έργο από το συγκοινωνιακό έργο που προσφέρουν άλλες εταιρείες του τομέα των συγκοινωνιών όπως π.χ. τα λεωφορεία της Ο.Σ.Υ., τα λεωφορεία του Ο.Α.Σ.Θ., τα τρένα του Ο.Σ.Ε.

[…]

39. Τα ζητήματα ασφαλείας του επιβατικού κοινού, όπως αποτυπώθηκαν προφορικά και εγγράφως από τα μέρη της συλλογικής διαφοράς και συγκεκριμένα το ότι η ασφαλής λειτουργία των μέσων σταθερής τροχιάς διασφαλίζεται μόνο με πλήρη διάταξη λειτουργίας του δικτύου της ΣΤΑ.ΣΥ ΑΕ και πλήρη σύνθεση και απασχόληση του προσωπικού της και όχι με μειωμένο προσωπικό, με μείωση ανοικτών σταθμών και με την εφαρμογή του κριτηρίου της χρονοαπόστασης διεύλευσης συρμών, ως είχε αρχικά προταθεί από την εργοδοτική πλευρά στο στάδιο της μεσολάβησης.

Οι χρονικές ζώνες αιχμής είναι οι πρωινές και οι μεσημεριανές κατά τις οποίες μεταφέρεται το επιβατικό κοινό από και προς την εργασία του, όπως προκύπτει τόσο από την πρόταση της εργοδοτικής πλευράς, που περιέχεται στην με αριθ. πρωτ. 548 Μ-Δ/20.12.2022 (05Δ-ΠΑ/2022) αίτησή της προς τον Ο.ΜΕ.Δ. για την παροχή υπηρεσιών Διαιτησίας, αλλά και από το υπ’αριθ. πρωτ. 298 ΜΔ/30.05.2022 έγγραφο του Συνδικάτου Σταθμαρχών-Εργαζομένων «Πρώτη Γραμμή Στα. Συ. Α.Ε.» και το υπ’αριθ. πρωτ. 12/25.01.2023 έγγραφο του Σωματείου Εργαζομένων ΣΤΑ.ΣΥ.

40. Τις ώρες κανονικής λειτουργίας του δικτύου της ΣΤΑ.ΣΥ. για την εξυπηρέτηση του επιβατικού κοινού, οι οποίες δεν είναι κοινές για όλα τα μέσα σταθερής τροχιάς και συγκεκριμένα είναι:

ΓΡΑΜΜΗ 1 : 05:00-01:30 (20 ώρες και 30 λεπτά)

ΓΡΑΜΜΗ 2: 05:30-00:20 (18 ώρες και 50 λεπτά)

ΓΡΑΜΜΗ 3: 05:30-00:20 (18 ώρες και 50 λεπτά)

ΤΡΑΜ : 05:30-00:30 (19 ώρες)

Με την συνεχόμενη, πλήρη λειτουργία των μέσων σταθερής τροχιάς –και όχι με τη διακεκομμένη– «σπαστή», επιτυγχάνεται: α. ομαλότερη λειτουργία του δικτύου της ΣΤΑ.ΣΥ., β. ασφαλέστερη εξυπηρέτηση και μετακίνηση του επιβατικού κοινού, γ. μικρότερη υπερπλήρωση στις αποβάθρες των Σταθμών, καθώς στο συνεχόμενο επτάωρο λειτουργίας του δικτύου θα περιλαμβάνονται και ώρες μη αιχμής και το επιβατικό κοινό θα έχει μεγαλύτερη δυνατότητα επιλογής ωρών για την μετακίνησή του (αντί των προτεινομένων από την εργοδοτική πλευρά διακεκομμένων 3½ ωρών σε ώρες μόνο αιχμής), δ. διατήρηση χωρίς μεταβολή της συχνότητας της διέλευσης των συρμών, με βάση την κανονική (πλήρη) λειτουργία της ΣΤΑ.ΣΥ. Τονίζεται ότι όπου γίνεται αναφορά στο παρόν κείμενο στο δίκτυο λειτουργίας της ΣΤΑ.ΣΥ. για την εξυπηρέτηση ή μετακίνηση του επιβατικού κοινού, εννοούνται τα ανωτέρω χρονικά πλαίσια κανονικής (ημερήσιας) λειτουργίας εντός των οποίων μεταφέρεται και εξυπηρετείται το επιβατικό κοινό σε καθεστώς πλήρης διάταξης και πλήρους σύνθεσης και απασχολήσης του προσωπικού της.

41. Επειδή η συνεχής, αδιάλειπτη, πλήρης λειτουργία των μέσων σταθερής τροχιάς συνάδει με το πνεύμα του άρθρου 21 παρ. 2 του ν. 1264/1982, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 95 του ν. 4808/2021, διότι με τη συγκεκριμένη διάταξη λαμβάνεται υπ’ όψιν η αντιμετώπιση των στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου σε χρόνο απεργίας (π.χ. 24ωρης και άνω), το οποίο θα δύναται να μετακινηθεί κατά τις ως άνω ώρες αιχμής αλλά και κατά τον υπολειπόμενο χρόνο λειτουργίας του δικτύου της ΣΤΑ.ΣΥ. στην περίπτωση στάσης ή στάσεων εργασίας, που πραγματοποιούνται εντός της ιδίας ημέρας και το χρόνο που θα επιλεγεί από την συνδικαλιστική οργάνωση που θα προκηρύξει αυτήν, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 19 παρ. 3 και άρθρο 20 παρ. 2 του ν. 1264/1982. Σημειωτέον, ότι το ποσοτικό κριτήριο της εφαρμογής του 1/3 της «συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας» κρίνεται ότι είναι ανεφάρμοστο και μη ρεαλιστικό στις στάσεις εργασίας των μέσων σταθερής τροχιάς της ΣΤΑ.ΣΥ., διάρκειας έως και τεσσάρων (4) ωρών, καθώς σύμφωνα και με την πρόταση της εργοδοτικής πλευράς που περιέχεται στην υπ’ αριθμ. πρωτ. 548 Μ-Δ/20.12.2022 (05Δ-ΠΑ/2022) Αίτηση παροχής υπηρεσιών Διαιτησίας, «…δεδομένου ότι το έλασσον που απαιτείται για τη θέση των μέσων σταθερής τροχιάς σε λειτουργίας είναι δύο ώρες, κρίνεται απρόσφορη η στελέχωση του συστήματος, σε περίπτωση που κηρυχθεί δίωρη απεργιακή κινητοποίηση…». Σε κάθε περίπτωση κρίνεται αλυσιτελής η εφαρμογή του ποσοτικού κριτηρίου του 1/3 της «συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας» στη στάση εργασίας έως και 4 ωρών (είτε συνεχόμενης είτε διακεκομμένης-«σπαστής» 4ωρης διάρκειας εντός του ημερήσιου χρονικού πλαισίου λειτουργίας του δικτύου της ΣΤΑ.ΣΥ. εντός του οποίου εξυπηρετείται και μεταφέρεται το επιβατικό κοινό, όπως οι ώρες κανονικής ημερήσιας και πλήρους λειτουργίας του δικτύου της ΣΤΑΣΥ, εξειδικεύτηκαν ανωτέρω στην παρ. 40), διότι πέραν της ανεδαφικής εφαρμογής του κριτηρίου αυτού στα στενά χρονικά πλαίσια μέχρι και των τεσσάρων (4) ωρών, το επιβατικό κοινό, ακόμη κι αν υποτεθεί ότι εφαρμοζόταν αυτό το ποσοτικό κριτήριο, δεν πρόκειται να ωφεληθεί έτι περαιτέρω στην αντιμετώπιση των στοιχειωδών αναγκών του, δεδομένου ότι υφίσταται πρόβλεψη στο άρθρο 4 του παρόντος, η στάση εργασίας αυτής της χρονικής διάρκειας (συνεχόμενης ή διακεκομμένης-«σπαστής» εντός της ιδίας ημέρας) να μην συμπίπτει με τις ώρες αιχμής, οι οποίες κρίνεται ότι είναι σε περίπτωση στάσης ή στάσεων εργασίας εντός της ιδίας ημέρας, οι χρονικές ζώνες 06:30πμ – 10:00πμ και 13:30μ.μ – 17:00μ.μ.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Η Τριμελής Επιτροπή Διαιτησίας κατέληξε ομόφωνα στην ακόλουθη απόφαση:

[…] Άρθρο 2

Διαδικασία διάθεσης Προσωπικού Ασφαλείας και Προσωπικού Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας

Σε περίπτωση κήρυξης απεργίας ή στάσης εργασίας στην ΣΤΑ.ΣΥ., η συνδικαλιστική οργάνωση, που την κηρύσσει, έχει υποχρέωση να διαθέτει Προσωπικό Ασφάλειας και Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, όπως ορίζεται στους όρους της παρούσας, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 21 του ν. 1264/1982, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 95 του ν. 4808/2021.

Δεν επιτρέπεται η κήρυξη απεργίας ή στάσης εργασίας χωρίς να έχει προηγουμένως καθοριστεί το Προσωπικό Ασφαλείας και το Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, ή χωρίς να τεθεί πραγματικώς στη διάθεση του εργοδότη το προσωπικό αυτό, με ευθύνη της συνδικαλιστικής οργάνωσης που κηρύσσει την απεργία και το οποίο παρέχει τις υπηρεσίες του υπό τις οδηγίες του εργοδότη, προς εκπλήρωση των σκοπών για τους οποίους διατίθεται. Η κηρυχθείσα απεργία, εάν δεν έχει προηγηθεί ο εν λόγω καθορισμός ή η εν λόγω πραγματική διάθεση του ως άνω προσωπικού, καθίσταται παράνομη, με την έννοια ότι δεν γεννιέται το οικείο δικαίωμα και, επομένως, η διακοπή της εργασίας δεν έχει τον χαρακτήρα απεργίας (βλ. ΑΠ 543/2013 ΝΟΜΟΣ).

Για την άσκηση του δικαιώματος της απεργίας, συμπεριλαμβανομένων των στάσεων εργασίας, η συνδικαλιστική οργάνωση, που κήρυξε την απεργία ή στάση εργασίας, γνωστοποιεί εγγράφως στη Διοίκηση της ΣΤΑ.ΣΥ. τέσσερις

(4) πλήρεις ημέρες πριν από την έναρξη της απεργίας, με έγγραφο που επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή, στη ΣΤΑ.ΣΥ., στο Υπουργείο το οποίο ασκεί την σχετική εποπτεία του φορέα και στο Υπουργείο Εργασίας, τα ονόματα των εργαζομένων που θα παρέχουν τις υπηρεσίες τους ως Προσωπικό Ασφαλείας και ως Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης. Η προειδοποίηση είναι έγγραφη, επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή στη ΣΤΑ.ΣΥ. (εργοδότης) και περιλαμβάνει την ημέρα και ώρα έναρξης και τη διάρκεια της απεργίας, τη μορφή αυτής, τα αιτήματα της απεργίας και τους λόγους που τα θεμελιώνουν.

Μετά από αίτηση της συνδικαλιστικής οργάνωσης, που κηρύσσει την απεργία ή τη στάση εργασίας, η αρμόδια υπηρεσία της ΣΤΑ.ΣΥ. υποχρεούται να χορηγεί άμεσα τα απαραίτητα στοιχεία, δηλαδή καταστάσεις απασχολούμενου προσωπικού, πίνακες και προγράμματα προσωπικού και εργασίας κλπ για το προσωπικό που έχει προγραμματιστεί να αποτελεί τις βάρδιες της χρονικής περιόδου που αφορά η προκηρυσσόμενη απεργία ή στάση εργασίας, προς διευκόλυνση αυτής για τη γνωστοποίηση των ονομάτων των εργαζομένων, που θα παρέχουν την εργασία τους ως Προσωπικό Ασφαλείας και ως Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 21, παρ. 3 του ν. 1264/1982, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 95 του Ν. 4808/2021.

Όσον αφορά στον καθορισμό του Προσωπικού Ασφαλείας κατά την απεργία ή στάση εργασίας, η συνδικαλιστική οργάνωση, η οποία την κηρύσσει, έχει υποχρέωση να διαθέτει, ως προσωπικό ασφαλείας για την ασφάλεια των εγκαταστάσεων της επιχείρησης και την πρόληψη καταστροφών και ατυχημάτων, εργαζόμενους ως ακολούθως:

[…] Άρθρο 4

Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας

1. Κατά τη διάρκεια της απεργίας, το 1/3 της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας της ΣΤΑ.ΣΥ. προσδιορίζεται στις επτά (7) ώρες για έκαστο των μέσων σταθερής τροχιάς, και η λειτουργία του δικτύου της ΣΤΑ.ΣΥ. θα είναι σε πλήρη διάταξη και πλήρη σύνθεση και απασχόληση του προσωπικού της, συνεχόμενα για επτά (7) ώρες λειτουργίας, και όχι σε χωριστά / «σπαστά» διαστήματα.

Το προσωπικό της Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, διατίθεται με ευθύνη της συνδικαλιστικής οργάνωσης (άρθρο 21, παρ. 3 εδάφιο β’, ν. 1264/1982) ενόψει άσκησης του συνταγματικούς κατοχυρωμένου δικαιώματος των εργαζομένων στην απεργία (άρθρο 23, παρ. 2 Σ). Η επτάωρη συνεχόμενη λειτουργία του δικτύου της ΣΤΑ.ΣΥ. για την εξυπηρέτηση των στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, ορίζεται σε δύο διαφορετικές χρονικές ζώνες λειτουργίας για όλα τα μέσα σταθερής τροχιάς, και συγκεκριμένα:

06:30 π.μ. 13:30 μ.μ. και 13:30 μ.μ. 20:30 μ.μ., με διαζευκτική επιλογή εκ μέρους της συνδικαλιστικής οργάνωσης, που προκηρύσσει την απεργία, μίας εκ των άνω χρονικών ζωνών της συνεχόμενης επτάωρης λειτουργίας του δικτύου της ΣΤΑ.ΣΥ σε πλήρη διάταξη και πλήρη σύνθεση και απασχόληση του προσωπικού της. Την επιλογή της χρονικής ζώνης λειτουργίας θα γνωστοποιεί εγγράφως η συνδικαλιστική οργάνωση, ως υποχρεούται, τέσσερεις (4) πλήρεις ημέρες πριν την προκηρυσσόμενη απεργία στη Διοίκηση της ΣΤΑ.ΣΥ. (άρθρο 20 παρ. 2 του ν. 1264/1982).

2. Στην περίπτωση κήρυξης από την συνδικαλιστική οργάνωση στάσης εργασίας, γίνεται η ακόλουθη διάκριση:

2.1. Στην στάση εργασίας διάρκειας έως και τεσσάρων (4) ωρών, (είτε συνεχόμενης είτε διακεκομμένης-«σπαστής» πραγματοποιούμενη εντός της ιδίας ημέρας) λόγω της αλυσιτελούς εφαρμογής του ως άνω κριτηρίου του «1/3 της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας» στο στενό χρονικό πλαίσιο έως και τεσσάρων (4) ωρών, δεν διατίθεται Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, υπό τις εξής προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά:

α. Η στάση εργασίας να είναι διάρκειας μέχρι και τέσσερεις (4) ώρες (είτε συνεχόμενη είτε διακεκομμένη-«σπαστή» εντός της ίδιας ημέρας) και

β. Δεν θα συμπίπτει με οποιαδήποτε χρονική έκταση ζωνών αιχμής μετακίνησης του επιβατικού κοινού, οι οποίεςn σε αυτήν την περίπτωση ορίζονται στις χρονικές ζώνες 06:30 π.μ. – 10:00 π.μ. και 13:30 μ.μ. – 17:00 μ.μ. κατά τις οποίες το δίκτυο λειτουργίας της ΣΤΑ.ΣΥ. θα λειτουργεί κανονικά σε πλήρη διάταξη λειτουργίας και πλήρη σύνθεση και απασχόληση του προσωπικού της, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι στοιχειώδεις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, ως ορίζονται στο άρθρο 21 παρ. 2 του ν. 1264/1982, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 95 παρ.1 του ν. 4808/2021.

2.2. Στην στάση εργασίας διάρκειας άνω των τεσσάρων (4) ωρών ή στις στάσεις εργασίας (διακεκομμένες/«σπαστές») εντός της ίδιας ημέρας, διάρκειας αθροιστικά άνω των τεσσάρων (4) ωρών, θα διατίθεται με ευθύνη της συνδικαλιστικής οργάνωσης, που κηρύσσει την στάση εργασίας ή τις στάσεις εργασίας εντός της ίδιας ημέρας, Προσωπικό Ελάχιστης Εγγυημένης Υπηρεσίας, υπό τις εξής προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν σωρευτικά:

α. Η στάση εργασίας να είναι διάρκειας άνω των τεσσάρων (4) ωρών ή οι στάσεις εργασίας της ιδίας ημέρας να είναι αθροιστικά διάρκειας άνω των τεσσάρων (4) ωρών, β. Η στάση εργασίας ή στάσεις εργασίας της άνω χρονικής διάρκειας, δεν θα συμπίπτει/ουν με οποιαδήποτε χρονική έκταση ζωνών αιχμής μετακίνησης του επιβατικού κοινού, και συγκεκριμένα με τις χρονικές ζώνες 06:30 π.μ. – 10:00 π.μ. και 13:30 μ.μ. – 17:00 μ.μ., κατά τις οποίες το δίκτυο λειτουργίας της ΣΤΑ.ΣΥ. θα λειτουργεί κανονικά σε πλήρη διάταξη και πλήρη σύνθεση και απασχόληση του προσωπικού της, προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι στοιχειώδεις ανάγκες του κοινωνικού συνόλου, ως ορίζονται στο άρθρο 21 παρ. 2 του Ν. 1264/1982. γ. Το ποσοτικό κριτήριο του ενός τρίτου (1/3), σε αυτές τις περιπτώσεις στάσεων εργασίας, που διατίθεται υπέρ της αντιμετώπισης των στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, ορίζεται στο ένα τρίτο (1/3) του συνολικού ημερήσιου χρόνου της στάσης εργασίας (ανεξαρτήτως του συνεχόμενου ή διακεκομμένου/«σπαστού» αυτής εντός της ιδίας ημέρας), κατά το οποίο το δίκτυο λειτουργίας της ΣΤΑ.ΣΥ. θα λειτουργεί κανονικά σε πλήρη διάταξη και πλήρη σύνθεση και απασχόληση του προσωπικού της. δ. Το ένα τρίτο (1/3) του συνολικού χρόνου της στάσης εργασίας διάρκειας άνω των τεσσάρων (4) ωρών ή αντίστοιχα των διακεκομμένων στάσεων εργασίας της ιδίας ημέρας των οποίων η διάρκεια αθροιστικά υπερβαίνει τις τέσσερεις (4) ώρες, θα διατίθεται με ευθύνη της συνδικαλιστικής οργάνωσης που κηρύσσει την στάση /στάσεις εργασίας είτε στην έναρξη είτε στη λήξη της στάσης εργασίας (ή αντίστοιχα είτε στην έναρξη είτε στη λήξη οποιοσδήποτε στάσης εργασίας, σε περίπτωση περισσοτέρων των μιας στάσεων εργασίας εντός της ιδίας ημέρας), με επιλογή της συνδικαλιστικής οργάνωσης και με την υποχρέωση εκ μέρους της συνδικαλιστικής οργάνωσης της έγγραφης γνωστοποίησης στη Διοίκηση της ΣΤΑ.ΣΥ. του ακριβούς χρόνου διάθεσης του ενός τρίτου (1/3) του συνολικού ημερήσιου χρόνου της προκηρυσσόμενης στάσης εργασίας (ανεξαρτήτως του συνεχόμενου ή διακεκομμένου/«σπαστού» αυτής εντός της ιδίας ημέρας), τουλάχιστον τέσσερεις (4) πλήρεις ημέρες πριν την κήρυξη της στάσης/στάσεων εργασίας, σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζουν το άρθρο 19 παρ. 2 και άρθρο 20 παρ. 2 του ν. 1264/1982.

[…]

[Σύμφωνα με το άρθρο 21 ν. 1264/1982, προϋπόθεση για τη νομιμότητα της απεργίας αποτελεί η διάθεση προσωπικού ασφαλείας (Π.Α.) στον εργοδότη εκ μέρους της συνδικαλιστικής οργάνωσης που κηρύσσει την απεργία. Επιπροσθέτως, εφόσον πρόκειται για εργαζομένους που απασχολούνται στο δημόσιο, σε ΟΤΑ, ΝΠΔΔ ή σε επιχειρήσεις που χαρακτηρίζονται ως δημόσιου χαρακτήρα ή κοινής ωφέλειας, η λειτουργία των οποίων έχει ζωτική σημασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου (κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 19 παρ. 2 ν. 1264/1982), απαιτείται η διάθεση στον εργοδότη και του προσωπικού ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας (Π.Ε.Ε.Υ.). Μάλιστα μετά την πρόσφατη τροποποίηση του άρθρου 21 ν. 1264/1982 από το άρθρο 95 παρ. 1 ν. 4808/2021, προστέθηκε ότι «οι στοιχειώδεις αυτές ανάγκες ορίζονται ως τουλάχιστον το ένα τρίτο (1/3) της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας». Κρίσιμη είναι συνεπώς η διαδικασία καθορισμού του προσωπικού αυτού, η οποία προβλέπεται στο άρθρο 21 παρ. 4-9 ν. 1264/1982. Πιο συγκεκριμένα, στην παρ. 9 ορίζεται ότι, εφόσον δεν επιτευχθεί η (προβλεπόμενη στην παρ. 4 του ίδιου άρθρου) ειδική συμφωνία μεταξύ του εργοδότη και της αρμόδιας συνδικαλιστικής οργάνωσης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, είναι δυνατή η επίλυση της διαφοράς με προσφυγή στη μεσολάβηση αρχικώς και εν τέλει στη διαιτησία. Ιδίως πάντως στην περίπτωση μεγάλων επιχειρήσεων, με πολυάριθμο προσωπικό κατανεμημένο σε πλήθος ειδικοτήτων και σε εναλλασσόμενες βάρδιες, ο προσδιορισμός του Π.Α. και του Π.Ε.Ε.Υ. είναι αρκετά σύνθετο και απαιτητικό έργο. Η εγγενής πολυπλοκότητα της διαδικασίας επιτείνεται ιδίως στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η φύση της επιχείρησης και το είδος της εργασίας που παρέχουν οι εργαζόμενοι δεν επιτρέπουν την ταύτιση του «1/3 της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας» με την απασχόληση κατά τη διάρκεια της απεργίας του 1/3 του συνολικού προσωπικού της επιχείρησης. Δυσχερή ζητήματα ενδέχεται να προκύψουν επίσης και ως προς τον προσδιορισμό αυτού του 1/3 στην ειδικότερη περίπτωση των στάσεων εργασίας (δηλαδή μιας απεργιακής κινητοποίησης με διάρκεια συνήθως λίγων ωρών).

Ένα τέτοιο ζήτημα απασχόλησε τη Δ.Α. 1/2023, η οποία δημοσιεύεται πιο πάνω. Εκεί η τριμελής επιτροπή διαιτητών του Ο.ΜΕ.Δ. κλήθηκε (κατόπιν της αποτυχίας των μερών να συνάψουν την ειδική συμφωνία) να καθορίσει το Π.Α. και Π.Ε.Ε.Υ. δυνάμει του άρθρου 21 παρ. 4-9 ν. 1264/1982. Το ειδικότερο πρόβλημα που προέκυψε αφορούσε τον προσδιορισμό των «στοιχειωδών αναγκών του κοινωνικού συνόλου», οι οποίες κατά το άρθρο 21 παρ. 2 «ορίζονται ως τουλάχιστον το 1/3 της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας». Δεδομένου όμως ότι στην προκειμένη περίπτωση η εργοδότρια επιχείρηση διαχειρίζεται μέσα μαζικής συγκοινωνίας σταθερής τροχιάς, η ποσοστιαία μείωση του απασχολούμενου προσωπικού ή της συχνότητας των δρομολογίων στο 1/3 της συνήθους θα προκαλούσε κινδύνους για την ασφάλεια των επιβατών που θα συνωστίζονταν στις αποβάθρες. Για τον λόγο αυτόν η επιτροπή κατέληξε στην ισορροπημένη λύση να προσδιορίσει το 1/3 της συνήθως παρεχόμενης υπηρεσίας ως συνεχόμενες ώρες πλήρους λειτουργίας της επιχείρησης, που θα αντιστοιχούν στο 1/3 των συνολικών ωρών κανονικής λειτουργίας της, με έμφαση στις ώρες αιχμής (πρβλ. συναφώς Λεβέντη, ΣυλλΕργΔ3, σ. 725· Παπαδημητρίου, ΣυλλΕργΔ3, σ. 249). Αντιστοίχως, για παρόμοιους λόγους πρακτικής λειτουργίας της επιχείρησης και ασφάλειας του κοινού και των εργαζομένων η επιτροπή κατέληξε ορθά να απαλλάξει πλήρως την συνδικαλιστική οργάνωση εργαζομένων από την υποχρέωση διάθεσης Π.Ε.Ε.Υ. στην περίπτωση των στάσεων εργασίας (βλ. ήδη Καζάκο, ΕΕργΔ 2011, 262· τον ίδιο, ΣυλλΕργΔ3, σ. 752), με το αντιστάθμισμα ότι αυτές δεν θα πραγματοποιούνται κατά τις ώρες αιχμής του μεταφορικού έργου της εργοδότριας επιχείρησης. Σημαντική είναι επίσης η πρόβλεψη υποχρέωσης της εργοδότριας να χορηγεί στη συνδικαλιστική οργάνωση που κηρύσσει την απεργία τα απαραίτητα στοιχεία για το προσωπικό που έχει προγραμματιστεί να απασχοληθεί στις βάρδιες της χρονικής περιόδου που αφορά η απεργία, προκειμένου η δεύτερη να ορίσει το προσωπικό ασφαλείας και ελάχιστης εγγυημένης υπηρεσίας. Πρόκειται για ένα αξιοσημείωτο παράδειγμα τελολογικά προσανατολισμένης υπέρβασης των ερμηνευτικών δυσχερειών που προκαλούν οι νέες διατάξεις που εισήγαγε ο ν. 4808/2021.]

Δ.Γ.