Αρχική σελίδα Αναζήτηση Sakkoulas-Online.gr
Αναζήτηση  |  Online Συνδρομές  |  Επικαιρότητα  |  Με μια ματιά  |  Σχετικά  |  Βοήθεια  |  Συχνές ερωτήσεις  |  Επικοινωνία  |  Sakkoulas.gr
Top

Αναζήτηση


Παραπομπές


Νομολογία - Πλήρη κείμενα


ΑΠ 987/2022 Τμ.Β2 - Πλήρες κείμενο

   Εκτύπωση   

ΑΠ 987/2022 Τμ.Β2 - Πλήρες κείμενο

Σύνθεση: Νικόλαος Πιπιλίγκας, Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, Θεόδωρος Μαντούβαλος, Μαρία Σιμιτσή - Βετούλα, Αριστείδης Βαγγελάτος - Εισηγητής, Κωνσταντίνα Νάκου, Αρεοπαγίτες
Δικηγόροι: Ανδρέας Ματθαίου, Παναγιώτης Μπουμπουχερόπουλος

Προθεσμία αναίρεσης· καταχρηστική προθεσμία για την άσκηση αναίρεσης· η καταχρηστική προθεσμία της άσκησης αναίρεσης αναστέλλεται κατά το χρονικό διάστημα επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της Χώρας λόγω covid-19 από 13.3.2020 έως 31.5.2020 (2 μήνες και 18 ημέρες) και από 7.11.2020 έως 6.4.2021 (5 μήνες) και συνολικά χρονικού διαστήματος 7 μηνών και 18 ημερών.

Νομικές διατάξεις: άρθρα 564 ΚΠολΔ, 1 ν. 4335/2015, 74 παρ. 1 ν. 4690/2020, 83 παρ.1 εδ.α του Ν. 4790/2021, 11 ΠΝΠ της 11.03.2020, 2 ν. 4682/2020, 25 ν. 4792/2021

Αριθμός 987/2022

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Β2' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Νικόλαο Πιπιλίγκα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Θεόδωρο Μαντούβαλο, Μαρία Σιμιτσή - Βετούλα, Αριστείδη Βαγγελάτο - Εισηγητή, Κωνσταντίνα Νάκου, Αρεοπαγίτες.

Συνεδρίασε δημόσια στο Κατάστημά του, στις 22 Φεβρουάριου 2022, με την παρουσία και της Γραμματέως Αγγελικής Ανυφαντή, για να δικάσει την εξής υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: ... ... η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Ανδρέα Ματθαίου, ο οποίος ανακάλεσε την από 14.2.2022 δήλωσή του κατ’ άρθρο 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, παραστάθηκε αυτοπροσώπως και κατέθεσε προτάσεις.

Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης Εταιρείας με την επωνυμία «...», η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Παναγιώτη Μπουμπουχερόπουλο, με δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 του ΚΠολΔ, ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την .../2015 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: .../2017 του ίδιου Δικαστηρίου .../2018 του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση και των δύο ως άνω αποφάσεων ζητεί η αναιρεσείουσα με την .../2021 αίτησή της.

Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος της αναιρεσείουσας ζήτησε την παραδοχή της αίτησης και την καταδίκη της αντιδίκου της στη δικαστική δαπάνη της.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 552 και 553 παρ.1 εδ. α του ΚΠολΔ, η πρώτη των οποίων ορίζει ότι με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο μέσα στα όρια που καθορίζονται από την έφεση και τους πρόσθετους λόγους, η δεύτερη των οποίων ορίζει ότι με αναίρεση μπορεί να προσβληθούν οι αποφάσεις των ειρηνοδικείων, των μονομελών και των πολυμελών πρωτοδικείων, καθώς και των εφετείων και η τρίτη των οποίων ορίζει ότι αναίρεση επιτρέπεται μόνο κατά των αποφάσεων που δεν μπορούν να προσβληθούν με ανακοπή ερημοδικίας και έφεση συνάγεται ότι, εάν η απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου δεν μεταβιβάσθηκε στο σύνολό της στο εφετείο, σε αναίρεση υπόκειται τόσο η απόφαση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου, ως προς τις διατάξεις της που αναφέρονται στα (παραδεκτώς) μεταβιβασθέντα με την έφεση κεφάλαια, όσο και η απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου ως προς τις οριστικές της διατάξεις που αναφέρονται σε κεφάλαια που δεν μεταβιβάσθηκαν (ή μεταβιβάσθηκαν απαραδέκτως) στο Εφετείο με έφεση ή αντέφεση (ΑΠ 951/2019, ΑΠ 820/2017, ΑΠ 634/2017). Από δε τη διάταξη του ως άνω άρθρου 553 παρ. 1 εδ. β του ΚΠολΔ που ορίζει ειδικότερα ότι αναίρεση επιτρέπεται μόνο κατά των οριστικών διατάξεων που περατώνουν όλη τη δίκη ή μόνο τη δίκη για την αγωγή ή την ανταγωγή και ότι αν η απόφαση είναι κατά ένα μέρος οριστική, δεν επιτρέπεται αναίρεση ούτε κατά των οριστικών διατάξεων, πριν εκδοθεί οριστική απόφαση στη δίκη, συνάγεται ότι στην περίπτωση σώρευσης περισσοτέρων αγωγικών αιτημάτων (κεφαλαίων) σε ένα δικόγραφο αγωγής και έκδοσης οριστικής απόφασης από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο επί όλων των ως άνω κεφαλαίων, αν ασκηθεί έφεση μόνο για ορισμένα από τα αιτήματα αυτά (κεφάλαια), σε αναίρεση υπόκειται κατά τα ανωτέρω η οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου (ως προς τα μη προσβληθέντα ή απαραδέκτως προσβληθέντα με την έφεση κεφάλαια) μόνο μετά την έκδοση της οριστικής απόφασης του Εφετείου για όλα τα λοιπά κεφάλαια κατά των οποίων ασκήθηκε παραδεκτά έφεση (ΑΠ 951/2019, ΑΠ 916/2013, ΑΠ 1565/2001), διότι τότε καθίσταται τελεσίδικη η απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου επί όλων των διατάξεων αυτής και έκτοτε, συνακόλουθα, αρχίζει να τρέχει η προθεσμία για την άσκηση αναίρεσης και κατ’ αυτής (ΑΠ 362/2020, ΑΠ 951/2019, ΑΠ 916/2013). Ακόμη, με το άρθρο 566 παρ.2 του ΚΠολΔ ορίζεται ότι αν με το ίδιο αναιρετήριο προσβάλλονται δύο ή περισσότερες αποφάσεις πρωτοβάθμιου και δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, η κατάθεσή του πρέπει να γίνεται στο καθένα από τα δικαστήρια αυτά. Εξάλλου κατά την παρ. 1 του άρθρου 74 του Ν. 4690/2020 (Α' 104) ορίζεται ότι «1. Το χρονικό διάστημα της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της Χώρας (13.3.2020 - 31.5.2020) δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, συμβολαιογράφων ως υπαλλήλων του πλειστηριασμού, υποθηκοφυλακείων, κτηματολογικών γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων. Μετά τη λήξη της παραπάνω αναστολής οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από τον νόμο προθεσμία. Ειδικότερα οι προθεσμίες της παρ. 2 του άρθρου 215, των παρ. 1 και 2 του 237 και του άρθρου 238 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας (ΚΠολΔ), καθώς και οι προθεσμίες άσκησης ανακοπών, με εξαίρεση τις προθεσμίες του άρθρου 934 ΚΠολΔ, ένδικων μέσων και πρόσθετων λόγων δεν συμπληρώνονται, αν δεν παρέλθουν επιπλέον τριάντα (30) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους», ενώ κατά την παρ.1 του άρθρου 83 του Ν. 4790/2021 (Α΄ 48) ορίζεται ότι «Το χρονικό διάστημα από τις 7.11.2020 έως και την ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας, δυνάμει της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 11 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 55), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α 76), δεν υπολογίζεται στις νόμιμες και δικαστικές προθεσμίες για τη διενέργεια διαδικαστικών και εξώδικων πράξεων, καθώς και άλλων ενεργειών ενώπιον των δικαστηρίων, συμβολαιογράφων ως υπαλλήλων του πλειστηριασμού, υποθηκοφυλακείων, κτηματολογικών γραφείων και άλλων τρίτων προσώπων, καθώς και στις προθεσμίες παραγραφής των συναφών αξιώσεων. Μετά τη λήξη του χρονικού διαστήματος του πρώτου εδαφίου, οι προθεσμίες αυτές τρέχουν για όσο χρονικό διάστημα υπολείπεται για να συμπληρωθεί η αντίστοιχη προβλεπόμενη από τον νόμο προθεσμία. Οι προθεσμίες που ανέσταλησαν κατά τα προηγούμενα εδάφια, δεν συμπληρώνονται, εάν δεν παρέλθουν επιπλέον δέκα (10) ημέρες από την προβλεπόμενη λήξη τους» και τέλος κατά την ερμηνευτική διάταξη του άρθρου 25 του Ν. 4792/2021(Α' 54) ορίζεται ότι «Κατά την αληθή έννοια του άρθρου 83 του ν. 4790/2021 (Α 48), ως ημερομηνία λήξης της επιβολής του μέτρου της προσωρινής αναστολής της λειτουργίας των πολιτικών δικαστηρίων της χώρας για τον υπολογισμό των νόμιμων και δικαστικών προθεσμιών, λογίζεται η ημερομηνία άρσης της αναστολής των προθεσμιών, η οποία επήλθε με τη λήξη ισχύος της υπό στοιχεία Δ1α/Γ.Π.οικ.18877/26.3.2021 κοινής απόφασης των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Προστασίας του Πολίτη, Εθνικής Άμυνας, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Πολιτισμού και Αθλητισμού, Δικαιοσύνης, Εσωτερικών, Μετανάστευσης και Ασύλου, Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Υποδομών και Μεταφορών, Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και του Υφυπουργού στον Πρωθυπουργό «Έκτακτα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού Θθνΐθ-19 στο σύνολο της Επικράτειας για το διάστημα από τη Δευτέρα 29 Μαρτίου 2021 και ώρα 6:00 έως και τη Δευτέρα, 5 Απριλίου 2021 και ώρα 6:00» (Β' 1194), ήτοι η 6.4.2021».

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από τα διαδικαστικά έγγραφα της δίκης που επισκοπούνται (άρθ. 561 παρ.2 του ΚΠολΔ) κατά την έρευνα του παραδεκτού της ένδικης από 5.4.2021 αίτησης αναίρεσης, που κατατέθηκε στη Γραμματεία του Εφετείου Αθηνών με αριθ. καταθ. .../7.4.2021 και στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών με αριθ. καταθ. .../10.5.2021, η αναιρεσείουσα αναιρεσιβάλλει τις εκδοθείσες, αντιμωλία των διαδίκων, κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών, α) με αριθ. .../29.11.2018 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών και β) με αριθ. .../9.1.2017 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Ειδικότερα με την από .../2015 και με αριθ. κατάθ. .../23.6.2015 αγωγή, ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα ισχυρίσθηκε ότι στις 1.4.2009 προσλήφθηκε από την πρώτη εναγομένη και ήδη αναιρεσίβλητη ..., της οποίας διοικητής είναι ο δεύτερος εναγόμενος, μη διάδικος στην παρούσα αναιρετική δίκη, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, προκειμένου να εργαστεί ως ... σε εργασίες σχετικές με ... της εναγομένης τράπεζας, επί ... ημέρες την εβδομάδα, με ωράριο το ισχύον για το υπόλοιπο προσωπικό της τράπεζας, στο οποίο ήταν πλήρως ενταγμένη, υποκείμενη στις οδηγίες και τον έλεγχο των προϊσταμένων του Τμήματος ... που τοποθετήθηκε, με μηνιαίες αποδοχές ... ευρώ, οι οποίες στη συνέχεια ανήλθαν σε ... ευρώ. Ότι η εναγομένη κατήγγειλε μονομερώς τη σύμβαση εργασίας της στις ...2015, επειδή αυτή (ενάγουσα) αρνήθηκε να συναινέσει στην ίδια εργασία και τις υπόλοιπες εργάσιμες ημέρες της εβδομάδος με την ίδια μηνιαία αμοιβή και ότι της κατέβαλε ελαττωμένη την αποζημίωση απόλυσης, υπολογισμένη χωρίς το επίδομα ισολογισμού που λάμβανε κάθε έτος και αποτελούσε μέρος των συμβατικών της αποδοχών και ότι της οφείλει και διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών συνολικού ύψους ... ευρώ. Ότι η καταγγελία της σύμβασης εργασίας της είναι άκυρη, διότι 1) της καταβλήθηκε ελαττωμένη η αποζημίωση απόλυσης, αφού δεν συμπεριελήφθη στον υπολογισμό της το ετήσιο επίδομα ισολογισμού, 2) παραβιάστηκε η αρχή της ίσης μεταχείρισης, αφού δεν συνέτρεξε κανένας από τους περιοριστικούς λόγους απόλυσης που αναφέρονται στο άρθρο 19 του Γενικού Κανονισμού Κατάστασης των Υπαλλήλων της εναγομένης ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας, ο οποίος εφαρμόζεται και στην περίπτωσή της και 3) ως καταχρηστική, καθώς έγινε για λόγους εκδίκησης και συγκεκριμένα, επειδή αυτή (ενάγουσα) αρνήθηκε σθεναρά να συναινέσει σε βλαπτική μεταβολή των όρων εργασίας της και ειδικότερα στην αύξηση των ημερών εργασίας της με μείωση των μηνιαίων αποδοχών της και του ασφαλιστέου μισθού της. Με βάση αυτό το ιστορικό ζήτησε, όπως παραδεκτώς περιόρισε το αίτημά της με δήλωση που καταχωρήθηκε στα πρακτικά του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου: α) να αναγνωρισθεί η ακυρότητα της από ...2015 απόλυσής της, β) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να αποδέχονται στο μέλλον τις προσφερόμενες υπηρεσίες της, με τους ίδιους όρους εργασίας, γ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν το ποσό των ... ευρώ ως μισθούς υπερημερίας για το χρονικό διάστημα από την άκυρη καταγγελία (...2015) έως ...2015 και το ποσό των ... ευρώ για τον ίδιο λόγο και για το χρονικό διάστημα από ... έως ... νομιμοτόκως, δ) να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να της καταβάλουν το ποσό των ... ευρώ, ως διαφορές δεδουλευμένων αποδοχών για τους μήνες από ... έως ..., ε) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να της καταβάλουν το ποσό των ... ευρώ ως μισθό υπερημερίας μηνός ... νομιμοτόκως και στ) να αναγνωρισθεί η υποχρέωση των εναγομένων να της καταβάλουν το ποσό των ... ευρώ, ως εύλογη χρηματική ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, νομιμοτόκως. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η (επικουρικά) αναιρεσιβαλλομένη με αριθ. .../9.1.2017 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία το πρωτοβάθμιο δικαστήριο απέρριψε την αγωγή ως μη νόμιμη ως προς το δεύτερο εναγόμενο, δέχθηκε εν μέρει την αγωγή ως κατ’ ουσία βάσιμη ως προς την πρώτη εναγόμενη, αναγνώρισε την ακυρότητα της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας της ενάγουσας, λόγω καταχρηστικότητας, υποχρέωσε την πρώτη εναγόμενη να αποδέχεται τις υπηρεσίες της ενάγουσας και να της καταβάλει το ποσό των ... ευρώ για μισθούς υπερημερίας, λόγω άκυρης απόλυσης και για δεδουλευμένες αποδοχές και αναγνώρισε ότι οφείλει να της καταβάλει ως χρηματική ικανοποίηση το ποσό των ... ευρώ. Επί της από ...2017 με αριθ. καταθ. ...2017 έφεσης της πρώτης εναγομένης εκδόθηκε, αντιμωλία των διαδίκων, η ως άνω υπ’ αριθ. .../29.11.2018 αναιρεσιβαλλομένη απόφαση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου με την οποία κρίθηκε ότι η έφεση ήταν τυπικά δεκτή, ότι δεν μεταβιβάσθηκαν στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο με λόγο έφεσης τα απορριφθέντα από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο αγωγικά αιτήματα της ακυρότητας της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας της ενάγουσας α) λόγω μη καταβολής της νόμιμης αποζημίωσης απόλυσης και β) λόγω της παράβασης της αρχής της ίσης μεταχείρισης εξαιτίας της μη συνδρομής κανενός από τους περιοριστικούς λόγους απόλυσης που αναφέρονται στο άρθρο 19 του Κανονισμού Κατάστασης Προσωπικού των μονίμων υπαλλήλων της εναγομένης τράπεζας (2η σελίδα 7ου φύλλου) και ακολούθως έγινε κατ’ ουσία δεκτή αυτή (έφεση), εξαφανίσθηκε η εκκαλουμένη απόφαση ως προς τα κεφάλαια για τα οποία είχε γίνει δεκτή η από ...2015 αγωγή, κρατήθηκε η υπόθεση, δικάσθηκε η αγωγή και απορρίφθηκε αυτή ως κατ’ ουσία αβάσιμη. Σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν στο οικείο μέρος της μείζονος σκέψης που προηγήθηκε από την έκδοση της ως άνω οριστικής απόφασης του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου (29.11.2018) κατέστη τελεσίδικη και η .../2017 απόφαση του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και επομένως από την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου (30.11.2018) άρχισε να τρέχει η προθεσμία για άσκηση αναίρεσης τόσο κατά της απόφασης αυτού, ως προς τις διατάξεις της που αναφέρονται στα μεταβιβασθέντα με την έφεση κεφάλαια, όσο και της απόφασης του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου ως προς τις οριστικές της διατάξεις που αναφέρονται στις προαναφερθείσες βάσεις της αγωγής περί της ακυρότητας της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας της ενάγουσας και ήδη αναιρεσίβλητης, για τις οποίες κρίθηκε από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο ότι δεν μεταβιβάσθηκαν με έφεση σ’ αυτό. Επομένως η ένδικη αίτηση αναίρεσης της ενάγουσας-εφεσίβλητης και ήδη αναιρεσείουσας, που ασκήθηκε με την κατάθεσή της στις 7.4.2021 στη Γραμματεία του Εφετείου Αθηνών και στις 10.5.2021 στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών, έχει ασκηθεί εμπρόθεσμα εντός της διετούς καταχρηστικής προθεσμία του άρθρου 564 παρ.3 του ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο τρίτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (Α 87), δεδομένου ότι από την επομένη της δημοσίευσης της με αριθ. .../29.11.2018 απόφασης του δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου (30.11.2018) άρχισε να τρέχει η ως άνω διετής καταχρηστική προθεσμία, η οποία, χωρίς την προσωρινή αναστολή της λειτουργίας των δικαστηρίων της χώρας, θα έληγε 30.11.2020, λόγω, όμως, της ως άνω αναστολής και του εξ αυτής μη υπολογισμού των χρονικών διαστημάτων από 13.3.2020 έως 31.5.2020 (2 μήνες και 18 ημέρες) και από 7.11.2020 έως 6.4.2021 (5 μήνες) και συνολικά χρονικού διαστήματος 7 μηνών και 18 ημερών, σύμφωνα με τις προεκτεθείσες διατάξεις των άρθρων 74 παρ.1 εδ.α του Ν. 4690/2020 και 83 παρ.1 εδ.α του Ν. 4790/2021, δεν είχε συμπληρωθεί αυτή (διετής προθεσμία) κατά την άσκηση της ένδικης αίτησης αναίρεσης τόσο ενώπιον του Εφετείου Αθηνών στις 7.4.2021 όσο και ενώπιον του Πρωτοδικείου Αθηνών στις 10.5.2021. Συνακόλουθα η ως άνω αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε εμπρόθεσμα και νομότυπα (άρθρ. 552, 553, 556, 558, 564 παρ.3, 566 παρ.1-2 και 144 του ΚΠολΔ). Είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθ. 577 παρ.1 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων αυτής (άρθ. 577 παρ.3 ΚΠολΔ).

Από τις διατάξεις των άρθρων 669 παρ. 2 του ΑΚ, 1 του Ν. 2112/1920 και 1 και 5 του Ν. 3198/1955 προκύπτει ότι η (άτακτη) καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου είναι μονομερής, αναιτιώδης δικαιοπραξία και συνεπώς το κύρος αυτής δεν εξαρτάται από την ύπαρξη ή την ελαττωματικότητα της αιτίας για την οποία έγινε, αλλά αποτελεί δικαίωμα του εργοδότη και του εργαζομένου. Η άσκηση όμως του δικαιώματος αυτού, όπως και κάθε δικαιώματος, υπόκειται στον περιορισμό του άρθρου 281 του ΑΚ, δηλαδή της μη υπέρβασης των ορίων που επιβάλλει η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, η υπέρβαση δε των ορίων αυτών, εφόσον είναι προφανής, καθιστά άκυρη την καταγγελία, σύμφωνα με τα άρθρα 174 και 180 του ΑΚ. Ειδικότερα, η εκ μέρους του εργοδότη καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας θεωρείται καταχρηστική, όταν υπαγορεύεται από κίνητρα ξένα προς το σκοπό, για τον οποίο έχει προβλεφθεί, ως δικαίωμα. Αυτό μπορεί να συμβεί σε περιπτώσεις, κατά τις οποίες η καταγγελία γίνεται από εμπάθεια, μίσος ή διάθεση εκδίκησης, ύστερα από προηγηθείσα νόμιμη, αλλά μη αρεστή στον εργοδότη.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από ... 2021 αίτηση με αριθ. κατάθ. .../7.4.2021 στη Γραμματεία του Εφετείου Αθηνών και με αριθ. καταθ. .../10.5.2021 στη Γραμματεία του Πρωτοδικείου Αθηνών για αναίρεση της με αριθ. .../29.11.2018 απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών και της με αριθ. .../9.1.2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών.

Καταδικάζει την αναιρεσείουσα στην πληρωμή των δικαστικών εξόδων της αναιρεσίβλητης, τα οποία ορίζει στο ποσό των χιλίων οκτακόσιων (1.800) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 12 Μαΐου 2022.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 7 Ιουνίου 2022.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ