6 Σεπ 2022
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση του υπ’ αριθ. 123/Θέμα5ο/28.1.2021 πρακτικού του Διοικητικού Συμβουλίου του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου με την επωνυμία «Ελληνικό Κτηματολόγιο», με το οποίο αποφασίστηκε η μίσθωση ακινήτου του ... ..., κατόπιν του δημόσιου μειοδοτικού διαγωνισμού που προκηρύχθηκε με την από 6.4.2020 διακήρυξη για τη μίσθωση χώρων για τη στέγαση κτηματολογικών γραφείων και υποκαταστημάτων του ως άνω φορέα. Η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας που προηγήθηκε της σύναψης σύμβασης μίσθωσης ακινήτου για τη στέγαση του Κτηματολογικού Γραφείου Χαλκίδας, έναντι μισθώματος προσδιοριζόμενου κατόπιν μειοδοτικού διαγωνισμού, κατά τους όρους της υπ’ αριθ. ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/34123/2123/6.6.2018 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με την οποία εγκρίθηκε ο Κανονισμός για τη σύναψη συμβάσεων μίσθωσης ακινήτων από το «Ελληνικό Κτηματολόγιο», στις διατάξεις του οποίου παραπέμπει το άρθρο 2 της από 6.4.2020 διακήρυξης. Με τις διατάξεις της ως άνω υπουργικής απόφασης, όμως, δεν θεσπίζεται, όσον αφορά τη σύναψη και εκτέλεση της σύμβασης μίσθωσης, εξαιρετικό νομοθετικό καθεστώς που να εξασφαλίζει στο αντισυμβαλλόμενο νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, ως μισθωτή, υπερέχουσα θέση, μη προσιδιάζουσα σε σύμβαση ιδιωτικού δικαίου. Ούτε, άλλωστε, στη διακήρυξη του επίμαχου διαγωνισμού ή την κατόπιν αυτού συναφθείσα σύμβαση περιέχονται τέτοιες εξαιρετικές ρήτρες, η δε ένδικη διαφορά δεν διαφέρει, ως προς τη φύση της, από κάθε ομοίου περιεχομένου διαφορά, δυνάμενη να προκύψει στο πλαίσιο μίσθωσης ιδιωτικού ακινήτου. Κατά συνέπεια, η σύμβαση αυτή, ανεξαρτήτως του εξυπηρετούμενου με αυτή σκοπού, δεν έχει τον χαρακτήρα διοικητικής σύμβασης αλλά αποτελεί κοινή σύμβαση μίσθωσης ακινήτου, διεπόμενη από τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου. Ως εκ τούτου, οι διαφορές που ανακύπτουν από την αμφισβήτηση της νομιμότητας πράξεων της Διοίκησης που εκδίδονται κατά το προσυμβατικό στάδιο και κατατείνουν στην κατάρτιση ιδιωτικού δικαίου σύμβασης μίσθωσης ακινήτου δεν είναι διοικητικές αλλά ιδιωτικές διαφορές και υπάγονται, κατά το άρθρο 94 παρ. 2 του Συντάγματος, στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων. Η δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων δεν επηρεάζεται από την προσθήκη στη σύμβαση ειδικών όρων περί υποχρέωσης προσκόμισης εγγυητικής επιστολής, κήρυξης έκπτωτου του μειοδότη σε περίπτωση μη προσέλευσης για υπογραφή της σύμβασης και πρόβλεψης δικαιώματος μονομερούς παράτασης ή λύσης της μίσθωσης υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, δεδομένου ότι παρόμοιοι συμβατικοί όροι μπορούν να περιληφθούν και να αποτελέσουν περιεχόμενο και των κοινών μισθώσεων που συνάπτονται μεταξύ ιδιωτών, στις οποίες είναι δυνατό να επιφυλάσσεται υπέρ του ενός μόνο συμβαλλομένου η διάπλαση της έννομης σχέσης με την παραχώρηση ιδιαίτερων δικαιωμάτων. Το γεγονός, άλλωστε, ότι το άρθρο 14 προβλέπει αποζημίωση του φορέα για τη μη προσήκουσα παράδοση του μισθίου που βεβαιώνεται και εισπράττεται κατά τη διαδικασία εισπράξεως των δημοσίων εσόδων, δεν μεταβάλλει τον χαρακτήρα της συμβάσεως σε διοικητική. Περαιτέρω, με τον ν. 4412/2016, ο οποίος αποτελεί το κανονιστικό πλαίσιο των δημοσίων συμβάσεων έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε μεταγενεστέρως, διευρύνθηκε η δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων (άρθρα 175 για συμβάσεις κατασκευής δημοσίων έργων και 205Α' για συμβάσεις προμήθειας ή παροχής υπηρεσιών), καταλαμβάνοντας κάθε διαφορά που ανακύπτει από δημόσιες συμβάσεις «ανεξαρτήτως της νομικής μορφής της αναθέτουσας αρχής». Συνταγματικό θεμέλιο της εν λόγω επέκτασης της δικαιοδοσίας των διοικητικών δικαστηρίων αποτέλεσε η διάταξη του άρθρου 94 παρ. 3 του Συντάγματος, με την οποία επιτρέπεται να ανατεθεί με νόμο η εκδίκαση κατηγοριών ιδιωτικών διαφορών στα διοικητικά δικαστήρια «προκειμένου να επιτυγχάνεται η ενιαία εφαρμογή της αυτής νομοθεσίας». Από τις ανωτέρω, επομένως, τροποποιήσεις, ενόψει του επιδιωκόμενου με αυτές σκοπού, συνιστάμενου στην εναρμόνιση ως προς την εφαρμογή των διατάξεων του ν. 4412/2016 προς ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου, συνάγεται ότι δεν υπήχθησαν στα διοικητικά εφετεία όλες οι διαφορές που ανακύπτουν από συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου, αλλά μόνο εκείνες που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4412/2016, δηλαδή οι συμβάσεις κατασκευής δημοσίων έργων και οι δημόσιες συμβάσεις μελετών, προμηθειών και παροχής υπηρεσιών. Σύμφωνα, όμως, με τα άρθρα 10 και 240 του ν. 4412/2016 (άρθρα 10 και 21 της Οδηγίας 2014/24/ΕΕ), με τα οποία θεσπίζονται ειδικές εξαιρέσεις από την εφαρμογή του, τα άρθρα 3 έως 221 (Βιβλίο Ι) και 222 έως 338 (Βιβλίο ΙΙ) του εν λόγω νόμου δεν εφαρμόζονται στις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών, οι οποίες «έχουν ως αντικείμενο την αγορά ή μίσθωση, με οποιουσδήποτε χρηματοδοτικούς όρους, γης ή υφισταμένων κτισμάτων ή άλλων ακινήτων ή αφορούν δικαιώματα επ’ αυτών». Κατόπιν τούτων, εφόσον η επίμαχη σύμβαση δεν συνιστά δημόσια σύμβαση υπαγόμενη στο πεδίο εφαρμογής του ν. 4412/2016, ούτε έχει τον χαρακτήρα διοικητικής αλλά ιδιωτικής σύμβασης. Συνεπώς η αίτηση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη.