13 Οκτ 2023
Με την κρινόμενη έφεση επιδιώκεται η εξαφάνιση της οριστικής απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, δυνάμει της οποίας απερρίφθη αγωγή της εκκαλούσας ανώνυμης εταιρείας με αντικείμενο τον καθορισμό των ελάχιστων εισφορών που καλείται να καταβάλει η ίδια για την ασφάλιση του προσωπικού της. Η τελευταία, με την ασκηθείσα αγωγή, αιτείται αφενός την ακύρωση της σιωπηρής απόρριψης από τον ασφαλιστικό φορέα της αίτησής της περί επιστροφής συνολικού ποσού 8.134.942,67 ευρώ, αντιστοιχούντος σε πρόσθετες εργοδοτικές εισφορές ετών 2010, 2011, 2012, 2014 και 2015, και αφετέρου την αναγνώριση της υποχρέωσης καταβολής από τον εφεσίβλητο ασφαλιστικό φορέα του ανωτέρω ποσού, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 105 – 106 ΕισΝΑΚ. Αναφορικά με την κοινωνική ασφάλιση της μισθωτής εργασίας, η ασφαλιστική εισφορά δεν βαρύνει εξ ολοκλήρου τον απολαύοντα της ασφαλιστικής προστασίας μισθωτό αλλά μέρος αυτής επιβάλλεται εις βάρος του μη ωφελούμενου (αμέσως) εργοδότη του (εργοδοτική εισφορά). Επιπρόσθετα, ως μέσο χρηματοδότησης της κοινωνικής ασφάλισης, ως εκδήλωση της κοινωνικής αλληλεγγύης και ως εργοδοτική εισφορά συνιστά δημόσιο βάρος προς αντιμετώπιση της δαπάνης για την κοινωνική ασφάλιση, ενώ ως αναγκαίος όρος για την πρόσβαση στην ασφαλιστική κάλυψη συνιστά ανταποδοτική παροχή για την απόλαυση κοινωνικού δικαιώματος. Το Σύνταγμα παρέχει στον κοινό νομοθέτη την ελευθερία επιλογής του κατάλληλου συστήματος χρηματοδότησης των ασφαλιστικών παροχών και τη δυνατότητα παροχής της κοινωνικής ασφάλισης με ιδιαίτερους κανόνες ανά κατηγορία ασφάλισης από έναν ή περισσότερους ασφαλιστικούς φορείς ή από έναν ασφαλιστικό φορέα, ανεξαρτήτως της φύσης της απασχόλησης των ασφαλισμένων. Επιπλέον, δεδομένης της φύσης της ασφαλιστικής εισφοράς όχι μόνο ως δημόσιου βάρους για την κάλυψη της δαπάνης της κοινωνικής ασφάλισης, αλλά και ως ανταποδοτικής παροχής του ασφαλιζόμενου για την πρόσβαση σε ασφαλιστική κάλυψη κινδύνων, ο κοινός νομοθέτης είναι ελεύθερος να υπολογίζει αυτήν στη βάση της εισφοροδοτικής ικανότητας, να καθορίζει το ύψος της σε επίπεδο που να διασφαλίζει μεν την επάρκεια των παροχών χωρίς όμως να πλήττει το κατά τη διάρκεια του εργασιακού βίου παραγόμενο εισόδημα υπερμέτρως, σε σχέση προς τον σκοπό της διασφάλισης εισοδήματος μετά το πέρας του εργασιακού βίου. Συνάμα, ο δικαστικός έλεγχος της τήρησης της αρχής της αναλογικότητας εν προκειμένω περιορίζεται στην κρίση αν η θεσπιζόμενη ρύθμιση είτε είναι προδήλως απρόσφορη, είτε υπερβαίνει προδήλως το απαραίτητο για την πραγματοποίηση του επιδιωκόμενου σκοπού μέτρο. Με τη διάταξη του άρθρου 23 του Καταστατικού του Ταμείου Ασφάλισης Προσωπικού της Ασφαλιστικής Εταιρείας «...» δεν θεσπίζεται κοινωνικός πόρος, ο οποίος καταβάλλεται επ’ ευκαιρία μιας συναλλαγής της εταιρείας με τρίτους και για την πραγμάτωση σκοπών κοινωνικής ασφάλισης, αλλά θεσπίζεται πρόσθετη εργοδοτική εισφορά, πέραν της υπολογιζόμενης επί της μισθοδοσίας του προσωπικού της, η οποία συνδέεται με την επίτευξη των οικονομικών της αποτελεσμάτων. Στην προκειμένη περίπτωση, με τη ρύθμιση του άρθρου 23 του Καταστατικού ΤΑΠΑΕ -Ε- δεν εισάγεται μέθοδος υπολογισμού του ύψους των ασφαλιστικών εισφορών, αλλά καθορίζεται ένα ελάχιστο ποσό εργοδοτικών εισφορών και ενεργοποιείται μόνο όταν οι εργοδοτικές εισφορές, όπως αυτές κάθε φορά υπολογίζονται από τις οικείες ασφαλιστικές διατάξεις, υπολείπονται του 2% των καθαρών ασφαλίστρων της εταιρείας. Ως εκ τούτου η εφαρμογή της ως άνω διάταξης δεν εξαρτάται από την τυχόν διαφοροποίηση του τρόπου υπολογισμού των οφειλόμενων εργοδοτικών εισφορών αλλά από το ύψος υπό το οποίο αυτές διαμορφώνονται με βάση τις αποδοχές του προσωπικού και τις ισχύουσες διατάξεις. Τέλος, η επιβολή της ανωτέρω οικονομικής επιβάρυνσης σε βάρος της εκκαλούσας, ενόψει αφενός του σκοπού δημοσίου συμφέροντος που εξυπηρετεί και αφετέρου της δυνατότητας της εκκαλούσας να απαλλαγεί από αυτήν, δεδομένου ότι η ενεργοποίηση της ως άνω διάταξης εξαρτάται κάθε φορά τόσο από τα συγκεκριμένα αποτελέσματα της εταιρείας όσο και από τις αποδοχές των εργαζομένων της, δεν αντιτίθεται στην αρχή της αναλογικότητας. Το Δικαστήριο απέρριψε την έφεση.