29 Οκτ 2020
Η έφεση κατά του παραπεμπτικού βουλεύματος ασκήθηκε νομοτύπως και εμπροθέσμως προ πάσης επιδόσεως. Το βούλευμα ορθώς επιδόθηκε δια θυροκολλήσεως στον κατηγορούμενο και κατόπιν στον αντίκλητο.
Το Συμβούλιο Εφετών Θεσσαλονίκης απέρριψε την έφεση του κατηγορουμένου, διαχειριστή και νομίμου εκπροσώπου προσωπικής εταιρείας, για την πράξη της κακουργηματικής υπεξαίρεσης από εντολοδόχο κατ’ εξακολούθηση, ιδιαίτερα μεγάλης αξίας, άνω των 120.000 ευρώ. Ειδικότερα έκρινε ότι, ο κατηγορούμενος ασφαλιστικός πράκτορας ενεργούσε στο όνομα και για λογαριασμό της ασφαλιστικής εταιρείας, δηλαδή ως άμεσος και όχι παραγγελιοδοχικός αντιπρόσωπος. Η σύμβαση πρακτόρευσης έχει μικτό χαρακτήρα παρακαταθήκης και εντολής. Έτσι, αφενός τα εισπραττόμενα ασφάλιστρα θεωρούνται παρακαταθήκη και ο πράκτορας είναι θεματοφύλακας αυτών, αφετέρου η σχέση πράκτορα και ασφαλιστικής επιχείρησης θεωρείται σχέση εντολής. Άρα, ο εντολοδόχος πράκτορας δεν αποκτά κυριότητα επί των ασφαλίστρων, αλλά υποχρεούται κατά τους όρους της σύμβασης να τα αποδώσει στην ασφαλιστική εταιρεία.
Περαιτέρω, απορρίφθηκε ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου περί εκκρεμοδικίας, καθώς είχε ασκηθεί δίωξη για την πράξη της έκδοσης ακάλυπτης επιταγής, καταρχάς λόγω της ετερότητας των πληττομένων εννόμων αγαθών και, ειδικότερα, της ασφάλειας των αξιογράφων και συναλλαγών και της ιδιοκτησίας. Επιπλέον όμως, λόγω της διαφοράς ως προς τα ιστορικά δεδομένα των δύο υποθέσεων, που αν συνυπήρχαν θα υφίστατο μεταξύ τους αληθινή πραγματική συρροή.
Τέλος, η αξία των υπεξαιρεθέντων, άρα και ο ποινικός χαρακτήρας της πράξης, προσδιορίζεται με βάση την συνολική αξία των περιελθόντων στην κατοχή του δράστη επιμέρους χρηματικών ποσών, αφού αυτός εξ αρχής απέβλεπε στο συνολικό αυτό ποσό.