30 Ιουλ 2018
Η βλάβη που επικαλούνται οι αιτούντες, ότι δηλαδή ότι η προσωρινή εφαρμογή του άρθρου 8 παρ. 5 της συμφωνίας της 17ης Ιουνίου 2018 για την επίλυση των διαφορών μεταξύ Ελληνικής Δημοκρατίας και της πΓΔΜ θα έχει ως άμεση συνέπεια την αναθεώρηση των σχολικών εγχειριδίων προς την κατεύθυνση της παραποίησης της ελληνικής ιστορίας, παρίσταται μελλοντική και αβέβαιη, προεχόντως διότι από την ανωτέρω διάταξη δεν προκύπτει ότι επίκειται οπωσδήποτε η αναθεώρηση των σχολικών εγχειριδίων, πολύ περισσότερο δε, προς ποιά κατεύθυνση θα κινηθεί αυτή, εφόσον κριθεί αναγκαία από τη Διεπιστημονική Επιτροπή που θα συγκροτηθεί δυνάμει του εν λόγω άρθρου. Εξάλλου, η νομιμότητα των πράξεων κατάρτισης του σχολικού προγράμματος είναι δυνατόν να αμφισβητηθεί ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας σε μεταγενέστερο στάδιο. Όσον αφορά το άρθρο 2 παρ. 4 της συμφωνίας, οι αιτούντες προβάλλουν ότι ήδη από τη γνωστοποίηση προς το ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση του ότι η Ελληνική Δημοκρατία υποστηρίζει την ένταξη της πΓΔΜ στους οργανισμούς αυτούς, θα δημιουργηθεί μια κατάσταση, η οποία θα φέρει το ελληνικό κοινοβούλιο προ τετελεσμένου γεγονότος, όταν κληθεί να κυρώσει τις οικείες πράξεις ένταξης, διότι θα ελλοχεύει ο κίνδυνος της διεθνούς ευθύνης της χώρας, αν δεν το πράξει. Το ίδιο ισχυρίζονται ότι ισχύει και για την ένταξη της πΓΔΜ σε άλλους τριάντα (33) διεθνείς οργανισμούς. Όμως, ανεξαρτήτως του εννόμου συμφέροντος των αιτούντων προς προβολή της βλάβης αυτής ως λόγου χορήγησης της αναστολής, από το ανωτέρω άρθρο 2 παρ. 4 δεν προκύπτει ότι οι εν λόγω διαδικασίες θα έχουν ολοκληρωθεί, πριν από τη θέση της συμφωνίας σε ισχύ κατά τους όρους του άρθρου 20 παρ. 3 ούτε ότι θα έχουν δημιουργηθεί μη αντιστρεπτές νομικές καταστάσεις. Εξάλλου, σε περίπτωση που η συμφωνία δεν τεθεί σε ισχύ, προβλέπεται στο άρθρο 20 παρ. 4 εδ. β΄ ότι αυτή στο σύνολό της και ως προς τις διατάξεις της ξεχωριστά δεν θα δεσμεύει οποιοδήποτε από τα μέρη με οποιονδήποτε τρόπο. Ο τελευταίος ισχυρισμός των αιτούντων (ότι είναι άμεσος ο κίνδυνος απώλειας της ονομασίας «Μακεδονικός» για τα ελληνικά προϊόντα, οι δε οικονομικές συνέπειες στα προερχόμενα από τη Μακεδονία ελληνικά προϊόντα θα είναι δυσθεώρητες και είναι βέβαιο ότι θα υπάρξουν αμφισβητήσεις ελληνικών σημάτων και επωνυμιών προϊόντων και επιχειρήσεων), αναφερόμενος, μάλιστα, σε ενδεχόμενες, μελλοντικές και αβέβαιες καταστάσεις, που άλλωστε δεν προκαλούνται ευθέως από το κείμενο της συμφωνίας, είναι αόριστος και προβάλλεται εκ συμφέροντος τρίτου, δεδομένου ότι οι αιτούντες ούτε προβάλλουν ούτε προκύπτει ότι έχουν ορισμένο νομικό δεσμό με συγκεκριμένο προϊόν, σήμα ή επιχείρηση που πλήττεται άμεσα από την εφαρμογή των όρων της συμφωνίας.