27 Μαΐ 2022
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 372 του Ν. 4412/2016, όπως ισχύει, η ακύρωση και η αναστολή εκτελέσεως: α) της 274/2022 (25.2.2022) αποφάσεως της Αρχής Εξέτασης Προδικαστικών Προσφυγών (ΑΕΠΠ)· και β) του .../23.12.2021 πρακτικού (Νο 1) της Επιτροπής του Διαγωνισμού που προκηρύχθηκε με τη ΔΔ-214 διακήρυξη της εταιρείας "Διαχειριστής Ελληνικού Δικτύου Διανομής Ηλεκτρικής Ενέργειας Α.Ε." (εφεξής: ΔΕΔΔΗΕ ΑΕ ή αναθέτων φορέας) καθ' ο μέρος δεν αποκλείσθηκε από τον διαγωνισμό η παρεμβαίνουσα ένωση εταιρειών … ΑΕ. Το ΣτΕ έκρινε ότι η αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως της ΑΕΠΠ, από την οποία προκύπτει με σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις, κατόπιν ουσιαστικής εκτιμήσεως που στηρίζεται στα στοιχεία του φακέλου (ΕΕΕΣ των εταιρειών … Α.Ε. και … Α.Ε.), ότι οι εταιρείες αυτές όρισαν την εταιρεία … Α.Ε. ως επικεφαλής και συντονιστή ("leader") της παρεμβαίνουσας ενώσεως για την εκτέλεση της συμβάσεως, ενώ όρισαν τον ... ως νομίμως εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό τους για την υπογραφή της προσφοράς της ενώσεως, είναι νόμιμη και επαρκής, απορριπτομένων ως αβάσιμων των ισχυρισμών της αιτούσας. Περαιτέρω, οι μετέχοντες στον διαγωνισμό οικονομικοί φορείς, προκειμένου να πληρούν τα οριζόμενα κριτήρια επαγγελματικής ικανότητας, όφειλαν, εφόσον είναι ελληνικές εργοληπτικές επιχειρήσεις, να είναι εγγεγραμμένοι στο Μητρώο Εργοληπτικών Επιχειρήσεων. Η βεβαίωση εγγραφής στο Μητρώο αυτό, σε συνδυασμό με την "ενημερότητα πτυχίου", συνιστούσε ταυτόχρονα καταχώριση σε επίσημο κατάλογο αναγνωρισμένων εργοληπτών ("εγκεκριμένων οικονομικών φορέων", κατά τη διατύπωση της διακηρύξεως). Εξ άλλου, τα δικαιολογητικά εγγραφής κάθε εργοληπτικής επιχειρήσεως στο Μ.Ε.ΕΠ. καθορίζονταν ευθέως και κατά τρόπο ειδικό και εξαντλητικό από τον νόμο (άρθρο 96 του Ν. 3669/2008), με συνέπεια να μπορούν ευχερώς να προσδιορισθούν και να είναι δυνατό, ανά πάσα στιγμή, να ζητηθεί από τον αναθέτοντα φορέα η προσκόμισή τους (ιδίως σε περίπτωση αμφισβητήσεως). Με τα δεδομένα αυτά, η δήλωση της … Α.Ε. ότι η εγγραφή της στο Μ.Ε.ΕΠ. (η οποία εξακολουθεί να ισχύει έως 31.12.2022 δυνάμει του άρθρου 74 παρ. 3 του Ν. 4821/2021) έγινε βάσει όλων των τεχνικών και οικονομικών στοιχείων που απαιτούνται κατά τον Ν. 3669/2008, δεν συνιστά, εν προκειμένω, πλημμελή συμπλήρωση του ΕΕΕΣ, ικανή να του στερήσει την ισχύ του ως προκαταρκτικής αποδείξεως της επαγγελματικής ικανότητάς της (άρθρο 18 της διακηρύξεως). Συνεπώς, η ΑΕΠΠ νομίμως απέρριψε ως αβάσιμο τον σχετικό λόγο της προδικαστικής προσφυγής της αιτούσης, όσα δε περί του αντιθέτου προβάλλονται με την κρινόμενη αίτηση είναι απορριπτέα επίσης ως αβάσιμα. Συστατικό στοιχείο της προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής και, κατ' επέκταση, της εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής, η οποία αποτελεί διακεκριμένη μορφή προηγμένης ηλεκτρονικής υπογραφής με αυξημένο βαθμό ασφαλείας, αποτελεί η σύνδεση της υπογραφής με τα υπογραφόμενα δεδομένα κατά τρόπο που να παρέχεται δυνατότητα ανιχνεύσεως οποιασδήποτε μεταγενέστερης μεταβολής ("να μπορεί να ανιχνευθεί οποιαδήποτε επακόλουθη τροποποίηση"). Η ηλεκτρονική, εξ άλλου, υπογραφή, η οποία ενσωματώνει σε κάθε περίπτωση ένδειξη του χρόνου στον οποίο τίθεται, παρέχει τη δυνατότητα, με βάση την ένδειξη αυτή, τόσο για τον έλεγχο της ακεραιότητας των δεδομένων του ηλεκτρονικού εγγράφου, όσο και για την τυχόν επικύρωσή της (στο μέτρο που για την τελευταία απαιτείται να συντρέχουν προϋποθέσεις - π.χ. εγκεκριμένο και έγκυρο πιστοποιητικό - στο χρονικό σημείο που τίθεται η ηλεκτρονική υπογραφή). Αντιθέτως, η εγκεκριμένη ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα, η οποία υποστηρίζεται από εγκεκριμένο φορέα παροχής σχετικών υπηρεσιών εμπιστοσύνης, διακρίνεται από την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή κατά το ότι δεν παρέχει μόνο δυνατότητα ανιχνεύσεως οποιασδήποτε μεταγενέστερης τροποποιήσεως των δεδομένων, αλλά επί πλέον "[αποκλείει] ευλόγως" κάθε δυνατότητα μεταγενέστερης τροποποιήσεως, η οποία δεν θα μπορούσε να ανιχνευθεί. Από αυτό το σαφώς διακεκριμένο (αυξημένο) επίπεδο ασφαλείας των δεδομένων, το οποίο επιτυγχάνεται με την εγκεκριμένη ηλεκτρονική χρονοσφραγίδα, συνάγεται ότι η τελευταία συνιστά, κατά νόμο, διαφορετικό είδος δεδομένων από εκείνα που αποτελούν την εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή. Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει και από τη διάκριση μεταξύ δημοσίων και ιδιωτικών ηλεκτρονικών εγγράφων κατά τις διατάξεις των άρθρων 13 και 15 του Ν. 4727/2020, οι οποίες για τα μεν δημόσια έγγραφα επιβάλλουν ρητώς, εκτός της εγκεκριμένης ηλεκτρονικής σφραγίδας ή υπογραφής, και τη θέση εγκεκριμένης ηλεκτρονικής χρονοσφραγίδας, ενώ για τα ιδιωτικά έγγραφα απαιτούν τη χρήση εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής ή σφραγίδας, όχι όμως και εγκεκριμένης ηλεκτρονικής χρονοσφραγίδας. Κατά συνέπεια, για ιδιωτικά ηλεκτρονικά έγγραφα, τα οποία πρέπει να υπογράφονται με εγκεκριμένη ηλεκτρονική υπογραφή από τους φορείς που μετέχουν σε διαγωνισμό, δεν απαιτείται η θέση και εγκεκριμένης ηλεκτρονικής χρονοσφραγίδας, εκτός αν αυτό προβλέπεται ειδικώς από το οικείο κανονιστικό πλαίσιο. Συνεπώς, ο λόγος ακυρώσεως με τον οποίο προβάλλεται ότι μη νομίμως η ΑΕΠΠ απέρριψε την προδικαστική προσφυγή της αιτούσης με την αιτιολογία ότι από τους όρους της διακηρύξεως δεν επιβάλλεται υποχρέωση του συμμετέχοντος στον διαγωνισμό να εφοδιασθεί και με πιστοποιημένες υπηρεσίες ασφαλούς χρονοσημάνσεως, διότι, όπως προβάλλει η αιτούσα, οι υπηρεσίες αυτές αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της εγκεκριμένης ηλεκτρονικής υπογραφής, είναι απορριπτέος ως αβάσιμος.