Πρόσφατη νομολογία


4 Μαΐ 2022

ΣτΕ 785/2022 Τμ.Γ: Νομιμότητα διαδικασίας εκλογής σε θέση Καθηγητή Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας

Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση της αποφάσεως του Ανωτάτου Επιστημονικού Συμβουλίου (Α.Ε.Σ.), με την οποία, κατ’ ενάσκηση του προβλεπόμενου από τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 7 του ν. 3432/2006 ελέγχου νομιμότητας της διαδικασίας εκλογής του αιτούντος σε θέση Καθηγητή στο γνωστικό αντικείμενο «Εκκλησιαστική Ιστορία Νεότερου και Σύγχρονου Ελληνισμού» της Πατριαρχικής Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας Κρήτης (ΠΑΕΚ), αποφασίσθηκε η αναπομπή του φακέλου εκλογής για επανάληψη της διαδικασίας, ενώ ο αιτών αποκλείσθηκε από τη διαδικασία εκλογής λόγω μη εκλογιμότητάς του. Η διαδικασία εκλογής μέλους ΔΕΠ Ανώτατης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας συνιστά σύνθετη διοικητική ενέργεια, η οποία περαιώνεται με την κατ’ άρθρο 11 παρ. 7 του ν. 3432/2006 πράξη διορισμού, η οποία στην επίδικη διαφορά δεν έχει εκδοθεί ακόμη. Η δε προσβαλλόμενη απόφαση του Α.Ε.Σ., με την οποία αναπέμφθηκε ο φάκελος της εκλογής στο Ακαδημαϊκό Συμβούλιο λόγω έλλειψης νομιμότητας της διαδικασίας εκλογής του ήδη αιτούντος με αποκλεισμό του τελευταίου από την περαιτέρω διαδικασία εκλογής, αποτελεί ενδιάμεση, αυτοτελή πράξη της σύνθετης αυτής διοικητικής ενέργειας, η οποία έχει εκτελεστό χαρακτήρα και, επομένως, παραδεκτώς προσβάλλεται με την κρινόμενη αίτηση. Από τις διατάξεις του άρθρου 10 παρ. 3 περ. δ´ εδαφ. αα του ν. 3432/2006 προβλέπονται διαζευκτικώς ή και σε συνδυασμό ως τυπικά προσόντα για την εκλογή ή εξέλιξη σε θέση Καθηγητή Ανωτάτης Εκκλησιαστικής Ακαδημίας, είτε τουλάχιστον έξι (6) χρόνια αυτοδύναμης διδασκαλίας, μετά την απόκτηση του διδακτορικού διπλώματος στο γνωστικό αντικείμενο της προκηρυσσόμενης θέσης με τεκμηριωμένη συμβολή στη διαμόρφωση και διδασκαλία της ύλης δύο τουλάχιστον μαθημάτων, είτε τουλάχιστον έξι (6) χρόνια διδακτικού έργου σε Θεολογικές Σχολές της χώρας ή της αλλοδαπής με τεκμηριωμένη συμβολή στην εμβάθυνση και θεολογικών ζητημάτων, είτε εκτεταμένο επαγγελματικό έργο σε σχετικό επιστημονικό πεδίο, είτε συνδυασμός των ανωτέρω. Κατά τη ρητή δε και σαφή διατύπωση της εν λόγω διατάξεως, τα μνημονευόμενα σ’ αυτήν προσόντα αναφέρονται διαζευκτικώς και είναι ισοδύναμα μεταξύ τους. Στην περίπτωση, όμως, που η εκλογή του καθηγητή δεν γίνεται με ένα από τα δύο πρώτα προσόντα, όπου τίθεται ελάχιστη χρονική έκταση (εξαετία), αλλά με το ισοδύναμο προς αυτά προσόν, το εκτεταμένο επαγγελματικό έργο σε σχετικό επιστημονικό πεδίο, δεν απαιτείται κατά τη διάταξη ορισμένος χρόνος επαγγελματικής απασχόλησης για την παραγωγή του επαγγελματικού έργου, αλλά η διάταξη αποβλέπει στο αποτέλεσμα της εν λόγω επαγγελματικής απασχόλησης, ήτοι στο επαγγελματικό έργο που τυγχάνει, ποιοτικώς τουλάχιστον, ιδιαιτέρως αξιόλογο («εκτεταμένο») καθεαυτό, ανεξαρτήτως του χρόνου που απαιτήθηκε προκειμένου το έργο αυτό να παραχθεί. Ειδικότερα, για τη συνδρομή του προσόντος του εκτεταμένου επαγγελματικού έργου σε σχετικό επιστημονικό πεδίο, απαιτείται ο υποψήφιος, κατά την ενάσκηση του επαγγέλματός του, το οποίο δεν προσδιορίζεται περιοριστικά και συνεπώς, δύναται να ασκείται με οποιαδήποτε μορφή, είτε ελευθέρως είτε κατ’ εξάρτηση σε οιονδήποτε φορέα, δημόσιο ή ιδιωτικό, να έχει προσφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή την παροχή εν γένει των υπηρεσιών του ποιοτικώς τουλάχιστον ιδιαιτέρως αξιόλογο («εκτεταμένο») έργο ως προς το γνωστικό αντικείμενο του τομέα, στον οποίο αφορά το διδακτορικό του δίπλωμα και υπάγεται η προκηρυχθείσα θέση, ζήτημα, το οποίο απαιτεί αιτιολογημένη κρίση κατά την ανέλεγκτη ουσιαστική αξιολόγηση του αρμοδίου οργάνου. Το εν λόγω δε τυπικό προσόν (εκτεταμένο επαγγελματικό έργο) δεν ελλείπει εκ μόνης της ενδεχόμενης δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας του υποψηφίου. Εν προκειμένω, η κρίση του Α.Ε.Σ., σύμφωνα με την οποία το προσόν της αυτοδύναμης διδασκαλίας ουδόλως μπορεί να ληφθεί υπόψη στην επίδικη διαδικασία, διότι είναι εν πάση περιπτώσει διετές και, όχι, κατά τα οριζόμενα στον νόμο, εξαετές είναι μη νόμιμη, διότι, όπως ρητώς ορίζει η διάταξη της υποπερ. αα της περ. δ´ της παρ. 3 του άρθρου 10 του ν. 3432/2006, τα προβλεπόμενα στη διάταξη αυτή τυπικά προσόντα για την εκλογή στη βαθμίδα του καθηγητή δύναται να συντρέχουν διαζευκτικώς ή σε συνδυασμό και, ως εκ τούτου, η μη πλήρωση εξαετούς αυτοδύναμης διδασκαλίας δεν συνεπάγεται την παντελή έλλειψη των τυπικών προϋποθέσεων της οικείας διάταξης. Εν πάση περιπτώσει, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, οι διοικητικές αρχές υποχρεούνται να αναγνωρίζουν ως ισχυρές και να εφαρμόζουν τις πράξεις άλλων διοικητικών αρχών, εφόσον φέρουν εξωτερικώς τα, κατά νόμον, γνωρίσματα εγκύρων πράξεων, δεδομένου ότι οι διοικητικές πράξεις, έστω και μη σύννομες, θεωρούνται έγκυρες και παράγουν όλες τις έννομες συνέπειές τους, εφόσον δεν ανακλήθηκαν διοικητικώς ή δεν ακυρώθηκαν δικαστικώς. Στην προκειμένη δε περίπτωση, όπως προκύπτει από την κρίσιμη βεβαίωση της Διοικούσας Επιτροπής της ΠΑΕΑΚ, η οποία δεν αμφισβητείται ως προς τη γνησιότητά της, αλλά και όπως συνομολογείται από το Α.Ε.Σ., με πράξη διάθεσης εκδοθείσα κατά το τότε ισχύον κανονιστικό πλαίσιο -και πάντως όχι με καταφανώς μη νόμιμο τρόπο- ο αιτών παρέσχε διδακτικές υπηρεσίες κατά τα έτη 2015-2016 και 2016-2017 στην ΠΑΕΑΚ. Συνεπώς, η κρίση του Α.Ε.Σ. ότι το φερόμενο ως διδακτικό έργο του αιτούντος δεν μπορεί κατά νόμο να ληφθεί υπόψη είναι μη νομίμως αιτιολογημένη, σύμφωνα με τον βασίμως προβαλλόμενο λόγο ακυρώσεως και συνεπώς, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι για τον λόγο αυτό ακυρωτέα. Εξάλλου, η προσβαλλόμενη απόφαση, με την οποία το Α.Ε.Σ. έκρινε ότι ο αιτών δεν διέθετε τα τυπικά προσόντα για την εκλογή του στην επίδικη θέση, είναι μη νόμιμη και καθ’ ό μέρος δεν εξέτασε εάν αυτός διέθετε το διαζευτικώς προβλεπόμενο στο νόμο, κατά τα εκτεθέντα στην όγδοη σκέψη, «εκτεταμένο επαγγελματικό έργο» σε σχετικό επιστημονικό πεδίο προς την προκηρυχθείσα θέση, μολονότι εξετάστηκε και διαπιστώθηκε από το εκλεκτορικό σώμα ότι ο αιτών πληρούσε το ως άνω προσόν. Τέλος, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι παράνομη και καθ’ ο μέρος το ΑΕΣ αναρμοδίως αποκλείει τον αιτούντα από περαιτέρω αξιολόγηση της υποψηφιότητάς του από το εκλεκτορικό σώμα, διότι το επίδικο ζήτημα των τριών εναλλακτικών ακαδημαϊκών προσόντων του διδακτικού, ερευνητικού ή «εκτεταμένου επαγγελματικού έργου» των υποψηφίων κρίνεται κατά νόμο κυριαρχικώς από το οικείο εκλεκτορικό σώμα, ο δε έλεγχος νομιμότητας που ασκεί το ΑΕΣ περιορίζεται στην τήρηση των διατάξεων του νόμου και τον έλεγχο της αιτιολογίας της αποφάσεως του εκλεκτορικού σώματος. Η υπόθεση αναπέμπεται στην Διοίκηση.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 785/2022 Τμ.Γ - Πλήρες κείμενο »