30 Απρ 2025
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 1606/2021 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση που είχε ασκηθεί από κοινού από την πρώτη αναιρεσείουσα ανώνυμη εταιρεία και τον δικαιοπάροχο της δεύτερης αναιρεσείουσας, … κατά της 9421/2019 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την πρωτόδικη απόφαση απορρίφθηκε αγωγή ασκηθείσα από κοινού από τη πρώτη αναιρεσείουσα ανώνυμη εταιρεία με αντικείμενο δραστηριότητας, μεταξύ άλλων, την παροχή υπηρεσιών οδικής βοήθειας σε οδηγούς οχημάτων και τον …, ο οποίος διατηρούσε ατομική επιχείρηση με παρόμοια δραστηριότητα. Με την ένδικη αγωγή οι ενάγοντες ζητούσαν να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του αναιρεσίβλητου Ελληνικού Δημοσίου να τους καταβάλει, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, α) αποζημίωση κατά το άρθρο 105 του Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα για την αποκατάσταση της ζημίας την οποία, κατά τους ισχυρισμούς τους, υπέστησαν κατά τα έτη 2005 έως 2010 από παράνομες πράξεις και παραλείψεις που αφορούν (i) πλημμελή νομοθέτηση κατά τη μεταφορά εκ μέρους των αρμόδιων νομοθετικών οργάνων των κανόνων ενωσιακού δικαίου που ρυθμίζουν την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της οδικής βοήθειας, καθώς και (ii) πλημμελή άσκηση εποπτείας εκ μέρους των αρμόδιων εποπτικών/ελεγκτικών οργάνων του Δημοσίου και της Επιτροπής Εποπτείας Ιδιωτικής Ασφάλισης επί των ασφαλιστικών επιχειρήσεων οι οποίες δραστηριοποιούνται στον ανωτέρω κλάδο παροχής υπηρεσιών και β) χρηματική ικανοποίηση για την ανόρθωση της ηθικής βλάβης που υπέστησαν από την ίδια ως άνω αιτία. Σύμφωνα με τη γνώμη που επικράτησε, προκειμένου να κριθεί αν θεμελιώνεται αστική ευθύνη του Ελληνικού Δημοσίου προς αποκατάσταση ζημίας τρίτου (μη ασφαλιστικής επιχείρησης) εξαιτίας της πλημμελούς άσκησης εκ μέρους των εποπτικών/ελεγκτικών οργάνων της κατά νόμον εποπτείας επί των ανταγωνιστριών ασφαλιστικών επιχειρήσεων, το άρθρο 105 του ΕισΝΑΚ, το οποίο απαιτεί τη συνδρομή σωρευτικώς τριών προϋποθέσεων (της παρανομίας, της ζημίας και του αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ παρανομίας και ζημίας), έχει ευθεία εφαρμογή. Δεν μπορεί δε, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, να απαιτηθούν πρόσθετες προϋποθέσεις αυστηρότερες σε σχέση με τις ως άνω απαιτούμενες κατά το άρθρο αυτό (όπως η ύπαρξη προδήλου και βαρέος σφάλματος αντί της προβλεπόμενης στον νόμο προϋποθέσεως της υπάρξεως παρανομίας ανεξαρτήτως υπαιτιότητας ή μη των δημοσίων οργάνων). Περαιτέρω, κατά το άρθρο 105 του ΕισΝΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 298 του Α.Κ., αποκαθίσταται πλήρως η περιουσιακή ζημία του τρίτου, εφόσον αυτή βεβαίως αποδειχθεί και συντρέχουν και οι άλλες δύο προϋποθέσεις της ευθύνης προς αποζημίωση. Επομένως, δεν μπορεί κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, αντί της πλήρους αποζημιώσεως που καλύπτει όλη τη ζημία, να επιδικασθεί «εύλογη» αποζημίωση ανάλογα με τις περιστάσεις, διότι τούτο (α) δεν προβλέπεται ρητώς στο άρθρο αυτό που ρυθμίζει την αστική ευθύνη του Δημοσίου, όπως αντιθέτως προβλέπεται ρητώς στον νόμο σε άλλες περιπτώσεις, και (β) θα απέβαινε, άλλωστε, σε βάρος της ασφάλειας του δικαίου και της βεβαιότητας του ζημιωθέντος ως προς την πλήρη προστασία του. Εξάλλου, η ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση τρίτων λόγω πλημμελούς ασκήσεως εποπτείας εκ μέρους της αρμόδιας αρχής δεν αποκλείεται από την ύπαρξη του μηχανισμού αποζημιώσεως που προβλέπεται στις διατάξεις του ν.δ. 146/1914 περί αθέμιτου ανταγωνισμού. (Μειοψ.). Λόγω της σπουδαιότητας του τιθέμενου ζητήματος της ευθείας ή ανάλογης εφαρμογής των άρθρων 105 και 106 του ΕισΝΑΚ στις περιπτώσεις αστικής ευθύνης του Δημοσίου και των ν.π.δ.δ. επί πλημμελούς ασκήσεως εποπτείας εκ μέρους των αρμόδιων εποπτικών/ ελεγκτικών αρχών και ενόψει των αντίθετων γνωμών που διατυπώθηκαν στο Α΄ Τμήμα, της κυμαινόμενης νομολογίας του Τμήματος αυτού καθώς και της αντίθετης νομολογίας του Αρείου Πάγου, το Τμήμα παρέπεμψε την υπόθεση στην Ολομέλεια του ΣτΕ.