6 Μαΐ 2025
Με την κρινομένη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 1995/2019 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, με την οποία έγινε δεκτή η από 23.10.2017 έφεση της αναιρεσίβλητης εταιρείας και εξαφανίσθηκε η 6114/2017 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιώς καθ’ ο μέρος είχε κάνει δεκτή την από 23.2.2017 ανακοπή του αναιρεσείοντος Ελληνικού Δημοσίου και είχε ακυρώσει το από 1.2.2017 κατασχετήριο έγγραφο, με το οποίο είχε επιβληθεί εις βάρος του αναγκαστική κατάσχεση εις χείρας της τραπεζικής ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «… Α.Ε.» ως τρίτης, για την είσπραξη συνολικού ποσού 289.714,22 ευρώ, οφειλομένου από το Ελληνικό Δημόσιο με βάση το από 7.12.2016 πρώτο εκτελεστό απόγραφο της 769/2016 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, η οποία εκδόθηκε επί διαφοράς που ανέκυψε κατά την εκτέλεση του δημοσίου έργου «…». Στην προκειμένη περίπτωση, η 769/2016 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, επί τη βάσει της οποίας εκδόθηκε το, προσβαλλόμενο με την ανακοπή, από 1.2.2017 κατασχετήριο έγγραφο, έχει γίνει αποδεκτή από το Ελληνικό Δημόσιο. Περαιτέρω, αμφότεροι οι διάδικοι προβάλλουν ότι η ένδικη οφειλή, η οποία αποτελεί τη νόμιμη βάση του εν λόγω κατασχετηρίου, έχει εξοφληθεί. Όμως, κατά παράβαση των διατάξεων των άρθρων 25 § 2 και 33 Π.Δ. 18/1989, ορισμένα από τα προσκομισθέντα στοιχεία που αφορούν στην εξόφληση της ένδικης οφειλής (και δη αυτά που προσκομίσθηκαν από το Ελληνικό Δημόσιο) κατατέθηκαν μετά τη συζήτηση της υπόθεσης, οπότε δεν μπορούν να εξετασθούν από το Δικαστήριο ούτε ως προς το περιεχόμενο ούτε ως προς την πληρότητά τους. Εξάλλου, το αναιρεσείον Ελληνικό Δημόσιο, αν και δηλώνει ότι «δεν έχει πλέον λόγο να εμμείνει» στη συζήτηση της κρινόμενης αίτησης, δεν παραιτήθηκε («εκ παραδρομής», όπως αναφέρει) κατά τη νόμιμη διαδικασία και μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης, όπως απαιτείται∙ ο δε ισχυρισμός του περί καταργήσεως της παρούσας δίκης, λόγω ολοσχερούς εξοφλήσεως της οφειλής, υποβληθείς και αυτός μετά τη συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, δεν ετέθη, πάντως, προσηκόντως υπόψη της αναιρεσίβλητης εταιρείας, ώστε να διατυπώσει τα επιχειρήματά της επ’ αυτού. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το Δικαστήριο έκρινε αναγκαίο να αναβάλει τη συζήτηση της υπόθεσης, προκειμένου τόσο το Ελληνικό Δημόσιο (εάν, τελικώς, «εμμείνει στη συζήτηση της υπό κρίση αιτήσεως»), όσο και η αναιρεσίβλητη εταιρεία να προσκομίσουν νομοτύπως α) έγγραφα από τα οποία να προκύπτει το ακριβές ύψος της (αποτελούσας τη νόμιμη βάση για την ένδικη κατάσχεση εις χείρας τρίτου) απαιτήσεως της αναιρεσίβλητης, όπως αυτό έχει τελικώς διαμορφωθεί κατόπιν δικαστικών αποφάσεων, β) έγγραφα από τα οποία να προκύπτει εάν έχει χωρήσει πλήρης ή μερική απόσβεση της απαιτήσεως αυτής και εάν το Ελληνικό Δημόσιο προέβη στην εν λόγω καταβολή οικειοθελώς ή σε εκτέλεση της προσβαλλομένης, 1756/2019 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, γ) τυχόν άλλα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι, λόγω αποσβέσεως της οφειλής, εχώρησε παραίτηση από την επίδικη (αποτελούσα το αντικείμενο της παρούσας δίκης) κατάσχεση εις χείρας της … ως τρίτης ή με οποιονδήποτε τρόπο άρση αυτής. Περαιτέρω, κρίθηκε ότι έπρεπε να κληθούν αμφότεροι οι διάδικοι, με υπόμνημά τους, να διατυπώσουν τις απόψεις τους επί του ζητήματος της καταργήσεως της παρούσας δίκης.