28 Μαρ 2018
Τόσο οι αιτούντες σύλλογοι γονέων και κηδεμόνων όσο και οι λοιποί αιτούντες, φυσικά πρόσωπα, που επικαλούνται και αποδεικνύουν την ιδιότητά τους ως γονέων και κηδεμόνων των μαθητών που φοιτούν κατά το σχολικό έτος 2016-2017, δηλαδή κατά τον χρόνο της συζήτησης της υπόθεσης στο ακροατήριο, στις σχολικές μονάδες πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που είχαν ορισθεί ως δομές υποδοχής για την εκπαίδευση των προσφύγων με την προσβαλλόμενη απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων στερούνται εννόμου συμφέροντος για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης ακύρωσης. Τούτο δε, διότι ελλείπει ο απαραίτητος σύνδεσμος μεταξύ της ιδιότητάς τους και του αντικειμένου ρύθμισης των προσβαλλομένων πράξεων, με τις οποίες ουδόλως θίγεται το καθεστώς των μαθητών και τέκνων των αιτούντων που φοιτούν ήδη κατά τις πρωϊνές ώρες στις σχολικές μονάδες που ορίσθηκαν ως Δομές Υποδοχής για την Εκπαίδευση των Προσφύγων (ΔΥΕΠ) τόσο σε νομικό όσο και σε πραγματικό επίπεδο. Πράγματι, η ρύθμιση από τον νομοθέτη ζητημάτων οργάνωσης της δημόσιας εκπαίδευσης, τότε μόνο δύναται να αφορά συγκεκριμένα πρόσωπα, όταν επηρεάζεται η προσωπική τους κατάσταση, στην προκειμένη περίπτωση, η μαθητική τους ζωή, με την έκδοση και εφαρμογή των σχετικών κανονιστικών πράξεων, αυτό όμως, εν προκειμένω δεν συμβαίνει, δεδομένου ότι οι προσβαλλόμενες πράξεις δεν αφορούν άμεσα και προσωπικά τους αιτούντες και τα τέκνα τους. Από τις πράξεις δε αυτές που εκδόθηκαν, κατά τα ήδη εκτεθέντα, σύμφωνα με τις προβλέψεις του νόμου και υπό το φως των διεθνών ρυθμίσεων για την ομαλή ένταξη των ανηλίκων προσφύγων στις χώρες υποδοχής, που κατ’ εξοχήν επιτυγχάνεται μέσω της εκπαίδευσης, ούτε επηρεάζονται ούτε πολύ περισσότερο θίγονται καθ' οιονδήποτε τρόπο τα συμφέροντα των αιτούντων και των τέκνων τους, αλλά διατυπώνονται από αυτούς προσωπικές απόψεις και αντιλήψεις, οι οποίες δεν επαρκούν για να θεμελιώσουν το έννομο συμφέρον τους για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης.