16 Μαΐ 2023
Με την κρινόμενη έφεση ζητήθηκε η εξαφάνιση της 10/2019 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή η από 11.11.2015 αίτηση ακυρώσεως της εφεσίβλητης και ακυρώθηκε η 2002/20.10.2014 απόφαση του Γενικού Γραμματέα Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, με την οποία κηρύχθηκε ως αναδασωτέα έκταση, εμβαδού 1,04252 στρεμμάτων, στη θέση «Λόφος Κόκκου» της περιφέρειας του Δήμου Γαλατσίου Αττικής, επί της οποίας η εφεσίβλητη προέβαλε δικαιώματα κυριότητας. Ειδικότερα, προβλήθηκε με την έφεση ότι η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία η επίμαχη πράξη αναδάσωσης δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη, ήταν μη νόμιμη, το δε δικάσαν διοικητικό εφετείο, δεχόμενο τα ανωτέρω, εσφαλμένως ερμήνευσε και εφάρμοσε τις διατάξεις των παραγράφων 1, 2, 3 και 6 του άρθρου 3 του ν. 998/1979. Συγκεκριμένα, προβλήθηκε ότι η κρίση της εκκαλουμένης απόφασης, σύμφωνα με την οποία η ύπαρξη είτε χορτολιβαδικής βλάστησης, είτε ισχνής δασικής βλάστησης με μεμονωμένα πεύκα δεν αρκεί για να στοιχειοθετήσει δασικό οικοσύστημα, έρχεται σε αντίθεση με τις 32, 33, 34/2013 και 87/2015 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικράτειας, σύμφωνα με τις οποίες για τη στοιχειοθέτηση της έννοιας του δάσους και της δασικής έκτασης τίθεται ως μόνη προϋπόθεση η οργανική ενότητα της δασικής βλάστησης. Επίσης, προβλήθηκε ότι η ως άνω κρίση του διοικητικού εφετείου ερχόταν σε αντίθεση και με την 2215/2015 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας, την οποία επικαλέσθηκε ο εκκαλών με το από 9.11.2018 υπόμνημά του ενώπιον του δικάσαντος εφετείου. Με την απόφαση δε αυτή απορρίφθηκε έφεση, μεταξύ άλλων, της εφεσίβλητης κατά της 3536/2007 αποφάσεως του Προέδρου του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία είχε απορριφθεί αίτηση ακυρώσεως του δικαιοπαρόχου της, ... …, κατά της 900/7.12.2004 πράξης του Γενικού Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής. Με την τελευταία αυτή πράξη είχε διαταχθεί, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 114 του ν.1892/1990, η απομάκρυνση αυθαιρέτων κατασκευών και εγκαταστάσεων (στάβλων και περίφραξης) που είχαν ανεγερθεί αυθαιρέτως σε δημόσια δασική αναδασωτέα έκταση εμβαδού 7.968,50 τ.μ., στη θέση «Λόφος Κόκκου-Ομορφοκκλησιά» στην περιφέρεια του Δήμου Γαλατσίου Ν. Αττικής, ήτοι στο έτερο τμήμα της ευρύτερης εκτάσεως επί της οποίας διενεργήθηκε η προεκτεθείσα αυτοψία. Με την απόφαση αυτή του Συμβουλίου της Επικράτειας κρίθηκε ότι η ως άνω προσβληθείσα πράξη κατεδάφισης αιτιολογείτο νομίμως και επαρκώς ως προς τον δασικό και αναδασωτέο χαρακτήρα της ανωτέρω έκτασης. Περαιτέρω, κατά τον εκκαλούντα, το δικάσαν εφετείο δεν έλαβε υπόψη του τα κριθέντα με την ανωτέρω απόφαση του Συμβουλίου της Επικράτειας, συγκεκριμένα, δε, η κρίση του έρχεται σε αντίθεση με τα αμετακλήτως κριθέντα με την εν λόγω απόφαση όσον αφορά το νομικό ζήτημα του δασικού ή μη χαρακτήρα της επίδικης εκτάσεως. Τέλος, προβλήθηκε ότι το δικάσαν εφετείο, δεχόμενο ότι η ύπαρξη ισχνής δασικής βλάστησης δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει δασικό οικοσύστημα, εσφαλμένως ερμήνευσε και εφάρμοσε τη διάταξη του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 998/1979. Κατά την αντίληψη του εκκαλούντος, τέθηκε, εν προκειμένω, νομικό ζήτημα, υπό την έννοια αν μόνη η ύπαρξη αραιής δασικής βλάστησης στοιχειοθετεί ή όχι δασικό οικοσύστημα, επ’ αυτού δε του ζητήματος, κατά τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας δεν υφίσταται νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ανεξαρτήτως του ότι με την 2215/2015 απόφαση του Συμβουλίου της Επικράτειας κρίθηκε ο δασικός χαρακτήρας της έτερης εκτάσεως των 7,96850 στρεμμάτων και όχι της επίδικης, με τους ως άνω λόγους εφέσεως δεν τίθενται ζητήματα ερμηνείας κανόνα δικαίου, κατά την έννοια του άρθρου 12 του ν. 3900/2010, αλλά πλήσσεται η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας κατά την υπαγωγή του πραγματικού της υποθέσεως στον εφαρμοστέο κανόνα, δηλαδή πλήσσεται η ορθότητα, πληρότητα και επάρκεια της αιτιολογίας της εκκαλουμένης αποφάσεως, η οποία, μάλιστα, διατυπώθηκε κατ’ εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς τον χαρακτηρισμό της επίμαχης εκτάσεως ως δασικής ή μη. Από τυχόν δε πλημμέλεια της αιτιολογίας της εκκαλουμένης αποφάσεως, που συνδέεται με το πραγματικό της συγκεκριμένης υποθέσεως, και τυχόν εσφαλμένο χαρακτηρισμό ως προς τη φύση της εκτάσεως, δεν μπορεί να προκύψει αντίθεση ή έλλειψη νομολογίας, που να καθιστά παραδεκτούς τέτοιους λόγους εφέσεως, κατά την έννοια της ως άνω διατάξεως. Με τα δεδομένα αυτά, το ΣτΕ έκρινε ότι οι προβαλλόμενοι λόγοι εφέσεως δεν πληρούσαν τις τασσόμενες, με την εφαρμοστέα διάταξη του άρθρου 58 παρ. 1 του π.δ. 18/1989, προϋποθέσεις και απορρίφθηκαν ως απαράδεκτοι.