20 Μαΐ 2024
Ο εκκαλών, αλλοδαπός αλβανικής ιθαγένειας, με την υπό κρίση έφεση επιδιώκει την εξαφάνιση της απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λάρισας, δυνάμει της οποίας απερρίφθη η αίτηση ακύρωσης του ιδίου κατά της απόφασης του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδας, με την οποία απερρίφθη αίτηση του εκκαλούντος για χορήγηση άδειας διαμονής για εξαιρετικούς λόγους και διατάχθηκε η επιστροφή του, με οικειοθελή αναχώρηση από τη χώρα, εντός διαστήματος τριάντα (30) ημερών από την επίδοση της ένδικης πράξης, με την αιτιολογία ότι απουσίασε από τη χώρα για διάστημα μεγαλύτερο της διετίας μετά τη λήξη της ισχύος του τελευταίου τίτλου παραμονής του. Περαιτέρω, το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε ως ουσία αβάσιμες τις προβληθείσες με την αίτηση ακυρώσεως αιτιάσεις του εκκαλούντος περί παραβίασης της αρχής της αναλογικότητας και του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ, ενώ, συνάμα, απέρριψε τον ισχυρισμό του εκκαλούντος περί αποτελεσματικής έκβασης, για εκείνον, του ενδεχομένου κλήσης του ενώπιον της διοικητικής αρχής, υπό την έννοια ότι ο εκκαλών θα προέβαλε ισχυρισμούς ικανούς να ασκήσουν ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της υπόθεσής του, αναδεικνύοντας, καταληκτικά, ότι τόσο η απόρριψη του αιτήματός του για τη χορήγηση άδειας διαμονής, όσο και η διαταγή επιστροφής του, πάσχουν από νομική πλημμέλεια διότι εκδόθηκαν χωρίς προηγούμενη κλήση του προς ακρόαση. Επισημαίνεται ότι ο προαναφερόμενος λόγος δεν έγινε δεκτός από το Δικαστήριο, ως μη παραδεκτός, καθότι κρίθηκε ότι πλήττει την αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης. Αναφορικά με το νομοθετικό πλαίσιο, ο Κώδικας Μετανάστευσης και Κοινωνικής Ένταξης (άρθρο 19 Ν. 4251/2014) ορίζει το πλαίσιο χορήγησης άδειας διαμονής διάρκειας τριών (3) ετών, από τον Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, κατ’ εξαίρεση σε πολίτες τρίτων χωρών που διαμένουν στην Ελλάδα. Ο δε σκοπός της εν λόγω διάταξης συνίσταται στην τακτοποίηση των στερούμενων νομίμου τίτλου διαμονής αλλοδαπών, οι οποίοι καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της χωρίς νόμιμο τίτλο παραμονής τους στην Ελλάδα διατηρούσαν και εξακολουθούν να διατηρούν ισχυρούς δεσμούς με τη χώρα, και όχι στην ενθάρρυνση των αλλοδαπών, που έχουν διακόψει τους δεσμούς τους με την Ελλάδα, να επανέλθουν στη χώρα για να επιτύχουν τη νομιμοποίηση της παραμονής τους βάσει της ως άνω διάταξης του άρθρου 19, χωρίς να πληρούν τις προβλεπόμενες, νόμιμες προϋποθέσεις για τη χορήγηση άλλης κατηγορίας άδειας διαμονής, προϋπόθεση για την υπαγωγή στο ανωτέρω εξαιρετικό καθεστώς του άρθρου 19 του Ν. 4251/2014. Σημειώνεται ότι η διάταξη νόμου, η οποία εξαρτά τη χορήγηση τίτλου παραμονής σε αλλοδαπό από την προηγούμενη διαμονή του στην Ελλάδα για ορισμένο χρονικό διάστημα, κείται εντός του περιθωρίου εκτίμησης που αναγνωρίζεται στα κράτη κατά τη χάραξη της μεταναστευτικής τους πολιτικής και δεν αντίκειται στο άρθρο 8 της ΕΣΔΑ, ούτε στην αρχή της αναλογικότητας. Δεδομένου ότι ο εκκαλών βαρύνεται δικονομικώς με την υποχρέωση να τεκμηριώσει με ειδικούς και συγκεκριμένους ισχυρισμούς για καθέναν από τους προβαλλόμενους λόγους, είτε ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας επί συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, είτε ότι οι παραδοχές της εκκαλούμενης απόφασης επί συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, η επίλυση του οποίου ήταν αναγκαία για τη διάγνωση της οικείας υπόθεσης, έρχονται σε αντίθεση προς παγιωμένη ή πάντως μη ανατραπείσα νομολογία, το Δικαστήριο απέρριψε την έφεση του εκκαλούντος.