Πρόσφατη νομολογία


3 Απρ 2024

ΣτΕ 262/2024 Τμ.Α: Κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου περί ασφαλιστικής αναπηρίας συνταξιούχου ένεκα πλημμελώς αιτιολογημένων γνωματεύσεων

Δυνάμει της υπό κρίση αίτησης, ο αναιρεσείων Ε.Φ.Κ.Α., επιδιώκει την αναίρεση της υπ’ αριθ. 74/2022 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία απερρίφθη έφεση του ανωτέρω φορέα κατά απόφασης του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Ο αναιρεσίβλητος είναι ασφαλισμένος στο ΤΕΒΕ ως «γουνοποιός» από 11.1.1995 ως 31.12.1998 και στο ΙΚΑ από το έτος 1978 ως τον Αύγουστο του έτους 2001, με συνολικό χρόνο ασφαλίσεως έντεκα (11) έτη και τέσσερις (4) μήνες, ενώ έλαβε σύνταξη αναπηρίας από κοινή νόσο από 1.1.2002 ως 31.12.2006. Η πρωτόδικη απόφαση έκανε δεκτή ένσταση του αναιρεσιβλήτου κατά απόφασης του Προϊσταμένου της Περιφερειακής Διεύθυνσης του Ο.Α.Ε.Ε., έκρινε τον ίδιο ασφαλιστικώς ανάπηρο σε ποσοστό 67% και δικαιούχο σύνταξης αναπηρίας για το χρονικό διάστημα από 1.1.2007 έως 31.12.2007, απορρίπτοντας την προσφυγή που κατέθεσε ο Ο.Α.Ε.Ε., του οποίου οιονεί καθολικός διάδοχος είναι ο Ε.Φ.Κ.Α.. Σύμφωνα με τη νομολογία του ΣτΕ, από την 1η.1.2006, οπότε άρχισε να ισχύει το Καταστατικό του Ο.Α.Ε.Ε., οι πρωτοβάθμιες και οι κατ’ έφεση επιλαμβανόμενες δευτεροβάθμιες υγειονομικές επιτροπές του Ο.Α.Ε.Ε., και ήδη, από 1.9.2011, οι υγειονομικές επιτροπές του ΚΕ.Π.Α., έχουν πλέον την αποκλειστική αρμοδιότητα να αποφαίνονται οριστικώς και τελεσιδίκως τόσο για το ποσοστό της υγειονομικής αναπηρίας (σωματικής-πνευματικής) όσο και για το ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας (δηλαδή της ανικανότητας για το ασφαλιζόμενο επάγγελμα ύστερα από συνεκτίμηση κοινωνικών κριτηρίων) ασφαλισμένου του Ο.Α.Ε.Ε., ως προϋπόθεση για τη χορήγηση σύνταξης αναπηρίας. Ειδικότερα, κατά της κρίσης της πρωτοβάθμιας επιτροπής ο ασφαλισμένος έχει δικαίωμα άσκησης προσφυγής-έφεσης ενώπιον της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, η οποία (έφεση) οργανώνεται διαδικαστικά ως ενδικοφανής προσφυγή, επιτρέποντας τη διάγνωση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης από τη δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή. Σημειώνεται ότι η τελική κρίση της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής για το ποσοστό ασφαλιστικής αναπηρίας (ή η αντίστοιχη κρίση της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, κατά της οποίας δεν ασκήθηκε έφεση ενώπιον της δευτεροβάθμιας), εφόσον είναι πλήρως αιτιολογημένη, είναι δεσμευτική τόσο για τα ασφαλιστικά όργανα του Ο.Α.Ε.Ε., όσο και για τα επιλαμβανόμενα στη συνέχεια, σε περίπτωση άσκησης προσφυγής κατά των αποφάσεων των οργάνων αυτών, διοικητικά δικαστήρια. Γενικότερα, δεν περιορίζεται το δικαίωμα δικαστικής προστασίας των ασφαλισμένων του Ο.Α.Ε.Ε., οι οποίοι διατηρούν δικαίωμα (ενδικοφανούς) προσφυγής ενώπιον των δευτεροβάθμιων υγειονομικών επιτροπών, ενώ στη συνέχεια, αφού αποφανθούν τα αρμόδια για τη χορήγηση ή μη σύνταξης αναπηρίας ασφαλιστικά όργανα του Ο.Α.Ε.Ε. επί τη βάσει των ασφαλιστικών κρίσεων των ως άνω υγειονομικών επιτροπών, οι ασφαλισμένοι έχουν δικαίωμα ένστασης ενώπιον των Τοπικών Διοικητικών Επιτροπών και, ακολούθως, δικαίωμα προσφυγής ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Περαιτέρω, η παράλειψη των αρμοδίων υγειονομικών επιτροπών να γνωματεύσουν, κατόπιν έκδοσης δύο σχετικών προδικαστικών αποφάσεων από το δικαστήριο της ουσίας, δεν είναι δυνατόν να αποβεί τελικώς εις βάρος του ασφαλισμένου, ο οποίος ζητεί συνταξιοδοτική παροχή από τον Ο.Α.Ε.Ε.. Λόγω των πλημμελώς αιτιολογημένων γνωματεύσεων των αρμόδιων διοικητικών υπηρεσιών, το πρωτόδικο δικαστήριο νομίμως προέβη σε ίδια αιτιολογημένη κρίση για την ασφαλιστική αναπηρία του αναιρεσίβλητου, με βάση τα στοιχεία του φακέλου του. Εν προκειμένω, σύμφωνα με τη γνώμη του Τμήματος, διαφαίνεται ορθή η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου, ότι το πρωτοβάθμιο δικαστήριο νομίμως προέβη σε ουσιαστική κρίση επί της ασφαλιστικής αναπηρίας του αναιρεσίβλητου, εφόσον προηγήθηκαν δύο προδικαστικές αποφάσεις με συγκεκριμένα, νόμιμα, κατ’ αρχήν, ερωτήματα, αν και με εν μέρει διαφορετική αιτιολογία. Το Τμήμα του Δικαστηρίου, ενόψει όμως της σπουδαιότητας του ανακύψαντος ζητήματος, απεφάνθη ότι η υπόθεση πρέπει να παραπεμφθεί στην επταμελή σύνθεσή του.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 262/2024 Τμ.Α - Πλήρες κείμενο »