Πρόσφατη νομολογία


19 Ιαν 2022

ΣτΕ 2568/2021 Τμ.Δ: Αντισυνταγματική η κατάργηση του αυτοδιοίκητου του ΚΕΘΕΑ με ΠΝΠ-Παραπομπή στην Ολομέλεια

Στο πλαίσιο της παροχής υπηρεσιών υγείας προς εκπλήρωση της ανωτέρω συνταγματικής υποχρεώσεως το κράτος οφείλει να υιοθετεί πλήρως τα πορίσματα και τα πρότυπα της επιστήμης για τη θεραπεία συγκεκριμένης πάθησης, χωρίς να τα τροποποιεί ή να παρεκκλίνει από αυτά για λόγους αναγόμενους σε άλλες, πέραν των αμιγώς επιστημονικών, εκτιμήσεις δημοσίου συμφέροντος. Και ναι μεν, όταν στο επιστημονικό πεδίο αναγνωρίζονται ως έγκυρες και εφαρμόζονται πλείονες της μιας μέθοδοι θεραπείας για συγκεκριμένη πάθηση, το κράτος δεν κωλύεται να επιλέξει οποιαδήποτε από αυτές και να αναθέσει την εφαρμογή της σε αντίστοιχο φορέα, ή ακόμα και να την εγκαταλείψει, εφόσον αποδειχθεί αναποτελεσματική. Δεν δύναται, όμως, να τροποποιεί τις επιστημονικές προδιαγραφές που διέπουν την εφαρμογή της, διότι τούτο συνιστά ανεπίτρεπτη παρέμβαση του νομοθέτη σε ζητήματα αμιγώς επιστημονικά. Τα ανωτέρω ισχύουν και προκειμένου περί του τρόπου οργάνωσης των φορέων παροχής υπηρεσιών υγείας, ιδίως όταν το οργανωτικό πρότυπο του φορέα που υιοθετείται από δεδομένη επιστημονικώς αναγνωρισμένη θεραπευτική μέθοδο αποτελεί, αυτό καθεαυτό, ουσιώδες και αναπόσπαστο στοιχείο της εν λόγω θεραπευτικής μεθόδου, άρρηκτα συνδεδεμένο με την αποτελεσματικότητά της. Ειδικότερα σε σχέση με τη θεραπεία και κοινωνική επανένταξη των εξηρτημένων ατόμων εφαρμόζονται διεθνώς, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και δεν αμφισβητείται, δύο κυρίως θεραπευτικές προσεγγίσεις, αμφότερες επιστημονικώς έγκυρες πλην εντελώς διακεκριμένες αλλήλων, δεδομένου ότι ερείδονται σε εντελώς διαφορετικές προσεγγίσεις του προβλήματος της απεξάρτησης. Το πρώτο, παλαιότερο και πλέον παραδοσιακό, βασίζεται σε κλινική ιατρική προσέγγιση η οποία περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων και κατά περίπτωση, εγκλεισμό σε ψυχιατρικό κατάστημα, χορήγηση ψυχοφαρμάκων κ.λπ., και συνδυάζεται, ως εκ τούτου, με αντίστοιχο οργανωτικό πρότυπο των φορέων παροχής των σχετικών υπηρεσιών. Το δεύτερο, το οποίο χρονολογείται από τα τέλη της δεκαετίας 1950-1960, εισήγαγε το εναλλακτικό σύστημα της αυτοδιοικούμενης θεραπευτικής κοινότητας, κλειστού ή ανοικτού τύπου, το οποίο βασίζεται στην ενεργό συμμετοχή και συνεργασία όλων των εμπλεκομένων στη θεραπευτική διαδικασία, δηλ. του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, των ίδιων των εξαρτημένων ατόμων και των οικογενειών τους. Κεντρικός άξονας της μεθόδου είναι ο αποφασιστικός χαρακτήρας της συμμετοχής όλων των ανωτέρω προσώπων στη διοίκηση και διαχείριση της κοινότητας με στόχο την ενίσχυση του αισθήματος ιδιοκτησίας, ευθύνης και αυτοεκτίμησης των θεραπευομένων και τη βαθμιαία αλλαγή της ατομικής συμπεριφοράς τους, ώστε να επιτευχθεί εν τέλει η οικειοθελής και διαρκής απεξάρτησή τους αλλά και η κοινωνική τους επανένταξη. Εν προκειμένω, το ΚΕΘΕΑ ιδρύθηκε από το κράτος ως ν.π.ι.δ. προκειμένου να αποτελέσει τον φορέα εφαρμογής της ανωτέρω εναλλακτικής θεραπευτικής προσέγγισης στην Ελλάδα και να λειτουργεί έτσι παράλληλα με άλλους φορείς οι οποίοι εφαρμόζουν τις κλασσικές θεραπευτικές μεθόδους (ΟΚΑΝΑ, δημόσια ψυχιατρεία κ.λπ.). Προς επίτευξη του σκοπού αυτού ο ιδρυτικός του νόμος υιοθέτησε πλήρως το πρότυπο της αυτοδιοικούμενης θεραπευτικής κοινότητας σύμφωνα με τις σχετικές διεθνείς επιστημονικές προδιαγραφές. Κεντρικό και ουσιώδες χαρακτηριστικό του οιονεί σωματειακού αυτού προτύπου είναι η ανάδειξη της διοίκησής του δηλ. των μελών του Διοικητικού του Συμβουλίου, από το σύνολο των εμπλεκομένων στη θεραπευτική διαδικασία προσώπων, δηλ. τα μέλη των θεραπευτικών κοινοτήτων που βρίσκονται στο στάδιο της επανένταξης, τα μέλη των διοικητικών συμβουλίων των συλλόγων γονέων και φίλων των θεραπευτικών προγραμμάτων του ΚΕΘΕΑ, τα επίτιμα μέλη του Δ.Σ. και τους εργαζόμενους στο ΚΕΘΕΑ με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου, οι οποίοι και αποτελούν τη Γενική Συνέλευση του Κέντρου. Η οργανωτική δομή του ΚΕΘΕΑ επιτυγχάνει την αναγκαία ισορροπία μεταξύ της απαιτούμενης κατά το οικείο θεραπευτικό πρότυπο αυτοδιοίκησης του Κέντρου, αφενός, και του κρατικού ελέγχου, αφετέρου, ο οποίος, πέραν της υπαγωγής του ΚΕΘΕΑ στην εποπτεία του Υπουργού Υγείας, διασφαλίζεται και ουσιαστικά με τη συμμετοχή στο Δ.Σ. των δύο μελών που προέρχονται αντίστοιχα από τον αρμόδιο επιτελικό φορέα σε θέματα εκπαίδευσης (ΙΕΠ) και τον ασκούντα επιστημονική εποπτεία επί των φορέων δημόσιας υγείας (ΕΣΥΔΥ). Με τον ν. 4638/19 το ανωτέρω θεραπευτικό πρότυπο τροποποιείται ριζικά και θεμελιωδώς, αφού η διοίκηση και διαχείριση των υποθέσεων της κοινότητας αποσπάται από τα μέλη της και ανατίθεται σε Διοικητικό Συμβούλιο διοριζόμενο πλέον από τον Υπουργό Υγείας. Το εν λόγω Δ.Σ. ασκεί εφεξής όλες τις αρμοδιότητες διαχείρισης και εκπροσώπησης του ΚΕΘΕΑ πλην της λήψης στρατηγικών αποφάσεων σχετικά με ιδεολογικά και θεραπευτικά ζητήματα καθώς και τη διάθεση κονδυλίων προς το σκοπό αυτό, η οποία παραμένει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ετησίως συγκαλούμενης Γενικής Συνέλευσης. Πλην όμως, πυρήνας του συγκεκριμένου θεραπευτικού συστήματος και θεμέλιο της αποτελεσματικότητάς του δεν είναι μόνον η θεραπευτική στρατηγική αυτή καθεαυτήν, αλλά κυρίως η υλοποίησή της μέσω της καθημερινής διαχείρισης όλων των τρεχουσών υποθέσεων με την ενεργό συμμετοχή των μελών της κοινότητος, η οποία διασφαλίζεται οργανωτικά και λειτουργικά με την εκλογή των μελών του Δ.Σ. από τη Γενική Συνέλευση. Με τα δεδομένα αυτά, η επίμαχη μεταβολή του τρόπου ανάδειξης της διοίκησης του ΚΕΘΕΑ, ως φορέα επιφορτισμένου με την εφαρμογή της συγκεκριμένης θεραπευτικής μεθόδου στη χώρα, επιφέρει πράγματι ουσιώδη αλλοίωση των διεθνώς αναγνωρισμένων επιστημονικών προδιαγραφών οι οποίες διέπουν την οργάνωση και λειτουργία του συστήματος των αυτοδιοικουμένων κοινοτήτων και είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την αποτελεσματικότητά τους. Η νόθευση των επιστημονικών προδιαγραφών επί των οποίων ερείδεται συγκεκριμένη θεραπευτική διαδικασία, συνιστά ανεπίτρεπτη παρέμβαση του νομοθέτη σε αμιγώς επιστημονικά ζητήματα και αντίκειται, ως εκ τούτου, στα άρθρα 21 παρ. 3 και 16 παρ. 1 του Συντάγματος, τα οποία, συνδυαστικώς ερμηνευόμενα, επιβάλλουν στο νομοθέτη τον σεβασμό των πορισμάτων της επιστήμης κατά το σχεδιασμό της δημόσιας πολιτικής υγείας. (Μειοψ.). Ενόψει του ότι το ζήτημα της αντισυνταγματικότητος της ανωτέρω διατάξεως δεν έχει κριθεί με προηγούμενη απόφαση της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ούτε με απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου, το Τμήμα παραπέμπει το ζήτημα στην Ολομέλεια.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 2568/2021 Τμ.Δ - Πλήρες κείμενο »