Πρόσφατη νομολογία


7 Ιαν 2019

ΣτΕ 2531/2018 Τμ.Δ΄: Χορήγηση διαβατηρίου σε πρόσωπο διωκόμενο για κακούργημα επί άρσεως απαγόρευσης εξόδου - σύμφωνη με Συντ. & Δίκαιο ΕΕ ερμηνεία

Οι ρυθμίσεις του άρθρου 1 παρ. 3 περίπτωση α του π.δ. 25/2004, σύμφωνα με τις οποίες «κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η χορήγηση διαβατηρίου σε πολίτη που εμπίπτει σε απαγόρευση της προηγούμενης παραγράφου» σε περίπτωση που με «δικαστική απόφαση ή εισαγγελική διάταξη, αίρεται προσωρινά η απαγόρευση εξόδου από τη Χώρα», ως εκ της αδιάστικτης διατύπωσής τους, αναφέρονται και στην περίπτωση β της προηγουμένης παραγράφου 2, δηλαδή στην περίπτωση προσώπου κατά του οποίου έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για κακούργημα ή για αδίκημα που μνημονεύεται στην περίπτωση α της παραγράφου 2. Επομένως, εφόσον με πράξη αρμοδίου οργάνου της δικαστικής λειτουργίας αρθεί η απαγόρευση εξόδου από τη Χώρα προσώπου, εις βάρος του οποίου έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για κακούργημα ή για κάποιο από τα αναφερόμενα στο άρθρο 1 παρ. 2 περίπτωση α του π.δ. 25/2004 πλημμελήματα, η αστυνομική αρχή υποχρεούται να χορηγήσει το διαβατήριο. Υπό το περιεχόμενο αυτό, οι ανωτέρω διατάξεις του π.δ. 25/2004 τελούν σε αρμονία με τις στενά ερμηνευτέες διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 3 και της ερμηνευτικής δήλωσης του άρθρου 5 του Συντάγματος, με τις οποίες, ρυθμίζεται ειδικά το ζήτημα της εισόδου και εξόδου από την Χώρα των Ελλήνων πολιτών και από τις οποίες συνάγεται ότι σε περίπτωση που η αρμόδια δικαστική αρχή, η οποία, κατά την άσκηση της σχετικής αρμοδιότητάς της, συνεκτιμά την ατομική συμπεριφορά του θιγομένου, αποφαίνεται υπέρ της άρσεως της απαγόρευσης εξόδου που έχει επιβληθεί με πράξη διοικητικής αρχής, είναι υποχρεωτική για τη διοικητική αρχή η χορήγηση διαβατηρίου (σχετική είναι και η νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με την οποία το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας περιλαμβάνει τόσο το δικαίωμα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να εισέρχονται σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος καταγωγής τους, όσο και το δικαίωμα να εξέρχονται των συνόρων του κράτους αυτού, ενώ εθνική ρύθμιση που περιορίζει το δικαίωμα αυτό δεν αντιβαίνει στο ενωσιακό δίκαιο, εφόσον έχει ως αιτιολογία ποινική καταδίκη υπό την προϋπόθεση, πρώτον, ότι η ατομική συμπεριφορά αποτελεί πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας, δεύτερον, ότι το περιοριστικό μέτρο είναι ικανό να διασφαλίσει την επίτευξη του επιδιωκόμενου με το μέτρο αυτό σκοπού και δεν βαίνει πέραν αυτού που είναι απαραίτητο για την επίτευξή του και, τρίτον, ότι το μέτρο αυτό μπορεί να υποβληθεί σε αποτελεσματικό δικαστικό έλεγχο για την εξακρίβωση της νομιμότητάς του τόσο από πραγματική όσο και από νομική άποψη, με γνώμονα τις απαιτήσεις του δικαίου της Ένωσης). (Μειοψ.). Παραπομπή λόγω της σπουδαιότητος των ζητημάτων στην επταμελή σύνθεση.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 2531/2018 Τμ.Δ΄ - Πλήρες κείμενο »