Πρόσφατη νομολογία


27 Φεβ 2025

ΣτΕ 251/2025 Τμ.Β: Η επίδοση όλης της δικογραφίας, και άρα και της καταλογιστικής πράξης, σε ορισθέντα με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο αντίκλητο, συνιστά νόμιμη επίδοση

Με την κρινομένη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της υπ’ αριθμ. 561/2018 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης, με την οποία, κατ’ αποδοχήν προσφυγής του αναιρεσιβλήτου, ακυρώθηκε η …/24.10.2011 απόφαση του Προϊσταμένου του πρώην Τελωνείου Σιάτιστας, με την οποία είχε καταλογιστεί εις βάρος του αναιρεσείοντος, ως συνυπαιτίου λαθρεμπορίας πολλαπλό τέλος, ποσού 476.168,85 ευρώ, και είχε κηρυχθεί αλληλεγγύως συνυπεύθυνος με τον … …, για την καταβολή του συνόλου των επιβληθέντων σε βάρος τους πολλαπλών τελών, συνολικού ποσού 952.337,70 ευρώ. Εν προκειμένω, κρίθηκε ότι, στην περίπτωση επιδόσεως στον καθ’ ου καταλογιστικής πράξεως επιβολής πολλαπλού τέλους ή προστίμου, κατά τις διατάξεις του Τελωνειακού Κώδικα, απαιτείται πραγματική επίδοση σε αυτόν, προκειμένου να διασφαλιστεί το δικαίωμά του σε έννομη προστασία. Συνεπώς, είναι, κατ’ αποτέλεσμα, νόμιμη η κρίση του δικάσαντος δικαστηρίου ότι στην ένδικη υπόθεση απητείτο πραγματική επίδοση και δεν αρκούσε η προβλεπόμενη από το άρθρο 54 ΚΔιοικΔ πλασματική επίδοση στον Υπουργό Εξωτερικών. Και τούτο, ανεξαρτήτως της πλημμέλειας της ειδικότερης αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλομένης απόφασης, ότι εν προκειμένω ήταν εφαρμοστέα η σύμβαση της Χάγης. Επιπλέον, το Διοικητικό Εφετείο, δέχθηκε, ανελέγκτως αναιρετικά, ότι την 30.12.2014 παραδόθηκαν στον πληρεξούσιο δικηγόρο και αντίκλητο του αναιρεσιβλήτου, «όλα τα στοιχεία της σχηματισθείσας δικογραφίας... για την ένδικη τελωνειακή παράβαση μέχρι την επίδοση της καταλογιστικής πράξης στον προσφεύγοντα», με σύνταξη σχετικού αποδεικτικού επιδόσεως. Ωστόσο, εν συνεχεία, σιγή απέρριψε τον προβληθέντα ενώπιόν του, ισχυρισμό του αναιρεσείοντος Δημοσίου, ότι, στην ένδικη περίπτωση, προκύπτει τεκμήριο πλήρους γνώσεως, από το γεγονός της επιδόσεως όλης της δικογραφίας στον ορισθέντα με το από 28.11.2014 συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσιβλήτου. Εν όψει των ανωτέρω, προκύπτει ότι το δικάσαν δικαστήριο απέρριψε εμμέσως, αλλά με σαφήνεια, τον ισχυρισμό του αναιρεσείοντος Δημοσίου, ότι η επίδοση της καταλογιστικής πράξεως, με την χορήγηση όλης της δικογραφίας, την 30.12.2014, στον διορισθέντα με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, δικηγόρο/αντίκλητο, δεν εκκίνησε την προθεσμία ασκήσεως της ένδικης προσφυγής. Η ως άνω, όμως, έμμεση ερμηνευτική κρίση της αναιρεσιβαλλομένης αποφάσεως είναι μη νόμιμη, δεδομένου ότι, κατά την έννοια των άρθρων του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (άρθρα 50, 57 § 1, 66 §§ 1Αι και 6), στον οποίον παραπέμπει ο ΤελΚ (άρθρο 152 § 5 ΤελΚ), η επίδοση όλης της δικογραφίας, και συνεπώς και της καταλογιστικής πράξεως, σε ορισθέντα με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο δικηγόρο/αντίκλητο, συνιστά νόμιμη επίδοση της καταλογιστικής πράξεως, η οποία εκδόθηκε κατά τις διατάξεις του Τελωνειακού Κώδικα. Συνεπώς, η ασκηθείσα στις 2.6.2015 προσφυγή του αναιρεσιβλήτου, ασκήθηκε εκπροθέσμως, δεδομένου ότι, από την νόμιμη επίδοση της καταλογιστικής πράξεως στον ως άνω διορισθέντα δικηγόρο/αντίκλητο, την 30.12.2014, είχε παρέλθει η εννενηκονθήμερη προθεσμία του άρθρου 66 §§ 1 Α (α) περίπτωση ί και 6 του ΚΔιοικΔ. Κατόπιν τούτων, το ΣτΕ δέχτηκε την αίτηση αναιρέσεως.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 251/2025 Τμ.Β - Πλήρες κείμενο »