Πρόσφατη νομολογία


25 Ιαν 2024

ΣτΕ 2446/2023 Τμ.Δ: Ανάκτηση κοινοτικής ενίσχυσης εισπραχθείσας λόγω επιδότησης στην αγορά και εκκόκκιση βάμβακος περιόδου 2000-2001-Προδικαστικά ερωτήματα

Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 3307/2018 αποφάσεως του Τριμελούς Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Με την απόφαση αυτή έγινε δεκτή έφεση του Ελληνικού Δημοσίου, εξαφανίστηκε η 1920/2017 απόφαση του Τριμελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και απορρίφθηκε η προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά της ΕΜΠ .../14.7.2009 πράξεως του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Με την πράξη αυτή είχε διαταχθεί η ανάκτηση της κοινοτικής ενίσχυσης ύψους 322.568,90 ευρώ πλέον των τόκων ύψους 1.560,25 ευρώ, την οποία εισέπραξε η αναιρεσείουσα λόγω επιδότησης στην αγορά και εκκόκκιση σύσπορου βάμβακος περιόδου 2000-2001. Το 103 του ν. 2362/1995, με το οποίο θεσπίζεται πενταετής παραγραφή για την αναζήτηση αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών κοινοτικών ενισχύσεων αρχομένη από τη διαπίστωση της αχρεώστητης ή παράνομης είσπραξης, δεν είναι συμβατή με τις προβλέψεις του άρθρου 3 του Κανονισμού 2988/1995 και συνεπώς, η εν λόγω ρύθμιση του ενωσιακού δικαίου περί παραγραφής είναι αμέσως εφαρμοστέα. Στην προκειμένη περίπτωση, όπως ανελέγκτως δέχθηκε το Διοικητικό Εφετείο με την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση, η αναιρεσείουσα έλαβε για την εκκόκκιση σύσπορου βάμβακος περιόδου 2000-2001 ενισχύσεις συνολικού ύψους άνω των πέντε δισεκατομμυρίων δραχμών βάσει 328 εντολών πληρωμής, χωρίς να προκύπτει η ημερομηνία έκδοσης των εντολών αυτών ή ο ακριβής χρόνος καταβολής των αντίστοιχων ενισχύσεων κατά την συγκεκριμένη περίοδο. Κατόπιν δε της διενέργειας ελέγχων τον Ιούλιο και τον Νοέμβριο του έτους 2006 συντάχθηκε έκθεση ελέγχου από όργανο του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων με ημερομηνία 29.11.2006, σύμφωνα με την οποία δεν ανευρέθησαν στοιχεία τεκμηρίωσης για την πώληση τουλάχιστον 755.077 κιλών εκκοκκισμένου βάμβακος μέχρι 30.6.2001. Η αναιρεσείουσα κλήθηκε σε ακρόαση και εν συνεχεία εκδόθηκε η από 2.7.2009 εισηγητική έκθεση του ΟΠΕΚΕΠΕ και η από 14.7.2009 ένδικη απόφαση ανάκτησης του ποσού της ενίσχυσης που αντιστοιχεί στην προαναφερθείσα ποσότητα εκκοκκισμένου βάμβακος. Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι η αναιρεσείουσα είχε σε κάθε περίπτωση παύσει την παραγωγική της δραστηριότητα τον Ιούνιο του έτους 2001, οπότε ελήφθη η απόφαση της Γενικής Συνέλευσής της περί λύσης της εταιρείας και θέσης της σε εκκαθάριση, η παρατυπία υπό την έννοια του άρθρου 1 παρ. 2 του Κανονισμού 2988/95 και τη σχετική νομολογία του ΔΕΕ έλαβε χώρα το αργότερο την 20ή.6.2001, άλλως την 30ή.6.2001, ημερομηνία στην οποία αναφέρεται η έκθεση ελέγχου ως τελευταίο χρονικό σημείο τήρησης των βιβλίων λειτουργίας της αιτούσας. Συνεπώς, κατά τον χρόνο διενέργειας του πρώτου ελέγχου τον Ιούλιο του έτους 2006 και, αυτονοήτως, κατά τον χρόνο έκδοσης όλων των μεταγενέστερων πράξεων της Διοίκησης είχε ήδη συμπληρωθεί η τετραετής προθεσμία παραγραφής που προβλέπει η παρ. 1 του άρθρου 3 του Κανονισμού 2988/1995. Περαιτέρω, ως προς το ζήτημα της συμβατότητας του άρθρου 103 του ν. 2362/1995 με το άρθρο 3 του Κανονισμού 2988/1995 υφίσταται αντίθετη νομολογία του Τμήματος (βλ. ΣτΕ 5/2021, πρβ. ΣτΕ 3563/2013) και αντίθετη νομολογία της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου με την 1310/2022 απόφαση επί του αυτού νομικού ζητήματος. Με τα δεδομένα αυτά, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι οι ανωτέρω ερμηνευτικές εκδοχές είναι απαλλαγμένες αμφιβολιών και το Δικαστήριο έκρινε ότι συντρέχει περίπτωση αναβολής της οριστικής κρίσης επί της κρινόμενης αιτήσεως και υποβολής στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 267 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Κατόπιν τούτων, το ΣτΕ διατύπωσε προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα εξής προδικαστικά ερωτήματα: α) Είναι σύμφωνη με τις διατάξεις του άρθρου 3 του Κανονισμού 2988/1995 και με την γενική αρχή της ασφάλειας δικαίου εθνική διάταξη, όπως αυτή του άρθρου 103 του ν. 2362/1995, η οποία όχι μόνον θεσπίζει πενταετή προθεσμία παραγραφής για την αναζήτηση αχρεωστήτως καταβληθεισών σε οικονομικούς φορείς παροχών κατόπιν πράξεως ή παραλείψεώς τους με πραγματικό ή ενδεχόμενο αποτέλεσμα να ζημιωθεί ο γενικός προϋπολογισμός των Κοινοτήτων ή προϋπολογισμοί διαχειριζόμενοι από τις Κοινότητες, αλλά επιπλέον ορίζει ως χρονικό σημείο έναρξης της προθεσμίας αυτής, τη διαπίστωση της αχρεώστητης ή παράνομης είσπραξης της ενίσχυσης αντί της διάπραξης της παρατυπίας; β) Σε περίπτωση που εθνική ρύθμιση θεσπίζει κατ’ εφαρμογή του άρθρου 3 παρ. 3 του Κανονισμού 2988/1995 προθεσμία παραγραφής μεγαλύτερη της προβλεπόμενης από την παρ. 1 του πιο πάνω άρθρου 3 τετραετούς παραγραφής, έχουν οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της εν λόγω παρ. 1 την έννοια ότι θεσπίζεται απώτατη οκταετής προθεσμία παραγραφής της αξίωσης επιστροφής των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθεισών ενισχύσεων από την διάπραξη της παρατυπίας ή ότι θεσπίζεται απώτατη προθεσμία παραγραφής διπλάσια της μεγαλύτερης προθεσμίας, η οποία τίθεται από την εθνική ρύθμιση; γ) Σε περίπτωση που στο πρώτο ερώτημα δοθεί καταφατική απάντηση και στο δεύτερο ερώτημα δοθεί η απάντηση ότι οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 1 του άρθρου 3 του Κανονισμού 2988/1995 έχουν την έννοια ότι θεσπίζεται απώτατη προθεσμία παραγραφής διπλάσια της μεγαλύτερης προθεσμίας, η οποία τίθεται από την εθνική ρύθμιση, ερωτάται περαιτέρω, εφόσον εθνική ρύθμιση θεσπίζει μεγαλύτερη προθεσμία παραγραφής από την προβλεπόμενη από την παρ. 1 του άρθρου 3 του Κανονισμού 2988/1995 και παράλληλα ορίζει ως χρονικό σημείο έναρξης υπολογισμού αυτής την διαπίστωση της παρατυπίας, ο απώτατος χρόνος της παραγραφής αρχίζει να τρέχει από την διάπραξη ή από την διαπίστωση της παρατυπίας;


Σύνδεσμος

ΣτΕ 2446/2023 Τμ.Δ - Πλήρες κείμενο »