Πρόσφατη νομολογία


23 Φεβ 2023

ΣτΕ 2033/2022 Τμ.Ε: Παράνομη ΥΑ περί χαρακτηρισμού κτιρίου ως μνημείου

Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση της απόφασης της Υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού ΥΠΠΟΑ/ΓΔΑΜΤΕ/ ΔΠΑΝΣΜ/33168/29691/4341/30.11.2016, με την οποία χαρακτηρίσθηκε, κατ’ επίκληση του άρθρου 6 παρ. 1 β του ν. 3028/ 2022, διώροφο κτίριο, επί της οδού … στο Δήμο Τρίπολης της Περιφερειακής Ενότητας Αρκαδίας, ως μνημείο. Με βάση τα δεδομένα της υπόθεσης, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο του υπ’ αριθμ. 25/29.9.2016 πρακτικού του Κ.Σ.Ν.Μ, η Διοίκηση επαναφέρει το ζήτημα του χαρακτηρισμού του κτιρίου της οδού …, υπό το καθεστώς πλέον του ν. 3028/2002, εξετάζοντας τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 6 παρ. 1 περ. β. Προκειμένου δε να καταστεί εφικτή η χρονολόγηση του κτιρίου εξετάσθηκαν αναλυτικά, όπως προκύπτει από τις καταγραφείσες απόψεις στο πρακτικό, τα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό του κτιρίου. Κατόπιν αξιολόγησης του συνόλου των ανωτέρω χαρακτηριστικών, αλλά ιδίως του τρόπου κατασκευής της πλευράς του κτιρίου που αποκαλύφθηκε μετά την κατεδάφιση όμορου κτίσματος, η οποία δεν ήταν ορατή κατά τον χρόνο έκδοσης της απόφασης περί μη χαρακτηρισμού του επίμαχου οικήματος ως μνημείου (1991), το Κ.Σ.Ν.Μ. αιτιολογώντας πλήρως, κατά το μέρος τούτο, την γνώμη του, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το επίμαχο κτίριο είναι προγενέστερο των τελευταίων εκατό ετών, καθώς, όπως προκύπτει από το πρακτικό, ανάγεται τουλάχιστον το αργότερο στο β΄ μισό του 19ου αιώνα. Επομένως, ο προβαλλόμενος λόγος περί μη νομίμου αιτιολογίας της προσβαλλομένης, ως προς τη συνδρομή των προϋποθέσεων του άρθρου 6 παρ. 1β του ν. 3028/2002, και συγκεκριμένα ως προς τη χρονολόγηση του κτιρίου, κρίθηκε απορριπτέος ως αβάσιμος. Περαιτέρω, όσον αφορά στις λοιπές προϋποθέσεις που τίθενται με την ανωτέρω διάταξη, όπως προκύπτει από τις επιμέρους απόψεις που καταγράφονται στο πρακτικό του Κ.Σ.Ν.Μ., ως προς τα αρχιτεκτονικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά του οικοδομήματος, το κτίριο επί της οδού … έχει έντονα στοιχεία της τοπικής παραδοσιακής αρχιτεκτονικής και ενσωματώνει στοιχεία νεοκλασικά ή νεοκλασικίζοντα. Ο μετασχηματισμός δε του ανωτέρω τυπικού αστικού κτιρίου της Πελοποννήσου, το οποίο ανάγεται στα μέσα του 19ου αιώνα με νεοκλασική ή νεοεκλασικίζουσα διακόσμηση στις αρχές του 20ού αιώνα, αποτελεί ιδιαίτερα διαδεδομένο φαινόμενο και ενδιαφέρον ιδίωμα της αστικής αρχιτεκτονικής των πελοποννησιακών πόλεων και πιθανόν και αλλού. Εξάλλου, με την ενσωμάτωση της ανωτέρω διακόσμησης στο υπό χαρακτηρισμό κτίριο, το οποίο είναι προγενέστερο του χαρακτηρισθέντος ως μνημείου κτιρίου, φαίνεται η μετάβαση από τις παραδοσιακές τεχνικές στον καθαρό νεοκλασικισμό που αντιπροσωπεύει το χαρακτηρισμένο ως μνημείο κτίριο, αλλά και ο τρόπος, με τον οποίο λειτούργησε η αποδοχή του νεοκλασικισμού και ως αρχιτεκτονικού και φιλοσοφικού ρεύματος. Στο ίδιο πρακτικό αναφέρεται από μειοψηφήσαν μέλος του Κ.Ν.Σ.Μ, το οποίο, όπως και άλλα δύο μέλη, δεν πείσθηκαν ότι υπάρχουν στοιχεία και πραγματικά περιστατικά, από τα οποία να προκύπτουν τα επιπρόσθετα στοιχεία που θεσπίζονται από το ν. 3028/2002, ότι σε περίπτωση που το κτίριο δεν έχει κατασκευασθεί σε δύο φάσεις, αλλά από την αρχή ενιαίο, ως μία συνολική αρχιτεκτονική σύνθεση, το κτίριο είναι άτεχνο. Επίσης, το ίδιο μέλος του Συμβουλίου αναφέρει ότι σε κτίρια της περιόδου μετάβασης από τον παραδοσιακό στον νεοκλασικό χαρακτήρα αποτελεί συνηθισμένο φαινόμενο σε αστικά κέντρα της Πελοποννήσου να χτίζονται κτίρια με τον παραδοσιακό τρόπο και να επενδύουν τις όψεις με έναν νεοκλασικό μανδύα. Περαιτέρω, ορισμένα χαρακτηριστικά του οικοδομήματος, τα οποία θεωρούνται ενδιαφέροντα κατά την εισήγηση της Προϊσταμένης της Δ.Π.Α.Ν.Σ.Μ (παραστάδες) και δικαιολογούν, μεταξύ άλλων, το χαρακτηρισμό του κτίσματος ως μνημείου, αντιμετωπίζονται ως μη αξιόλογα. Με αυτά τα δεδομένα δεν προκύπτει κατά τρόπο σαφή η σημασία του επίμαχου κτιρίου, σύμφωνα με τα κριτήρια που τίθενται καθ’ ερμηνεία του άρθρου 6 παρ. 1β του ν. 3028/2022 (όπως π.χ. οικοδόμημα που σημαδεύει την εισαγωγή μιας σημαντικής περιόδου της αρχιτεκτονικής στη Χώρα ή οικοδόμημα που έχει διακριθεί από έγκυρη αρχιτεκτονική κριτική), ενώ τα ίδια μορφολογικά και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά, όπως προκύπτει από τα ανωτέρω αποσπάσματα του πρακτικού του Κ.Σ.Ν.Μ., αξιολογούνται κατά τρόπο διαφορετικό από πλευράς σπουδαιότητας. Πέραν αυτού, από το πρακτικό του Κ.Σ.Ν.Μ. δεν προκύπτει η σημασία του οικοδομήματος από άλλες απόψεις, όπως π.χ πολεοδομική ή ιστορική (σύνδεση με την οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή της περιοχής). Εξάλλου, όσον αφορά στην ιστορική αξία του οικοδομήματος, όπως προκύπτει από το πρακτικό του Κ.Σ.Ν.Μ., διατυπώνονται αμφιβολίες, ως προς το εάν στο επίμαχο οικοδόμημα γεννήθηκε ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Θεόδωρος Συναδινός,. Εξάλλου, ενόψει της πλημμελούς αιτιολογίας του πρακτικού του Κ.Σ.Ν.Μ και συνακόλουθα και της προσβαλλόμενης πράξης ως προς τη σημασία του οικοδομήματος κλονίζεται η αιτιολογία της προσβαλλόμενης απόφασης σχετικά με την ύπαρξη σύνδεσης με το όμορο, χαρακτηρισμένο ως μνημείο οίκημα στον αριθμό 21. Περαιτέρω, η προσβαλλόμενη πράξη είναι αόριστη, καθ’ ο μέρος με αυτήν γίνεται αναφορά σε άλλα κτίρια, της ίδιας περιόδου με το επίδικο, τα οποία μαζί με αυτό και το χαρακτηρισθέν ως μνημείο, όμορο οικοδόμημα αποτελούν αρχιτεκτονικό σύνολο και τεκμήριο της πολεοδομικής, αρχιτεκτονικής, οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης της πόλης του τέλους του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα και εμπλουτίζουν το κτηριακό και πολιτισμικό απόθεμα του ιστορικού εμπορικού κέντρου. Και τούτο διότι σε κανένα σημείο, τόσο της εισήγησης της Προϊσταμένης της Δ.Π.Α.Ν.Σ.Μ., όσο και του πρακτικού του Κ.Σ.Ν.Μ., δεν προσδιορίζονται τα κτίρια αυτά, η θέση αυτών και η σχέση τους με το επίδικο, παρά το γεγονός ότι μέλος του Συμβουλίου επέμεινε να προσδιοριστούν επακριβώς τα ανωτέρω κτίρια. Με τα δεδομένα αυτά η προσβαλλόμενη πράξη κρίθηκε ότι ήταν πλημμελώς αιτιολογημένη, ως προς τη συνδρομή των λοιπών, εκτός της χρονολόγησης του ακινήτου, προϋποθέσεων του άρθρου 6 παρ. 1 β του ν. 3028/2002.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 2033/2022 Τμ.Ε - Πλήρες κείμενο »