20 Φεβ 2025
Με την υπό κρίση αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 736/2023 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Ιωαννίνων με την οποία απορρίφθηκε ένσταση του αναιρεσείοντος, υποψηφίου Προέδρου στη δημοτική κοινότητα Μελιάς του Δήμου Δωδώνης στις δημοτικές εκλογές της 8ης Οκτωβρίου 2023 με τον συνδυασμό «…», κατά του ήδη αναιρεσιβλήτου, υποψηφίου και ανακηρυχθέντος Προέδρου της ίδιας κοινότητας στις εκλογές αυτές με τον συνδυασμό «…». Με την ένστασή του ο αναιρεσείων είχε ζητήσει την τροποποίηση της 99/2023 απόφασης του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ιωαννίνων κατά το μέρος που με αυτήν Πρόεδρος της εν λόγω δημοτικής κοινότητας είχε ανακηρυχθεί ύστερα από κλήρωση, κατ’ εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 30 του Ν. 4804/2021, ο αναιρεσίβλητος ως ο πρώτος σε σταυρούς προτίμησης υποψήφιος του συνδυασμού με τον οποίο συμμετείχε, αντί για τον ίδιο. Ο νομοθέτης, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τη ριζική ανασυγκρότηση του οργανωτικού σχήματος της τοπικής αυτοδιοίκησης που επήλθε με τον Ν. 3852/2010, επιδιώκει, με την αποσύνδεση της εκλογής Προέδρου τοπικής κοινότητας από την εκλογή Δημάρχου, την ενίσχυση της τοπικότητας και την ενδυνάμωση της σύνδεσης των αιρετών με τις απομακρυσμένες και μικρές κοινότητες. Εν όψει του επιδιωκόμενου σκοπού, η εν λόγω ρύθμιση εντασσόμενη στο σύστημα εκλογής κατά συνδυασμούς, είναι, κατ’ αρχήν, συμβατή με τις συνταγματικές αρχές που διέπουν την εκλογή των οργάνων διοίκησης των ΟΤΑ και, ειδικότερα, την αρχή της ισότητας του εκλογικού δικαιώματος, έστω και εάν σε ορισμένες περιπτώσεις η εφαρμογή της έχει ως αποτέλεσμα να μην αναδεικνύεται ως Πρόεδρος της δημοτικής κοινότητας ο υποψήφιος που προέρχεται από τον ίδιο συνδυασμό που αναδείχθηκε ως επιτυχών σε επίπεδο Δήμου ή να μην αναδεικνύεται ο υποψήφιος που πρώτευσε σε αριθμό σταυρών προτιμήσεως στη δημοτική κοινότητα. Τούτο δε διότι, οι εκλογείς των μικρότερων σε πληθυσμό δημοτικών κοινοτήτων του Δήμου με την ψήφο τους υπέρ ορισμένου συνδυασμού δηλώνουν τη βούλησή τους να τους εκπροσωπήσει στα τοπικής φύσης ζητήματα ο εν λόγω συνδυασμός με βάση το πρόγραμμα, το πρόσωπο του επικεφαλής, αλλά και το σύνολο των προσώπων που απαρτίζουν τον συνδυασμό, με αποτέλεσμα, η κατάληψη του αξιώματος του Προέδρου της δημοτικής κοινότητας να έχει αναγωγή στη βούληση του εκλογικού σώματος. Εξ άλλου, ο νομοθέτης, ο οποίος διαθέτει ευρεία διακριτική ευχέρεια να εκτιμήσει τις περιστάσεις και δεν κωλύεται να εισαγάγει ρυθμίσεις διαφορετικές από αυτές που ίσχυαν στο παρελθόν, λόγω μεταβολής των αντιλήψεών του, έστω και αν και ήταν ευνοϊκές για ορισμένη κατηγορία προσώπων, αρκεί η επιχειρούμενη ρύθμιση να χωρεί κατά τρόπο γενικό, απρόσωπο και αντικειμενικό, έχει την εξουσία να τροποποιήσει το εκλογικό σύστημα και, εν προκειμένω το σύστημα εκλογής των Προέδρων δημοτικών κοινοτήτων, οι οποίες δεν αποτελούν αυτοτελή βαθμό τοπικής αυτοδιοίκησης. Τούτο δε, εφ’ όσον με αυτόν τον τρόπο εξυπηρετείται η εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία των κοινοτήτων, και κατ’ επέκταση του δήμου, ενώ παράλληλα δεν παραγνωρίζεται η βούληση των κατοίκων των μικρότερων σε πληθυσμό δημοτικών κοινοτήτων του δήμου. Συνεπώς, είναι θεμιτή η επιλογή του νομοθέτη να προκρίνει και στην περίπτωση της ισοψηφίας το κριτήριο του αριθμού των έγκυρων ψήφων που έλαβε κάθε συνδυασμός στη συγκεκριμένη δημοτική κοινότητα, αντί των σταυρών προτίμησης που έλαβε κάθε μεμονωμένος υποψήφιος Πρόεδρος, ανεξαρτήτως συνδυασμού, διότι το κριτήριο αυτό εναρμονίζεται προς το εκλογικό σύστημα που καθιερώνει ο Ν. 4804/2021 και διέπει γενικά την ανάδειξη των δημοτικών και κοινοτικών αρχών, ενώ η ισοψηφία προκύπτει κατ’ εφαρμογή αυτού του, σύμφωνου με το Σύνταγμα, συστήματος εκλογής. Η προσφυγή άλλωστε στην κλήρωση για την αντιμετώπιση του αδιεξόδου που δημιουργείται στην εξαιρετική περίπτωση της ύπαρξης ισοψηφίας δεν οδηγεί σε αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος και νόθευση της βούλησης των εκλογέων, κατά παράβαση του άρθρου 52 του Συντάγματος, καθώς η κλήρωση, δηλαδή η άρση της εκλογικής ισοδυναμίας των συνδυασμών -ιδίως στην περίπτωση που έχουν ισοψηφήσει μόνο δύο συνδυασμοί, όπως εν προκειμένω- και η ανάδειξη του πλειοψηφούντος (επιτυχόντος) συνδυασμού με αυτόν τον τρόπο, συνιστά έσχατο μέσο, μη διαβλητό και εκ των προτέρων γνωστό, το οποίο προβλέπεται διαχρονικά στις διατάξεις της εκλογικής νομοθεσίας σε περιπτώσεις ισοψηφίας, κατ’ ανοχή του Συντάγματος, προς αποφυγή περαιτέρω διενέργειας ψηφοφοριών. Το προαναφερθέν σύστημα ανάδειξης Προέδρων δημοτικών κοινοτήτων δεν παραβιάζει την ελεύθερη και ανόθευτη εκδήλωση της λαϊκής βούλησης, διότι οι κρίσιμες διατάξεις του Ν. 4804/2021 ίσχυαν κατά τον χρόνο διεξαγωγής των εκλογών για την ανάδειξη των δημοτικών αρχών της 8ης.10.2023 και, συνεπώς, τόσο οι εκλογείς όσο και οι υποψήφιοι γνώριζαν εκ των προτέρων το πλαίσιο ασκήσεως των κατοχυρούμενων στο άρθρο 5 § 1 του Συντάγματος δικαιωμάτων του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Επομένως, η βούληση των εκλογέων των δημοτικών κοινοτήτων έως διακοσίων (200) κατοίκων, διαμορφώθηκε κατά συνεκτίμηση, μεταξύ άλλων, και των ανωτέρω ρυθμίσεων του Ν. 4804/2021, ενώ τις ίδιες αυτές ρυθμίσεις είχαν συνεκτιμήσει κατά την υποβολή και υποστήριξη της υποψηφιότητάς τους και οι υποψήφιοι κατά τις επίμαχες δημοτικές εκλογές Πρόεδροι Κοινοτήτων. Συνεπώς, νομίμως με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση κρίθηκε ότι η διάταξη του άρθρου 30 § 1 του Ν. 4804/2021 δεν αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της ισότητας της ψήφου, της λαϊκής κυριαρχίας και της ελεύθερης και ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής βούλησης, ούτε παραβιάζει το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Το ΣτΕ απέρριψε την αίτηση.