10 Φεβ 2023
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 722/2020 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του αναιρεσείοντος κατά της 1297/2018 απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την τελευταία αυτή απόφαση απορρίφθηκε αγωγή του αναιρεσείοντος, πρώην ιπτάμενου χειριστή (αεροσκαφών) της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε.», με την οποία αυτός ζήτησε - κατόπιν μετατροπής του αιτήματός του από καταψηφιστικό σε αναγνωριστικό - να αναγνωριστεί ότι το Ελληνικό Δημόσιο οφείλει να του καταβάλει, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 6 παρ.1 περ. α΄ του ν. 3717/2008, νομιμοτόκως το ποσό των 260.376,48 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί στο σύνολο των οφειλόμενων, κατά τους ισχυρισμούς του, εβδομήντα δύο (72) μηνιαίων δόσεων της ειδικής κοινωνικής ενίσχυσης, οι οποίες προβλέφθηκαν από τις ανωτέρω διατάξεις και μη νομίμως δεν καταβλήθηκαν σ’ αυτόν, άλλως, ως αποζημίωση, κατά τις διατάξεις του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, για την αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας που προκλήθηκε από την ίδια ως άνω αιτία. Εν προκειμένω, η επίμαχη ειδική κοινωνική ενίσχυση του άρ. 6 παρ.1 ν. 3717/2008 έχει χαρακτήρα κρατικής κοινωνικής παροχής, η οποία προβλέφθηκε για την εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος, ήτοι την προστασία και αποκατάσταση των απολυόμενων ιπτάμενων χειριστών της Ολυμπιακής μετά τη θέση της εταιρείας σε καθεστώς ειδικής εκκαθάρισης. Συνεπώς, η απορρέουσα από την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων διαφορά, που δεν αφορά υποχρέωση της εργοδότριας ως άνω ανώνυμης εταιρείας («Ολυμπιακές Αερογραμμές Α.Ε.») έναντι του αναιρεσείοντος εκ της σχέσεως εργασίας, συνιστά διοικητική διαφορά ουσίας, υπαγόμενη στην αποκλειστική δικαιοδοσία των διοικητικών δικαστηρίων. Η ενίσχυση δεν αποτελεί κοινωνικοασφαλιστική παροχή και, συνεπώς, για το παραδεκτό της άσκησης της αίτησης αναίρεσης απαιτείται η καταβολή παραβόλου ύψους 350 ευρώ. Δεδομένου, όμως, ότι η εν λόγω ενίσχυση προβλέφθηκε ειδικώς για τους ιπτάμενους χειριστές, οι οποίοι θεμελιώνουν δικαίωμα και υποβάλλουν αίτηση για λήψη σύνταξης γήρατος, ενώ εξάλλου και το ύψος της ενίσχυσης υπολογίζεται με βάση το ποσό της απονεμόμενης σύνταξης γήρατος και, επομένως, συναρτάται εμμέσως με την κοινωνικοασφαλιστική (συνταξιοδοτική) παροχή και τη σχετική ασφαλιστική σχέση, και συνιστά κατ’ ουσίαν προσαύξηση της σύνταξης για ορισμένο χρονικό διάστημα, είναι δυνατόν να δημιουργηθούν εύλογες αμφιβολίες ως προς τη φύση της, εφόσον μάλιστα κατά τον κρίσιμο χρόνο δεν υφίστατο σχετική νομολογία. Ενόψει τούτου, η καταβολή εν προκειμένω του προβλεπόμενου για τις αιτήσεις αναίρεσης σε διαφορές κοινωνικής ασφάλισης μειωμένου παραβόλου των 150 ευρώ δεν επάγεται άνευ άλλου την απόρριψη της αίτησης ως απαράδεκτης, αλλά το Δικαστήριο, ενόψει των άρθρων 20 παρ.1 και 25 παρ.1 εδ. τέταρτο του Συντ. και 6 παρ.1 της ΕΣΔΑ, καλεί τον αναιρεσείοντα με προδικαστική απόφαση για τη συμπλήρωση του ελλείποντος παραβόλου μέσα σε προθεσμία ενός μηνός από την κοινοποίηση σ’ αυτόν, με επιμέλεια της Γραμματείας, της παρούσας απόφασης. (Μειοψ.).