Πρόσφατη νομολογία


25 Απρ 2023

ΣτΕ 1838/2022 Τμ.Δ: Πραγματοποίηση πολιτικής επικοινωνίας με επεξεργασία δεδομένων υγείας κατά παράβαση των απαιτήσεων του άρθρου 9 ΓΚΠΔ

Με την κρινόμενη αίτηση ο αιτών συνδυασμός, ο οποίος έλαβε μέρος στις περιφερειακές εκλογές για την ανάδειξη αιρετών οργάνων της Περιφέρειας Αττικής του Μαΐου έτους 2019 και, ήδη, αποτελεί περιφερειακή παράταξη μετέχουσα στο Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής, ζήτησε την ακύρωση της υπ’ αριθμ. 52/2020 αποφάσεως της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ), με την οποία επιβλήθηκε εις βάρος του α) η διοικητική κύρωση του προστίμου ύψους 2.000 ευρώ για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 9 του Κανονισμού 2016/679 (Γενικού Κανονισμού Προστασίας Δεδομένων – ΓΚΠΔ) σχετικά με την επεξεργασία ειδικών κατηγοριών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και β) η διοικητική κύρωση του προστίμου ύψους 500 ευρώ για παράβαση των διατάξεων του άρθρου 14 παρ. 3 του ΓΚΠΔ σχετικά με την ενημέρωση του υποκειμένου των δεδομένων. Εν προκειμένω διαπιστώθηκε ότι ο αιτών προέβη σε επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία είχαν περιληφθεί σε σύστημα αρχειοθέτησης διαρθρωμένο βάσει συγκεκριμένου κριτηρίου, της ιδιότητας, δηλαδή, των υποκειμένων των δεδομένων ως τυφλών. Τα στοιχεία, τη διαβίβαση των οποίων ζήτησε ο αιτών και των οποίων, στην συνέχεια, έκανε χρήση, αφορούσαν τα ονοματεπώνυμα και τις διευθύνσεις τυφλών προσώπων που κατοικούν στην Περιφέρεια Αττικής, ο δε σκοπός της επεξεργασίας συνδεόταν ακριβώς με το συγκεκριμένο χαρακτηριστικό που αφορούσε την κατάσταση της υγείας των υποκειμένων των δεδομένων. Συνεπώς, έλαβε, πράγματι, χώρα επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αφορούσαν την υγεία. Τα δεδομένα δε αυτά συνιστούν ειδική κατηγορία δεδομένων, η επεξεργασία των οποίων είναι επιτρεπτή μόνον υπό τις καθοριζόμενες στην παρ. 2 του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ προϋποθέσεις. Περαιτέρω, οι προϋποθέσεις για τη νόμιμη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, όπως αυτές καθορίζονται, προκειμένου για τα δεδομένα ειδικών κατηγοριών, στα άρθρο 9 του ΓΚΠΔ, συνιστούν εκδήλωση της στάθμισης μεταξύ της ανάγκης προστασίας των φυσικών προσώπων από την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της προαγωγής άλλων εννόμων αγαθών που προστατεύονται επίσης από την έννομη τάξη. Στο πλαίσιο αυτό αναγνωρίζεται ότι τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ειδικών κατηγοριών χρήζουν αυξημένης προστασίας, καθ’ όσον η επεξεργασία τους είναι δυνατόν να συνεπάγεται επέμβαση και σε άλλα θεμελιώδη δικαιώματα και ελευθερίες του υποκειμένου των δεδομένων. Ως εκ τούτου, οι εξαιρέσεις από την απαγόρευση επεξεργασίας των δεδομένων αυτών πρέπει να ερμηνεύονται πάντοτε με γνώμονα την βέλτιστη εξισορρόπηση των διακυβευομένων εννόμων αγαθών, τηρουμένης της αρχής της αναλογικότητας. Ο σκοπός της πολιτικής επικοινωνίας συνιστά νόμιμο σκοπό επεξεργασίας στο πλαίσιο της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, ο οποίος μπορεί να δικαιολογήσει την επεξεργασία απλών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, υπό προϋποθέσεις, ακόμη και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου των δεδομένων, κατ’ επίκληση της νομικής βάσεως της περ. στ της παρ. 1 του άρθρου 6 του ΓΚΠΔ. Περαιτέρω, για την εξυπηρέτηση του ίδιου σκοπού (πολιτική επικοινωνία) είναι δυνατόν να θεωρηθεί νόμιμη και η επεξεργασία των ειδικής κατηγορίας προσωπικών δεδομένων που αφορούν τα πολιτικά φρονήματα, με την πρόβλεψη κατάλληλων εγγυήσεων, κατ’ επίκληση της βάσεως της περ. ε ή και της περ. ζ της παρ. 1 του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ, σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην αιτιολογική σκέψη 56 του Κανονισμού. Τα δεδομένα, όμως, που αφορούν την υγεία δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παρουσιάζουν τέτοια σύνδεση με τους σκοπούς της πολιτικής επικοινωνίας, ώστε να καθίσταται επιτρεπτή η επεξεργασία τους ακόμη και χωρίς τη συγκατάθεση του υποκειμένου ή χωρίς να συντρέχει κάποια άλλη από τις ειδικώς καθοριζόμενες περιπτώσεις της παρ. 2 του άρθρου 9 του ΓΚΠΔ. Εξ άλλου, η απαγόρευση επεξεργασίας δεδομένων που αφορούν την υγεία για τους σκοπούς της πολιτικής επικοινωνίας δεν συνιστά δυσανάλογη επέμβαση στα δικαιώματα που κατοχυρώνονται με τα άρθρα 5 παρ. 1 και 14 παρ. 1 του Συντάγματος και 10 της ΕΣΔΑ. Τούτο διότι η ενημέρωση των πολιτών που παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ως προς την κατάσταση της υγείας τους, για τις πολιτικές θέσεις και τα προγράμματα των πολιτικών φορέων μπορεί να επιτευχθεί με άλλα μέσα, πέραν της απευθείας αποστολής ενημερωτικών φυλλαδίων στις διευθύνσεις κατοικίας των προσώπων αυτών, κατά τρόπο ώστε να διαφυλάσσεται το ειδικό καθεστώς προστασίας των προσωπικών δεδομένων τους. Η ενημέρωση αυτή μπορεί να επιτευχθεί, για παράδειγμα, με δημόσιες ανακοινώσεις ή ανακοινώσεις απευθυνόμενες ειδικώς σε συλλογικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται στην προαγωγή των συμφερόντων των προσώπων με προβλήματα υγείας ή και με την αποστολή των ενημερωτικών φυλλαδίων σε σωματεία ή άλλες οργανώσεις που εκπροσωπούν τα συμφέροντα των εν λόγω προσώπων (εν προκειμένω, τον Π.Σ.Τ. ή την Ε.Ο.Τ.), οι οποίες μπορούν να επιλέξουν τον κατάλληλο τρόπο για τη θέση τους υπ’ όψιν των μελών τους. Επίσης, σύμφωνα και με τα οριζόμενα στα άρθρα 5 παρ. 2 και 7 παρ. 1 του Κανονισμού 2016/679, ο υπεύθυνος επεξεργασίας, ο οποίος φέρει την ευθύνη για τη νομιμότητα της επεξεργασίας, πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξει ότι το υποκείμενο των δεδομένων συγκατατέθηκε για την επεξεργασία των δεδομένων του, νομίμως κρίθηκε από την Αρχή ότι, εν προκειμένω, δεν προκύπτει ότι ο παρεμβαίνων παρέσχε τη ρητή συγκατάθεσή του για την επεξεργασία, κατά το άρθρο 9 παρ. 2 περ. α του ΓΚΠΔ. Περαιτέρω δε, εφ’ όσον δεν προκύπτει η συνδρομή ούτε άλλης νομικής βάσης για την επεξεργασία από τις καθοριζόμενες στην παρ. 2 του άρθρου 9, νομίμως κρίθηκε από την Αρχή ότι συνέτρεξε παραβίαση του ως άνω άρθρου του ΓΚΠΔ. Περαιτέρω, ως προς την παραβίαση του άρθρου 14 παρ. 3 του ΓΚΠΔ, η ΑΠΔΠΧ δέχθηκε ότι η αιτούσα πολιτική παράταξη απήντησε στο από 20.5.2019 αίτημα του παρεμβαίνοντος, με το οποίο ζητούσε να ενημερωθεί για την πηγή προέλευσης και τη νομική βάση για την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του, με την υπ’ αριθμ. 25/17.10.2019 επιστολή της, κατά παράβαση του χρονικού πλαισίου που θέτουν οι ανωτέρω διατάξεις του ΓΚΠΔ, ήτοι κατά την πρώτη επικοινωνία με το υποκείμενο των δεδομένων, χωρίς να συντρέχει κάποια από τις εξαιρέσεις από το δικαίωμα ενημέρωσης που προβλέπει η παράγραφος 5 του ιδίου άρθρου ούτε κάποιος από τους περιορισμούς του άρθρου 32 του ν. 4624/2019. Για την επιμέτρηση του προστίμου η Αρχή συνεκτίμησε ότι η συγκεκριμένη παραβίαση που αφορούσε σε επεξεργασία ειδικής κατηγορίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (δεδομένα υγείας), συνιστούσε μεμονωμένη περίπτωση, καθώς και το γεγονός ότι η προβλεπόμενη στον ΓΚΠΔ μηνιαία προθεσμία απάντησης συνέπεσε χρονικά με την προεκλογική περίοδο των περιφερειακών εκλογών της 26ης Μαΐου 2019 και ότι, πάντως, η αιτούσα πολιτική παράταξη, ευθύς μόλις παρέλαβε το υπ’ αριθμ. Γ/ΕΞ/6438-1/4.10.2019 έγγραφο της Αρχής, έσπευσε, με την υπ’ αριθμ. 25/17.10.2019 επιστολή της, να ενημερώσει τον παρεμβαίνοντα. Εν όψει των ανωτέρω, η Αρχή έκρινε ότι εις βάρος της αιτούσης έπρεπε να επιβληθεί η διοικητική κύρωση του προστίμου ύψους 500 ευρώ. Επιπλέον, ο αιτών είχε την ιδιότητα του υπευθύνου επεξεργασίας και, συνεπώς, βαρυνόταν με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τα άρθρα 12 επ. του ΓΚΠΔ, μεταξύ των οποίων και η υποχρέωση ενημέρωσης του υποκειμένου των δεδομένων κατά το άρθρο 14 του Κανονισμού. Επίσης, ο αιτών συνδυασμός είχε υποχρέωση να παράσχει στον παρεμβαίνοντα τις σχετικές πληροφορίες για τη συλλογή και επεξεργασία των δεδομένων του και να τον ενημερώσει, μεταξύ άλλων, για την πηγή προέλευσης των δεδομένων αυτών, ήδη κατά τον χρόνο αποστολής στην ταχυδρομική του διεύθυνση του υλικού πολιτικής επικοινωνίας. Από την προσβαλλόμενη απόφαση προκύπτει ότι τόσο για την επιλογή του προστίμου, ως καταλλήλου διορθωτικού μέτρου στην προκειμένη περίπτωση, όσο και για την επιμέτρηση του ύψους του, για κάθε μία από τις διαπιστωθείσες παραβάσεις, ελήφθησαν υπ’ όψιν τα κριτήρια που καθορίζονται στην παρ. 2 του άρθρου 83, ενώ αποδόθηκε βαρύτητα στα κριτήρια εκείνα, τα οποία, κατά την εκτίμηση της Αρχής, συνδέονται με τις ιδιαίτερες περιστάσεις της παρούσης υποθέσεως και, ως εκ τούτου, παρίστανται πλέον πρόσφορα για την κατάλληλη επιμέτρηση των επιβλητέων προστίμων. Συγκεκριμένα, προκύπτει ότι ελήφθη κυρίως υπ’ όψιν ο σκοπός της επεξεργασίας (διευκόλυνση άσκησης θεμελιώδους μέσου για τη λειτουργία του πολιτεύματος, αυτού της πολιτικής επικοινωνίας, από ευάλωτη ομάδα πληθυσμού), η ειδική κατηγορία των δεδομένων που υποβλήθηκαν σε επεξεργασία (δεδομένα υγείας), καθώς και άλλες ειδικές περιστάσεις, όπως ότι επρόκειτο για μεμονωμένες περιπτώσεις παραβάσεων και, ειδικώς, ως προς την παράβαση της εκπρόθεσμης ενημέρωσης, το γεγονός ότι η παράβαση έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, ενώ μετά την επιστολή της Αρχής, η αιτούσα παράταξη έσπευσε να ενημερώσει τον παρεμβαίνοντα. Εν όψει δε των στοιχείων αυτών εκτιμήθηκε και η φύση και η βαρύτητα των παραβάσεων. Σύμφωνα με τα ανωτέρω, τα κριτήρια της παρ. 2 του άρθρου 83 του ΓΚΠΔ ελήφθησαν δεόντως υπ’ όψιν, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων της συγκεκριμένης περιπτώσεως, όπως ορίζεται στην ως άνω διάταξη, δεν προκύπτει δε ότι τα επιβληθέντα ποσά προστίμων παραβιάζουν την αρχή της αναλογικότητας. Εξ άλλου, για την πληρότητα και τη νομιμότητα της αιτιολογίας της προσβαλλομένης αποφάσεως ως προς την επιμέτρηση των προστίμων δεν απαιτείτο ειδική αναφορά σε κάθε ένα από τα κριτήρια της παρ. 2 του άρθρου 83 του ΓΚΠΔ, όπως το κριτήριο του βαθμού συνεργασίας με την Αρχή. Δεν ασκεί από της απόψεως αυτής επιρροή το γεγονός ότι, όπως προβάλλεται από τον αιτούντα, το εν λόγω κριτήριο μνημονεύεται σε άλλες αποφάσεις της Αρχής, οι οποίες αφορούσαν επίσης την επιβολή προστίμου για υποθέσεις σχετιζόμενες με τον σκοπό της πολιτικής επικοινωνίας, δεδομένου ότι κάθε περίπτωση παράβασης κρίνεται χωριστά, βάσει των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών και των συνθηκών τελέσεώς της, δεν προβάλλεται δε από τον αιτούντα ούτε προκύπτει από τα προσκομισθέντα στοιχεία ότι υφίστατο ταυτότητα συνθηκών των ανωτέρω περιπτώσεων με την ένδικη υπόθεση, ενώ μόνον το γεγονός ότι οι εν λόγω αποφάσεις της Αρχής αφορούσαν, επίσης, περιπτώσεις αποστολής μηνυμάτων πολιτικής επικοινωνίας, δεν αρκεί για τη θεμελίωση ταυτότητας συνθηκών.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 1838/2022 Τμ.Δ - Πλήρες κείμενο »