Πρόσφατη νομολογία


16 Οκτ 2023

ΣτΕ 1703/2023 Τμ.Γ: Νομιμότητα επιβολής πειθαρχικής κύρωσης σε βάρος μέλους ΔΕΠ

Με το υπό κρίση ένδικο βοήθημα, το οποίο επιγράφεται «προσφυγή», ορθώς ερμηνευόμενο, όμως, συνιστά αίτηση ακυρώσεως, ζητήθηκε η εξαφάνιση α) της .../2019 αποφάσεως του Πειθαρχικού Συμβουλίου των μελών του Διδακτικού Επιστημονικού Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (Α.Ε.Ι.), με την οποία επιβλήθηκε στον αιτούντα, Καθηγητή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, η πειθαρχική ποινή του προστίμου ίσου με τις αποδοχές ενός μηνιαίου μισθού για τα πειθαρχικά παραπτώματα της καθ’ υποτροπή παράβασης καθήκοντος και αναξιοπρεπούς και ανάρμοστης για πανεπιστημιακό λειτουργό συμπεριφοράς εντός υπηρεσίας και β) της .../21.7.2014 αποφάσεως του Πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, με την οποία επιβλήθηκε στον ως άνω αιτούντα η πειθαρχική ποινή της έγγραφης επίπληξης για το πειθαρχικό παράπτωμα της παραβίασης των νομίμων υποχρεώσεών του ως μέλους ΔΕΠ του ανωτέρω Πανεπιστημίου. Κατά την έννοια της παρ. 5 του άρθρου 24 του ν. 4009/2011, ο διορισμός του αιτούντος στη θέση του Πρόεδρου του Ε.Τ.Α.Τ. και Προέδρου του Δ.Σ. αυτού συνεπαγόταν την αυτοδίκαιη αναστολή άσκησης των καθηκόντων του ως μέλους Δ.Ε.Π., ενώ, κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, η υποβολή της αιτήσεως για την αναστολή άσκησης καθηκόντων απαιτείτο να γίνει άμεσα με το διορισμό του ως Πρόεδρου του Ε.Τ.Α.Τ. και Προέδρου του Δ.Σ. αυτού και όχι εντός ευλόγου χρόνου· επίσης, δεν προκύπτει από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 24 παρ. 5 υποχρέωση των οργάνων του πανεπιστημίου προς ενημέρωση των μελών Δ.Ε.Π. για τις οφειλόμενες απ’ αυτά ενέργειες σε περίπτωση που διοριστούν σε θέση που συνεπάγεται την υποχρεωτική κίνηση της διαδικασίας για την αναστολή άσκησης των καθηκόντων τους. Περαιτέρω, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και, ειδικότερα, από το .../8.4.2014 απολογητικό υπόμνημα του αιτούντος προς τον Πρύτανη του Ο.Π.Α. καθώς και το πρακτικό της από 16.5.2014 συνεδρίασης της Επιτροπής Παραπόνων και Διευθέτησης Διαφορών του Ο.Π.Α., ο αιτών γνώριζε ότι όφειλε να προβεί στις κατά νόμο ενέργειες προκειμένου να εκδοθεί η προβλεπόμενη από το άρθρο 24 παρ. 5 του ν. 4009/2011 διαπιστωτική απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων μόλις διορίστηκε με την .../24.3.2014 απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας για δεύτερη φορά με τριετή θητεία στη θέση του Προέδρου του Ε.Τ.Α.Τ., πλην όμως αυτός δεν προέβη στις σχετικές ενέργειες, ενώ παραιτήθηκε από τη θέση αυτή μόλις πληροφορήθηκε την από 16.5.2014 γνωμοδότηση της Επιτροπής Παραπόνων, με την οποία κρίθηκε ότι είχε εξ αμελείας παραλείψει να προβεί στις ενέργειες που καθορίζει ο ν. 4009/2011, όσον αφορά τη θέση του ως Προέδρου του Ε.Τ.Α.Τ. για το διάστημα της - προηγούμενης - θητείας του από 1.9.2012 έως 3.11.2013. Περαιτέρω, με την πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση του Πειθαρχικού Συμβουλίου των μελών Δ.Ε.Π. των Α.Ε.Ι. δεν κρίθηκε ότι είχε παρέλθει ο εύλογος χρόνος για την υποβολή της αιτήσεως για να τεθεί ο αιτών σε καθεστώς αναστολής άσκησης των καθηκόντων του ως μέλους Δ.Ε.Π., αλλά, αντιθέτως, με την ανωτέρω απόφαση κρίθηκε αφενός ότι από το νόμο δεν προβλέπεται τρίμηνη προθεσμία για την τήρηση της υποχρέωσης υποβολής αιτήσεως περί ενεργοποίησης της ανωτέρω αναστολής και, αφετέρου, ότι το εύλογο ή μη του χρόνου για την τήρηση της υποχρέωσης αυτής από τον αιτούντα θα κρινόταν εφόσον ο αιτών είχε προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες προκειμένου να εκδοθεί η ως άνω διαπιστωτική απόφαση του Υπουργού Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, όμως ο αιτών ουδέποτε ενημέρωσε τις αρμόδιες υπηρεσίες του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών ούτε υπέβαλε αίτηση προκειμένου να εκδοθεί η ως άνω διαπιστωτική υπουργική απόφαση. Τέλος, το αρμόδιο Πειθαρχικό Συμβούλιο κατέληξε στην κρίση ότι διαπράχθηκαν τα αποδοθέντα στον αιτούντα πειθαρχικά παραπτώματα συνιστάμενα σε παράβαση καθήκοντος και επίδειξη διαγωγής απάδουσας στην αξιοπρέπεια του πανεπιστημιακού λειτουργού αφού εκτίμησε όλα τα στοιχεία του πειθαρχικού φακέλου και παρέθεσε αναλυτικά τα πραγματικά περιστατικά της υποθέσεως. Εξάλλου, το ανωτέρω πειθαρχικό όργανο αξιολόγησε τις συνθήκες υπό τις οποίες τελέσθηκαν τα παραπτώματα αυτά, καθ’ υποτροπή, καθώς και την εν γένει συμπεριφορά του αιτούντος και, αφού έλαβε υπόψη τη βαρύτητα των παραπτωμάτων και το βαθμό της υπαιτιότητάς του, κατέληξε στην κρίση ότι έπρεπε να του επιβληθεί η ποινή του προστίμου ίσου με τις αποδοχές ενός μηνιαίου μισθού. Με τα δεδομένα αυτά, το Πειθαρχικό Συμβούλιο κατά την επιβολή και επιμέτρηση της πειθαρχικής ποινής αιτιολόγησε νομίμως και επαρκώς την κρίση του και δεν υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής του ευχέρειας ούτε παρέβη την αρχή της αναλογικότητας. Περαιτέρω, δεν  συντρέχει στο πρόσωπο του αιτούντος περίπτωση έμπρακτης μετάνοιας προκύπτουσα από την υποβολή της παραίτησής του στις 27.6.2014 από τη θέση του Προέδρου του Ε.Τ.Α.Τ., διότι όπως προέκυψε από τα στοιχεία του φακέλου, ο αιτών δεν υπέβαλε άμεσα την ως άνω παραίτηση, αλλά μόλις πληροφορήθηκε την από 16.5.2014 γνωμοδότηση της Επιτροπής Παραπόνων και Διευθέτησης Διαφορών του Πανεπιστημίου, με την οποία κρίθηκε ότι όφειλε να έχει προβεί στις ενέργειες που καθορίζει ο ν. 4009/2011, όσον αφορά το διορισμό του ως Προέδρου του Ε.Τ.Α.Τ. για το διάστημα της θητείας του από 1.9.2012 και εξής και προτάθηκε από την ως άνω Επιτροπή να του επιβληθεί η ποινή της έγγραφης επίπληξης.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 1703/2023 Τμ.Γ - Πλήρες κείμενο »