3 Νοε 2025
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση α) της …/3.3.2022 (ορθή επανάληψη στις 8.4.2022) πράξης του Δημάρχου Αγίας Βαρβάρας Αττικής, με την οποία προσλήφθηκε σε θέση δικηγόρου με έμμισθη εντολή ο …, και β) των 1/15.12.2021, 2/20.12.2021, 3/20.1.2022 πρακτικών της πενταμελούς επιτροπής του άρθρου 43 § 2 του Κώδικα Δικηγόρων, περί επιλογής του ως άνω δικηγόρου στη θέση αυτή, κατά παράλειψη της αιτούσας. Μόνη παραδεκτώς προσβαλλόμενη πράξη είναι η πράξη του Δημάρχου Αγίας Βαρβάρας, με την οποία ολοκληρώθηκε η σύνθετη διοικητική ενέργεια της διαδικασίας επιλογής δικηγόρου και στην οποία ενσωματώθηκαν τα πρακτικά της Πενταμελούς Επιτροπής του άρθρου 43 του Ν. 4194/2013, τα οποία απώλεσαν τον εκτελεστό χαρακτήρα τους. Στην προκείμενη περίπτωση, δεν προκύπτει ότι τα προσόντα, που προβλέφθηκαν στην Προκήρυξη για την πλήρωση της επίδικης θέσης εμμίσθου δικηγόρου ως επιπλέον προσόντα, που πρέπει να κατέχουν οι υποψήφιοι, επί ποινή αποκλεισμού, τελούν σε άμεση συνάφεια με το αντικείμενο απασχόλησης του δικηγόρου, το οποίο, όπως συνάγεται από τον Οργανισμό Εσωτερικής Υπηρεσίας του εν λόγω Δήμου, και την προκήρυξη, ανάγεται, κατ’ αρχήν, στα συνήθη καθήκοντα εμμίσθου δικηγόρου Ο.Τ.Α. Επιπλέον, στην οικεία προκήρυξη ή σε προπαρασκευαστικές αυτής πράξεις ουδόλως τεκμηριώνονται οι ειδικές ανάγκες του Δήμου Αγίας Βαρβάρας, ώστε να δικαιολογείται η πρόβλεψη των προσόντων αυτών, επί ποινή αποκλεισμού των υποψηφίων που δεν τα διαθέτουν, και όχι ως απλώς συνεκτιμωμένων κατά τη συγκριτική αξιολόγηση των υποψηφίων στα επιμέρους κριτήρια επιλογής. Ως εκ τούτου, η προκήρυξη, κατά το μέρος που προβλέπει τα ανωτέρω προσόντα ως τυπικά προσόντα, η έλλειψη των οποίων οδηγεί στον αποκλεισμό των υποψηφίων που δεν τα διαθέτουν, παρίσταται μη νόμιμη, ως μη ευρίσκουσα έρεισμα στη νομοθετική εξουσιοδότηση του άρθρου 43 § 2 του Κώδικα Δικηγόρων, απορριπτομένου του ισχυρισμού του παρεμβαίνοντος περί μη εννόμου συμφέροντος της αιτούσας. Περαιτέρω, σύμφωνα με την αρχή της αμεροληψίας των διοικητικών οργάνων, η οποία αποτελεί ειδική έκφραση της συνταγματικώς κατοχυρούμενης γενικής αρχής του Κράτους Δικαίου, και αποτυπώνεται στο άρθρο 7 του Κώδικα Διοικητικής Διαδικασίας, τα όργανα της Διοίκησης, είτε ενεργούν ατομικώς είτε ως μέλη συλλογικού οργάνου, πρέπει να παρέχουν τα εχέγγυα αμερόληπτης κρίσης, ώστε να δημιουργείται στους πολίτες πεποίθηση για το αδιάβλητο των πράξεων που εκδίδονται από αυτά. Το στοιχείο δε αυτό δεν συντρέχει όταν υπάρχουν ιδιαίτεροι δεσμοί ή ιδιάζουσα σχέση μέλους συλλογικού οργάνου προς κρινόμενο υποψήφιο. Συνεπώς, άσχετα από την ύπαρξη διάταξης, προβλέπουσας, για ειδικούς λόγους, την εξαίρεση του συγκεκριμένου μέλους του διοικητικού οργάνου, η ενέργειά του, που έγινε παρά τη συνδρομή τέτοιων λόγων, είναι ελαττωματική και συνεπάγεται την ακυρότητα της σχετικής διοικητικής πράξεως λόγω του συναγόμενου, με τον τρόπο αυτόν, τεκμηρίου επηρεασμού, έστω και αν δεν αποδεικνύεται ότι η πράξη αυτή υπήρξε πραγματικά μεροληπτική. Για τη στοιχειοθέτηση της ιδιάζουσας σχέσης ή του ιδιαίτερου δεσμού μέλους συλλογικού οργάνου προς κρινόμενο υποψήφιο δεν αρκεί οποιαδήποτε προσωπική ή επαγγελματική σχέση, αλλά πρέπει να προκύπτει, ενόψει των συντρεχουσών περιστάσεων της συγκεκριμένης περίπτωσης, ότι η εν λόγω σχέση παρίσταται πρόσφορη να δημιουργήσει εύλογες υπόνοιες ότι το μέλος του οργάνου έχει ήδη σχηματισμένη και, συνεπώς, προκατειλημμένη γνώμη για τον υποψήφιο, τον οποίο πρόκειται να κρίνει. Εν προκειμένω, η σχέση συνεργασίας του Δημάρχου με τον παρεμβαίνοντα με αντικείμενο τη κάλυψη αναγκών του Δήμου και με διάρκεια ενός έτους δεν μαρτυρεί, μόνη αυτή, την ύπαρξη ιδιαίτερου δεσμού, κατά την έννοια της διάταξης του άρθρου 7 του ΚΔιοικΔιαδ, λαμβανομένου υπόψη και ότι η αιτούσα δεν επικαλείται άλλα πρόσθετα στοιχεία, ικανά να θεμελιώσουν εύλογη υπόνοια μεροληψίας του μέλους αυτού της Επιτροπής υπέρ του παρεμβαίνοντος. Επιπλέον, η κρίση της Πενταμελούς Επιτροπής περί υπεροχής του παρεμβαίνοντος έναντι της αιτούσας στο κριτήριο της εξειδίκευσης στο αντικείμενο της απασχόλησης είναι πλημμελώς αιτιολογημένη, διότι η κρίση αυτή δεν εξηνέχθη κατόπιν συνολικής και ισότιμης αξιολόγησής τους, με πλήρη παράθεση των πραγματικών δεδομένων εκάστου εξ αυτών, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα. Επιπλέον, η κρίση της Πενταμελούς Επιτροπής περί ισοβαθμίας της αιτούσας και του παρεμβαίνοντος στο κριτήριο της επαγγελματικής πείρας και επάρκειας δεν αιτιολογείται νομίμως. Τούτο δε, διότι, α) δεν προκύπτει ότι ελήφθη υπόψη η προκύπτουσα από τα περισσότερα έτη δικηγορίας και περισσότερες παραστάσεις στα δικαστήρια μεγαλύτερη δικηγορική εμπειρία της αιτούσας έναντι του παρεμβαίνοντος, β) δεν προκύπτει ότι ελήφθησαν υπόψη τα προσκομισθέντα από την αιτούσα δικόγραφα και δικαστικές αποφάσεις και, γ) ελήφθη υπόψη ως δικηγορική εμπειρία του παρεμβαίνοντος η προϋπηρεσία του σε θέση που δεν εκτήθη υπό την ιδιότητα του δικηγόρου (προϋπηρεσία στο Δ.Ε.Ε.) και σε θέσεις εξωτερικού συνεργάτη – δικηγόρου και νομικού συμβούλου στα προαναφερθέντα στη σκέψη 28 νομικά πρόσωπα, χωρίς να προσκομισθούν πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία, όπως βεβαιώσεις προϋπηρεσίας.