Πρόσφατη νομολογία


24 Ιουλ 2023

ΣτΕ 164/2023 Τμ.Γ: Συνταγματικότητα του καθορισμού των οργάνων, των κριτηρίων & της διαδικασίας διαχείρισης απόδοσης των υπαλλήλων της ΑΑΔΕ

Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση της ΔΔΑΔ Ε 1191816/28.12.2018  αποφάσεως του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με τίτλο «Καθορισμός των οργάνων, των κριτηρίων και της διαδικασίας Διαχείρισης Απόδοσης των υπαλλήλων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, σύμφωνα με το άρθρο 28 του ν. 4389/2016». Η υπόθεση εισήχθη λόγω σπουδαιότητας στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος. Κρίθηκε ότι η αιτούσα ομοσπονδία με έννομο συμφέρον ζήτησε την ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως, όπως ισχύει μετά από νεότερη όμοια απόφαση, στην οποία περιέχονται διατάξεις που αφορούν σε θέματα υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και ειδικότερα διατάξεις σχετικά με σύστημα αξιολογήσεώς τους, που συνδέονται άμεσα με την επικληθείσα από την αιτούσα βλάβη στα έννομα (επαγγελματικά) συμφέροντα των υπαλλήλων της εν λόγω Αρχής ως μελών των ενώσεων που συγκροτούν την αιτούσα. Ο ν. 4389/2016 καθορίζει το νομικό πλαίσιο για την λειτουργία, τον σκοπό και τις αρμοδιότητες της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, τον σχεδιασμό, την στοχοθεσία της και το προσωπικό της. Επομένως, τα ζητήματα του καθορισμού των οργάνων, των κριτηρίων και της διαδικασίας διαχειρίσεως αποδόσεως των υπαλλήλων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων συνιστούν ειδικότερα θέματα κατά το άρθρο 43 παράγραφος 2 εδάφιο δεύτερο του Συντάγματος, αφού αποτελούν μερικότερη περίπτωση σε σχέση με τις γενικές ρυθμίσεις του νόμου που αφορούν τον σκοπό, τις αρμοδιότητες και την λειτουργία της εν λόγω Αρχής και σε σχέση με τις ειδικότερες ουσιαστικές ρυθμίσεις του νόμου, οι οποίες αφορούν τον εν γένει προγραμματισμό της δράσεως και την στελέχωση των θέσεών της και την επιλογή, αξιολόγηση και θητεία των προϊσταμένων της, που συνιστούν την σχετική ουσιαστική ρύθμιση. Κατά συνέπεια, επιτρεπτώς κατά την προμνησθείσα συνταγματική διάταξη, παρέχεται με το άρθρο 28 παράγραφος 1 του ν. 4389/2016 εξουσιοδότηση για την ρύθμιση των θεμάτων αυτών με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων. Περαιτέρω, και δεδομένου ότι η ουσιαστική ρύθμιση του θέματος της εν γένει διαχειρίσεως της αποδόσεως των υπαλλήλων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων διαγράφεται ουσιωδώς στις διατάξεις του νόμου, οι ρυθμίσεις αυτές κατά το μέρος που άπτονται ζητήματος που κατοχυρώνει το Σύνταγμα, όπως της ισότητας ευκαιριών και της σταδιοδρομίας εκάστου στις δημόσιες θέσεις και στα δημόσια αξιώματα ανάλογα με την προσωπική του αξία και ικανότητα, μπορεί να γίνουν με πράξη του Διοικητή της Αρχής αυτής και όχι με προεδρικό διάταγμα. Εξ άλλου, η νομοθετική εξουσιοδότηση του άρθρου 28 παράγραφος 1 του ν. 4389/2016, είναι ειδική και ορισμένη, εφόσον καθορίζονται σε αυτήν συγκεκριμένα τα θέματα που πρόκειται να ρυθμιστούν από την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση. Επίσης, οι επίδικες διατάξεις, που συνθέτουν το σύστημα αξιολογήσεως το οποίο επέλεξε να θεσπίσει η Διοίκηση κατά την ουσιαστική εκτίμησή της, έχουν τεθεί για την εξυπηρέτηση των υπηρεσιακών αναγκών και την ορθολογική και αποτελεσματική εκπλήρωση της αποστολής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, ο δε καθορισμός στοχοθεσίας για τους Προϊσταμένους και τους υπαλλήλους, η πρόβλεψη ποιοτικής και ποσοτικής αξιολογήσεώς τους μέσω της μεθόδου της κυκλικής αξιολογήσεως, η βαθμολογία των υπαλλήλων και η πρόβλεψη προγράμματος βελτιώσεως της αποδόσεώς τους βρίσκονται σε συνάφεια με τον σκοπό και την αποστολή της εν λόγω Αρχής και δεν παρίστανται προδήλως ακατάλληλοι ή μη αναγκαίοι για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου σκοπού ούτε συνιστούν υπέρμετρο περιορισμό των δικαιωμάτων των υπαλλήλων ούτε θίγουν τον πυρήνα των δικαιωμάτων τους ώστε να καθίσταται αδύνατη ή ουσιωδώς δυσχερής η άσκησή τους. Περαιτέρω, οι διατάξεις της προσβαλλόμενης αποφάσεως αποσκοπούν στην προσαρμογή και εναρμόνιση της αξιολογήσεως της αποδόσεως του προσωπικού της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με τα περιγράμματα θέσεων εργασίας και με τους ποιοτικούς και ποσοτικούς στόχους οι οποίοι, ως εκ της ιδιαιτερότητας και της βαρύνουσας σημασίας της ιδιαίτερης αποστολής και των αρμοδιοτήτων της, τίθενται στις μονάδες και στους υπαλλήλους της με σκοπό την βέλτιστη επίτευξη των στόχων δημοσίου συμφέροντος που της έχουν ανατεθεί. Επομένως, δεν εισάγεται με την προσβαλλόμενη απόφαση σύστημα αξιολογήσεως της αποδόσεως του προσωπικού της εν λόγω Αρχής που συνιστά άνιση μεταχείρισή του έναντι των άλλων δημοσίων υπαλλήλων ή που παραβιάζει την αρχή της αξιοκρατίας. Επίσης, η μακροχρόνια διατήρηση της ισχύος ενός ευνοϊκού για ορισμένη κατηγορία προσώπων νομοθετικού καθεστώτος δεν αποτελεί, κατά το Σύνταγμα, πρόσκομμα για την μεταβολή του, δεδομένου ότι ο συνταγματικός νομοθέτης, όπου θέλησε να θεσπίσει περιορισμούς στο περιεχόμενο της ρυθμιστικής δράσεως του κοινού νομοθέτη εκφράστηκε ρητά και ειδικά. Συνεπώς, καθώς επιδιώκεται η εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος, δεν παραβιάζεται η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης. Περαιτέρω, δεν παραβιάζει την κατ’ άρθρο 103 παράγραφος 4 του Συντάγματος εγγύηση περί της συμμετοχής του υπηρεσιακού συμβουλίου, η προσβαλλόμενη απόφαση με την ρύθμιση του άρθρου 21 παράγραφος 1, σύμφωνα με την οποία ο υπάλληλος που συμπληρώνει βαθμολογία μικρότερη του εξήντα (60) υποβάλλεται σε μέτρα βελτιώσεως ενώ, κατ’ άρθρο 21 παράγραφος 3 αυτής, σε περίπτωση που μετά το πέρας της διετίας εξακολουθεί να έχει μέσο όρο χαμηλότερο του εξήντα (60) τοποθετείται σε διαφορετική θέση εργασίας εντός της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων ούτε με την ρύθμιση του άρθρου 20 παράγραφοι 3 και 4, σύμφωνα με την οποία για τον υπάλληλο που λαμβάνει στο πλαίσιο της αξιολογήσεως σε δύο συναπτές αξιολογικές περιόδους βαθμολογία κατώτερη του σαράντα (40) αναζητείται άλλη θέση εργασίας εντός της εν λόγω Αρχής, για τους δε κατόχους θέσεως ευθύνης που αξιολογούνται ως μη επαρκείς, λήγει πρόωρα η θητεία τους κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 27 του ν. 4389/2016. Και τούτο διότι οι σχετικές υπηρεσιακές μεταβολές δεν εμπίπτουν στις περιπτώσεις για τις οποίες υφίσταται η ειδική προστασία του άρθρου 103 παράγραφος 4 του Συντάγματος. Άλλωστε, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 παράγραφοι 2 εδάφιο α΄ και 3 εδάφιο α΄ της προσβαλλόμενης αποφάσεως, όπως ισχύει, η ποσοτική αξιολόγηση για τους κατέχοντες θέσεις ευθύνης σε οργανικές μονάδες στις οποίες έχουν τεθεί στόχοι σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο της Αρχής, συμμετέχει στην τελική αξιολόγηση με ποσοστό 20% για την αξιολογική περίοδο των ετών 2018 και 2019 και με ποσοστό 30% για την αξιολογική περίοδο του έτους 2020. Μετά την πάροδο του χρόνου που αφορούν οι εν λόγω μεταβατικές ρυθμίσεις, το ποσοστό συμμετοχής της ποσοτικής αξιολογήσεως στην τελική αξιολόγηση ανέρχεται σε 60% για τους κατόχους θέσεων ευθύνης, σύμφωνα με το άρθρο 16 της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Επίσης, οι διατάξεις του άρθρου 26 παράγραφοι 2 εδάφιο β΄ και 3 εδάφιο γ΄ της προσβαλλόμενης αποφάσεως δεν παραβιάζουν την αρχή της αξιοκρατίας, της αναλογικότητας και της ασφάλειας δικαίου, διότι οι εν λόγω γενικές και αντικειμενικές ρυθμίσεις, με βάση συγκεκριμένο κριτήριο (κατοχή θέσεων για τις οποίες έχουν τεθεί ή όχι στόχοι σύμφωνα με το επιχειρησιακό σχέδιο της Αρχής) και για περιορισμένο χρονικό διάστημα, αποσκοπούν στην διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της Αρχής αυτής και ειδικότερα της ομαλής εφαρμογής του εισαγόμενου συστήματος αξιολογήσεως, με την παροχή χρόνου σταδιακής προσαρμογής ώστε να συντρέξουν οι αναγκαίες προϋποθέσεις. Τέλος, με τις διατάξεις του άρθρου 26 παράγραφος 3 εδάφια β΄ και γ΄ της προσβαλλόμενης αποφάσεως, όπως ισχύει, εισάγονται μεταβατικές ρυθμίσεις, σύμφωνα με τις οποίες για την αξιολογική περίοδο του έτους 2020 με την οριζόμενη διαδικασία μπορεί να καθορίζονται θέσεις εργασίας της Αρχής, των οποίων οι κάτοχοι αξιολογούνται ποσοτικά με ατομική στοχοθεσία που συμμετέχει στην τελική αξιολόγηση με ποσοστό 15%, ενώ για τους υπαλλήλους της, για τους οποίους δεν θα εφαρμοσθεί η διαδικασία της ατομικής στοχοθεσίας, διενεργείται μόνο ποιοτική αξιολόγηση. Με τις ρυθμίσεις αυτές δεν παραβιάζεται η αρχή της ισότητας, αφού κάθε υπάλληλος κρίνεται με βάση της ιδιαιτερότητες και τα χαρακτηριστικά της στοχοθεσίας που τον αφορά ούτε η αρχή της αναλογικότητας, αφού οι ρυθμίσεις αυτές βρίσκονται σε συνάφεια με την αποστολή της Αρχής και δεν παρίστανται προδήλως ακατάλληλες ή μη αναγκαίες για την εξυπηρέτηση του επιδιωκόμενου σκοπού ούτε συνιστούν υπέρμετρο περιορισμό δικαιωμάτων των υπαλλήλων ούτε θίγουν τον πυρήνα δικαιώματός τους. Με τις διατάξεις αυτές εισάγονται μεταβατικές ρυθμίσεις για περιορισμένο χρόνο, προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή λειτουργία της Αρχής και ειδικότερα η ομαλή εφαρμογή του εισαγόμενου συστήματος αξιολογήσεως, με την παροχή χρόνου σταδιακής προσαρμογής.


Σύνδεσμος

ΣτΕ 164/2023 Τμ.Γ - Πλήρες κείμενο »