16 Σεπ 2025
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η αναίρεση της 2209/2017 απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή της αναιρεσείουσας εταιρίας κατά της …/21.10.2015 απόφασης του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων του Υπουργείου Οικονομικών, δυνάμει της οποίας είχε απορριφθεί ενδικοφανής προσφυγή της αναιρεσείουσας κατά: α) της απόρριψης, με την από 21.3.2015 έκθεση προσωρινού ελέγχου ΦΠΑ της ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών, της …/7.5.2010 αίτησής της για επιστροφή πιστωτικού υπολοίπου ΦΠΑ διαχειριστικής περιόδου 1.1.2006-31.12.2006, ύψους 234.961,11 ευρώ, και β) της από 21.3.2015 έκθεσης προσωρινού ελέγχου ΦΠΑ της ΔΟΥ ΦΑΕ Αθηνών. Όπως έχει κριθεί από το ΔΕΕ, μολονότι η υλοποίηση του δικαιώματος για επιστροφή του πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α., την οποία προβλέπει το άρθρο 183 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, σχετικά με το κοινό σύστημα φόρου προστιθέμενης αξίας, εμπίπτει καταρχήν στη διαδικαστική αυτονομία των κρατών μελών, η αυτονομία αυτή διέπεται από τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας. Οι λεπτομερείς δικονομικοί κανόνες για τα ένδικα βοηθήματα που αποσκοπούν στη διασφάλιση της προστασίας των παρεχόμενων από το δίκαιο της Ένωσης δικαιωμάτων των διοικουμένων δεν επιτρέπεται να είναι λιγότερο ευνοϊκοί από αυτούς που αφορούν παρόμοια ένδικα βοηθήματα που αποσκοπούν στη διασφάλιση της προστασίας δικαιωμάτων του εσωτερικού δικαίου (αρχή της ισοδυναμίας) ούτε επιτρέπεται να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπέρμετρα δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από την έννομη τάξη της Ένωσης (αρχή της αποτελεσματικότητας). Περαιτέρω, μολονότι τα κράτη μέλη έχουν οπωσδήποτε εξουσία εκτιμήσεως κατά τον καθορισμό των τρόπων επιστροφής του πιστωτικού υπολοίπου ΦΠΑ βάσει του άρθρου 183 της οδηγίας περί ΦΠΑ, οι τρόποι αυτοί δεν πρέπει πάντως να θίγουν την αρχή της ουδετερότητας του φόρου, υποχρεώνοντας τον υποκείμενο στον φόρο να επωμισθεί, εν όλω ή εν μέρει, τη σχετική φορολογική επιβάρυνση. Ειδικότερα, οι τρόποι αυτοί πρέπει να παρέχουν στον υποκείμενο στον φόρο τη δυνατότητα να εισπράξει, υπό κατάλληλες συνθήκες, ολόκληρη την απαίτηση που προκύπτει από το ως άνω πιστωτικό υπόλοιπο ΦΠΑ, πράγμα που σημαίνει ότι το πιστωτικό υπόλοιπο πρέπει να επιστρέφεται, εντός εύλογης προθεσμίας, με την καταβολή μετρητών ή με ανάλογο τρόπο και ότι, εν πάση περιπτώσει, η θεσπιζόμενη διαδικασία επιστροφής δεν πρέπει να συνεπάγεται χρηματοοικονομικό κίνδυνο για τον υποκείμενο στον φόρο. Η προθεσμία αυτή μπορεί καταρχήν να παρατείνεται, προκειμένου να πραγματοποιηθεί φορολογικός έλεγχος, η δε παραταθείσα προθεσμία πρέπει να θεωρείται εύλογη, εφόσον η παράταση δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο για την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας ελέγχου. Εξάλλου, όπως έχει κριθεί, όσον αφορά την αρχή της αποτελεσματικότητας, είναι συμβατός προς το δίκαιο της Ένωσης ο καθορισμός εύλογων αποσβεστικών προθεσμιών για την άσκηση προσφυγής προς όφελος της ασφάλειας δικαίου, οι οποίες προστατεύουν τόσο τον φορολογούμενο όσο και τη διοίκηση. Οι εν λόγω προθεσμίες δεν καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπέρμετρα δυσχερή την άσκηση δικαιωμάτων που αναγνωρίζει η έννομη τάξη της Ένωσης, ακόμη και εάν, εξ ορισμού, η παρέλευση των προθεσμιών αυτών συνεπάγεται την απόρριψη, εν όλω ή εν μέρει, του ασκηθέντος ενδίκου βοηθήματος. Τέλος, η αρχή της ασφάλειας δικαίου επιτάσσει να μην μπορεί να τίθεται εν αμφιβόλω επ’ αόριστον η φορολογική κατάσταση του υποκειμένου στον φόρο ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του έναντι της φορολογικής αρχής. Σε περίπτωση που η φορολογική διοίκηση, επιλαμβανόμενη αιτήματος επιστροφής ΦΠΑ, διενεργεί προσωρινό έλεγχο, εφόσον δεν ακολουθήσει η έκδοση οποιασδήποτε άλλης πράξεως, η απόρριψη του αιτήματος εκδηλώνεται με την έκδοση και κοινοποίηση της έκθεσης ελέγχου. Συνεπώς, στην περίπτωση αυτή, η έκθεση ελέγχου έχει εκτελεστό χαρακτήρα και παραδεκτώς προσβάλλεται με ενδικοφανή προσφυγή και, ακολούθως, με προσφυγή ενώπιον των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Σε περίπτωση απόρριψης αιτήματος επιστροφής πιστωτικού υπολοίπου Φ.Π.Α. κατ’ επίκληση παραβάσεων αφορωσών τα βιβλία και στοιχεία της επιχειρήσεως, που διαπιστώθηκαν κατά τη διενέργεια προσωρινού ελέγχου, το διοικητικό δικαστήριο, επιλαμβανόμενο της υποθέσεως κατόπιν ασκήσεως προσφυγής, πρέπει, εφόσον έχουν προβληθεί σχετικοί λόγοι, να εξετάσει αν πράγματι στοιχειοθετούνται οι αποδοθείσες στην επιχείρηση παραβάσεις και, σε καταφατική περίπτωση, αν οι παραβάσεις αυτές επηρεάζουν την εξακρίβωση του πράγματι επιστρεπτέου πιστωτικού υπολοίπου. Εν προκειμένω, σύμφωνα με το ΣτΕ, μη νομίμως κρίθηκε με την αναιρεσιβαλλομένη ότι η έκθεση προσωρινού ελέγχου απολήγει απλώς σε πρόταση απόρριψης της αίτησης για επιστροφή ΦΠΑ και, συνεπώς, ως στερούμενη εκτελεστότητας, προσβλήθηκε απαραδέκτως, δοθέντος ότι, σε περίπτωση μη έκδοσης μεταγενεστέρως, όπως εν προκειμένω, ρητής απορριπτικής του αιτήματος επιστροφής πράξης ή πράξης προσδιορισμού ΦΠΑ κατόπιν διενέργειας προσωρινού ή οριστικού ελέγχου, προκειμένου να διασφαλιστεί το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, σύμφωνα με τις αρχές της αποτελεσματικότητας, της ασφάλειας δικαίου και της ουδετερότητας του ΦΠΑ, παραδεκτώς προσβάλλεται η κοινοποιηθείσα στον φορολογούμενο έκθεση προσωρινού ελέγχου, με την οποία εκδηλώθηκε η απόρριψη του αιτήματος επιστροφής ΦΠΑ.