24 Αυγ 2023
Με την κρινόμενη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση της Β1β/οικ. 46934/20.6.2019 αποφάσεως του Υπουργού Υγείας, με την οποία προσδιορίσθηκε σε 319.866,52 ευρώ το οφειλόμενο από την αιτούσα φαρμακευτική εταιρεία ποσό «αυτόματης επιστροφής» (claw back) για το έτος 2018, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου στ΄ του άρθρου 11 του ν. 4052/2012 και της Γ.Π./Β1β/οικ.98745/18.12.2018 αποφάσεως του Υπουργού Υγείας, όπως ίσχυαν κατά τον ως άνω χρόνο εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως, λόγω υπερβάσεως της προϋπολογισθείσας φαρμακευτικής δαπάνης του Γ.Ν.Θ. «...» για το ανωτέρω χρονικό διάστημα. Για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, ιδίως δε για την αντιμετώπιση της οξείας δημοσιονομικής κρίσεως που διήρχετο η χώρα, με απειλή κατάρρευσης της εθνικής οικονομίας, κατά τον χρόνο της θεσπίσεως του μηχανισμού «αυτόματης επιστροφής» (claw back), ο περιορισμός των δημοσίων δαπανών, με αντίστοιχο περιορισμό χρηματικών απαιτήσεων που απορρέουν από τις πωλήσεις φαρμάκων (εξωνοσοκομειακές ή νοσοκομειακές), είναι επιτρεπτός κατά το Σύνταγμα, εάν, κατά την κρίση του νομοθέτη, που υπόκειται στον οριακό έλεγχο συνταγματικότητος του Συμβουλίου της Επικρατείας, αποτελεί αναγκαίο και πρόσφορο μέτρο. Ο εν λόγω περιορισμός χρηματικών απαιτήσεων δεν αντιβαίνει στο Σύνταγμα και στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το οποίο ορίζει ότι η περιουσία κάθε φυσικού ή νομικού προσώπου είναι σεβαστή, εφόσον τηρείται η αρχή της δίκαιης ισορροπίας μεταξύ του γενικού συμφέροντος και των αξιώσεων για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων του ατόμου. Ο ανωτέρω μηχανισμός δεν δύναται να χαρακτηρισθεί ως μέτρο μη αναγκαίο και απρόσφορο (και μάλιστα προδήλως), διότι για τη λήψη του μέτρου αυτού αρκεί η εκτίμηση από τον νομοθέτη των ορίων αντοχής της εθνικής οικονομίας κατά την τριετία 2015-2018, ενώ, εξάλλου, η λήψη του ως άνω μέτρου δεν περιορίζει υπέρμετρα την επιχειρηματική ελευθερία των φαρμακευτικών επιχειρήσεων, η δε θέσπισή του δεν παραβιάζει την αρχή της ισότητος, διότι οι λοιπές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην αγορά του φαρμάκου έχουν επιβαρυνθεί με άλλα μέτρα. Τέλος, και η, κατ’ εξατομικευμένη εφαρμογή του μηχανισμού «αυτόματης επιστροφής», επιβάρυνση της αιτούσας δεν παρίσταται υπέρμετρη, ώστε να κριθεί απαγορευμένη από το Σύνταγμα και το άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.. Περαιτέρω, το επίδικο μέτρο δεν αντίκειται στην αρχή της αναλογικότητας και λαμβάνεται ακριβώς προκειμένου να διασφαλισθεί η βιωσιμότητα του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. και των δημοσίων νοσοκομείων, τα οποία αποτελούν τις βασικές δημόσιες υποδομές παροχής ιατρικής περιθάλψεως (και υπηρεσιών υγείας εν γένει), σε εκπλήρωση της συνταγματικής υποχρεώσεως του Κράτους να μεριμνά για την υγεία των πολιτών και για την παροχή κοινωνικής ασφαλίσεως στους εργαζομένους κατά τα άρθρα 21 παρ. 3 και 22 παρ. 5 του Συντάγματος. Επίσης, το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως δεν θίγει την αρμοδιότητα των κρατών-μελών να θεσπίζουν κανόνες, όπως οι επίμαχοι, για να ρυθμίσουν την αγορά των φαρμακευτικών προϊόντων προκειμένου, μεταξύ των άλλων, να διαφυλάξουν την οικονομική ισορροπία των ασφαλιστικών συστημάτων τους υγείας. Περαιτέρω, ο μηχανισμός «αυτόματης επιστροφής» έχει τον χαρακτήρα γενικού μέτρου, το οποίο εφαρμόζεται αδιακρίτως καταγωγής των φαρμακευτικών προϊόντων επί όλων των επιχειρηματιών που ασκούν τη σχετική δραστηριότητα στο εθνικό έδαφος. Ως εκ τούτου, οι επίμαχες ρυθμίσεις δεν αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 49 επ. και 56 επ. της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, περί ελευθερίας εγκαταστάσεως και ελευθέρας παροχής υπηρεσιών. Τέλος, ο τρόπος χορηγήσεως των φαρμάκων νοσοκομειακής χρήσεως και ο αριθμός ασθενών στον οποίον απευθύνονται δεν αποτελούν κριτήρια για την εφαρμογή του μηχανισμού «αυτόματης επιστροφής», ο οποίος εφαρμόζεται ομοιόμορφα σε όλες τις δαπάνες των νοσοκομείων και των φαρμακείων του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. για την αγορά φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων υψηλού κόστους σοβαρών παθήσεων, η ομοιόμορφη δε αυτή μεταχείριση δεν αντίκειται στο Σύνταγμα ή σε άλλη διάταξη υπερνομοθετικής. Συνεπώς, δεν συντρέχει λόγος εξαιρέσεως του φαρμάκου «CYRAMZA» από τον μηχανισμό «αυτόματης επιστροφής» στη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, δεδομένου ότι, κατά τα γενόμενα δεκτά στην προηγούμενη σκέψη, το εν λόγω φαρμακευτικό προϊόν είχε μεν ενταχθεί, κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα, στον κατάλογο των Φαρμάκων Υψηλού Κόστους για τη θεραπεία σοβαρών ασθενειών, δεν είχε, όμως, ταυτοχρόνως, χαρακτηρισθεί και ως «ορφανό φάρμακο» για τη θεραπεία σπανίων νόσων, ώστε να εμπίπτει στην ειδική αυτή κατηγορία φαρμακευτικών σκευασμάτων και να δικαιολογείται η ιδιάζουσα μεταχείρισή του στα πλαίσια του «claw back».