24 Ιουλ 2025
Με την 1563/2022 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης (μεταβατική έδρα Κατερίνης) υποβλήθηκαν στο ΣτΕ προδικαστικά ερωτήματα, σχετικά με την από 5.10.2018 προσφυγή που άσκησαν ενώπιόν του οι δύο προσφεύγουσες, με την οποία ζητούν την ακύρωση: α) της …/22.11.2017 απόφασης της Διευθύντριας του Τοπικού Υποκαταστήματος Μισθωτών Πιερίας του ΕΦΚΑ (οιονεί καθολικός διάδοχος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ), με την οποία καταλογίσθηκε (μεταξύ άλλων) εις βάρος τους, με την ιδιότητά τους ως εξ αδιαθέτου κληρονόμων του συνταξιούχου του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ … ... και κατά τον λόγο της κληρονομικής μερίδας τους χρηματικό ποσό ως αχρεωστήτως καταβληθέν στον ως άνω συνταξιούχο που αντιστοιχεί σε προσαύξηση της σύνταξής του λόγω οικογενειακών βαρών, την οποία είχε λάβει από 1.2.2001 έως 31.12.2002 και από 1.8.2003 έως 31.1.2017, και τόκοι· β) των … και …/26.7.2018 τροποποιητικών αποφάσεων της Διευθύντριας του ανωτέρω Υποκαταστήματος, με τις οποίες (από την ανωτέρω συνολική οφειλή) διαγράφηκε εν μέρει οφειλή από τους ως άνω τόκους. Η υιοθέτηση ως γενικού κανόνα της εικοσαετούς παραγραφής των αξιώσεων των ασφαλιστικών φορέων από αχρεωστήτως καταβληθείσες παροχές ανταποκρίνεται, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, στις συνθήκες και στα δεδομένα που συνέτρεχαν κατά τον χρόνο θέσπισης της επίμαχης διάταξης του Ν. 4093/2012 που επιτελεί σκοπό υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, ο οποίος, όπως συνίσταται στη διαφύλαξη των συμφερόντων των ασφαλιστικών φορέων μέσω της προστασίας του ασφαλιστικού κεφαλαίου τους και εντεύθεν στη βιωσιμότητα των φορέων αυτών και στην εξασφάλιση της καταβολής παροχών στους νυν και στους μελλοντικούς δικαιούχους. Ενόψει της μνημονιακής δέσμευσης για μείωση-εξάλειψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, η επίμαχη ρύθμιση δεν παρίσταται προδήλως απρόσφορη για την επίτευξη του ως άνω επιδιωκόμενου με αυτήν σκοπού, ούτε μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν ήταν αναγκαία, λαμβανομένου, άλλωστε, υπόψη ότι η εκτίμηση του νομοθέτη ως προς τα ληπτέα μέτρα για την αντιμετώπιση της διαπιστωθείσας από αυτόν δυσμενούς οικονομικής καταστάσεως και της αδηρίτου ανάγκης για δημοσιονομική εξυγίανση υπόκειται σε οριακό μόνον δικαστικό έλεγχο. Συνεπώς, η ρύθμιση περί εικοσαετούς γενικής παραγραφής που θεσπίζεται με τη διάταξη του Ν. 4093/2012 δεν αντίκειται στη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας, ούτε σε άλλη συνταγματική ή υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη και αρχή. (μειοψ.). Η αναζήτηση των αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθεισών παροχών ισχύει, όπως πλέον ρητώς προβλέπεται στην § 2 του άρθρου 103 Ν. 4387/2016, και για τον κληρονόμο του λήπτη των παροχών, αν δεν έχει αποποιηθεί την κληρονομία (κατά τα άρθρα 1847 έως 1859 του Α.Κ.) και δεν είχε εκδοθεί εις βάρος του κληρονομουμένου-οφειλέτη εν ζωή σχετική καταλογιστική πράξη (εν ευρεία εννοία βεβαίωση της οφειλής). Και τούτο, διότι η υποχρέωση επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών παροχών αποτελεί χρέος της κληρονομίας. Ο απλός κληρονόμος μπορεί πάντως να προτείνει κατά του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ (ήτοι κληρονομικού δανειστή) την ένσταση παραγραφής. Περαιτέρω, κατά την πλειοψηφήσασα γνώμη, ο απλός κληρονόμος για να απαλλαγεί από την ευθύνη καταβολής της σχετικής οφειλής πρέπει να επικαλεσθεί και να αποδείξει μόνον ότι η καταβολή του ποσού της οφειλής θα επιφέρει σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην αξιοπρεπή διαβίωσή του, όχι όμως και την καλοπιστία του λήπτη-κληρονομουμένου όσον αφορά τις από εκείνον αχρεωστήτως εισπραχθείσες παροχές, τούτο δε, λόγω της δυσχέρειας αποδείξεως του στοιχείου αυτού (καλή πίστη του λήπτη) εκ μέρους του κληρονόμου. (μειοψ.). Τέλος, ο κληρονόμος ο οποίος αποδέχεται την κληρονομία με το ευεργέτημα της απογραφής αναλαμβάνει την ευθύνη για την απόδοση των αχρεωστήτως εισπραχθεισών από τον κληρονομούμενο παροχών και υποχρεούται να τις καταβάλει στον ανωτέρω ασφαλιστικό φορέα, ο δε φορέας δικαιούται να τις αναζητήσει από τον κληρονόμο με απογραφή και νομίμως εκδίδει τη σχετική καταλογιστική πράξη εις βάρος του. Πάντως, στην περίπτωση του κληρονόμου με απογραφή δεν είναι δυνατή η απαλλαγή του από την ευθύνη υπό την ανωτέρω (κατά την πλειοψηφήσασα γνώμη) προϋπόθεση (σοβαρές δυσμενείς επιπτώσεις στην αξιοπρεπή διαβίωση του ιδίου του κληρονόμου-υποχρέου σε απόδοση) η οποία αφορά μόνον τον απλό κληρονόμο. Τούτο δε συναρτάται με τον κατά νόμον περιορισμό της ευθύνης του κληρονόμου με απογραφή, ποσοτικό και κατ’ αντικείμενο. Ειδικότερα, ο κληρονόμος με απογραφή δεν παύει να είναι καθολικός διάδοχος του κληρονομουμένου και, ως εκ τούτου, δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη του για τα χρέη της κληρονομίας (σε όλη τους την έκταση), αλλά εξακολουθεί να ευθύνεται για τα χρέη αυτά μόνον όμως έως το ενεργητικό της κληρονομίας, δηλαδή μόνο με τα στοιχεία του ενεργητικού της κληρονομικής περιουσίας όπως αυτά καταγράφονται στην έκθεση απογραφής και όσο αυτά επαρκούν. Ο κληρονόμος με απογραφή δεν ευθύνεται και με την ατομική περιουσία του, από την οποία η περιουσία του κληρονομουμένου έχει αποχωρισθεί αυτοδικαίως και αποτελεί χωριστή ομάδα. Ενδεχόμενη ανεπάρκεια του ενεργητικού της κληρονομικής περιουσίας προς ικανοποίηση των απαιτήσεων των κληρονομικών δανειστών δεν ασκεί επιρροή στη νομιμοποίησή τους να στραφούν κατά του εξ απογραφής κληρονόμου για την επιδίκαση των απαιτήσεών τους. Ο ως άνω διπλός περιορισμός της ευθύνης του κληρονόμου με απογραφή έχει ως συνέπεια ότι για την ικανοποίηση των απαιτήσεων των κληρονομικών δανειστών δεν επιτρέπεται να γίνει αναγκαστική εκτέλεση επί της ατομικής περιουσίας του κληρονόμου αλλά μόνον επί των περιουσιακών στοιχείων της κληρονομίας. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός του κληρονόμου περί αποδοχής της κληρονομίας με το ευεργέτημα της απογραφής μπορεί να προταθεί μόνον ως λόγος ανακοπής κατά της τυχόν επί της ατομικής περιουσίας του επισπευδόμενης αναγκαστικής εκτέλεσης. Εκ των ανωτέρω παρέπεται ότι κατά της καταλογιστικής εις βάρος του πράξης του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ο εξ απογραφής κληρονόμος (που δεν έχει εκπέσει του σχετικού ευεργετήματος) μπορεί να προβάλει ισχυρισμούς όσον αφορά την έκταση της οφειλής του, όχι όμως ισχυρισμούς ως προς την έκταση της ευθύνης του, τους οποίους μπορεί να προβάλει μόνο στο στάδιο της τυχόν κινηθείσας αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος στοιχείου της ατομικής περιουσίας του. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο επέλυσε τα τεθέντα με τα προδικαστικά ερωτήματα ζητήματα και παρέπεμψε την υπόθεση στο Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης.