11 Μαρ 2022
Με τις υπό κρίση αιτήσεις αυτές ζητήθηκε η ακύρωση της ΥΠΕΝ/ΥΠΡΓ/892/152/8.1.2018 κανονιστικής απόφασης του Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κατά το μέρος που με την προσβαλλόμενη απόφαση (άρθρο 5 παρ. 2) καταργήθηκαν οι προϊσχύουσες ρυθμίσεις για το ειδικό τιμολόγιο ηλεκτρικής ενέργειας οικιακής χρήσης των πολύτεκνων οικογενειών και οι οικογένειες αυτές εντάχθηκαν σε ενιαία ρύθμιση εκπτώσεων στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος με τα “ευάλωτα νοικοκυριά”, στο πλαίσιο της εφαρμογής του “κοινωνικού οικιακού τιμολογίου” ηλεκτρικού ρεύματος, παραλλήλως δε καθορίστηκαν όρια τετραμηνιαίας κατανάλωσης μειωμένα σε σχέση με τα προηγουμένως ισχύοντα για τις πολύτεκνες οικογένειες. Οι διατάξεις του άρθρου 21 του Συντάγματος έχουν, κατά βάση, κατευθυντήριο χαρακτήρα και αφήνουν στο νομοθέτη την ευχέρεια να προσδιορίσει κατά την εκτίμησή του το είδος και την έκταση της ειδικής φροντίδας για τους πολυτέκνους και τα μέλη των οικογενειών τους. Ειδικότερα, με τη διάταξη της παραγράφου 2 του ως άνω άρθρου 21 του Συντάγματος, η θέσπιση της οποίας απέβλεψε εξαρχής στην αντιμετώπιση του οξυμένου δημογραφικού προβλήματος της Χώρας, ο συνταγματικός νομοθέτης απευθύνει στον κοινό νομοθέτη έντονη υπόδειξη για τη λήψη κατάλληλων μέτρων φροντίδας υπέρ των πολύτεκνων οικογενειών με βάση τις κρατούσες συνθήκες και μέσα στα όρια που διαγράφουν οι λοιπές συνταγματικές διατάξεις και αρχές συνταγματικού. Η λήψη των κατάλληλων αυτών μέτρων φροντίδας υπέρ των πολυτέκνων οικογενειών και ο ειδικότερος τρόπος εκπλήρωσης της υποχρέωσης προστασίας τους που απορρέει από το άρθρο 21 παρ.2 του Συντάγματος ανήκει στην ευχέρεια του νομοθέτη, υπό την έννοια ότι η προστασία αυτή δεν έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο αλλά οι ειδικότερες μορφές προστασίας και η έκτασή της καθορίζονται από τον κοινό νομοθέτη και, κατ' εξουσιοδότηση, από την κανονιστικώς δρώσα Διοίκηση, οι σχετικές δε εκτιμήσεις, σταθμίσεις και επιλογές του νομοθέτη υπόκεινται σε έλεγχο ορίων από τα δικαστήρια. Από τη συνταγματική αυτή διάταξη απορρέει, όμως, ταυτόχρονα, όπως έχει παγίως κριθεί, στοιχειώδης απαγορευτικός κανόνας, δεσμευτικός για τον κοινό νομοθέτη, σύμφωνα με τον οποίο δεν είναι συνταγματικώς ανεκτός ο περιορισμός ή η υποβάθμιση της παρεχόμενης στους πολυτέκνους ειδικής φροντίδας χωρίς αποχρώντα. Από την αδιάστικτη, εξάλλου, διατύπωση της παραγράφου 2 του άρθρου 21 του Συντάγματος και το σκοπό της, που είναι η συμβολή στην αντιμετώπιση του οξυμένου δημογραφικού προβλήματος της Χώρας (και των ευρύτερων εθνικών, κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων που επάγεται η συρρίκνωση του πληθυσμού), για τα οποία η νεότερη διάταξη της παραγράφου 5 του ίδιου άρθρου επιβάλλει στο νομοθέτη την υποχρέωση να σχεδιάσει και να εφαρμόσει δημογραφική πολιτική και να λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της, συνάγεται ότι ο συνταγματικός νομοθέτης απέβλεψε στη δημογραφική ανάκαμψη της χώρας συνολικά, χωρίς να αποκλείεται καταρχήν από τη σχετική πρόνοια της πολιτείας καμία κοινωνική κατηγορία ή ομάδα. Για το λόγο αυτό, δεν είναι επιτρεπτό να ταυτίζεται η ειδική, κατά το Σύνταγμα, προστασία των πολύτεκνων οικογενειών με την πρόνοια της πολιτείας για τις οικονομικά ή κοινωνικά ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού. Η λήψη μέτρων για τη διασφάλιση συνθηκών αξιοπρεπούς διαβίωσης των ομάδων αυτών -όπως ήδη ρητώς προβλέπεται από τη νέα διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου 21 του Συντάγματος- αποτελεί, κατά το Σύνταγμα, αυτοτελή και διακεκριμένο στόχο της κοινωνικής πολιτικής του Κράτους, ο οποίος δεν ενσωματώνει ούτε απορροφά τους ειδικότερους σκοπούς της προβλεπόμενης από το Σύνταγμα δημογραφικής πολιτικής της πολιτείας ούτε μπορεί να υποκαταστήσει την ειδική φροντίδα της για τους πολυτέκνους, στο πλαίσιο της δημογραφικής αυτής πολιτικής, με βάση την αντίληψη ότι πρόκειται για “αξιολογικά όμοιες” περιπτώσεις. Η αυτοτέλεια των πιο πάνω στόχων της κοινωνικής πολιτικής, όπως διαγράφεται από το άρθρο 21 του Συντάγματος, πρέπει να διαφυλάσσεται κατά τη λήψη των σχετικών μέτρων, λαμβάνοντας υπόψη ότι με την ειδική φροντίδα υπέρ των πολυτέκνων το Σύνταγμα δεν απέβλεψε στην προστασία τους ως προσώπων οικονομικώς αδυνάτων ή αναξιοπαθούντων, αλλά στη βελτίωση των δημογραφικών στοιχείων του πληθυσμού στο σύνολό του. Για το λόγο αυτό, δεν είναι επιτρεπτό η λήψη των σχετικών μέτρων να εξαρτάται από κριτήρια οικονομικά ή περιουσιακά, τα οποία θεσπίζονται και εφαρμόζονται αδιακρίτως είτε πρόκειται για πολύτεκνες οικογένειες είτε για οικονομικά και κοινωνικά ευπαθείς ομάδες προσώπων, τα οποία μάλιστα ενδέχεται να μη συνδέονται μεταξύ τους με οποιονδήποτε οικογενειακό δεσμό. Εφόσον, πάντως, τα συνταγματικά αυτά όρια τηρούνται από το νομοθέτη, δεν αποκλείεται ούτε η μεταβολή του ειδικού συστήματος προστασίας των πολυτέκνων ούτε η ορθολογική κλιμάκωση των παροχών και των προϋποθέσεων χορήγησής τους στις πολύτεκνες οικογένειες. Η κλιμάκωση αυτή μπορεί, ιδίως, να στηρίζεται σε ειδικά και πρόσφορα για την κατηγοριοποίηση των πολύτεκνων οικογενειών κριτήρια εισοδήματος ή περιουσίας, τα οποία δεν ταυτίζονται με τα αντίστοιχα των ευπαθών κοινωνικών ομάδων, ώστε να αποτρέπεται το ενδεχόμενο προφανώς περιττών για τη στήριξή τους παροχών, οι οποίες, εφόσον έχουν οικονομικό χαρακτήρα, επιβαρύνουν σε κάθε περίπτωση το σύνολο των φορολογουμένων ή των καταναλωτών.