Πρόσφατη νομολογία


30 Δεκ 2021

ΟλΣτΕ 1360/2021: Ευθύνη του Δημοσίου από ζημιογόνες πράξεις ή παραλείψεις οργάνων που εντάσσονται στη δικαστική λειτουργία

Με την κρινόμενη αίτηση ζητείται η αναίρεση της 3842/2016 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή έφεση της αναιρεσείουσας, εξαφανίσθηκε η 18474/2015 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και, περαιτέρω, απορρίφθηκε ως ουσία αβάσιμη αγωγή που είχαν ασκήσει για λογαριασμό της οι γονείς της (ως ασκούντες τη γονική μέριμνα αυτής). Με την αγωγή αυτή ζητούσαν, ύστερα από μετατροπή του καταψηφιστικού αιτήματος σε αναγνωριστικό, να αναγνωρισθεί η υποχρέωση του Ελληνικού Δημοσίου να τους καταβάλει για λογαριασμό της αναιρεσείουσας, νομιμοτόκως από την επίδοση της αγωγής, ποσό 600.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση για την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης που είχε υποστεί η αναιρεσείουσα εξαιτίας της άδικης φυλακίσεως του πατέρα της … για χρονικό διάστημα πέντε ετών, τριών μηνών και είκοσι ημερών κατόπιν καταδίκης του με απόφαση ποινικού δικαστηρίου για το αδίκημα της διαμεσολαβήσεως στην πώληση ναρκωτικών ουσιών. Με την πρωτόδικη απόφαση η ανωτέρω αγωγή είχε απορριφθεί ως απαράδεκτη για έλλειψη δικαιοδοσίας των διοικητικών δικαστηρίων. Το άρθρο 4 παρ. 5 του Συντάγματος έχει αναγάγει σε συνταγματικό κανόνα την ισότητα ενώπιον των δημοσίων βαρών, συνιστά δε, παράλληλα, και διάταξη στην οποία θεμελιώνεται η αποζημιωτική ευθύνη του Δημοσίου από πράξεις των οργάνων του που προκαλούν ζημία, παράνομες ή νόμιμες. Τούτο, διότι η ισότητα ενώπιον των δημοσίων βαρών επιτάσσει και την αποκατάσταση της ζημίας που κάποιος υφίσταται από τη δράση, χάριν του δημοσίου συμφέροντος, των οργάνων του Κράτους, όταν η δράση αυτή δεν είναι σύννομη ή όταν είναι μεν νόμιμη αλλά προκαλεί βλάβη ιδιαίτερη και σπουδαία, σε βαθμό ώστε να υπερβαίνει τα όρια που είναι κατά το Σύνταγμα ανεκτά προκειμένου να εξυπηρετηθεί ο σκοπός δημοσίου συμφέροντος, στον οποίο αποβλέπει η δράση αυτή, σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία. Πραγματώνεται δε ο σκοπός της διατάξεως αυτής υπό την ως άνω έννοια, όταν αποκατάσταση τέτοιας ζημίας καθίσταται δυνατή σε περίπτωση ζημιογόνου δράσεως οιουδήποτε οργάνου του Κράτους, άρα και εκείνης των οργάνων τα οποία είναι ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία. Αποκλεισμός της αστικής ευθύνης του Δημοσίου στην τελευταία περίπτωση δεν συνάγεται από την περί αγωγών κακοδικίας διάταξη του άρθρου 99 του Συντάγματος, διότι η προσωπική ευθύνη οργάνου του Δημοσίου δεν αποκλείει αναγκαίως την ευθύνη του τελευταίου, σκοπός δε της διατάξεως αυτής είναι η προστασία του κύρους της Δικαιοσύνης με ανάθεση σε ειδικό δικαστήριο του έργου της διαγνώσεως της προσωπικής ευθύνης των δικαστικών λειτουργών από την άσκηση των καθηκόντων τους. Επομένως, κατά το Σύνταγμα, επιβάλλεται στον νομοθέτη να ορίζει τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες αποκαθίσταται η ζημία που προκαλείται από τη δράση οιουδήποτε κρατικού οργάνου, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και την αποστολή του έργου που το Σύνταγμα αναγνωρίζει, αναθέτει και εγγυάται στα όργανα των τριών λειτουργιών του Κράτους. (Μειοψ.). Περαιτέρω, οι διατάξεις του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, αναφερόμενες σε όργανα του Δημοσίου, δεν έχουν, παρά την ευρεία διατύπωσή τους, εφαρμογή στις περιπτώσεις υλικής ζημίας ή ηθικής βλάβης από παράνομες πράξεις των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Συνεπώς, ζημία που προκλήθηκε από πράξη δικαστικού οργάνου δεν μπορεί να αποκατασταθεί με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. Ωστόσο, η διάταξη του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος επιβάλλει στον κοινό νομοθέτη να καθορίσει τη διαδικασία και τους όρους, υπό τους οποίους αποκαθίσταται περιουσιακή ζημία προκληθείσα από πράξεις, παραλείψεις ή εκτιμήσεις οργάνων της δικαστικής λειτουργίας. Επιβάλλει, ειδικότερα, την υποχρέωση να καθορίσει τους όρους, υπό τους οποίους αποκαθίσταται από το Δημόσιο ζημία προκληθείσα από τα όργανα αυτά κατά την άσκηση τόσο του δικαιοδοτικού όσο και του εν γένει δικαστικού τους έργου, στο οποίο περιλαμβάνεται και η διοίκηση της Δικαιοσύνης, καθώς και την έκταση της αποκαθισταμένης ζημίας. Από τα ανωτέρω παρέπεται ότι, ελλείψει νομοθετικού πλαισίου για τον καθορισμό των όρων του παρανόμου των πράξεων ή και παραλείψεων των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας, της εκτάσεως των σχετικών αποζημιωτικών αξιώσεων και των αρμοδίων δικαστηρίων, η σχετική αξίωση δεν είναι δυνατόν να ασκηθεί ούτε κατ’ ευθεία επίκληση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος. Επομένως, ενόσω δεν υφίσταται νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκαταστάσεως της ζημίας που προκαλείται από όργανα της δικαστικής λειτουργίας, καθώς και της αρμόδιας δικαιοδοσίας για την επίλυση των σχετικών διαφορών, η εν λόγω ζημία δεν μπορεί να αποκατασταθεί, οι δε σχετικές αξιώσεις δεν είναι δικαστικώς επιδιώξιμες. Η γενόμενη δεκτή με την απόφαση Σ.τ.Ε. 799/2021 Ολομ. υποχρέωση του Δημοσίου να προβαίνει στην αποκατάσταση της ζημίας που οι πολίτες υφίστανται λόγω παραβιάσεως του δικαίου της Ένωσης οφειλόμενης σε απόφαση εθνικού δικαστηρίου αποφαινομένου σε τελευταίο βαθμό, υπό τις προϋποθέσεις που διέπλασε το ίδιο το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συνιστά διαφορετική περίπτωση, υπαγορευθείσα από την ανάγκη διαφυλάξεως της ομοιόμορφης ερμηνείας και εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου από τις εθνικές αρχές, στις οποίες προδήλως περιλαμβάνονται και τα δικαστήρια. (Μειοψ.). Περαιτέρω, ενόψει του προβλεπόμενου από το Σύνταγμα οργανωτικού σχήματος των χωριστών δικαιοδοσιών, ο έλεγχος των αποφάσεων και λοιπών διαδικαστικών πράξεων ενεργείται υποχρεωτικά από όργανα που ανήκουν στον ίδιο δικαιοδοτικό κλάδο. Εξ αυτών δε παρέπεται ότι ο νομοθέτης οφείλει να εκπληρώσει την υποχρέωση θεσπίσεως του νομοθετικού πλαισίου για τον καθορισμό των όρων του παρανόμου των πράξεων ή και παραλείψεων των οργάνων της δικαστικής λειτουργίας, σε αρμονία με τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις που καθιερώνουν το προαναφερθέν οργανωτικό σύστημα χωριστών δικαιοδοσιών, ήτοι ρυθμίζοντας τα σχετικά ζητήματα χωριστά ανά δικαιοδοτικό κλάδο. (Μειοψ.). Εν προκειμένω, το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών, επιληφθέν της εφέσεως της αναιρεσείουσας, όφειλε να την απορρίψει ως αβάσιμη (απορρίπτοντας ως αβάσιμο τον μοναδικό λόγο εφέσεως της αναιρεσείουσας, σύμφωνα με τον οποίο η αγωγή της είχε ασκηθεί παραδεκτώς ενώπιον του έχοντος δικαιοδοσία προς εκδίκασή της διοικητικού πρωτοδικείου, αφού η αξίωσή της για αποκατάσταση της ηθικής βλάβης της είχε ασκηθεί βάσει του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ. εφαρμοζομένου κατά τους ισχυρισμούς της αναλόγως), με το σκεπτικό ότι, ενόσω δεν υφίσταται νομοθετικός καθορισμός των όρων αποκαταστάσεως της ζημίας που προκαλείται από όργανα ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία, καθώς και των αρμοδίων προς τούτο δικαστηρίων, η εν λόγω ζημία δεν μπορεί να αποκατασταθεί ούτε με τους όρους και τις προϋποθέσεις του άρθρου 105 του Εισ.Ν.Α.Κ., ευθέως ή αναλόγως εφαρμοζομένου, ούτε με ευθεία επίκληση του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος. Το διοικητικό εφετείο όμως έκρινε αντιθέτως, έκανε δεκτή την έφεση, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση και δίκασε την υπόθεση κατ’ ουσίαν, ακολούθως δε, αφού έκρινε την αγωγή παραδεκτή και νόμω βάσιμη, την απέρριψε ως ουσία αβάσιμη. Επομένως, το διοικητικό εφετείο με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του έσφαλε, αχθέν σε κατ’ ουσίαν εκδίκαση αγωγής επί της οποίας δεν είχε δικαιοδοσία. Το σχετικό δε ζήτημα, ως αναγόμενο στη δημόσια τάξη, ερευνάται αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο κατ’ αναίρεση και ανεξαρτήτως συνδρομής των προβλεπομένων στις παρ. 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει, προϋποθέσεων παραδεκτού, χωρίς αυτό να κωλύεται ως προς την κρίση του αυτήν, ενόψει όσων έγιναν δεκτά στη σκέψη 7, εκ του γεγονότος ότι η κατά τα ανωτέρω διάγνωση της υπερβάσεως δικαιοδοσίας αποτελεί άμεση συνέπεια της πραγματοποιούμενης εν προκειμένω μεταστροφής της νομολογίας σε σχέση με τις προϋποθέσεις θεμελιώσεως της αποζημιωτικής ευθύνης του Δημοσίου από πράξεις των οργάνων του που είναι ενταγμένα στη δικαστική λειτουργία. Κατόπιν τούτου, το ΣτΕ αναίρεσε τις αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου και, ακολούθως, απέρριψε τις εφέσεις (όμοια και η ΟλΣτΕ 1361/2021).


Σύνδεσμος

ΟλΣτΕ 1360/2021 - Πλήρες κείμενο »