7 Ιουλ 2025
Δεδικασμένο· έννοια· έκταση· ενστάσεις που καλύπτονται από το δεδικασμένο· εξαιρέσεις· η ένσταση, που δεν προτάθηκε, καλύπτεται από το δεδικασμένο, εφόσον ήταν δυνατό να προταθεί κατά τη διάρκεια προηγούμενης δίκης, εφόσον δηλαδή υπήρχαν από τότε όλα τα απαιτούμενα για τη θεμελίωσή της γεγονότα, έστω και αν ο διάδικος τα αγνοούσε υπαίτια ή ανυπαίτια· από τις ενστάσεις που δεν προτάθηκαν εξαιρούνται εκείνες που στηρίζονται σε αυτοτελές δικαίωμα που μπορεί να ασκηθεί και με κύρια αγωγή· στην εξαίρεση αυτή υπάγονται οι καλούμενες γνήσιες μη αυτοτελείς ή αυθύπαρκτες ενστάσεις· για να καλυφθεί από το δεδικασμένο μία τέτοια ένσταση που δεν προτάθηκε, θα πρέπει η έννομη αυτής συνέπεια να είναι ασυμβίβαστη προς εκείνη που απαγγέλθηκε από την τελεσίδικη απόφαση, ήτοι το δικαίωμα, στο οποίο στηρίζεται η ένσταση, να αντιφάσκει προς το δεδικασμένο. Ένσταση καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος· ένσταση αυτή, παρά τη γινόμενη με το άρθρο 330 του ΚΠολΔ ρύθμιση, δύναται επιτρεπτώς να προταθεί στην περίπτωση, κατά την οποία τα πραγματικά περιστατικά, που συγκροτούν την κατάχρηση δικαιώματος, είναι μεταγενέστερα της τελευταίας συζήτησης, μετά την οποία εκδόθηκε η τελεσίδικη απόφαση. Κατά τη διάταξη του άρθρου 933 παρ.4 του ΚΠολΔ, αν ο εκτελεστός τίτλος είναι δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής, οι αντιρρήσεις είναι απαράδεκτες στην έκταση που ισχύει το δεδικασμένο σύμφωνα, με τα άρθρα 330 και 633 παρ.2 εδάφιο γ', αντίστοιχα.