27 Ιουν 2025
Από τη διάταξη του άρθρου 5 παρ. 1 περ. β. εδ. πρώτο ΚΠΣΣ, όπως ίσχυε πριν τροποποιηθεί με το άρθρο 3 παρ. 2 ν. 3408/2005, συνάγεται ότι, μολονότι ο νομοθέτης δεν διαλαμβάνει ρητά τον όρο «άγαμα» για τα ενήλικα και ανίκανα για εργασία άρρενα τέκνα υπαλλήλου ή συνταξιούχου που απεβίωσε, εκλαμβάνει και υπονοεί ως αυτονόητη και απαραίτητη προϋπόθεση για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού τους δικαιώματος, όπως αυτά παραμένουν άγαμα∙ αν ο νομοθέτης, με την προαναφερόμενη διάταξη, ήθελε να χορηγήσει το δικαίωμα αυτό και στα έγγαμα τέκνα θα το όριζε ρητά∙ η τέλεση γάμου, ως γεγονός που αποκόπτει το τέκνο από την οικογένεια του θανόντος υπαλλήλου ή συνταξιούχου, αποτελεί, κατά τη διαχρονική βούληση του νομοθέτη, λόγο που κωλύει τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος του τέκνου, όταν ο γάμος έχει τελεστεί πριν από τον χρόνο θεμελίωσης του δικαιώματος αυτού, ή λόγο απώλειας του δικαιώματος σε περίπτωση τέλεσης γάμου μετά τον χρόνο θεμελίωσης του δικαιώματος, σύμφωνα με τις προαναφερόμενες νομικές παραδοχές, χωρίς με αυτές να εγείρεται ζήτημα παραβίασης των διατάξεων του άρθρου 21 παρ. 1, 2, 3, 6, 25 παρ. 1 Συντ., ΠΠΠΕΣΔΑ.