9 Οκτ 2025
Με την κρινόμενη προσφυγή, η οποία εισήχθη προς συζήτηση κατόπιν της 1/2024 παραπεμπτικής απόφασης του Διοικητικού Πρωτοδικείου Λαμίας, ζητήθηκε η ακύρωση, άλλως η τροποποίηση της τεκμαιρόμενης απόρριψης από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) της υπ’ αριθμ. πρωτ. …/29.8.2022 ενδικοφανούς προσφυγής της προσφεύγουσας, εισαγγελικής λειτουργού, κατά της από 28.7.2022 πράξης διοικητικού προσδιορισμού φόρου εισοδήματος (εκκαθαριστικού σημειώματος) του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Λαμίας για το φορολογικό έτος 2021, κατά το μέρος που με αυτήν απερρίφθη σιωπηρώς η …/27.7.2022 επιφύλαξή της επί της …/25.7.2022 δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2021, σχετικά με την επιβολή της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ΚΦΕ και της επιβλήθηκε ειδική εισφορά αλληλεγγύης, για το εν λόγω φορολογικό έτος, ύψους 1.326,47 ευρώ. Επιπλέον, η προσφεύγουσα ζήτησε να της επιστραφεί εντόκως το αντίστοιχο ποσό το οποίο παρακρατήθηκε - καταβλήθηκε για την ως άνω αιτία. Εξ άλλου, η προαναφερόμενη ενδικοφανής προσφυγή της προσφεύγουσας απερρίφθη ρητώς με την 4023/21.12.2022 απόφαση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών (Δ.Ε.Δ.) της Α.Α.Δ.Ε. Σύμφωνα με την πάγια νομολογία, αν το τιθέμενο στην υπόθεση νομικό ζήτημα έχει ήδη επιλυθεί με προηγούμενη απόφασή του, το Ειδικό Δικαστήριο του άρ. 88 § 2 Συντ. διαπιστώνει τούτο και δεν προβαίνει σε εκ νέου κρίση επί του εν λόγω ζητήματος, για λόγους ασφάλειας του δικαίου και αποφυγής κλονισμού της αξιοπιστίας του ίδιου του Δικαστηρίου. Τούτο δε, διότι νέα κάθε φορά κρίση επί του αυτού ζητήματος θα μπορούσε να οδηγήσει σε αντιφατικές αποφάσεις, χωρίς καμία δυνατότητα επίλυσης των συγκρούσεων, δεδομένου ότι ούτε στο άρθρο 88 § 2 Συντ., ούτε στον εκτελεστικό Ν. 3038/2002 προβλέπεται διαδικασία άρσης συγκρούσεων μεταξύ των διαφόρων συνθέσεων του Δικαστηρίου, το οποίο –πέραν του ότι η θητεία των μελών του διαρκεί μόνον ένα έτος, ακόμα και εντός του ενός αυτού έτους δεν δικάζει πάντοτε με την ίδια σύνθεση, δεδομένου ότι το άρθρο 1 του Ν. 3038/2002 προβλέπει εν μέρει άλλη σύνθεση για την εκδίκαση των διαφορών που αφορούν δικαστικούς λειτουργούς του Συμβουλίου της Επικρατείας ή των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και άλλη σύνθεση για την εκδίκαση των διαφορών που αφορούν τους δικαστικούς λειτουργούς της πολιτικής και της ποινικής δικαιοσύνης και του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενώ, εξ άλλου, η σύνθεσή του μπορεί να μεταβάλλεται από δικάσιμο σε δικάσιμο με τη συμμετοχή άλλοτε τακτικών και άλλοτε αναπληρωματικών μελών. Εν προκειμένω, το τιθέμενο νομικό ζήτημα επιλύθηκε ήδη με την 3/2024 απόφαση του Ειδικού Δικαστηρίου του άρ. 88 § 2 Συντ., με την οποία κρίθηκε, μεταξύ άλλων, ότι «η ρύθμιση του άρθρου 121 § 1 του Ν. 4799/2021, με την οποία εξαιρούνται από την απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής της εισφοράς αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ΚΦΕ για το φορολογικό έτος 2021, τα εισοδήματα από μισθωτή εργασία στον δημόσιο τομέα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα εισοδήματα των δικαστικών λειτουργών από την άσκηση του λειτουργήματός τους, δεν θέτει τους δικαστικούς λειτουργούς σε δυσμενέστερη θέση σε σχέση με άλλες κατηγορίες δημοσίων λειτουργών ή υπαλλήλων, αφού τα εισοδήματα των τελευταίων επίσης εξαιρούνται από την εν λόγω φορολογική απαλλαγή. Ειδικότερα, με την συγκεκριμένη ρύθμιση δεν επήλθε αλλαγή στα εισοδήματα των λειτουργών και υπαλλήλων του δημόσιου τομέα, αφού η εν λόγω εισφορά αλληλεγγύης είχε επιβληθεί εξαρχής και εξακολούθησε να επιβάλλεται, κατά το κρίσιμο φορολογικό έτος, σε όλες τις κατηγορίες των εισοδημάτων αυτών. Ως εκ τούτου, η κατά τα ανωτέρω διατήρηση της εισφοράς αλληλεγγύης (και) για τους δικαστικούς λειτουργούς για το φορολογικό έτος 2021 δεν συνεπάγεται την απόληψη από αυτούς μειωμένων αποδοχών σε σχέση με λειτουργούς ή υπαλλήλους των λοιπών κρατικών λειτουργιών (εκτελεστικής και νομοθετικής) ούτε, άλλωστε, την ευθεία μείωση των αποδοχών τους. Περαιτέρω, ως εκ του ύψους της επίδικης φορολογικής επιβάρυνσης, δεν προκύπτει ότι η διατήρησή της για τους δικαστικούς λειτουργούς, για το φορολογικό έτος 2021, θέτει σε κίνδυνο την αξιοπρεπή διαβίωσή τους και την απερίσπαστη άσκηση των καθηκόντων τους. Εξ άλλου, μόνη η επιβολή ή διατήρηση της επίδικης φορολογικής επιβάρυνσης για τους δικαστικούς λειτουργούς “υπό τις ίδιες προϋποθέσεις και κατ’ αντίστοιχο τρόπο με τους δημοσίους υπαλλήλους”, δεν αναιρεί την ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση των πρώτων ούτε τούς εξομοιώνει αυθαίρετα με τους δεύτερους. Εν όψει των ανωτέρω, οι διατάξεις της § 50 του άρθρου 72 του ΚΦΕ, όπως τροποποιήθηκαν με την § 1 του άρθρου 121 του Ν. 4799/2021 –κατά το μέρος που με αυτές προβλέφθηκε ότι, για το φορολογικό έτος 2021, απαλλάσσονται από την ειδική εισφορά αλληλεγγύης του άρθρου 43Α του ΚΦΕ τα εισοδήματα που προβλέπονται στο άρθρο αυτό, με εξαίρεση τα εισοδήματα από μισθωτή εργασία στον δημόσιο τομέα, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα εισοδήματα των δικαστικών λειτουργών από την άσκηση του λειτουργήματός τους– δεν αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 26, 87 § 1 και 88 § 2 του Συντάγματος. Κατόπιν τούτων, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το κρινόμενο ζήτημα έχει επιλυθεί με την 3/2024 απόφασή του και παρέπεμψε την υπόθεση στο Διοικητικό Πρωτοδικείο Λαμίας.