12 Νοε 2021
Σε συνέχεια των οδηγιών που έχουν ήδη δοθεί για την αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας με την ΕγκΕισΑΠ 2/2007, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη δράσης ήδη κατά το πρώιμο στάδιο εκδήλωσης αντίστοιχων συμπεριφορών, ο Αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου απευθύνει συμπληρωματικές οδηγίες προς τους Εισαγγελείς της χώρας. Επισημαίνει παράλληλα ότι, σημαντικός παράγων επιτυχίας της αντεγκληματικής πολιτικής είναι η εκ των προτέρων γνώση από τον υποψήφιο δράστη ότι, εφόσον προβεί στην αξιόποινη πράξη, θα συλληφθεί και θα τιμωρηθεί. Ειδικότερα, ο Αντιεισαγγελέας αναφέρει τα εξής:
Ι. Στις ακροάσεις πολιτών και την έκφραση σχετικών παραπόνων και εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις, επιβάλλεται να βεβαιώνεται άμεσα η αξιόποινη συμπεριφορά. Προς τούτο, θα πρέπει να δίνονται σχετικές οδηγίες στους αστυνομικούς ανακριτικούς υπαλλήλους και να ζητείται η συνδρομή κοινωνικών υπηρεσιών.
ΙΙ. Εφόσον το αδίκημα τελείται στα όρια του αυτοφώρου, πρέπει να ακολουθείται κατά κανόνα η διαδικασία του άρθρου 417 ΠΚ, καθώς κατά τον χρόνο αυτό προσφέρονται αναλλοίωτα τα αποδεικτικά στοιχεία. Σε αντίθετη άλλωστε περίπτωση, ο δράστης δεν αποθαρρύνεται αποτελεσματικά.
ΙΙΙ. Σε περιπτώσεις εφαρμογής της ποινικής διαμεσολάβησης, ο εκάστοτε εισαγγελικός λειτουργός οφείλει να παρακολουθεί επισταμένως την τήρηση των όρων από τον φερόμενο ως υπαίτιο.
IV. Οι συναφείς ποινικές υποθέσεις θα πρέπει να προσδιορίζονται κατά προτεραιότητα και να προτάσσονται στην αρίθμηση στο έκθεμα.
Ειδικά σε περιπτώσεις ανήλικων θυμάτων, εφαρμόζονται και οι οδηγίες που έχουν ήδη δοθεί με τις ΕγκΕισΑΠ 16/2007 και ΕγκΕισΑΠ 5/2021.