27 Σεπ 2018
Οι προσφεύγοντες στην παρούσα υπόθεση (72781/12)είναι Τούρκοι υπήκοοι, οι οποίοι γεννήθηκαν το 1958, το 1973 και το 1979 αντίστοιχα και κατοικούν στην Κωνσταντινούπολη. Η υπόθεση αφορούσε τη διαδικασία σχετικά με τις συνθήκες θανάτου συγγενή τους στο Νοσοκομείο. Οι προσφεύγοντες είναι η χήρα του αποβιώσαντος Nayim Yirdem και οι δύο κόρες του.
Τον Αύγουστο του 2003, λίγες ημέρες μετά την είσοδό του στο νοσοκομείο, ο Nayim Yirdem απεβίωσε από ανακοπή καρδιάς παρά τις προσπάθειες των γιατρών να τον επαναφέρουν. Κατόπιν αυτοψίας διαπιστώθηκε ότι ο θάνατός του είχε προκληθεί από καρδιακή προσβολή και εγκεφαλικό επεισόδιο, συνεπεία δηλητηρίασης με επτάνιο και τολουόλιο (πρόκειται περί συστατικών οργανικών διαλυτών). Περαιτέρω, βάσει σχετικής έκθεσηςσυνταχθείσας τον Αύγουστο του 2005 από το ιατροδικαστικό Ινστιτούτο, οι ουσίες αυτές δεν υπήρχαν στο νοσοκομείο, όπου νοσηλευόταν ο θανών.
Λίγους μήνες μετά την σύνταξη της ανωτέρω έκθεσης, τον Απρίλιο του 2006, ο Εισαγγελέας άσκησε ποινική δίωξη κατά του ιατρικού προσωπικού του τμήματος νευρολογίας του Νοσοκομείου για αμέλεια κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους. Τον 2010 οι κατηγορούμενοι απαλλάχθηκαν από το Ποινικό Δικαστήριο, το οποίο θεμελίωσε την απόφασή του στα πορίσματα έκθεσης πραγματογνωμόνων από το Εθνικό Συμβούλιο Υγείας, δυνάμει της οποίας οι κατηγορούμενοι δεν ευθύνονταν για ιατρική αμέλεια και η εν λόγω ουσία πιθανότατα είχε χορηγηθεί στον ασθενή πριν από την εισαγωγή του στην κλινική. Η απόφαση αυτή επικυρώθηκε από το Ακυρωτικό Δικαστήριο δύο χρόνια αργότερα, τον Μάρτιο του 2012.
Βασιζόμενοι στο άρθρο 2 (δικαίωμα στη ζωή), οι προσφεύγοντες παραπονέθηκαν για το θάνατο του συγγενούς τους, υποστηρίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι οι εθνικές αρχές δεν είχαν καταφέρει να αποδείξουν την προέλευση των δύο υδρογονανθράκων που βρέθηκαν στο σώμα του αποθανόντος και ότι τα εθνικά δικαστήρια δεν είχαν ενεργήσει με την απαιτούμενη ταχύτητα, ούτε επέδειξαν επιμέλεια στην αντιμετώπιση της υπόθεσης.
Από την έρευνα τον στοιχείων, το ΕΔΔΑ διαπίστωσε ότι κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών, δεν υπήρχε συστημική ή διαρθρωτική δυσλειτουργία που επηρεάζει τα νοσοκομεία τα οποία οι αρχές γνώριζαν ή όφειλαν να γνωρίζουν και για τα οποία δεν είχαν αναλάβει τα αναγκαία προληπτικά μέτρα, και ότι μια τέτοια έλλειψη συνέβαλε αποφασιστικά στο θάνατο του συγγενή των προσφευγόντων. Άλλωστε, η παρασχεθείσα ιατρική περίθαλψη υποβλήθηκε σε έλεγχο σε εθνικό επίπεδο και κανένα από τα δικαστικά ή πειθαρχικά όργανα που εξέτασαν τους ισχυρισμούς των προσφευγόντων δεν βρήκε τελικά κάποιο σφάλμα στην ιατρική περίθαλψη του αποθανόντος. Συνεπώς, δεν διαπίστωσε το ΕΔΔΑ τυχόν ελλείψεις ως προς την υποχρέωση του κράτους να προστατεύσει το δικαίωμα στη ζωή του συγγενούς των προσφευγόντων.
Περαιτέρω, επισημαίνεται ότι οι προσφεύγοντες διεκδίκησαν τα δικαιώματά τους τόσο ποινικά, όσο και αστικά. Η ποινική διαδικασία είχε λήξει με την απαλλαγή των κατηγορουμένων μετά από πολυετή διαδικασία (άνω των 9 ετών). Αντίστοιχα, η διαδικασία ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων εκκρεμούσε ήδη από το έτος 2004. Καταρχήν, δεν διαπιστώθηκαν από το ΕΔΔΑ ελλείψεις που θα μπορούσαν να θέσουν υπό αμφισβήτηση τη συνολική επάρκεια της έρευνας εκ μέρους των αρμόδιων εθνικών αρχών, όμως η ποινική διαδικασία δεν ήταν έγκαιρη και η συνολική διάρκεια της δεν ήταν λογική. Άλλωστε, και η διαδικασία ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων, η οποία εκκρεμούσε για ένα διάστημα που υπερέβαινε τα 13 έτη, επίσης δεν μπορούσε να δικαιολογηθεί από τις περιστάσεις.
Ενόψει των ανωτέρω, το ΕΔΔΑ διεπίστωσε παραβίαση του άρθρου 2 της ΕΣΔΑ.
Ολόκληρο το κείμενο της απόφασης στα γαλλικά είναι διαθέσιμο εδώ.