Πρόσφατη νομολογία


3 Απρ 2019

ΔΠρΑθ 6751/2018: Το πρόστιμο ανυποταξίας δεν συνιστά ποινικής φύσεως κύρωση κατά την έννοια του άρ. 6 ΕΣΔΑ

Σύμφωνα με το άρθρο 59 του ν. 3421/2005, όσοι για λόγους συνείδησης αρνούνται να εκπληρώσουν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, επικαλούμενοι τις θρησκευτικές ή ιδεολογικές τους πεποιθήσεις, μπορεί να αναγνωρίζονται ως αντιρρησίες συνείδησης ακολουθώντας τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 62 του ίδιου νόμου και τις ισχύουσες διατάξεις σχετικής απόφασης του Υπουργού Εθνικής Άμυνας. Σύμφωνα με αυτή την υπουργική απόφαση, εάν στρατεύσιμος κηρυχθεί ανυπότακτος, μπορεί να υποβάλει αίτημα υπαγωγής του στο καθεστώς των αντιρρησιών συνείδησης εντός προθεσμίας, η οποία αρχίζει από τη διακοπή της ανυποταξίας του και λήγει την ημέρα κατά την οποία υποχρεούται να καταταγεί στις Ένοπλες Δυνάμεις, ενώ αρμόδιος για να κρίνει σχετικά με το αν κάποιος υπάγεται στο καθεστώς του αντιρρησία συνείδησης είναι ο Υπουργός Εθνικής Άμυνας ύστερα από γνωμοδότηση ειδικής επιτροπής. Εν προκειμένω ο Διευθυντής της Στρατολογικής Υπηρεσίας Αττικής, που επέβαλε το ένδικο πρόστιμο, δεν είχε αρμοδιότητα να κρίνει περί της δυνατότητας του προσφεύγοντος να υπαχθεί στο καθεστώς του αντιρρησία συνείδησης. Ενόψει των ανωτέρω, ο ισχυρισμός που επικαλείται ο προσφεύγων ότι θα προέβαλε εάν είχε κληθεί σε ακρόαση δεν είναι ουσιώδης, υπό την έννοια ότι θα μπορούσε να ασκήσει επιρροή στην εκτίμηση των πραγμάτων από τη Διοίκηση, καθώς δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη από το όργανο που εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση. Περαιτέρω, μια διοικητική κύρωση αποκτά χαρακτήρα «ποινικής φύσεως», κατά την αυτόνομη έννοια του αντίστοιχου όρου της ΕΣΔΑ, εφόσον συγκεντρώνει τρία κριτήρια, που δεν είναι απαραίτητο να συντρέχουν σωρευτικά (κριτήρια «Engel»). Τα κριτήρια αυτά άπτονται του χαρακτηρισμού του αδικήματος από την εθνική έννομη τάξη, δηλ. του εάν το αδίκημα διέπεται από διατάξεις του ποινικού δικαίου, της φύσεως του αδικήματος και της βαρύτητας της μέγιστης προβλεπόμενης από τις οικείες διατάξεις κυρώσεως. Με την ένδικη διοικητική κύρωση δεν τιμωρείται κατ’ ουσίαν εγκληματική πράξη με σκοπό την διασφάλιση της γενικότερης νομικής, ηθικής και κοινωνικής αποδοκιμασίας της συμπεριφοράς του ανυπότακτου, αλλά εξυπηρετείται το δημόσιο συμφέρον που συνίσταται στην εκπλήρωση της κατ’ αρ. 4 παρ. 6 του Συντάγματος υποχρέωσης προς στράτευση κάθε Έλληνα που μπορεί να φέρει όπλα. Επιπλέον, η επαπειλούμενη κύρωση (πρόστιμο ύψους 6.000 ευρώ) δεν πλήττει τον διοικούμενο με τέτοια σφοδρότητα, ώστε να προσλαμβάνει ποινική χροιά και να λογίζεται ως «ποινική κύρωση, ενώ από τη διάταξη του αρ. 12 του ν. 4361/2016 προβλέπεται η διαγραφή του διοικητικού προστίμου σε όσους εν τω μεταξύ είτε έχουν απαλλαγεί από τη στρατιωτική υποχρέωση είτε έχουν ήδη καταταγεί στις ένοπλες δυνάμεις, ρύθμιση που συνηγορεί υπέρ του μη τιμωρητικού χαρακτήρα του κρινόμενου προστίμου. Συνεπώς, η ένδικη κύρωση δεν μπορεί να λογισθεί ως «ποινική κύρωση», κατά την έννοια του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ.


Σύνδεσμος

ΔΠρΑθ 6751/2018 - Πλήρες κείμενο »