28 Μαΐ 2024
Το αιτούν δικαστήριο (Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο Λουξεμβούργου) υπέβαλε στο ΔΕΕ αίτημα προδικαστικής απόφασης, στο πλαίσιο της δίκης FV κατά Caisse pour l’avenir des enfants (Ταμείου για το μέλλον των παιδιών, Λουξεμβούργο) αφορώσα την άρνηση του τελευταίου να χορηγήσει οικογενειακό επίδομα σε παιδί που τοποθετήθηκε με δικαστική απόφαση στην οικογενειακή εστία του FV, με αντικείμενο την ερμηνεία του άρθρου 45 ΣΛΕΕ, του άρθρου 7 §2 του Καν. 492/2011 αναφορικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Ένωσης, του άρθρου 67 του Καν. 883/2004, για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και του άρθρου 60 του Καν. 987/2009 για τον καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του Καν. 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας. Συγκεκριμένα, η υπό κρίση υπόθεση αφορά αποκλειστικά το ζήτημα αν ένα κράτος μέλος μπορεί να εφαρμόζει διαφοροποιημένες προϋποθέσεις για τη χορήγηση επιδόματος, όπως το επίδικο οικογενειακό επίδομα, αναλόγως του αν πρόκειται περί εργαζομένου κάτοικου ημεδαπής ή περί εργαζομένου κάτοικου αλλοδαπής. Προς τούτο, το προδικαστικό ερώτημα δεν εξετάζεται στο πλαίσιο των Κανονισμών 883/2004 και 987/2009, καθότι οι σχετικές διατάξεις δεν αφορούν την κατάσταση του ίδιου του εργαζομένου, αλλά την κατάσταση των μελών της οικογένειάς του που κατοικούν σε άλλο κράτος μέλος. Στην οικογενειακή εστία του FV (εργαζομένου στο Λουξεμβούργο, κατοίκου Βελγίου, έχοντος την ιδιότητα του μεθοριακού εργαζομένου) τοποθετήθηκε, δυνάμει βελγικής δικαστικής απόφασης, ο ανήλικος FW, στον οποίο χορηγούνταν το ευεργέτημα των οικογενειακών επιδομάτων από τη διευθύνουσα επιτροπή του CAE. Περαιτέρω, εκτιμώντας ότι οι μεθοριακοί εργαζόμενοι συμβάλλουν στη χρηματοδότηση των κοινωνικών πολιτικών του κράτους μέλους υποδοχής, λαμβανομένων υπόψη των φορολογικών και κοινωνικών εισφορών που καταβάλλουν στο κράτος αυτό, στο πλαίσιο της έμμισθης δραστηριότητας που ασκούν εκεί, πρέπει να μπορούν να απολαύουν των οικογενειακών παροχών, καθώς και των κοινωνικών και φορολογικών πλεονεκτημάτων υπό τους ίδιους όρους με τους ημεδαπούς εργαζομένους. Ωστόσο, για να δικαιολογείται έμμεση δυσμενής διάκριση, πρέπει να είναι κατάλληλη να διασφαλίσει την επίτευξη ενός θεμιτού σκοπού και να μη βαίνει πέραν του αναγκαίου για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρου, ενώ το γεγονός ότι ο εργαζόμενος κάτοικος αλλοδαπής συντηρεί το παιδί που έχει τοποθετηθεί στην οικογενειακή εστία του και του οποίου έχει την επιμέλεια, δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο της χορήγησης οικογενειακού επιδόματος σε έναν τέτοιο εργαζόμενο διότι, σε αντίθετη περίπτωση, θα παραβιαζόταν η αρχή της ίσης μεταχείρισης των μεθοριακών εργαζομένων. Το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 45 ΣΛΕΕ και το άρθρο 7 §2 του Καν. 492/2011 έχουν την έννοια ότι αντιτίθενται στη νομοθεσία κράτους μέλους κατά την οποία ο εργαζόμενος κάτοικος αλλοδαπής δεν δικαιούται οικογενειακό επίδομα που συνδέεται με την εκ μέρους του άσκηση μισθωτής δραστηριότητας στο εν λόγω κράτος μέλος και αφορά παιδί το οποίο έχει τοποθετηθεί με δικαστική απόφαση στην οικογενειακή εστία του και του οποίου ασκεί την επιμέλεια, ενώ το παιδί που είναι τοποθετημένο με δικαστική απόφαση και κατοικεί στο εν λόγω κράτος μέλος δικαιούται το επίδομα αυτό, που καταβάλλεται στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί η επιμέλεια του παιδιού. Το γεγονός ότι ο εργαζόμενος κάτοικος αλλοδαπής συντηρεί το παιδί που έχει τοποθετηθεί στην οικογενειακή εστία του δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη στο πλαίσιο της χορήγησης οικογενειακού επιδόματος σε έναν τέτοιο εργαζόμενο για παιδί τοποθετημένο στην οικογενειακή εστία του, παρά μόνον εάν η εφαρμοστέα εθνική νομοθεσία προβλέπει αντίστοιχο όρο για τη χορήγηση του εν λόγω επιδόματος σε εργαζόμενο κάτοικο ημεδαπής, ο οποίος έχει την επιμέλεια παιδιού τοποθετημένου στην οικογενειακή εστία του.