7 Απρ 2020
Το Δικαστήριο έκρινε ότι τα τρία κράτη-μέλη, εναντίον των οποίων άσκησε προσφυγές η Επιτροπή, ήτοι η Πολωνία, η Τσεχική Δημοκρατία και η Ουγγαρία αφενός παρέβησαν απόφαση την οποία είχε εκδώσει το Συμβούλιο με σκοπό τη μετεγκατάσταση, σε υποχρεωτική βάση, 120.000 αιτούντων διεθνή προστασία από την Ελλάδα και την Ιταλία προς τα λοιπά κράτη μέλη της Ένωσης. Αφετέρου, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι η Πολωνία και η Τσεχική Δημοκρατία παρέβησαν επίσης τις υποχρεώσεις που υπείχαν από προγενέστερη απόφαση την οποία είχε εκδώσει το Συμβούλιο με σκοπό τη μετεγκατάσταση, σε υποχρεωτική βάση, 40 000 αιτούντων διεθνή προστασία από την Ελλάδα και την Ιταλία προς τα λοιπά κράτη μέλη της Ένωσης. Η Ουγγαρία δεν δεσμευόταν από τα μέτρα μετεγκατάστασης που προέβλεπε η τελευταία αυτή απόφαση. Παράλληλα, απορρίφθηκε το επιχείρημα των τριών εμπλεκόμενων κρατών μελών κατά το οποίο οι προσφυγές της Επιτροπής είναι απαράδεκτες διότι, κατόπιν της λήξης του χρόνου ισχύος των αποφάσεων μετεγκατάστασης, η οποία επήλθε στις 17 και στις 26 Σεπτεμβρίου 2017 αντιστοίχως, τα εν λόγω κράτη μέλη δεν έχουν πλέον τη δυνατότητα να άρουν τις προβαλλόμενες παραβάσεις. Η διαπίστωση από το Δικαστήριο της παράβασης εξακολουθεί να έχει ουσιαστικό ενδιαφέρον, μεταξύ άλλων προκειμένου να θεμελιωθεί η ενδεχόμενη ευθύνη ενός κράτους μέλους, λόγω της παράβασης που διέπραξε, έναντι άλλων κρατών μελών, της Ένωσης ή ιδιωτών. Επίσης, σύμφωνα με το Δικαστήριο, το άρθρο 72 ΣΛΕΕ (επίκληση του οποίου έγινε από τα εμπλεκόμενα κράτη μέλη προκειμένου να αιτιολογήσουν το δικαίωμά τους να μην εφαρμόσουν τις αποφάσεις μετεγκατάστασης), στο μέτρο που συνιστά διάταξη εισάγουσα παρέκκλιση από τους γενικούς κανόνες του δικαίου της Ένωσης, πρέπει να ερμηνεύεται στενά. Ως εκ τούτου, το εν λόγω άρθρο δεν παρέχει στα κράτη μέλη την ευχέρεια να παρεκκλίνουν από διατάξεις του δικαίου της Ένωσης στηριζόμενα απλώς και μόνο στην επίκληση των συμφερόντων που συνδέονται με την τήρηση της δημόσιας τάξης και τη διαφύλαξη της εσωτερικής ασφάλειας, αλλά τους επιβάλλει να αποδεικνύουν την ανάγκη να κάνουν χρήση της προβλεπόμενης από το άρθρο αυτό παρέκκλισης προκειμένου να ασκήσουν τις ευθύνες τους στον εν λόγω τομέα.