2 Απρ 2019
Η περιλαμβανόμενη στο άρθρο 16, στοιχείο εʹ, της οδηγίας 2011/83/ΕΕ φράση «σφραγισμέν[α] αγαθ[ά] τα οποία δεν είναι κατάλληλα προς επιστροφή, για λόγους προστασίας της υγείας ή για λόγους υγιεινής, και τα οποία έχουν αποσφραγιστεί μετά την παράδοση» δεν καταλαμβάνει αγαθό, όπως ένα στρώμα, του οποίου το προστατευτικό περιτύλιγμα αφαιρέθηκε από τον καταναλωτή μετά την παράδοσή του. Ειδικότερα, μολονότι το στρώμα αυτό έχει ενδεχομένως χρησιμοποιηθεί, δεν προκύπτει ότι καθίσταται, εκ του γεγονότος αυτού και μόνον, οριστικά ακατάλληλο προς εκ νέου χρήση από τρίτον ή προς εκ νέου διάθεση στην αγορά. Αρκεί, συναφώς, να υπομνησθεί, μεταξύ άλλων, ότι ένα και το αυτό στρώμα εξυπηρετεί τους διαδοχικούς πελάτες ενός ξενοδοχείου, ότι υφίσταται αγορά μεταχειρισμένων στρωμάτων και ότι στρώματα που έχουν χρησιμοποιηθεί μπορούν να καθαριστούν σε βάθος. Επίσης, σε σχέση με το δικαίωμα υπαναχώρησης, ένα στρώμα μπορεί να εξομοιωθεί προς τα ενδύματα, κατηγορία αγαθών για την οποία η οδηγία προβλέπει ρητώς δυνατότητα επιστροφής κατόπιν δοκιμής. Μια τέτοια εξομοίωση είναι δυνατή, στο μέτρο που, ακόμη και σε περίπτωση απευθείας επαφής των εν λόγω αγαθών με το ανθρώπινο σώμα, μπορεί να γίνει κατά τεκμήριο δεκτό ότι ο έμπορος, μετά την επιστροφή τους από τον καταναλωτή, είναι σε θέση, μέσω εργασίας όπως είναι ο καθαρισμός ή η απολύμανση, να τα καταστήσει κατάλληλα για εκ νέου χρήση από τρίτον και, ως εκ τούτου, για εκ νέου διάθεση στην αγορά, χωρίς να θιγούν οι επιταγές περί προστασίας της υγείας ή περί διασφάλισης της υγιεινής. Ωστόσο, ο καταναλωτής ευθύνεται για κάθε απομείωση της αξίας των αγαθών που τυχόν προκύψει από χειρισμούς οι οποίοι δεν ήταν απαραίτητοι προκειμένου να προσδιοριστούν η φύση, τα χαρακτηριστικά και η καλή λειτουργία του αγαθού, χωρίς ωστόσο να στερείται το δικαίωμά του υπαναχώρησης. Στο εθνικό δικαστήριο εναπόκειται να επιλύσει τη διαφορά σύμφωνα με την απόφαση του ΔΕΕ.