10 Μαΐ 2018
Σύμφωνα με την οδηγία 2004/38/ΕΚ, σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, οσάκις εις βάρος πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή υπηκόου τρίτης χώρας, μέλους της οικογένειας τέτοιου πολίτη, ο οποίος ζητεί τη χορήγηση δικαιώματος διαμονής στο έδαφος κράτους μέλους, έχει κατά το παρελθόν εκδοθεί απόφαση περί αποκλεισμού του από το καθεστώς του πρόσφυγα βάσει της Σύμβασης της Γενεύης για το καθεστώς των προσφύγων ή βάσει της οδηγίας 2011/95/ΕΕ, σχετικά με τις απαιτήσεις για την αναγνώριση των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως δικαιούχων διεθνούς προστασίας, για ένα ενιαίο καθεστώς για τους πρόσφυγες ή για τα άτομα που δικαιούνται επικουρική προστασία και για το περιεχόμενο της παρεχόμενης προστασίας, στις αρμόδιες αρχές αυτού του κράτους μέλους δεν επιτρέπεται να θεωρήσουν αυτομάτως ότι η παρουσία του και μόνο στο έδαφος αυτό συνιστά, ανεξαρτήτως του αν συντρέχει κίνδυνος υποτροπής ή όχι, πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή, στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας, ικανή να δικαιολογήσει τη λήψη μέτρων δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας. Η διαπίστωση της ύπαρξης τέτοιας απειλής πρέπει να βασίζεται σε εκτίμηση, από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής, της προσωπικής συμπεριφοράς του συγκεκριμένου ατόμου, λαμβανομένων υπόψη των διαπιστώσεων που περιέχονται στην απόφαση περί αποκλεισμού από το καθεστώς του πρόσφυγα και των στοιχείων επί των οποίων αυτή βασίζεται, ιδίως, της φύσης και της σοβαρότητας των εγκλημάτων ή των πράξεων που του προσάπτονται, του επιπέδου της ατομικής του συμμετοχής σε αυτά, της συνδρομής, ενδεχομένως, λόγων άρσης του αξιόποινου, καθώς και της ύπαρξης ή μη ποινικής καταδίκης. Στο πλαίσιο της σφαιρικής αυτής εκτίμησης, πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε από τη φερόμενη τέλεση των εγκλημάτων ή πράξεων αυτών, καθώς και η μεταγενέστερη συμπεριφορά του εν λόγω ατόμου, ιδίως το κατά πόσον η συμπεριφορά του καταδεικνύει ότι εμμένει στην προσβολή των θεμελιωδών αξιών που κατοχυρώνονται στα άρθρα 2 και 3 ΣΕΕ, κατά τρόπο που θα μπορούσε να διαταράξει την ηρεμία και τη σωματική ασφάλεια του πληθυσμού. Το γεγονός και μόνον ότι η προγενέστερη συμπεριφορά του ατόμου αυτού εντάσσεται στο συγκεκριμένο ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο της χώρας καταγωγής του, το οποίο δεν μπορεί να επαναληφθεί στο κράτος μέλος υποδοχής, δεν εμποδίζει τη διαπίστωση αυτή. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους υποδοχής οφείλουν, επιπλέον, να σταθμίζουν, αφενός, την προστασία του θεμελιώδους συμφέροντος της οικείας κοινωνίας και, αφετέρου, τα συμφέροντα του συγκεκριμένου προσώπου σε σχέση με την άσκηση του δικαιώματός του, ως πολίτη της Ένωσης, στην ελεύθερη κυκλοφορία και διαμονή, καθώς και σε σχέση με το δικαίωμά του στον σεβασμό της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής. Τέλος, οσάκις τα σχεδιαζόμενα μέτρα συνεπάγονται απέλαση του συγκεκριμένου ατόμου από το κράτος μέλος υποδοχής, το τελευταίο πρέπει να λαμβάνει υπόψη τη φύση και τη σοβαρότητα της προσαπτόμενης στο άτομο αυτό συμπεριφοράς, τη διάρκεια και, κατά περίπτωση, τον νόμιμο χαρακτήρα της διαμονής του στο κράτος μέλος αυτό, το χρονικό διάστημα που έχει παρέλθει από την προσαπτόμενη σε αυτό συμπεριφορά, τη στάση του κατά το χρονικό αυτό διάστημα, τον βαθμό του κινδύνου τον οποίο αποτελεί επί του παρόντος για την κοινωνία, καθώς και τη σταθερότητα των κοινωνικών, πολιτιστικών και οικογενειακών δεσμών με το εν λόγω κράτος μέλος.