Πρόσφατη νομολογία


9 Σεπ 2020

ΑΠΔΠΧ 32/2020: Αναγραφή χαρακτηρισμού διαγωγής σε τίτλους σπουδών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης & απαλλαγή από την παρακολούθηση του μαθήματος των Θρησκευτικών

Κατά τη γενικώς παραδεδεγμένη γνώμη, η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης κατά το άρθρο 13§1 Συντ. προστατεύει και τη λεγόμενη «αρνητική θρησκευτική ελευθερία», δηλαδή το δικαίωμα να είναι κανείς άθρησκος ή άθεος, ενώ, σε κάθε περίπτωση η γενική ελευθερία της συνείδησης, που περιλαμβάνει όλες τις βαθιά ριζωμένες στη συνείδηση ενός ανθρώπου πεποιθήσεις, θρησκευτικές, φιλοσοφικές, ηθικές, ιδεολογικές ή άλλες, που του υπαγορεύουν έναν ορισμένο τρόπο συμπεριφοράς συναφή προς αυτές, αποτελεί συστατικό στοιχείο της αξίας του ανθρώπου κατά το άρθρο 2§1 Συντ. και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του κατά το άρθρο 5§1 Συντ.. Μια θεμελιώδης συνιστώσα της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης και της ελευθερίας της συνείδησης εν γένει, αποτελεί το δικαίωμα να μην αποκαλύπτει κανείς τις συνειδησιακές του πεποιθήσεις, το οποίο συνδέεται στενά με το δικαίωμα στην προστασία των προσωπικών δεδομένων κατά το άρθρο 9Α Συντ.. Περαιτέρω, η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης και της συνείδησης εν γένει συνδέεται επίσης στενά με το δικαίωμα σεβασμού των πεποιθήσεων των γονέων κατά την εκπαίδευση των τέκνων τους (άρθρο 2§2 ΠΠΠ ΕΣΔΑ). Στην κρινόμενη υπόθεση, υπήρξε αναμφιβόλως παραβίαση των άρθρων 13§1 και 9Α Συντ. και 2§2 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου ΕΣΔΑ, αφού η σχολική διοίκηση δεν είχε δικαίωμα να απορρίψει το προβληθέν από τους δύο γονείς αίτημα απαλλαγής του παιδιού τους από το μάθημα των Θρησκευτικών, για τον λόγο ότι δεν αναγραφόταν στη δήλωση ότι δεν είναι Χριστιανός Ορθόδοξος. Επιπλέον υπήρξε και αυτοτελής παραβίαση του άρθρου 9Α  Συντ. λόγω της τήρησης στο σχολικό αρχείο και της μη διαγραφής του από αυτό του ευαίσθητου προσωπικού δεδομένου του μαθητή ότι δεν είναι Χριστιανός Ορθόδοξος. Εν προκειμένω δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως νομική βάση για την επεξεργασία του συγκεκριμένου δεδομένου η συγκατάθεση του μαθητή, αφού αυτή δόθηκε εξ ανάγκης, δηλαδή για να μην υποχρεωθεί ο μαθητής στην παρακολούθηση του μαθήματος των Θρησκευτικών, το οποίο απηχούσε αποκλειστικά το ορθόδοξο χριστιανικό δόγμα. Το δεδομένο αυτό θα πρέπει να διαγραφεί από το σχολικό αρχείο, ανεξαρτήτως της υποβολής ή μη σχετικής αίτησης εκ μέρους του καταγγέλοντος. Επιπλέον, ο χαρακτηρισμός της διαγωγής των μαθητών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης έχει παιδαγωγικό χαρακτήρα και αποσκοπεί στην αξιολόγηση της συμπεριφοράς των μαθητών, στην επιβράβευση της προσήκουσας συμπεριφοράς ή στον εντοπισμό ενδεχόμενων προβλημάτων και στην καλύτερη παιδαγωγική αντιμετώπισή τους στο πλαίσιο της σχολικής ζωής. Υπό τα δεδομένα αυτά, ο χαρακτηρισμός της διαγωγής ενός μαθητή και η διατήρησή της στο σχολικό αρχείο εξυπηρετούν θεμιτούς σκοπούς και δεν προσκρούουν στη νομοθεσία περί προστασίας προσωπικών δεδομένων. Ωστόσο, οι απολυτήριοι τίτλοι και τα πιστοποιητικά σπουδών, συνιστούν έγγραφα αποδεικτικά της φοίτησης, της επίδοσης και της ολοκλήρωσης ενός σταδίου εκπαίδευσης των μαθητών. Κατά συνέπεια, η αναγραφή της διαγωγής στους τίτλους σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης δεν συνάδει με την αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 5 του ΓΚΠΔ, καθόσον πρόσβαση στα έγγραφα αυτά χορηγείται και σε τρίτα πρόσωπα/αρχές, η δε αναγραφή της διαγωγής δεν είναι αναγκαία και ανάλογη του επιδιωκόμενου και εξυπηρετούμενου σκοπού αυτών των τίτλων, ο οποίος είναι η πιστοποίηση της φοίτησης και επίδοσης των μαθητών και της ολοκλήρωσης της εκπαίδευσής τους. Τέλος, επειδή η διαγωγή αποτυπώνει την αξιολόγηση των αρμόδιων σχολικών οργάνων για τη συμπεριφορά του μαθητή κατά τη διάρκεια του σχολικού του βίου, η αναγραφή της διαγωγής μετά την αποφοίτηση του μαθητή στον τίτλο σπουδών του ενδέχεται να δημιουργήσει εσφαλμένες εντυπώσεις όσον αφορά τη μεταγενέστερη συμπεριφορά και προσωπικότητα του μαθητή που μπορεί να έχει αλλάξει μετά την αποφοίτησή του από το σχολείο. Υπό το πρίσμα αυτό, μετά την αποφοίτηση του μαθητή από το σχολείο η αναγραφή της διαγωγής στους τίτλους σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καθίσταται πλέον ανεπίκαιρο δεδομένο, η διατήρηση του οποίου δεν δικαιολογείται –κατά τα προεκτεθέντα- με βάση τους επιδιωκόμενους από τους σκοπούς που επιδιώκονται με τους τίτλους σπουδών της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.


Σύνδεσμος

ΑΠΔΠΧ 32/2020 - Πλήρες κείμενο »