Πρόσφατη νομολογία


30 Νοε 2022

ΑΠ (Ποιν.) 764/2022 Τμ.Ε: Απαραίτητη η αιτιολογία των δικαστικών αποφάσεων & η αναφορά στα αποδεικτικά μέσα, ακόμη και αν έχει προηγηθεί ποινική διαπραγμάτευση

Ο Άρειος Πάγος επισημαίνει ότι, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρ. 303 ΚΠοινΔ, ακόμη και όταν έχει προηγηθεί ποινική διαπραγμάτευση, το δικαστήριο της ουσίας είναι αρμόδιο να εξετάσει αν τα πραγματικά περιστατικά που έχει ομολογήσει ο κατηγορούμενος έχουν υπαχθεί στον ορθό κανόνα δικαίου και, κατόπιν, να κηρύξει την ενοχή και να επιμετρήσει την ποινή. Ειδικότερα αναφέρει ότι, η δυνατότητα του δικαστηρίου να ελέγχει το νομικό χαρακτηρισμό της πράξης είναι δεδομένη, αφού η αρχή της αναζήτησης της ουσιαστικής αλήθειας διατηρείται ως κατευθυντήρια αρχή του ελληνικού ποινικοδικονομικού συστήματος.  Εξάλλου, το δικαστήριο διατηρεί την εξουσία να ερευνήσει την ύπαρξη λόγων που αποκλείουν την ποινική ευθύνη και να κηρύξει τον κατηγορούμενο αθώο, παρά την προηγούμενη επίτευξη συμφωνίας. Περαιτέρω, σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση του Ν. 4620/2019, το δικαστήριο μπορεί να μειώσει την συμφωνηθείσα ποινή. Τυχόν πλήρης δέσμευση του δικαστηρίου από την συμφωνηθείσα με το πρακτικό της διαπραγμάτευσης ποινή, θα  αντέβαινε στο άρθρο 96 του Συντάγματος, αφού η τελευταία θα προσδιοριζόταν από τον εισαγγελέα. Βεβαίως,  προκειμένου να μη δημιουργηθεί στον κατηγορούμενο αίσθημα ανασφάλειας ως αντικίνητρο για την υπαγωγή του στην διαδικασία αυτή, κρίθηκε σκόπιμο τυχόν μεταβολή να είναι δυνατή μόνο προς όφελός του. Σε κάθε περίπτωση, το δικαστήριο οφείλει να αιτιολογήσει ειδικά και εμπεριστατωμένα την απόφασή του. Η δε αιτιολογία κατ’ άρθρ. 139 ΚΠοινΔ εκτείνεται όχι μόνο στην κρίση για την ενοχή και τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχτηκαν αλλά πρέπει να περιλαμβάνει και την αναφορά των αποδεικτικών μέσων από τα οποία αυτά τα περιστατικά προέκυψαν και οι νομικοί συλλογισμοί με βάση τους οποίους έγινε η υπαγωγή τους στην ουσιαστική ποινική διάταξη. Μάλιστα, θα πρέπει να προκύπτει με βεβαιότητα ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και συνεκτίμησε όλα τα αποδεικτικά μέσα.

 Εν προκειμένω, ο Άρειος Πάγος αναίρεσε την απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών, καθώς έκρινε ότι, το δικαστήριο δεν προσδιόρισε ως όφειλε, ούτε καν κατ’ είδος, τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη, παρά μόνο αναφέρθηκε στην ομολογία των κατηγορουμένων και το πρακτικό ποινικής διαπραγμάτευσης που καταρτίσθηκε κατά την προδικασία. Συνεπώς, η απόφαση πάσχει από έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας ως προς τις αποδείξεις και θα πρέπει η υπόθεση να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο που θα συγκροτηθεί από άλλους δικαστές.


Σύνδεσμος

ΑΠ (Ποιν.) 764/2022 Τμ.Ε - Πλήρες κείμενο »