7 Ιαν 2020
Κληρονομία· νόμιμη μοίρα· η εγκατάσταση με διαθήκη αναγκαίου κληρονόμου του διαθέτη (μεριδούχου), όπως είναι και το γνήσιο τέκνο του, σε μόνη την επικαρπία ή σε μόνη την ψιλή κυριότητα ορισμένου ή ορισμένων κληρονομιαίων ακινήτων, των οποίων η ψιλή κυριότητα ή η επικαρπία, αντίστοιχα, καταλείπεται σε άλλους, αποτελεί, κατά το μέρος που βαρύνει τη νόμιμο μοίρα του, περιορισμό αυτού ως μεριδούχου· ο περιορισμός αυτός θεωρείται σαν να μη έχει γραφεί και ο μεριδούχος συντρέχει ως κληρονόμος με τους λοιπούς κληρονόμους και θα λάβει τα κληρονομιαία αντικείμενα κατά πλήρη κυριότητα μέχρι του ποσοστού της νόμιμης μοίρας του, εφόσον δεν υπάρχει στη διαθήκη αντίθετη διάταξη (σοκίνειος ρήτρα)· όταν, εκτός της επικαρπίας ή της ψιλής κυριότητας, καταλείφθηκαν στο μεριδούχο και άλλα περιουσιακά στοιχεία, η αξία των οποίων δεν εξαντλεί τη νόμιμη μοίρα του, μπορεί αυτός να ζητήσει τη συμπλήρωση του ελλείποντος, με τις ίδιες παραπάνω προϋποθέσεις· στην περίπτωση αυτή ανακύπτει ανάγκη λογιστικού προσδιορισμού της νόμιμης μοίρας, με βάση την πλασματική κληρονομική ομάδα.