ΔΕφΠειρ Α47/2025 - Πλήρες κείμενο
Πρόεδρος: Ιφιγένεια Μετζελοπούλου, Πρόεδρος Εφετών
Εισηγήτρια: Καλλιόπη Γιαννούκου
Δικηγόροι: Εύη Χριστοδουλίδη, Παναγούλα Λαγκαδίτη (ΝΣΚ)
Βάσει της μεταβατικής διάταξης του άρθρου 23 παρ. 9 εδ. β΄ ν. 5092/2024 επιβάλλεται να χωρήσει νέος καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού και της παραλίας σε περιοχές των Δωδεκανήσων, ενώ απαραίτητη προϋπόθεση στην περίπτωση κατάληψης τμήματος κοινοχρήστου χώρου αιγιαλού διά της αυθαιρέτου τοποθετήσεως κινητών στοιχείων για τη νομιμότητα της έκδοσης πράξης απομάκρυνσης τους και επιβολής προστίμου του ν. 5092/2024 για τις περιοχές που ίσχυε ο καταργηθείς πλέον ΚτημΚανΔωδ, είναι η αναφορά στην έκθεση αυτοψίας των αρμοδίων οργάνων της Κτηματικής Υπηρεσίας, είτε της πολιτειακής πράξης με την οποία έχει καθοριστεί η οριογραμμή αιγιαλού και παραλίας στην επίδικη περιοχή, εντός των ορίων της οποίας βρίσκονται τα φερόμενα ως αυθαιρέτως τοποθετηθέντα κινητά στοιχεία, είτε με παρεμπίπτουσα κρίση της Διοίκησης να προσδιορίζεται η θέση των κινητών αυτών στοιχείων για τα οποία εκδόθηκε η πράξη άμεσης απομάκρυνσης ως ευρισκόμενων εντός αιγιαλού∙ ούτως, εάν δεν έχει καθορισθεί ο αιγιαλός με εκδιδόμενη κατά νόμο διαπιστωτική διοικητική πράξη, η Διοίκηση επιλαμβανόμενη ζητήματος, για την επίλυση του οποίου είναι κρίσιμο στοιχείο ο προσδιορισμός των ορίων του αιγιαλού, οφείλει να προβεί σε παρεμπίπτουσα και αιτιολογημένη με συγκεκριμένα στοιχεία κρίση για την συνδρομή του πιο πάνω πραγματικού γεγονότος που προσδιορίζει τα όρια του αιγιαλού∙ μειοψηφία.
Νομικές διατάξεις: άρθρα 2, 3 περ. α ΚΔ 132/1929, 1 παρ. 1, 26 ν. 2971/2001, 3, 5, 6, 17, 18, 19, 23 παρ. 9 ν. 5092/2024
Αριθμός απόφασης : Α47/2025
ΤΟ
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ
ΤΜΗΜΑ Α3 ΑΚΥΡΩΤΙΚΟ
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 5 Δεκεμβρίου 2024, με δικαστές τους: Ιφιγένεια Μετζελοπούλου, Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Αυγερινή Λάσκαρη και Καλλιόπη Γιαννούκου, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων και γραμματέα την Εμμανουέλα Μαραγκουδάκη, δικαστική υπάλληλο,
για να δικάσει την από 12.11.2024 αίτηση ακυρώσεως (με …/2024),
της ομόρρυθμης εταιρείας με την επωνυμία «… Ο.Ε.», που εδρεύει στη Ρόδο και για την οποία παραστάθηκε με δήλωση η δικηγόρος Εύη Χριστοδουλίδη, διορισμένη με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών (Κτηματική Υπηρεσία Δωδεκανήσων Α΄), για τον οποίο παραστάθηκε με δήλωση η Πάρεδρος του ΝΣΚ Παναγούλα Λαγκαδίτη.
Με την κρινόμενη αίτηση επιδιώκεται η ακύρωση: α) της …/11.10.2024 πράξης άμεσης απομάκρυνσης του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Δωδεκανήσων Α΄ και β) της .../11.10.24 πράξης επιβολής προστίμου (του άρθρου 19 του ν. 5092/2024) του ιδίου ως άνω οργάνου.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της έκθεσης της Εισηγήτριας, Εφέτη Δ.Δ., Καλλιόπης Γιαννούκου.
Κατόπιν το Δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια της αιτούσας, η οποία ζήτησε την αποδοχή της αιτήσεως, καθώς και την εκπρόσωπο της Διοικήσεως, η οποία ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη στο γραφείο της Προέδρου του Τμήματος. Και
Αφού μελέτησε τη δικογραφία.
Σκέφθηκε σύμφωνα με το Νόμο.
1. Επειδή, για την άσκηση της παρούσας έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο (σχετ. το … ηλ. παράβολο).
2. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, ζητείται παραδεκτώς η ακύρωση: α) της …/11.10.2024 πράξης άμεσης απομάκρυνσης του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Δωδεκανήσων Α΄, με την οποία κλήθηκε η αιτούσα να απομακρύνει κινητά «ομπρελοκαθίσματα θαλάσσης» που είχε τοποθετήσει αυθαιρέτως εντός κοινόχρηστου χώρου αιγιαλού, στην παραλιακή περιοχή «Αρχαίας Καμείρου» του Δήμου Ρόδου και β) …/11.10.24 πράξης επιβολής προστίμου (του άρθρου 19 του ν. 5092/2024) του ιδίου ως άνω οργάνου με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της, λόγω της ανωτέρω παράβασης, πρόστιμο ύψους 40.656,80 ευρώ.
3. Επειδή, στο άρθρο 2 του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου (κ.δ/μα 132/1929), που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 8 παρ. 2 του ν.510/1947 (Α΄ 298), ορίζεται ότι: «Τα δημόσια κτήματα ανήκουσιν εις την Κυβέρνησιν της Κτήσεως και υποδιαιρούνται εις κτήματα κοινής χρήσεως και εις κτήματα περιουσιακά (ιδιόκτητα του Δημοσίου)», στο δε άρθρο 3 αυτού ορίζεται ότι «Αποτελούσι μέρος των κτημάτων κοινής χρήσεως: α) Ο αιγιαλός μέχρι του ορίου του μεγίστου συνήθους χειμερίου κύματος επί πλέον δε, έξω των αστικών κέντρων, μία ζώνη εκ 12 μέτρων από του τοιούτου ορίου, και αι θαλάσσιαι παραλίαι μέχρι των ορίων πάσης άλλης ιδιοκτησίας δημοσίας ή ιδιωτικής» (άρθρο 3 περ. α). Κατά την έννοια των διατάξεων αυτών, στην Περιφέρεια του Νομού Δωδεκανήσου αιγιαλός είναι η χερσαία ζώνη που εκτείνεται από τη θάλασσα μέχρι το όριο του μεγίστου πλην συνήθους χειμερίου κύματος, ειδικώς όμως έξω από τα αστικά κέντρα περιλαμβάνει επιπλέον και ζώνη πλάτους 12 μέτρων. Μετά την παραχώρηση της Δωδεκανήσου στην Ελλάδα, με τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων (10.2.1947), που κυρώθηκε με το ν.δ/μα 423/22.10.1947 (Α΄ 226), στα Δωδεκάνησα ισχύουν τόσο η διάταξη του άρθρου 3 του Κτηματολογικού Κανονισμού, ως τοπικό δίκαιο, όσο και η διάταξη του άρθρου 2 του ν.2971/2001, ως γενικό δίκαιο, κατισχύει δε η πρώτη από αυτές. Σύμφωνα με την πρώτη αυτή διάταξη, ο αιγιαλός αποτελεί και στη Δωδεκάνησο πράγμα κοινής χρήσεως και επεκτείνεται, έξω από τα αστικά κέντρα, επί ζώνης 12 μέτρων πέραν της οριογραμμής του μεγίστου συνήθους χειμερίου κύματος (ΣτΕ 299/2018, 4570, 4567, 4565/2011, 3333/2004, 2598/2005, 4222/2005).
4. Επειδή, περαιτέρω, στον ν.2971/2001 (Α΄ 285) «Αιγιαλός, παραλία και άλλες διατάξεις» ορίζονται τα εξής: Στο άρθρο 1 παρ. 1 ότι: «[1.] «Αιγιαλός» είναι η ζώνη της ξηράς, που βρέχεται από τη θάλασσα από τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της», ενώ στις διατάξεις των άρθρων 2, 3, 4 και 5 του ίδιου νόμου προβλέπεται καθορισμός των ορίων του αιγιαλού με έκθεση και διάγραμμα συντασσόμενα από επιτροπή, τα οποία επικυρώνονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, ύστερα από σύμφωνη γνώμη του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού. Ακόμα, στο άρθρο 26 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι: «1. Ο παρών νόμος έχει εφαρμογή και στα νησιά του Νομού Δωδεκανήσου, εφαρμοζομένων παραλλήλως και των διατάξεων του Κ.Δ. 132/1929 περί Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου που διατηρήθηκαν σε ισχύ με το άρθρο 8 του Ν. 510/1947 (ΦΕΚ 298 Α΄), οι οποίες κατισχύουν. 2. Όσον αφορά τα νησιά του Νομού Δωδεκανήσου που υπάρχει κτηματολόγιο, στο διάγραμμα του άρθρου 4 που υποβάλλεται για τον καθορισμό αποτυπώνονται οι κτηματολογικές μερίδες και βεβαιώνεται από το αρμόδιο Κτηματολογικό γραφείο η ορθότητα των αποτυπωμένων κτηματολογικών μερίδων.».
5. Επειδή, ακολούθως, εκδόθηκε ο ισχύων στην ένδικη υπόθεση, ενόψει του χρόνου έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων (πρβλ. ΣτΕ 398/2024 επταμ. σκ. 7), ν. 5092/2024 (Α’ 33/04.03.2024) «Όροι αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας στις παραθαλάσσιες περιοχές και άλλες διατάξεις», στον οποίο ορίζονται, μεταξύ άλλων, τα εξής: «Άρθρο 3. Ορισμοί. Για την εφαρμογή του παρόντος και του ν. 2971/2001 (Α` 285) ισχύουν οι παρακάτω ορισμοί: α) Αιγιαλός: η ζώνη ξηράς που βρέχεται από τη θάλασσα κατά τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της. Ο αιγιαλός αποτελεί ουσιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος, που προστατεύεται από την Πολιτεία, η οποία το διαχειρίζεται, σύμφωνα με τη φύση του και τον κοινόχρηστο χαρακτήρα του, β) Διακριτό τμήμα αιγιαλού: το αξιοποιήσιμο και προσβάσιμο τμήμα αιγιαλού και παραλίας μεταξύ δύο φυσικών ορίων. Επί του ανωτέρω τμήματος υπολογίζεται η έκταση του αιγιαλού που μπορεί να παραχωρηθεί για απλή ή άλλη χρήση σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 9 και τις παρ. 3 και 4 του άρθρου 11, γ) Παραλία: η ζώνη της ξηράς, συνεχόμενη προς τον αιγιαλό, η οποία ορίζεται με σκοπό τη διατήρηση και προστασία των ακτών από τη διάβρωση και προς εξυπηρέτηση της επικοινωνίας της ξηράς με τη θάλασσα και αντίστροφα, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται περισσότερο από πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού. δ) (...) ε) Παλαιός αιγιαλός: η ζώνη ξηράς, η οποία προκύπτει από τη μετατόπιση της ακτογραμμής προς τη θάλασσα, οφείλεται σε φυσικά αίτια (φυσικές προσχώσεις) ή νόμιμα τεχνικά έργα και προσδιορίζεται από τη νέα γραμμή του αιγιαλού και το όριο του παλαιότερα υφιστάμενου αιγιαλού». Άρθρο 5. «Οριοθέτηση αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού. 1.Η οριοθέτηση του αιγιαλού και της παραλίας, στις περιπτώσεις που είναι απαραίτητος ο καθορισμός παραλίας, γίνεται κατόπιν αυτοψίας και αφού ληφθούν υπόψη οι φυσικές και λοιπές ενδείξεις που επηρεάζουν το πλάτος του αιγιαλού και της παραλίας και, ιδίως: α) Η γεωμορφολογία του εδάφους, αναφορικά με κατηγορίες υψηλών και χαμηλών ακτών, η σύστασή του, καθώς και το φυσικό όριο βλάστησης, β) η ύπαρξη, τα όρια και το είδος των παράκτιων φυσικών πόρων, γ) τα πορίσματα από την εκτίμηση των μετεωρολογικών στοιχείων της περιοχής, δ) η μορφολογία του πυθμένα, ε) ο τομέας ανάπτυξης κυματισμού σε σχέση με το μέτωπο της ακτής, στ) η ύπαρξη νομίμως υφιστάμενων τεχνικών έργων στην περιοχή, ζ) οι τυχόν εγκεκριμένες χωροταξικές κατευθύνσεις και χρήσεις γης που επηρεάζουν την παράκτια ζώνη, η) η ύπαρξη δημόσιων κτημάτων κάθε κατηγορίας που βρίσκονται σε άμεση γειτνίαση με την παράκτια ζώνη, θ) τυχόν υφιστάμενη κτηματογράφηση, και ι) η ύπαρξη ευπαθών οικοσυστημάτων και προστατευόμενων περιοχών. … 3.Ο καθορισμός των ορίων του αιγιαλού, της παραλίας και του παλαιού αιγιαλού γίνεται με απόφαση επιτροπής, η οποία συγκροτείται σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και αποτελείται από: α) τον προϊστάμενο της Κτηματικής Υπηρεσίας ως πρόεδρο, β) … 10. Σε περίπτωση σφάλματος ή αν μεταβληθεί η οριογραμμή λόγω νόμιμων τεχνικών έργων ή φυσικών αιτίων, διενεργείται επανακαθορισμός αιγιαλού, παραλίας ή παλαιού αιγιαλού με τη διαδικασία των παρ. 1 έως 9». Άρθρο 6. «Κοινόχρηστος χαρακτήρας και ιδιοκτησιακό καθεστώς αιγιαλού, παραλίας, παλαιού αιγιαλού και παλαιάς όχθης των μεγάλων λιμνών και των πλεύσιμων ποταμών. 1. Ο αιγιαλός και η παραλία ανήκουν στη δημόσια κτήση και είναι κοινόχρηστα πράγματα, τα οποία προστατεύει και διαχειρίζεται η Κτηματική Υπηρεσία… . 2. Κύριος προορισμός των κοινόχρηστων πραγμάτων της παρ. 1 είναι η ελεύθερη και ακώλυτη πρόσβαση του κοινού προς αυτά, καθώς και η επικοινωνία της ξηράς με τη θάλασσα, λιμνοθάλασσα, λίμνη ή ποταμό. Η παραχώρηση των πραγμάτων αυτών επιτρέπεται μόνο κατά χρήση, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. 3. Απαγορεύεται η κατασκευή κτισμάτων και εν γένει η τοποθέτηση κατασκευασμάτων, καθώς και οιαδήποτε μεταβολή χωρίς άδεια ή καθ’ υπέρβαση αυτής ή με άδεια που εκδόθηκε παράνομα στον αιγιαλό, την παραλία, την όχθη, την παρόχθια ζώνη, το υδάτινο στοιχείο, τον πυθμένα και το υπέδαφος του βυθού της θάλασσας, λιμνοθάλασσας, λίμνης και της κοίτης πλεύσιμου ποταμού, πλην αυτών που προβλέπονται στα άρθρα 12, 12Α, 13Α, 14, 14Α και 30 του ν. 2971/2001 (Α΄ 285). 4. Η παραχώρηση αιγιαλού και παραλίας για απλή χρήση και η εξαίρεση τμημάτων τους από την κοινή χρήση επιτρέπεται σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 8 έως 13 …».
6. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 17 του ιδίου νόμου ορίζεται ότι: «1. Η τήρηση του παρόντος στο σύνολο των αιγιαλών και παραλιών, καθώς και των όρων των συμβάσεων παραχώρησης όπου έχει παραχωρηθεί η απλή χρήση, ελέγχεται από τον παραχωρούντα φορέα και από την Κτηματική Υπηρεσία. Ελεγκτική και διαπιστωτική αρμοδιότητα έχουν και οι οικείοι δήμοι, οι οποίοι διαβιβάζουν αμελλητί τα πορίσματα και τις εκθέσεις τους στην Κτηματική Υπηρεσία. … 2. Οι φορείς της παρ. 1 μπορούν να ασκούν τις αρμοδιότητές τους μεμονωμένα ή σε ομάδες κοινού ελέγχου, οι οποίες συγκροτούνται με σκοπό τον καλύτερο συντονισμό για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του κάθε φορέα. … 3. Τα όργανα της παρ. 1 διενεργούν αυτοψία στον αιγιαλό ή την παραλία και συντάσσουν επί τόπου σχετικό πόρισμα - έκθεση αυτοψίας, στο οποίο περιγράφονται οι διαπιστωθείσες παραβάσεις. Το πόρισμα του πρώτου εδαφίου περιέχει φωτογραφική τεκμηρίωση των διαπιστώσεων, η οποία μπορεί να γίνει με φωτογραφική λήψη εκ του σύνεγγυς ή εξ αποστάσεως, ιδίως με τη χρήση συστημάτων μη επανδρωμένων αεροσκαφών που λειτουργούν στον αέρα αυτόνομα ή τηλεκατευθυνόμενα (τηλεπισκόπηση) ή με αξιοποίηση δορυφορικών λήψεων. 4. Σε περίπτωση διαπίστωσης από τα όργανα της παρ. 1 παραβάσεων του παρόντος, αντίγραφο του πορίσματος - έκθεσης αυτοψίας επιδίδεται στον ευρισκόμενο στον χώρο της αυτοψίας παραβάτη και, αν αυτός είναι άγνωστος ή δεν ανευρίσκεται, αναρτάται ή επικολλάται στις εγκαταστάσεις ή στα κινητά στοιχεία της καταλαμβανόμενης έκτασης και διαβιβάζεται στην Α.Α.Δ.Ε. Η επίδοση, η ανάρτηση ή επικόλληση του πρώτου εδαφίου επισημειώνεται στο πόρισμα. Μαζί με το ανωνυμοποιημένο αντίγραφο του πορίσματος επιδίδονται ή τοιχοκολλούνται τα διοικητικά μέτρα του άρθρου 18, περί μέτρων προστασίας της κοινοχρησίας, και η καταγγελία της σύμβασης παραχώρησης, αν συντρέχουν οι σχετικές προϋποθέσεις. 5. Μαζί με τα έγγραφα της παρ. 3 επιδίδεται ή τοιχοκολλάται και πράξη επιβολής προστίμων της παρ. 1 του άρθρου 19 για κάθε παράβαση που διαπιστώνεται. 6. …7. …», στο άρθρο 18, ότι: «1. Σε περίπτωση κατάληψης αιγιαλού και παραλίας, χωρίς να υπάρχει σύμβαση παραχώρησης ή καθ’ υπέρβαση της σύμβασης παραχώρησης, η Κτηματική Υπηρεσία εκδίδει πράξη άμεσης απομάκρυνσης, η οποία επιδίδεται ή τοιχοκολλάται μαζί με το πόρισμα - έκθεση αυτοψίας της παρ. 3 του άρθρου 17. Με την πράξη αυτή διατάσσεται η απομάκρυνση εντός σαράντα οκτώ (48) ωρών των κινητών στοιχείων που έχουν τοποθετηθεί επί του αιγιαλού και της παραλίας, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο έγινε η αυθαίρετη κατάληψη. Η πράξη της άμεσης απομάκρυνσης κοινοποιείται, χωρίς καθυστέρηση και με κάθε πρόσφορο μέσο, στον οικείο δήμο και ισχύει ακόμη και αν δεν κατονομάζεται το πρόσωπο που έχει την υποχρέωση να απομακρύνει τα κινητά στοιχεία ή αν αυτό είναι άγνωστο. 2….3. Κατά της πράξης απομάκρυνσης και της διαταγής σφράγισης και διακοπής λειτουργίας επιτρέπεται η άσκηση αίτησης ακυρώσεως στο κατά τόπον αρμόδιο Διοικητικό Εφετείο. … 6. Η απομάκρυνση και αποθήκευση των κινητών στοιχείων, η αποκατάσταση του αιγιαλού και της παραλίας στην κατάσταση που ήταν πριν από την παράνομη διαμόρφωσή τους … διενεργούνται με δαπάνες του υπαιτίου. Αν ο υπαίτιος δεν συμμορφώνεται άμεσα, οι ανωτέρω ενέργειες γίνονται με δαπάνες του οικείου δήμου, καταλογίζονται στον παραβάτη και εισπράττονται κατά τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ν. 4978/2022, Α΄ 190). ...» και στο άρθρο 19, ότι: «1. Στους παραβάτες του παρόντος η Κτηματική Υπηρεσία επιβάλλει τις ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις στις εξής περιπτώσεις: α) …β) Αυθαίρετης κατάληψης αιγιαλού ή παραλίας χωρίς σύμβαση παραχώρησης, πρόστιμο που ανέρχεται στο τετραπλάσιο του ανταλλάγματος που θα αντιστοιχούσε στην καταληφθείσα έκταση, όπως αυτό προκύπτει με βάση τον μαθηματικό τύπο της παρ. 5 του άρθρου 10, και αποκλεισμό του παραβάτη από κάθε διαδικασία παραχώρησης αιγιαλού και παραλίας για πέντε (5) έτη μετά από την επιβολή της κύρωσης. . . ..».
7. Επειδή, τέλος, στο άρθρο 23 του ιδίου νόμου, υπό τον τίτλο « Μεταβατικές διατάξεις, ορίζεται ότι: 1. Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος της παρ. 2 του άρθρου 22, η διαδικασία οριοθέτησης και καθορισμού αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού γίνεται από τις επιτροπές του άρθρου 5 και σύμφωνα με τα άρθρα 4, 5, 6 και 7 του ν. 2971/2001 (Α` 285) (...). 9.Ο παρών και οι διατάξεις του ν.2971/2001 (Α` 285) που παραμένουν σε ισχύ εφαρμόζονται και στις Περιφερειακές Ενότητες Ρόδου, Κω, Καρπάθου και Καλύμνου της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Οι αιγιαλοί, οι παραλίες και οι παλαιοί αιγιαλοί στις Περιφερειακές Ενότητες Ρόδου, Κω, Καρπάθου και Καλύμνου της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου οριοθετούνται σύμφωνα με το άρθρο 5. Εκτάσεις που ανήκαν στη δημόσια κτήση του Δημοσίου, σύμφωνα με την περ. α) του άρθρου 3 του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου (Κυβερνητικό Διάταγμα 132/1929 που διατηρήθηκε σε ισχύ σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 8 του ν. 510/1947, Α` 298), ανήκουν από την έναρξη ισχύος του παρόντος στην ιδιωτική του περιουσία, με την επιφύλαξη της παρ. 1 και του δεύτερου εδαφίου της παρ. 5 του άρθρου 6». Άρθρο 24.«Καταργούμενες διατάξεις 1. Από την έναρξη ισχύος του νόμου καταργούνται τα άρθρα 1, 2, 3, 4, 5, 6, 7, 7Α, 9, 10, 13, οι παρ. 6, 7, 8, 10 και 11 του άρθρου 15 και τα άρθρα 16Α, 26, 27 και 29 του ν. 2971/2001 (Α` 285), περί αιγιαλών και παραλιών, υπό την επιφύλαξη της παρ. 2 του παρόντος και της παρ. 8 του άρθρου 23. (...) 3. Όπου σε άλλες διατάξεις γίνεται αναφορά σε καταργούμενες διατάξεις, ως τέτοια νοείται η παραπομπή στις διατάξεις του παρόντος. Ειδικά όπου στον ν. 2971/2001 αναφέρεται το πρωτόκολλο καθορισμού αποζημίωσης αυθαίρετης χρήσης, νοείται το πρόστιμο της περ. α) της παρ. 1 του άρθρου 19 (...)».
8. Επειδή, κατά τη γνώμη που επικράτησε, από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι κατά ρητή επιταγή του νέου νόμου 5092/2024, από τη θέση του σε ισχύ (Α`33/4.3.2024), παύουν να ισχύουν όλες οι διατάξεις του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου, περί αιγιαλού και παραλίας, που ίσχυαν μέχρι τότε στα Δωδεκάνησα (άρθρο 23 παρ. 9). Εξάλλου, με το προϊσχύσαν καθεστώς του Κανονισμού Δωδεκανήσου ο αιγιαλός, στις περιοχές εκτός αστικών κέντρων, επεκτεινόταν επί ζώνης 12 μέτρων πέραν της οριογραμμής του μεγίστου συνήθους χειμερίου κύματος, και η παραλία εκτεινόταν από τα όρια του αιγιαλού μέχρι τα όρια κάθε άλλης δημόσιας ή ιδιωτικής ιδιοκτησίας, ενώ με το ισχύον πλέον καθεστώς και στα Δωδεκάνησα, ο αιγιαλός περιορίζεται στη ζώνη ξηράς που βρέχεται από τη θάλασσα κατά τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της, και η παραλία στη ζώνη της ξηράς, που είναι συνεχόμενη προς τον αιγιαλό, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται περισσότερο από πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού, εισάγοντας έτσι ουσιώδη μεταβολή του νομοθετικού καθεστώτος. Ενόψει τούτων, βάσει της ανωτέρω μεταβατικής διάταξης του άρθρου 23 παρ. 9 εδ. β΄ του ν. 5092/2024 επιβάλλεται να χωρήσει νέος καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού και της παραλίας στις υπόψη περιοχές των Δωδεκανήσων σύμφωνα με το άρθρο 5, ενώ απαραίτητη προϋπόθεση στην περίπτωση κατάληψης τμήματος κοινοχρήστου χώρου αιγιαλού διά της αυθαιρέτου τοποθετήσεως κινητών στοιχείων για τη νομιμότητα της έκδοσης πράξης απομάκρυνσης τους και επιβολής προστίμου του ν. 5092/2024 για τις περιοχές που, υπό το προγενέστερο νομοθετικό καθεστώς, ίσχυε ο καταργηθείς πλέον Κανονισμός Δωδεκανήσου, είναι η αναφορά στην έκθεση αυτοψίας των αρμοδίων οργάνων της Κτηματικής Υπηρεσίας, είτε της πολιτειακής πράξης με την οποία σύμφωνα με το άρθρο 5 έχει καθοριστεί η οριογραμμή αιγιαλού και παραλίας στην επίδικη περιοχή, εντός των ορίων της οποίας βρίσκονται τα φερόμενα ως αυθαιρέτως τοποθετηθέντα κινητά στοιχεία, είτε με παρεμπίπτουσα κρίση της Διοίκησης να προσδιορίζεται η θέση των κινητών αυτών στοιχείων για τα οποία εκδόθηκε η πράξη άμεσης απομάκρυνσης ως ευρισκόμενων εντός αιγιαλού, όπως αυτός ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 5092/2024. Και τούτο διότι, όπως έχει παγίως νομολογιακά κριθεί, ο αιγιαλός αποτελεί φυσικό φαινόμενο και δεν απαιτείται καθορισμός του με διοικητική πράξη (βλ. ενδ. ΣτΕ 963/2021,459/2019, 954/2018, 50/2010, Α.Π. 598/2016). Κατά συνέπεια, εάν δεν έχει καθορισθεί ο αιγιαλός με εκδιδόμενη κατά νόμο διαπιστωτική διοικητική πράξη σύμφωνα με το άρθρο 5, η Διοίκηση επιλαμβανόμενη ζητήματος, για την επίλυση του οποίου είναι κρίσιμο στοιχείο ο προσδιορισμός των ορίων του αιγιαλού, οφείλει να προβεί σε παρεμπίπτουσα και αιτιολογημένη με συγκεκριμένα στοιχεία κρίση για την συνδρομή του πιο πάνω πραγματικού γεγονότος που προσδιορίζει τα όρια του αιγιαλού (ΣτΕ 1535/2022, 50/2010, 3483/2003).
9. Επειδή, ωστόσο, κατά τη γνώμη της Εισηγήτριας, Καλλιόπης Γιαννούκου, που μειοψήφησε, εφόσον δεν υπάρχει ρητή πρόβλεψη στο νέο νόμο 5092/20234, διοικητικές πράξεις καθορισμού ορίων αιγιαλού και παραλίας, οι οποίες είχαν εκδοθεί βάσει προγενέστερων διατάξεων όπως, εν προκειμένω, του ν. 2971/2001 και του κ.δ. 132/1929, εξακολουθούν να ισχύουν, παρά την κατάργηση των ως άνω διατάξεων, κατ’ εφαρμογή του τεκμηρίου νομιμότητας. Συνεπώς, τα διοικητικά όργανα που είναι αρμόδια για την έκδοση πράξεων άμεσης απομάκρυνσης και προστίμων των άρθρων 18 και 19 του ν. 5092/2024, εάν έχει ήδη καθοριστεί η οριογραμμή του αιγιαλού με προγενέστερη διοικητική πράξη, όπως εν προκειμένω, και δεν έχει ανακαθοριστεί, αφενός δεν έχουν την εξουσία να ελέγξουν τη νομιμότητα της ως άνω οριοθέτησης της γραμμής του αιγιαλού, η οποία, ως ατομική πράξη γενικού περιεχομένου έχει διαφύγει του ακυρωτικού ελέγχου (πρβλ ΣτΕ 976/2007 σκ. 5, 4222/2005, σκ. 8, 3793/2004 σκ. 4, 2327/2000 σκ. 7), αφετέρου είναι υποχρεωμένα να λάβουν υπόψη τους τον ως άνω καθορισμό του αιγιαλού και δεν οφείλουν να ερευνήσουν το πλάτος της ζώνης που καλύπτεται από τη μεγαλύτερη, αλλά συνήθη ανάβαση των κυμάτων και, πολύ περισσότερο, να αιτιολογήσουν τη σχετική με το πραγματικό αυτό γεγονός εκτίμησή τους, ανεξαρτήτως της παρόδου μεγάλου χρονικού διαστήματος από την κατά τα ανωτέρω διοικητική οριοθέτηση (πρβλ ΣτΕ 936/2016 σκ. 8, 4902/2013 σκ. 10, 4808/2013 σκ. 7, 50/2010 σκ. 5, 3967/2008, σκ. 5).
10. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής: Η αιτούσα εταιρεία λειτουργεί κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος στην παραλιακή περιοχή «Αρχαίας Καμείρου» του Δήμου Ρόδου. Στις 10.9.2024 όργανα της Κτηματικής Υπηρεσίας Δωδεκανήσων Α΄ διενήργησαν αυτοψία, κατά την οποία διαπιστώθηκε κατάληψη αιγιαλού, χωρίς σύμβαση παραχώρησης, συνολικού εμβαδού 1.016,42 τ.μ. όπως τα όρια αυτού και της ζώνης παραλίας είχαν καθοριστεί με την 72492/14717/2013 απόφαση της Γενικής Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου (ΦΕΚ Δ’ 634/ 12.12.2013). Σύμφωνα με την απόφαση αυτή, ο αιγιαλός είχε χαραχθεί εντός ευρύτερης παραλιακής περιοχής με την επωνυμία «…» έμπροσθεν, μεταξύ άλλων, και της …, η οποία φέρεται ως ιδιωτική περιουσία των εκμισθωτών της αιτούσας, ενώ για τον καθορισμό του αιγιαλού ελήφθησαν, μεταξύ άλλων, υπόψη οι διατάξεις των άρθρων 3, 4, 5, 6 του ν.2971/2001 και του κ.δ. 132/1929 «περί Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου» που διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 8 του ν.510/1947, καθώς και η επισυναπτόμενη από 4.6.2013 έκθεση της κατά το άρθρο 3 του ν.2971/2001 αρμόδιας επιτροπής καθορισμού ορίων αιγιαλού και παραλίας και το επισυναπτόμενο από 30.4.2013 τοπογραφικό – υψομετρικό και κτηματογραφικό διάγραμμα του τοπογράφου μηχανικού των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Ρόδου … …, ελεγμένου για την ακρίβεια της αποτύπωσης και θεωρημένου την 27.5.2013 από τεχνικό υπάλληλο και από τον Προϊστάμενο Προϊσταμένη της Κτηματικής Υπηρεσίας Δωδεκανήσου. Στο εν λόγω διάγραμμα χαράχθηκε με ερυθρά συνεχόμενη πολυγωνική γραμμή η οριογραμμή του επίδικου αιγιαλού με στοιχεία κορυφών Α1, Α2, … Α42, Α43, ενώ επιπλέον εμφαίνεται ότι η με ΚΜ 1770 «…» βρίσκεται εντός της περιοχής χάραξης της οριογραμμής. Περαιτέρω, σε σχέση με την αυθαίρετη κατάληψη κοινόχρηστου χώρου αιγιαλού από την αιτούσα εταιρεία, από τον ανωτέρω έλεγχο διαπιστώθηκε, ειδικότερα, η ανάπτυξη ομπρελοκαθισμάτων θαλάσσης σε επιφάνεια 1.016,42 τ.μ. έμπροσθεν του εστιατορίου «…». Σχετικά συντάχθηκε η από 10.9.2024 έκθεση αυτοψίας στην οποία επισυνάπτεται τοπογραφικό διάγραμμα κλίμακας 1/500, του μηχανικού της Κτηματικής Υπηρεσίας Δωδεκανήσων Α΄ … …, στο οποίο απεικονίζεται ο καταληφθείς κοινόχρηστος χώρος αιγιαλού βάσει του ΦΕΚ Δ΄ 634/ 12.12.2013, με αναφορά στο κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ΄ 87, άνευ όμως αποτυπώσεως της οριογραμμής αιγιαλού. Επιπροσθέτως, έγινε φωτογραφική λήψη εκ του σύνεγγυς των αυθαίρετων καταλήψεων και επισυνάφθηκαν δύο φωτογραφίες στην ανωτέρω έκθεση αυτοψίας. Εν συνεχεία, βάσει αυτής, εκδόθηκε εν πρώτοις η …/11.10.2024 πράξη του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Δωδεκανήσων Α΄, με την οποία κλήθηκε η αιτούσα να απομακρύνει εντός 48 ωρών τα κινητά στοιχεία (ομπρέλες – ξαπλώστρες) που είχε τοποθετήσει αυθαιρέτως εντός του αιγιαλού, αιγιαλού, σε έκταση 1.016,42 τ.μ. Ακολούθως, εκδόθηκε από τον ίδιο Προϊστάμενο η …/11.10.24 πράξη επιβολής προστίμου, με την οποία καταλογίστηκε σε βάρος της αιτούσας το ποσό των 40.656,80 ευρώ (10 Χ 1.016,42 Χ 4).
11. Επειδή, με την υπό κρίση αίτηση, η αιτούσα προβάλλει ότι από την έναρξη ισχύος του ν. 5092/2024 έπαψαν να ισχύουν οι διατάξεις του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσου (κ. δ. 132/1929) περί αιγιαλού και παραλίας, και επομένως, εφόσον δεν έλαβε χώρα νέος καθορισμός ή επανακαθορισμός των ορίων του αιγιαλού, οι προσβαλλόμενες πράξεις από τις οποίες ουδόλως προκύπτει ότι η φερόμενη ως αυθαιρέτως καταληφθείσα έκταση συνιστά πράγματι αιγιαλό, υπό την ισχύ των διατάξεων του άρθρου 3 του ως άνω νόμου, πάσχουν λόγω έλλειψης αιτιολογίας και νομίμου ερείσματος και είναι εκ του λόγου τούτου ακυρωτέες. Ειδικότερα, η αιτούσα προβάλλει ότι από κανένα στοιχείο, είτε της πράξης άμεσης απομάκρυνσης ή της από 10.9.2024 έκθεσης αυτοψίας ή του τοπογραφικού διαγράμματος που συνοδεύει ως αναπόσπαστο μέρος τα ανωτέρω, δεν προκύπτει αν η φερόμενη ως αυθαιρέτως καταληφθείσα έκταση, εμβαδού 1.016,42 τ. μ. συνιστά πράγματι αιγιαλό, συγκεκριμένα δε αν υφίστατο καθορισμένη διοικητικά γραμμή αιγιαλού και αν έχει χωρήσει επανακαθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού σύμφωνα με τις νέες διατάξεις, αν η καταληφθείσα έκταση ενέπιπτε εντός της ζώνης των 12 μέτρων από το όριο του μεγίστου συνήθους χειμερίου κύματος, [εφόσον πρόκειται για παραλιακή περιοχή εκτός αστικών κέντρων], ή αν εμπίπτει εντός της ζώνης ξηράς που βρέχεται από τη θάλασσα κατά τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της, σύμφωνα με το άρθρο 3 του ν. 5092/2024. Προβάλλει δε συναφώς η αιτούσα ότι κατά το χρόνο της αυτοψίας και την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων επήλθε δραματική αλλαγή ως προς την έννοια του αιγιαλού, δυνάμει των νέων διατάξεων του ν. 5092/2024, με αποτέλεσμα να απαιτείται ειδική αιτιολογία και αναφορά στη σχετική έκθεση αυτοψίας, ώστε να προσδιορίζεται η θέση της φερόμενης ως αυθαιρέτως καταληφθείσας έκτασης εντός αιγιαλού, όπως προσδιορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν.5092/2024.
12. Επειδή, κατά την άποψη που επικράτησε, στην από 10.09.2024 έκθεση αυτοψίας και συγκεκριμένα στην περιγραφή του χώρου, καθώς και στην περιγραφή των επίμαχων κινητών στοιχείων γίνεται αναφορά σε αυθαίρετη και παράνομη κατάληψη αιγιαλού, όπως τα όρια αυτού έχουν καθορισθεί με την 72492/14717/2013 απόφαση της Γενικής Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου, κατ’ επίκληση του ν.2971/2001 και του άρθρου 3 του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσων (κ.δ.132/1929). Ωστόσο, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη σκέψη 8 της παρούσας, η ανωτέρω μεταβατική διάταξη του άρθρου 23 παρ. 9 εδ. β΄ του ν.5092/2024 προβλέπει ρητώς ότι επιβάλλεται πλέον να χωρήσει νέος καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού και της παραλίας στις υπόψη περιοχές των Δωδεκανήσων σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν.5092/2024, σημαντικά διάφορος ο καθορισμός αυτός από εκείνον του προϊσχύοντος κ.δ. 132/1929 (άρθρο 3), αφού ο αιγιαλός πλέον περιορίζεται στη ζώνη ξηράς που βρέχεται από τη θάλασσα κατά τις μεγαλύτερες και συνήθεις αναβάσεις των κυμάτων της, και η παραλία στη ζώνη της ξηράς, που είναι συνεχόμενη προς τον αιγιαλό, η οποία δεν μπορεί να εκτείνεται περισσότερο από πενήντα (50) μέτρα από την οριογραμμή του αιγιαλού. Κατόπιν αυτών, ο προαναφερόμενος διοικητικός καθορισμός των ορίων του αιγιαλού και της παραλίας στην επίδικη περιοχή της νήσου Ρόδου, που ερείδεται στον Κτηματολογικό Κανονισμό Δωδεκανήσων, που ήδη καταργήθηκε με τα άρθρα 23 παρ. 9 και 24 παρ. 1 του ν.5092/2024 και δεν εκδόθηκε δυνάμει των ισχυουσών διατάξεων του ν.5092/2024, δεν λαμβάνεται υπόψη για την έκδοση των ένδικων πράξεων υπό την ισχύ του νέου ν.5092/2024, καθώς το ισχύον νομικό καθεστώς επιφέρει κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα, ουσιώδη μεταβολή ως προς τον προσδιορισμό των ορίων του αιγιαλού και παραλίας στην επίμαχη περιοχή της Ρόδου, ενώ σε κάθε περίπτωση, δεν προβλέπει – ενόψει άλλωστε και της ανωτέρω μεταβατικής του διάταξης - τη διατήρηση σε ισχύ καθορισμών ορίων αιγιαλού και παραλίας εκδοθέντων βάσει του προϊσχύσαντος καθεστώτος του Κτηματολογικού Κανονισμού Δωδεκανήσων. Με τα δεδομένα αυτά, εφόσον στην εν λόγω έκθεση αυτοψίας δεν γίνεται αναφορά ειδικώς σε εκδοθείσα κατ΄ άρθρο 5 του ν.5092/2024 διαπιστωτική της υφισταμένης πραγματικής καταστάσεως πράξη καθορισμού οριογραμμής αιγιαλού και παραλίας για την επίδικη περιοχή, αλλά ούτε συντάχθηκε επικαιροποιημένη έκθεση αυτοψίας της αρμόδιας Κτηματικής Υπηρεσίας Δωδεκανήσων, με την οποία να αποτυπώνεται η οριογραμμή αιγιαλού και παραλίας κατ’ άρθρο 3 του ν.5092/2024 και να προσδιορίζεται η θέση των αυθαιρέτων κτισμάτων εντός ζώνης αιγιαλού, προβαίνοντας έτσι σε παρεμπίπτουσα και αιτιολογημένη με συγκεκριμένα στοιχεία κρίση της για την οριογραμμή του αιγιαλού σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3 του ν. 5092/2024 (ΣτΕ 1535/2022 σκ. 16, 3077/2017 σκ. 6), ήτοι κατά τρόπο αιτιολογημένο παρεμπίπτουσα κρίση της για τη διαπίστωση του αιγιαλού ως πραγματικού φαινομένου (μεγίστης αλλά συνήθους αναβάσεως των κυμάτων), προκειμένου να προσδιορίζεται η θέση των αυθαίρετων κινητών στοιχείων για τις οποίες εκδόθηκε η πράξη άμεσης απομάκρυνσης ως ευρισκόμενων εντός των ορίων αιγιαλού, το Δικαστήριο, κατά την άποψη αυτή, κρίνει ότι η έκθεση αυτοψίας παρίσταται πλημμελώς αιτιολογημένη και, επομένως, δεν παρέχει νόμιμο έρεισμα στις προσβαλλόμενες πράξεις, οι οποίες, κατόπιν των ανωτέρω πρέπει να ακυρωθούν κατά παραδοχή του παραπάνω λόγου της αιτήσεως ακυρώσεως, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξετάσεως των λοιπών λόγων ακύρωσης.
13. Επειδή, ωστόσο, κατά την άποψη της Εισηγήτριας, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην 9η σκέψη της παρούσας, δεν απαιτείτο εν προκειμένω η Διοίκηση να προβεί σε παρεμπίπτουσα κρίση για τη συνδρομή του συγκεκριμένου πραγματικού γεγονότος (μεγαλύτερης, αλλά συνήθους ανάβασης του κύματος) που προσδιορίζει τα όρια του επίδικου αιγιαλού, ενόψει του ότι, όπως προεκτέθηκε, στην έκθεση αυτοψίας- πορίσματος, στην οποία ερείδονται οι προσβαλλόμενες πράξεις, η οριογραμμή του αιγιαλού στην επίδικη παραλιακή περιοχή έχει καθορισθεί με βάση την οριοθέτηση του χειμερίου κύματος κατά τις προϊσχύουσες του ως άνω νόμου 5092/2024 διατάξεις των άρθρων 3, 4, 5, 6 και 34 του ν.2971/2001 και του κ.δ. 132/1929 (ιδίως άρθρο 3), όπως περιγράφεται αναλυτικά στη προαναφερθείσα 72492/14717/2013 πράξη καθορισμού ορίων αιγιαλού και παραλίας της περιοχής αυτής. Συνεπώς, εφόσον η οριογραμμή του αιγιαλού καθορίστηκε με διοικητική πράξη κατ’ εφαρμογή των ισχυουσών κατά την έκδοσή της διατάξεων, το αρμόδιο για την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων άμεσης απομάκρυνσης και προστίμου όργανο, δεν είχε την εξουσία να ελέγξει τη νομιμότητα της ως άνω οριοθέτησης της γραμμής του αιγιαλού, η οποία ως ατομική πράξη γενικού περιεχόμενου είχε διαφύγει από τον ακυρωτικό έλεγχο. Περαιτέρω, το ίδιο όργανο όφειλε να λάβει υπόψη τον ως άνω καθορισμό του αιγιαλού, προκειμένου να διαπιστώσει αιτιολογημένα αν οι περιγραφείσες καταλήψεις εκ μέρους της αιτούσας εταιρείας εντοπίζονταν εντός του αιγιαλού αυτού, ανεξαρτήτως της παρόδου μεγάλου χρονικού διαστήματος από την κατά τα ανωτέρω διοικητική οριοθέτηση, ήτοι ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η οριοθέτηση αυτή είχε λάβει χώρα υπό νομικό καθεστώς που δεν ίσχυε πλέον κατά τον χρόνο διαπίστωσης των παραβάσεων και έκδοσης των προσβαλλόμενων πράξεων. Συνακόλουθα, ο αντίθετος λόγος ακύρωσης ότι, ενόψει του νέου νόμου 5092/2024, με το άρθρο 24 παρ. 1 του οποίου καταργείται από την έναρξη ισχύος του το άρθρο 26 του ν.2971/2001, με το οποίο οριζόταν ότι οι διατάξεις του κ.δ. 132/1929 κατισχύουν του ν.2971/2001, ενώ δυνάμει των νέων διατάξεών του επιβάλλεται πλέον να χωρήσει νέος καθορισμός της οριογραμμής του αιγιαλού και της παραλίας στην επίδικη περιοχή, - ο οποίος πάντως δεν προκύπτει ότι εχώρησε έως την έκδοση των προσβαλλόμενων πράξεων-, που θα διαφέρει σημαντικά από τα έως τώρα ισχύοντα και βάσει του οποίου η Κτηματική Υπηρεσία θα ηδύνατο να επιβάλλει οποιαδήποτε επαχθή πράξη, άλλως όφειλε να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια έως την ολοκλήρωση της απαιτούμενης διοικητικής διαδικασίας του άρθρου 5 του ν.5092/2024, είναι απορριπτέος ως αβασίμως προβαλλόμενος. Ομοίως, απορριπτέος είναι και ο συναφής προβαλλόμενος λόγος ακύρωσης περί έλλειψης αιτιολογίας των προσβαλλόμενων πράξεων, διότι έχουν εκδοθεί χωρίς τον επιβεβλημένο νέο καθορισμό της οριογραμμής του αιγιαλού, με συνέπεια να μην προκύπτει η ζώνη του αιγιαλού, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του ν.5092/2024 (βλ. και ad hoc ΔεφΠειρ 443/2024). Εξάλλου, η οικεία έκθεση αυτοψίας και, συνακόλουθα, οι προσβαλλόμενες πράξεις που στηρίζονται σε αυτήν, τυγχάνουν καθ’ όλα ορισμένες, επαρκώς δε και νομίμως αιτιολογημένες διότι στηρίζονται στην τοπογραφική αποτύπωση με αναφορά στο κρατικό σύστημα συντεταγμένων ΕΓΣΑ ’87 της υπό κατάληψης έκτασης. Επιπλέον, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η με ΚΜ 1770 ένδικη «…» αποτυπώνεται και στο τοπογραφικό διάγραμμα που επισυνάπτεται στην 72492/14717/2013 απόφαση της Γενικής Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αιγαίου περί καθορισμού ορίων αιγιαλού και παραλίας και βρίσκεται εντός της περιοχής χάραξης της οριογραμμής. Συνεπώς, πρέπει, κατά την άποψη αυτή, να απορριφθεί η υπό κρίση αίτηση κατά το μέρος που στρέφεται κατά της …/11.10.2024 πράξης άμεσης απομάκρυνσης.
14. Επειδή, κατ’ ακολουθία, η κρινόμενη αίτηση πρέπει, κατά τη γνώμη που επικράτησε, να γίνει δεκτή και να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες πράξεις. Στη συνέχεια δε, η υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στη Διοίκηση προκειμένου η τελευταία να προβεί στη σύνταξη νέας νομίμως αιτιολογημένης έκθεσης αυτοψίας, κατά τα αναφερόμενα στο σκεπτικό. Τέλος, πρέπει να αποδοθεί το καταβληθέν παράβολο στην αιτούσα και να επιβληθεί σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου η δικαστική δαπάνη της, η οποία ανέρχεται σε 576 ευρώ (άρθρο 275 παρ. 1 εδ. α΄ του ΚΔΔ (ν. 2717/1999 Α΄97) που εφαρμόζεται αναλόγως στην ακυρωτική διαδικασία ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου, κατ’ άρθρ. 4 παρ. 1 περ. στ΄ του ν.702/1977 (Α΄ 268), όπως η περίπτωση αυτή προστέθηκε με το άρθρο 50 του ν. 3659/2008 (Α΄77).
ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ
Δέχεται την αίτηση.
Ακυρώνει: α) την …/11.10.2024 πράξη άμεσης απομάκρυνσης του Προϊσταμένου της Κτηματικής Υπηρεσίας Δωδεκανήσων Α΄ και β) την …/11.10.24 πράξη επιβολής προστίμου (του άρθρου 19 του ν. 5092/2024) του ιδίου ως άνω οργάνου.
Αναπέμπει την υπόθεση στη Διοίκηση προκειμένου να ενεργήσει τα νόμιμα, κατά τα εκτιθέμενα στο σκεπτικό.
Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου στην αιτούσα.
Επιβάλλει σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, τη δικαστική δαπάνη της
αιτούσας, η οποία ανέρχεται σε πεντακόσια εβδομήντα έξι (576) ευρώ.
Κρίθηκε και αποφασίστηκε στον Πειραιά, στις 13 και 23 Ιανουαρίου 2025 και δημοσιεύθηκε στον ίδιο τόπο στις 29 Ιανουαρίου 2025 στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση, απόντων των διαδίκων.
Η ΠΡΟΕΔΡΟΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ
ΘΕΩΡΗΘΗΚΕ
ΠΕΙΡΑΙΑΣ …
Η ΕΙΣΗΓΗΤΡΙΑ
Η Sakkoulas-Online.gr χρησιμοποιεί cookies για την παροχή των υπηρεσιών της, την ανάλυση της επισκεψιμότητας και τη βελτιστοποίηση της εμπειρίας του χρήστη. Με τη χρήση της Sakkoulas-Online.gr αποδέχεστε τη χρήση των cookies. Περισσότερα